Της Ουρανίας Γαλανού, εφημερίδα «Εστία της Κυριακής»
Η εν λόγω μέτρηση που έγινε το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου για λογαριασμό επιχειρηματικών κέντρων καταγράφει τη δυνητική ψήφο των πολιτών -ανεξαρτήτως τού τι έχουν ψηφίσει στο παρελθόν- διαπιστώνοντας την δυναμική που θα μπορούσε να αποκτήσει κάθε κόμμα στον χώρο της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς στην πορεία προς τις κάλπες.
Η δημοσκόπηση εμφανίζει πρόσθετο ενδιαφέρον διότι εντοπίζει έναν νέο παράγοντα που θα μπορούσε ενδεχομένως και να ανατρέψει τα δεδομένα και δεν είναι άλλος από την πιθανότητα δημιουργία ενός νέου πολιτικού φορέα υπό την ηγεσία του πρώην πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα.
Και στο ερώτημα της δυνητικής ψήφου για ένα νέο κόμμα που θα συγκροτούνταν με πρωτοβουλία του κ. Τσίπρα το άθροισμα των ποσοστών εκείνων που σκέφτονται ότι θα ήταν πολύ ή αρκετά πιθανόν να το ψηφίσουν ανέρχεται στο 17%.
Στα γενικά συμπεράσματα, τίποτα δεν έχει παραμείνει ίδιο στο πολιτικό περιβάλλον της χώρας από τις εθνικές εκλογές του καλοκαιριού του 2023 μέχρι και σήμερα. Ούτε καν από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου του 2024 όταν καταγράφηκαν οι πρώτοι σοβαροί κλυδωνισμοί των λεγόμενων συστημικών κομμάτων. Το πολιτικό σκηνικό είναι διαρκώς μεταβαλλόμενο και ασταθές και φανερώνει ότι συντελούνται μεγάλες ανακατατάξεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς, οι οποίες ωστόσο δεν απαλλάσσουν από την αγωνία τον χώρο της Κεντροδεξιάς που περιλαμβάνει σαφέστατα και το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Σύμφωνα λοιπόν με τα ευρήματα μέτρησης που έχει στη διάθεσή της η «Εστία» το κυβερνών κόμμα αν και δείχνει τάσεις σταθεροποίησης έχει ακόμη απόσταση να διανύσει για να αποβάλει το άγχος της αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης εφόσον, όπως δείχνουν οι μετρήσεις, εξακολουθήσει να παραμένει πρώτο κόμμα στο δρόμο προς τις εκλογές. Πολιτικοί αναλυτές πιστεύουν ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο να απειληθεί η πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας από την Πλεύση Ελευθερίας και δίνουν ελάχιστες πιθανότητες σημαντικής ανάκαμψης στο ΠΑΣΟΚ, ο πρόεδρος του οποίου σύμφωνα με εμπιστευτικές μετρήσεις χάνει ολοένα έδαφος εξαντλώντας το πολιτικό του κεφάλαιο.
Σε αυτήν την συγκυρία αναδεικνύεται το μεγάλο ερώτημα εάν ο πρώην πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας προτίθεται να επιχειρήσει την επιστροφή και να ηγηθεί ενός νέου πολιτικού φορέα γύρω από τον οποίο θα συσπειρωθούν δυνάμεις του Κέντρου και της Αριστεράς.
Η απόρρητη δημοσκόπηση που διεξήχθη για μεγάλο επιχειρηματία δείχνει ότι ένα νέο πολιτικό κόμμα στο οποίο θα ηγηθεί ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε δυνητικά να ψηφιστεί από ένα 17% του εκλογικού σώματος. Το εύρημα θα μπορούσε να κριθεί ως θετικό ή ως απογοητευτικό αναλόγως του στόχου που θα είχε το νέο εγχείρημα. Εάν δηλαδή ο στόχος είναι να κυβερνήσει στις επόμενες εκλογές αυτός -αυτήν την στιγμή και χωρίς καν να έχει συγκροτηθεί το κόμμα- φαίνεται αρκετά δύσκολος. Εάν όμως το κόμμα θα επιδιώξει να αντιπαρατεθεί με τη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη για να καταγραφεί ως ισχυρός πόλος που θα μπορούσε να κάμψει τη ΝΔ στις επόμενες εκλογές το ποσοστό του 17% μπορεί να θεωρηθεί ενθαρρυντικό.
Ειδικότερα, για έναν φορέα που απλώς συζητείται, το 17% προκύπτει από το άθροισμα απαντήσεων «πολύ πιθανόν και αρκετά πιθανόν» την ώρα που το άθροισμα των αρνητικών απαντήσεων («λίγο πιθανόν και καθόλου πιθανό» κινείται γύρω στο 80%).
Αντιστοίχως, η απόρρητη μέτρηση προσπάθησε να εντοπίσει τη δυνητική ψήφο για την Πλεύση Ελευθερίας, ένα υπαρκτό κόμμα που ήδη έχει αναπτύξει τη δυναμική του. Εκεί οι απαντήσεις “«Πολύ και αρκετά πιθανόν» προσεγγίζουν το 21% και οι απαντήσεις «λίγο και καθόλου πιθανόν» φθάνουν το 76%.
