Του Βασίλη Γαλούπη

 

Δεν περιορίζεται από τους κανόνες της δημοκρατίας. Αισθάνεται ότι μπορεί να κάνει ό,τι στο καλό θέλει. Να αγνοεί τους συγγενείς των Τεμπών, τη Βουλή, τα καθήκοντά του, τους ψηφοφόρους του. Και, ασφαλώς, να μπαζώνει πειστήρια εγκλημάτων δίχως να χρειάζεται λογοδοσία, επειδή έχει την προστασία του πρωθυπουργού.

Ο Χρήστος Τριαντόπουλος πιστεύει ότι δεν ισχύουν ποτέ γι’ αυτόν οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες που ισχύουν για όλους τους άλλους. Χθες δεν τόλμησε καν να εμφανιστεί στη Βουλή, ως όφειλε. Αντίθετα, είχε το θράσος να φτύσει κατάμουτρα τη διαδικασία, και όλους εμάς που τον σιτίζουμε ως βουλευτή, με το να στείλει ένα υπόμνημα-κουρελόχαρτο τριών παραγράφων, στο οποίο δεν απαντά σε κανένα ερώτημα. «Δεν χρειάζεται…» θα σκέφτηκε.

Το ερώτημα είναι για ποιον λόγο, τελικά, ήθελε να γίνει βουλευτής ο Τριαντόπουλος. Είναι αντίθετος με τη λειτουργία της προανακριτικής της Βουλής. Φτιάχνει ένα υπόμνημα «στο πόδι», για πέταμα στο καλάθι των αχρήστων, αγνοώντας τους συναδέλφους του. Όταν παραιτήθηκε δεν το έκανε εκείνη τη στιγμή, αλλά μόνο με τη σύσταση της επιτροπής, δηλαδή στον χρόνο που τον βόλευε. Νιώθει ότι μπορεί να επιλέγει ποια διαδικασία θα ακολουθηθεί κι αν θα πάει αμέσως στον… φυσικό του δικαστή ή ύστερα από διερεύνηση των πράξεών του.

Όταν ο Τριαντόπουλος άρχισε να μπαίνει στο κάδρο για το μπάζωμα, πριν από ενάμιση χρόνο, έκανε μια λιτή τοποθέτηση στη Βουλή, δίχως, πρακτικά, να δώσει καμία εξήγηση για πράξεις που ο ίδιος είχε ομολογήσει όταν βρέθηκε στα Τέμπη. Το ίδιο έπραξε και χθες. «Είμαι αθώος» έγραψε, περιμένοντας να τον πιστέψει η κοινή γνώμη. «Ουδεμία αξιόποινη ή/και παράνομη πράξη διέπραξα» ανέφερε, προσθέτοντας πως επιθυμεί «να αχθεί στην τακτική Δικαιοσύνη, έτσι ώστε αυτή να αξιολογηθεί από τους φυσικούς δικαστές μου».

Αν ένας υφυπουργός της συγκυρίας, που από τα 28 του τρέφεται με τους μισθούς του Δημοσίου ως συνεργάτης της Βουλής, σύμβουλος στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, γ.γ. του ΥΠΟΙΚ και βουλευτής, απαξιώνει με τέτοια ασυλία κάθε θεσμική λειτουργία, τότε τι να περιμένει κανείς από πιο «υπαρκτούς» πολιτικούς με εμπειρίες δεκαετιών;

Κραδαίνοντας αυτή την κόλα χαρτί του Τριαντόπουλου, η πλειοψηφία της Ν.Δ. έκλεισε εσπευσμένα την προανακριτική επιτροπή χωρίς να συλλέξει τα απαιτούμενα στοιχεία, ούτε τις καταθέσεις από μάρτυρες που θα τεκμηρίωναν τη δίωξη κατά του Τριαντόπουλου. Η ίδια τακτική για την εξεταστική-φάρσα, για την οποία απολογήθηκε υποκριτικά ο αμετανόητος Μητσοτάκης, ακολουθήθηκε ξανά. Έτσι, παραβιάζοντας μπροστά στα μάτια όλων το Σύνταγμα και τον νόμο, και προσβάλλοντας τους συγγενείς, στήθηκε μια διαδικασία-παρωδία με τρόπο τέτοιον που μάλλον θα καταλήξει σε απαλλαγή του Τριαντόπουλου.

