Του Γιώργου Παπασίμου

 

Μέσα σε ένα πολιτικό και κοινωνικό τοπίο βαθιάς παρακμής, το κείμενο αναδεικνύει τις δομικές παθογένειες του ελληνικού κράτους, την κρίση αντιπροσώπευσης και την ανάγκη για ένα νέο πατριωτικό πολιτικό όραμα, απέναντι στις πολλαπλές απειλές που αντιμετωπίζει η χώρα.

Σε αυτήν την κρίσιμη ιστορική περίοδο, μία χώρα σαν την Ελλάδα με ανοιχτά εθνικά θέματα, λόγω του καραδοκούντος τουρκικού αναθεωρητισμού, θα έπρεπε να έχει στραμμένη την προσοχή, με αναπτυγμένες τις κεραίες της συμμετέχοντας αποφασιστικά στην υπό διαμόρφωση νέα διεθνή ισορροπία και όχι να είναι παντελώς απούσα και αφανής, εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν διαθέτει σοβαρή πολιτική ηγεσία με κύρος, αλλά και εν δυνάμει υγιές συνολικό, πολιτικό σύστημα, που να μπορεί να αφουγκραστεί και να επηρεάσει τα τεκταινόμενα. Πρόκειται για μία χώρα που βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού, χωρίς καν να υπάρχουν καν πλέον ιμάντες ασφαλείας, που παρείχε στοιχειωδώς η μέχρι τώρα ευρωπαϊκή της θέση, ενώ κυριαρχεί η κομματοκρατία.

Στο εσωτερικό η ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών έχει δημιουργήσει ένα βαθύ και ανεπούλωτο τραύμα στην ελληνική κοινωνία. Η εθνική αυτή τραγωδία με το θάνατο δεκάδων νέων παιδιών, αποτυπώνει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη καταστροφή (Μάτι, Μάνδρα, Τέμπη, Μαλιακός Κόλπος, Σάμινα κλπ.), τις διαχρονικές στρεβλώσεις και τις «χαίνουσες πληγές» ενός νόθου πολιτικού-οικονομικού συστήματος, που γιγαντώθηκε κατά την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης, του μνημονιακού οδοστρωτήρα και της σημερινής μεταμνημονιακής κηδεμονίας.

Πίσω από την επιτηδευμένα ιλουστρασιόν «ευρωπαϊκή προθήκη» κρύβονται οι σκελετοί και οι τεράστιες παθογένειες, που ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμες να συντρίψουν αυτήν την επίπλαστη εικόνα και να μας επαναφέρουν στην οδυνηρή πραγματικότητα της βαθιάς παρακμής. Το βασικό μότο όλων των κυβερνήσεων και κατά τις προηγούμενες δεκαετίες ,ήταν συνθήματα, όπως επανίδρυση του κράτους, δημιουργία επιτελικού κράτους (!) κ.λπ., που όμως αποτελούσαν άδειο κέλυφος σε όλες τις περιπτώσεις.

Το βίαιο άνοιγμα της κουρτίνας, μετά την ανείπωτη εθνική τραγωδία στα Τέμπη, έφερε αντιμέτωπη την κοινωνία, χωρίς κανένα αναισθητικό, μπροστά στο φαινόμενο των πολλαπλών και εφαπτόμενων ευθυνών των εκπροσώπων της πολιτικής εξουσίας, της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας και όλων των διορισμένων από τις Κυβερνήσεις των τελευταίων ετών διοικήσεων του ΟΣΕ και των ομοειδών εταιρειών, που καταδεικνύει το εύρος της παρακμιακής τροχιάς της χώρας μας και την κακή λειτουργία του πελατειακού ελληνικού κράτους.

 

Το πολιτικό και οικονομικό μοντέλο της παρακμής

Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα παρά το ισχυρό σοκ της χρεωκοπίας της το 2010, μετά την προηγηθείσα κίβδηλη ευημερία, και του μνημονιακού οδοστρωτήρα της προηγούμενης δεκαετίας, αλλά και της συνεχιζόμενης μεταμνημονιακής κηδεμονίας, φαίνεται ξεκάθαρα, ότι δεν εμφανίζει κανένα σημάδι αυτογνωσίας αφού πορεύεται στον αυτόματο πιλότο του ιδίου με πριν ληστρικού παρασιτικού μοντέλου. Κανένα σχέδιο αλλαγής αυτού, που οδηγεί στη χώρα σε νέα χρεωκοπία, υφίσταται, ακόμα και ως θεωρητική σκέψη στο δημόσιο πολιτικό λόγο, παρά το γεγονός ότι τα προβλεπόμενα κεφάλαια του ταμείου ανάκαμψης ήταν η τελευταία ευκαιρία για κάτι τέτοιο.

Οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεγεθύνονται δραματικά υπέρ μιας μικρής κάστας συμφερόντων που απαρτίζουν την ελληνική παρασιτική οικονομική ολιγαρχία, η οποία συνεχίζει να αυξάνει προκλητικά τον πλούτο της, τη στιγμή που συρρικνώνονται απαραδέκτως κρίσιμες και απαραίτητες ασφαλιστικές δικλείδες για την επαρκή λειτουργία των βασικών υποδομών της χώρας (τρένα, πλοία, αεροπλάνα κλπ.).

Η χώρα αντιμετωπίζει δομικό πρόβλημα το οποίο επικαλύπτεται από τη ρηχή πολιτική αντιπαράθεση των υπαρχόντων κομμάτων και του ελεγχόμενου συστήματος ενημέρωσης του λαού. Η πραγματικότητα είναι ότι βιώνει μια μακρά παρακμιακή πορεία που ξεκινά από την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης, της μνημονιακής επώδυνης κηδεμονίας και της σημερινής μεταμνημονιακής εποπτείας με τεράστιες ρωγμές στο κοινωνικό της ιστό και τρομακτικές στρεβλώσεις στη αέανη παρασιτική της οικονομία. Μια εκ των βασικών αιτίων αυτής της παρακμιακής πορείας της και ταυτόχρονα αποτέλεσμα αυτής είναι η δραματική υστέρηση των πολιτικών ηγεσιών και του πολιτικού προσωπικού εξουσίας.

Έτσι η μεγάλη εικόνα είναι, ότι το πολιτικό προσωπικό, που άσκησε εξουσία στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης, αντί να συμβάλει στην επιβολή ενός ισχυρού εθνικού πλαισίου ανάπτυξης, με βάση τα ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος, μετατράπηκε σταδιακά σε τμήμα της «παρασιτικής» οικονομικής ολιγαρχίας, αποκτώντας συμφέροντα, ως επιμέρους ειδικό στρώμα στο Κράτος, μέσω των προνομίων και της ατιμωρησίας, τα οποία ενσωματώνουν σχεδόν τους πάντες, που συμμετέχουν στο πολιτικό εποικοδόμημα.

Πολιτική εκπροσώπηση και κομματοκρατία

Η πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού, ανεξαρτήτως ιδεολογικών επικλήσεων και τυχόν «επιδεικτικών» αντισυστημικών συμπεριφορών, έχει ειδικά συμφέροντα αναπαραγωγής του εντός του υπάρχοντος νόθου πολιτικού εποικοδομήματος και της σχέσης του με το Κράτος, με συνέπεια να υπάρχει πλήρης απόσταση από τα πραγματικά συμφέροντα του «χειμαζόμενου» Λαού και των λαϊκών τάξεων. Αυτό το πολιτικό σύστημα της «άφρονης κομματοκρατίας», με κόμματα σχεδόν πανομοιότυπα ως προς την λειτουργία τους (αρχηγικά και χωρίς εσωτερική δημοκρατία), δεν μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση. Και όχι μόνο αυτό, αλλά λειτουργεί παράλληλα αποτρεπτικά για οποιαδήποτε μορφή πολιτικής ανανέωσης, σε κεντρικό και ενδιάμεσο θεσμικό επίπεδο.

Έτσι η πλήρης κυριαρχία και η αναπαραγωγή αυτού του υπονομευμένου κομματικού συστήματος, που κινείται μεταξύ της μετριοκρατίας, των χαμηλών προσδοκιών και της ατομικής ή συντεχνιακής εξυπηρέτησης, αποτελεί ένα τεράστιο βαρίδιο για την Ελλάδα. Κανένα όραμα αναδημιουργίας, αυτογνωσίας και ισχυρού πλαισίου προστασίας του Ελληνισμού μέσα στις τελευταίες παγκόσμιες ανακατατάξεις δεν φαίνεται στο προσκήνιο.

Τα κυρίαρχα και ζωτικά θέματα, όπως η ανάγκη για παραγωγική ανασυγκρότηση του πρωτογενούς και βιομηχανικού τομέα με στόχο την διατροφική επάρκεια της χώρας, η σοβαρή ανάγκη ανάπτυξης της αμυντικής βιομηχανίας, που αποτελεί ζωτικής σημασίας παράγοντα επιβίωσης του ελληνισμού για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής, η βελτίωση της λειτουργίας των βασικών δημοσίων υποδομών, η ασφάλεια των πολιτών και η αντιμετώπιση των διευρυνόμενων κοινωνικών ανισοτήτων, δεν αποτελούν καν θέματα συζήτησης στον δημόσιο διάλογο.

