Καμία πολεμική κλιμάκωση δεν θα βοηθήσει την Ευρώπη να ξεπεράσει τα προβλήματά της

 

Του Λευτέρη Θ. Χαραλαμπόπουλου

Εάν κανείς παρατηρήσει τη ρητορική και τη στάση ορισμένων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και ορισμένων ηγετικών στελεχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα διαπιστώσει ότι φέρονται σαν να θεωρούν ότι όχι μόνο επίκειται η Ευρώπη να εμπλακεί σε μια μεγάλη πολεμική σύγκρουση, αλλά και ότι αυτό θα μπορούσε να είναι ακόμη και ευκταίο.

Δεν υποτιμώ σε καμία περίπτωση τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία, ούτε θέλω να δώσω συγχωροχάρτι στη Ρωσία του Πούτιν για την παράνομη εισβολή το 2022.

Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι θα αποτελούσε λύση να είχε γίνει τότε παγκόσμιος πόλεμος, ούτε προφανώς να επιδιωχθεί τώρα η πολεμική κλιμάκωση.

Αντιθέτως, τώρα είναι η ώρα να δοκιμαστούν τρόποι να επιστρέψουμε στην ειρήνη και να σταματήσει η μηχανή του πολέμου. Ξέρω ότι αρκετοί είναι καχύποπτοι επειδή φαίνεται ότι την πρωτοβουλία για την ειρήνη την έχει αναλάβει με ένα τρόπο ο Τραμπ και άρα την ταυτίζουν με τη δική του αυταρχική πολιτική στις ΗΠΑ.

Όμως, στην πραγματικότητα εάν τώρα ο Τραμπ φαίνεται υποστηρικτής της ειρήνης, είναι ακριβώς γιατί η Ευρώπη έχει αρνηθεί μέχρι τώρα να βγει μπροστά και να είναι ο πόλος που θα μπορούσε να εκπροσωπήσει την ειρήνη.

Σαφώς, ειρήνη δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να πάρει η Ρωσία το μήνυμα ότι από εδώ και πέρα αμφισβήτηση των συνόρων, απειλές κατά άλλων χωρών και παρεμβάσεις στο εσωτερικό τους δεν μπορούν και δεν πρόκειται να γίνουν δεκτές.

Σημαίνει, όμως, ότι η μηχανή του πολέμου στην Ουκρανία σταματά και ότι ξεκινά ειρηνευτική διαδικασία που ταυτόχρονα θα αναγνωρίζει την πραγματικότητα ως έχει, θα κατοχυρώνει το δικαίωμα της Ουκρανίας να υπάρχει και θα προσφέρει σε όλες τις πλευρές εγγυήσεις ασφάλειας.

Μόνο στη βάση μιας μόνιμης ειρήνης θα μπορούσε να γίνει οποιαδήποτε συζήτηση για το πώς θα μπορούσαν οι ευρωπαϊκές χώρες να συνεισφέρουν σε αυτές τις εγγυήσεις ασφάλειας.

Διαφορετικά ποια είναι η εναλλακτική;

Μια Ευρώπη που θα υποσχεθεί στην Ουκρανία τη στρατιωτική βοήθεια που δεν θέλουν να δώσουν οι ΗΠΑ για να συνεχίσει μια πολεμική προσπάθεια που πρώτα απ’ όλα κοστίζει πολύ ακριβά σε ζωές, αλλά και υποδομές για την ίδια την Ουκρανία;

Μια Ευρώπη που θα επιδιώξει μια άμεση εμπλοκή στη σύγκρουση, αντιμετωπίζοντας την Ουκρανία ως ήδη μέλος του ΝΑΤΟ, με υπαρκτό κίνδυνο να πάμε σε μια γενικευμένη σύγκρουση;

Μια Ευρώπη που θα καταστήσει ευρωπαίους οπλίτες και αξιωματικούς στόχους σε μια σύγκρουση;

Μια Ευρώπη που θα μεταφέρει πόρους στην άμυνα, σε βάρος άλλων κοινωνικών αναγκών;

Και εδώ καλό είναι να μην συγχέουμε δύο διαφορετικά πράγματα. Ναι, είναι σημαντικό η Ευρώπη να αποκτήσει τη δική της φωνή στο διεθνές τοπίο. Και τη στρατιωτική ισχύ που θα εξασφαλίζει ότι αυτή η φωνή θα ακούγεται. Και την αμυντική βιομηχανία που αυτό συνεπάγεται.

Αλλά θα πρέπει να έχει και κάτι να πει με αυτή τη φωνή και αυτό να είναι προς τη μεριά της ειρήνης και της συνεννόησης και όχι της πολεμοκαπηλίας.

Γιατί η Ευρώπη και στην Ουκρανία και στη Γάζα έχασε την ευκαιρία να αναλάβει έγκαιρα πρωτοβουλίες για να αποτρέψει την πολεμική κλιμάκωση.

Ακόμη χειρότερα: φοβάμαι ότι σήμερα υπάρχουν ηγέτες στην Ευρώπη που αντιμέτωποι με την αυξημένη κοινωνική δυσαρέσκεια και μια κρίση νομιμοποίησης, προσπαθούν να αυξήσουν τη δημοφιλία τους με το να επενδύουν σε ένα κλίμα επερχόμενου πολέμου, ανάγκης για εξοπλισμούς, οδηγιών για «προμήθειες 72 ωρών», επενδύοντας ακριβώς στο ότι σε περιπτώσεις «εθνικών κρίσεων» οι κοινωνίες συσπειρώνονται γύρω από τους εκάστοτε κυβερνήτες. Μόνο που αυτό κάθε άλλο παρά «ευρωπαϊκή πολιτική» είναι.

Η Ευρώπη πρέπει να αποκτήσει και εξωτερική και αμυντική πολιτική. Αλλά αυτή δεν μπορεί να υποτάσσεται σε κοντόθωρους υπολογισμούς, αλλά σε ένα μακρόπνοο σχέδιο για το πώς φαντάζονται οι κυβερνήσεις της και την Ευρώπη και τον κόσμο. Και δυστυχώς σήμερα απέχουμε παρασάγγας από κάτι τέτοιο. Δεν αρκεί απλώς να βάλουν τα χακί οι ηγέτες της…

πηγή