Το mail Τριαντόπουλου, πέρα από το γεγονός ότι τον φόρτωσε και με άλλα ενοχοποιητικά στοιχεία για το μπάζωμα, έκανε κοινωνούς του εγκλήματος της καταστροφής αποδεικτικών στοιχείων και τους Γιώργο Γεραπετρίτη, Άκη Σκέρτσο, Γιάννη Ξιφαρά, Κώστα Αγοραστό.

Η δήλωση στήριξης κατηγορίας της Μαρίας Καρυστιανού στην προανακριτική για τον Χρήστο Τριαντόπουλο καλεί ως μάρτυρα τον Κυριάκο Μητσοτάκη και άλλους πρώην και νυν υπουργούς της κυβέρνησης. Όμως, οι νόμιμες διαδικασίες υπερπηδήθηκαν για να μη βρεθούν υπόλογοι υπουργοί όπως ο Γεραπετρίτης και ο Σκέρτσος, αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Με πρόσχημα το χαρτί με τις δύο αράδες Τριαντόπουλου, η κυβερνητική πλειοψηφία φρόντισε να απορρίψει και το αίτημα της Μαρίας Καρυστιανού.

Η απαξιωτική, θρασύδειλη και κυνική συμπεριφορά του Τριαντόπουλου δεν είναι φυσικά δικής του εμπνεύσεως. Είναι η τελευταία εκδήλωση της παθολογίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη για τα Τέμπη. Ακόμα και ο παραμικρός κίνδυνος λογοδοσίας πρέπει πάση θυσία να εξαφανιστεί. «Αν σε πιάσουν να παραβιάζεις τους κανόνες, απλώς απαξίωσέ τους» είναι το μότο της κυβέρνησης. Ταυτόχρονα, όλο και περισσότερα βολικά αποτελέσματα «ερευνών» προστίθενται σωρηδόν στη δικογραφία για να «δέσουν» τη συνέχεια της υπόθεσης όπως ακριβώς συμφέρει την κυβέρνηση.

Εκπαιδευμένος από τη νοοτροπία νταή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο Τριαντόπουλος γυρίζει την πλάτη στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες με τρόπο τόσο ξεδιάντροπο, που προσβάλλει και κοροϊδεύει ωμά την ίδια τη δημοκρατία.

Ο Τριαντόπουλος νιώθει ότι δεν αξίζει να αφιερώσει πέντε αράδες παραπάνω στο υπόμνημα ή να βγάλει έναν κανονικό λόγο στη Βουλή για όσα κατηγορείται ότι έπραξε. Αν, όμως, περιφρονείς τη δημοκρατία και τους κανόνες της, το βουλευτιλίκι δεν είναι για σένα. Θα μπορούσε να κάνει μια άλλη δουλειά στη ζωή του, πάντα ως κρατικοδίαιτος συνεργάτης και σύμβουλος της προσκολλήσεως, σε κάποιο γραφείο υπουργού, για να μην ταλαιπωρηθεί ψάχνοντας στην ελεύθερη αγορά, αλλά το κοστούμι του κοινοβουλευτισμού τού πέφτει στενό. Δεν του ταιριάζει.

Οι πρώτοι που πρόδωσε ο Τριαντόπουλος είναι αυτοί που τον ψήφισαν το 2023, περιμένοντας ότι θα ασκεί καθήκοντα κανονικού βουλευτή. Το 2019, άλλωστε, φορτώθηκε στην κυβέρνηση άνωθεν, ως εξωκοινοβουλευτικός, αφού απέτυχε να εκλεγεί.

Όταν, όμως, δεν διστάζει ο αρχηγός του να καταστρατηγεί το Σύνταγμα για να το βάζει στα πόδια κάθε φορά που τρέχει να γλιτώσει από τις ευθύνες του, γιατί να νοιαστεί κάθε Τριαντόπουλος; Έτσι κι αλλιώς, ο Τριαντόπουλος δεν κάνει καριέρα υπερασπιζόμενος τη νομιμότητα ή το καλό των πολιτών, αλλά ως πιόνι του πρωθυπουργού. Για τα μπαζώματα τον είχε ο Μητσοτάκης…

πηγή