Εντυπωσιάζει το χαμηλό ποσοστό πιθανότητας υπερψήφισης του ΠΑΣΟΚ που σήμερα κατέχει και τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Οι θετικές απαντήσεις (πολύ και αρκετά πιθανόν) πλησιάζουν μόλις το 15%, ενώ αντιστοίχως οι απαντήσεις (λίγο και καθόλου πιθανόν) κινούνται σε αθροιστικά ποσοστά πάνω από το 82%. Μάλιστα απειλείται από το ΚΚΕ που συγκεντρώνει 13% στις θετικές απαντήσεις.
Εικόνα αδυναμίας ανάκαμψης εμφανίζει και ο ΣΥΡΙΖΑ με τα ποσοστά (πολύ και αρκετά πιθανόν) ως προς τη δυνητική ψήφο να προσεγγίζουν στο άθροισμα το 11% και τα αντίστοιχα (λίγο και καθόλου πιθανόν) να υπερβαίνουν το 85%.
Για την Νέα Αριστερά, πάλι, δεν εκπλήσσει το γεγονός της ισχνής καταγραφής στη δυνητική ψήφο που κινείται γύρω στο 4% στο άθροισμα των απαντήσεων (πολύ και αρκετά πιθανόν) και υπερβαίνουν το 90% στο (λίγο και καθόλου πιθανόν).
Αντιθέτως καταγράφεται δυναμική εισόδου στην Βουλή για τον Βαρουφάκη με το 2,5% των πολιτών να δηλώνει «πολύ πιθανό» να τον ψηφίσει και 5,4% να δηλώνει «αρκετά πιθανόν». Αντιθέτως τα ποσοστά του νέου κόμματος Κασσελάκη υποχωρούν σε 2,5% και 3,3% αντιστοίχως.
Στο χώρο της δεξιάς και κεντροδεξιάς επιβεβαιώνονται οι λόγοι για τους οποίους το Μέγαρο Μαξίμου εξακολουθεί να ανησυχεί για το αποτέλεσμα της κάλπης. Το ποσοστό που συγκεντρώνει η ΝΔ αθροιστικά στην δυνητική ψήφο (πολύ και αρκετά πιθανόν) κινείται κοντά στο 31% χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζει σε καμία περίπτωση την αυτοδυναμία που θα οδηγούσε στον σχηματισμό κυβέρνησης. Και μάλιστα σε σχέση με το 68,5% των απαντήσεων (λίγο και καθόλου πιθανό) δείχνει ότι το κυβερνών κόμμα θα βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης με άλλα κόμματα με τα οποία θα μπορούσε να συνεργαστεί μετεκλογικά.
Επίσης, η Ελληνική Λύση συγκεντρώνει περίπου ένα 11% δυνητικής ψήφου (πολύ και αρκετά πιθανόν) και ένα άθροισμα 88% στις απαντήσεις (λίγο και καθόλου πιθανόν). Το κόμμα Νίκη αντιστοίχως συγκεντρώνει περίπου έναν 6% στη δυνητική ψήφο (πολύ και αρκετά πιθανόν) και ποσοστό άνω του 90% στις απαντήσεις (λίγο και καθόλου πιθανόν).
Την ίδια προοπτική δείχνει η Φωνή Λογικής που σήμερα δεν είναι κοινοβουλευτικό κόμμα με άθροισμα 5,5% στις απαντήσεις (πολύ και αρκετά πιθανόν) και άνω του 90% στις απαντήσεις (λίγο και καθόλου πιθανόν).
Φαίνεται ότι στον χώρο της Κεντροαριστεράς τα δύο κόμματα που αποτελούν τους κύριους εκφραστές της, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ βυθίζονται δημοσκοπικά και δεν δείχνουν ότι έχουν τη δυνατότητα ανάκαμψης. Ο κόσμος τούς γυρίζει την πλάτη και δηλώνει ότι δεν τούς εμπιστεύεται για διαφορετικούς ενδεχομένως λόγους. Η Νέα Αριστερά με το ζόρι καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις και δείχνει ότι θα ρισκάρει την πολιτική της επιβίωση μετά την απόφασή της να μην συνεργαστεί ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ που αποτελεί το μητρικό της κόμμα.
Η Πλεύση Ελευθερίας της κυρίας Ζωής Κωνσταντοπούλου συνεχίζει την ανοδική της πορεία και παγιώνει διψήφια ποσοστά κάτω από το 20% αλλά πολύ πιο πάνω από το τρίτο ΠΑΣΟΚ που εάν δεν κάνει κάτι για να αλλάξει δραματικά θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολο να ξαναπεράσει στη δεύτερη θέση. Ως εκ τούτου η Πλεύση Ελευθερίας αναδεικνύεται ως ο αντίπαλος πόλος της Νέας Δημοκρατίας του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη εξέλιξη που φαίνεται πως ευνοεί προς ώρας το Μέγαρο Μαξίμου που αναδεικνύει το δίλημμα «Μητσοτάκης ή χάος».