 

Κοινωνική αφύπνιση και ανάγκη πολιτικής ανασύνθεσης

Επιπροσθέτως, το τεράστιο δημόσιο χρέος, μέσω του οποίου έχει υποθηκευτεί η ανεξαρτησία και η ουσιαστική κυριαρχία της χώρας, το ιδιωτικό χρέος μέσω του οποίου συντελείται από τα θεσμοθετημένα κερδοσκοπικά funds η μεγαλύτερη εκποίηση του εθνικού πλούτου και απειλείται η κατοικία μεγάλης μερίδας των Ελλήνων και η συνεχιζόμενη σκληρή λιτότητα στα ήδη εξαντλημένα κατώτερα οικονομικά τμήματα της ελληνικής κοινωνίας και στη μεσαία τάξη που συνθλίβεται ήδη από την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, η ανακοπή της φυγής των Ελλήνων επιστημόνων και η επανάκαμψη τους και τέλος η αντιμετώπιση του οξύτατου δημογραφικού προβλήματος, που αγγίζει πλέον τα όρια της εθνικής επιβίωσης, απουσιάζουν από το λασπώδες και χαοτικό εσωτερικό πολιτικό περιβάλλον.

Το κρίσιμο συμπέρασμα που προκύπτει από αυτή την έλλειψη στον δημόσιο πολιτικό λόγο είναι, ότι δεν υπάρχουν, ιδιαίτερα στα κόμματα εξουσίας, ουσιαστικές πολιτικές διαφορές ως προς το διαχειριστικό αφήγημα τους. Πρόκειται για μείζονα κίνδυνο για τη χώρα, αφού η απουσία σοβαρών πολιτικών ηγεσιών και κομμάτων με όραμα κα αποφασιστικότητα για υλοποίηση αυτού, οδηγεί το πολιτικό σύστημα σε πλήρη αποτελμάτωση και τη χώρα συνολικά στην παρακμή.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η απέχθεια και η αποχή των πολιτών αυξάνεται, ενώ παράλληλα ενισχύονται κάθε είδους ανορθολογικές, αλλά και ακροδεξιές πολιτικές εκφάνσεις. Και αυτό γιατί στον ίδιο αστερισμό κινούνται λίγο έως πολύ και τα υπόλοιπα μικρότερα κόμματα εντός και εκτός βουλής, αφού κανένα από αυτά δε έχει έστω και θεωρητικά μια συνολική εναλλακτική λύση για τη χώρα και αξιόπιστη ηγεσία που μπορεί να την εφαρμόσει.

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, απαιτείται άμεση αντίδραση από την κοινωνία και τις υγιώς σκεπτόμενες κοινωνικές δυνάμεις, που βιώνουν όλα αυτά τα ζητήματα και αναζητούν διέξοδο. Απαιτείται η δημιουργία ενός νέου συλλογικού ορίζοντα, που ήδη έδειξαν να διεκδικούν οι χιλιάδες των πολιτών που διαδήλωσαν στις μεγάλες συγκεντρώσεις για τη δικαιοσύνη και την απόδοση ευθυνών για την τραγωδία των Τεμπών, που δεν μπορεί να είναι άλλος σήμερα από την υποστήριξη και διαφύλαξη των δικαιωμάτων του Ελληνισμού στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και την παράλληλη ανατροπή των εσωτερικών στρεβλώσεων, που αφήνουν «ανάπηρη» την ελληνική κοινωνία και τη μετατρέπουν σε «φθίνον έθνος».

Παρίσταται συνεπώς, περισσότερο από ποτέ η ανάγκη αξιοπρεπούς πολιτικής εκπροσώπησης και παραγωγής προγραμματικού λόγου και υλοποιήσιμου έργου. Απέναντι σε αυτό το τεράστιο πολιτικό κενό προκύπτει η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου, δημοκρατικού, πατριωτικού πολιτικού μετώπου από τις υγιείς διάσπαρτες, προοδευτικές, κοινωνικές δυνάμεις, που δεν είναι εγκλωβισμένες στην κυριαρχούσα νοσηρή κομματοκρατία, που θα θέσει τα μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα της χώρας.

Όπως είναι για παράδειγμα η ενδογενής ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων και των βασικών έργων υποδομής η ουσιαστική εμβάθυνση και ανάταξη της παιδείας, η αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού μέσω μιας νέας εθνικής στρατηγικής αποτροπής, η προστασία των μεσαίων και χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, η ανακοπή της δημογραφικής κατάρρευσης και η εμβάθυνση και προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και των ατομικών και συλλογικών εγγυήσεων κάθε Έλληνα πολίτη.

πηγή