Του Χρήστου Καπουτσή
Το πρόταγμα της Δικαιοσύνης, που αναδείχθηκε με δραματικό τρόπο και ένταση μέσα από τις μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις με αφορμή την τραγωδία των Τεμπών, δεν αποτελεί απλώς μια συγκυριακή έκφραση θλίψης ή αγανάκτησης. Αντιθέτως, αντανακλά μια βαθιά πολιτική και κοινωνική κρίση εμπιστοσύνης, η οποία έχει συσσωρευτεί, αποτυπώνοντας την απαίτηση ενός μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας για έναν ριζικό επαναπροσδιορισμό των θεσμών, της πολιτείας και του κράτους δικαίου.
Η δικαιοσύνη, ως έννοια, ως θεμελιώδης πυλώνας κάθε φιλελεύθερης δημοκρατίας, πλήττεται όχι μόνο από τη θεσμική αδράνεια, αλλά κυρίως από την πολιτική συνενοχή, την αναξιοκρατία και την ιδιοτελή χρήση της κρατικής εξουσίας. Το διαχρονικό πελατειακό μοντέλο πολιτικής αντιπροσώπευσης, το οποίο εδράζεται στο δίπολο “κόμμα εξουσίας – ψηφοφόρος-πελάτης”, παράγει ένα σύστημα ανωμαλίας και θεσμικής παθογένειας, που αναπαράγει την αδικία και εξασθενεί τη συλλογική πίστη στους θεσμούς.
Ένα σύστημα που δεν κυβερνά, αλλά διαχειρίζεται συμφέροντα. Που δεν προστατεύει, αλλά εξυπηρετεί. Που δεν οραματίζεται, αλλά αναπαράγει τον εαυτό του. Ένα πολιτικό σύστημα που σήπεται, που απαξιώνεται, που κονιορτοποιείται, που αποδομείται, που καταρρέει από το βάρος της κομματικής αυθαιρεσίας, της αναξιοκρατίας, της προκλητικής αλαζονείας των ελίτ της εξουσίας και της κατάφωρης και ανυπόφορης αδικίας των αδυνάτων και των συφοριασμένων του κοινωνικού περιθωρίου.
Το αίτημα για Δικαιοσύνη, εκφράζει την ανάγκη για συστημική κάθαρση: την αποκατάσταση της λογοδοσίας, τη θεσμική διαφάνεια, την ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και την εγκαθίδρυση πραγματικής αξιοκρατίας σε όλο το φάσμα του κρατικού μηχανισμού. Στην αντίθετη περίπτωση η Δικαιοσύνη είναι άδικη, ελλειμματική, πάσχουσα, ανυπόληπτη… Ο εναγκαλισμός της πολιτικής εξουσίας με την Δικαιοσύνη, καθιστά “ανάπηρη” και εθελοτυφλούσα τη Δικαιοσύνη και αυτό, δεν είναι απλώς θεσμικό ελάττωμα, είναι πολιτική απειλή για τη δημοκρατική λειτουργία και το κράτος δικαίου.
Η απαξίωση των θεσμών, μεταξύ αυτών και της Δικαιοσύνης, οδηγεί σε ένα επικίνδυνο έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης και σε ένα πολιτικό σύστημα που δεν εμπνέει ασφάλεια και την ισότητα απέναντι στον Νόμο. Και ποιος πληρώνει αυτό το κόστος; Οι πολλοί, οι μη έχοντες. Οι αόρατοι. Οι άνθρωποι της καθημερινής προσπάθειας.
Όταν η Δικαιοσύνη γίνεται εργαλείο των ισχυρών και όχι ασπίδα των αδύναμων, τότε δεν έχουμε κρίση. Έχουμε εκτροπή. Η αμεροληψία, η διαφάνεια, η αξιοκρατία, όλα υπονομεύονται όταν οι θεσμοί λειτουργούν με όρους σκοπιμότητας και όχι καθήκοντος. Όταν οι δικαστές ξεχνούν ότι δεν είναι υπάλληλοι, αλλά θεματοφύλακες του Συντάγματος. Η Δικαιοσύνη δεν είναι ουτοπία. Είναι προϋπόθεση ελευθερίας. Και η ελευθερία – όπως έλεγε ο Καστοριάδης – δεν χαρίζεται. Κατακτιέται. Η λαϊκή απαίτηση για Δικαιοσύνη, Κάθαρση, Δημοκρατία, Λογοδοσία και Αξιοκρατία δεν είναι ρητορικό σύνθημα. Είναι αίτημα ύπαρξης ενός νέου συλλογικού υποκειμένου που θα μπορέσει να επαναθεμελιώσει την πολιτική κοινότητα.
Το κρίσιμο ερώτημα για την Δικαιοσύνη
Η μετάβαση από το λαϊκό αίτημα σε θεσμική πράξη απαιτεί τη συγκρότηση ενός νέου πολιτικού φορέα αρχών, αδέσμευτου από τα συμφέροντα του παλιού συστήματος και ικανού να λειτουργήσει ως φορέας μιας νέας κοινωνικής και πολιτικής αφήγησης. Ένα οραματικό ελπιδοφόρο πολιτικό αφήγημα, που δεν θα εδράζεται στον διχασμό και στον λαϊκισμό, αλλά στην τεκμηριωμένη πολιτική πρόταση, στη θεσμική σοβαρότητα, στη συμμετοχική δημοκρατία, στη λογοδοσία, στη διαφάνεια και τον πατριωτισμό.
Και τίθεται πλέον ένα ιστορικό ερώτημα: Ποιος θα σπάσει τα δεσμά της συναλλαγής, της φαυλότητας, του λαϊκισμού, της χειραγώγησης; Ποιος θα χτίσει έναν νέο πολιτικό φορέα, όχι στηριγμένο σε πρόσωπα, αλλά σε αξίες; Όχι σε εξουσία, αλλά σε ευθύνη; Όχι αναπαλαίωση του διεφθαρμένου και σεσηπότος πολιτικού συστήματος, αλλά ανανέωση και αναγέννηση, αναστοχασμό και αναδημιουργία. Αυτός ο φορέας δεν μπορεί να προκύψει, ούτε από τα κόμματα της φθοράς, ούτε από το ιδεολογικό περιθώριο του χθες. Πρέπει να γεννηθεί μέσα από την κοινωνία. Ένα κόμμα αρχών, αλλά χωρίς εξουσιαστικές εμμονές.
Με πρόγραμμα, αλλά και με ήθος. Με όραμα, αλλά και με ρεαλισμό. Με σεβασμό στη Ζωή και την Ελευθερία και την Αξιοπρέπεια των Ελλήνων πολιτών. Γιατί δεν αρκεί να γκρεμίσουμε το σάπιο. Πρέπει να οικοδομήσουμε το νέο. Και το νέο δεν χτίζεται με θυμό. Χτίζεται με αλήθεια, με σχέδιο, με πίστη στη δημοκρατία. Η Δικαιοσύνη, η Δημοκρατία, η Ισχύς και η Πατρίδα δεν είναι χωριστές έννοιες. Είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Αν διαρραγεί το ένα, καταρρέουν όλα. Αν σταθεί το ένα, ενδυναμώνονται τα υπόλοιπα.
Η επιβίωση του Ελληνισμού
Σε όλα τα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί ως βασική παράμετρος η επιβίωση του Ελληνισμού. Η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με την ιστορία της. Η απαίτηση για σεβασμό στην ανεξαρτησία και εθνική κυριαρχία της χώρας μας, είναι αδιαπραγμάτευτο, ως παλλαϊκό, αίτημα. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια υπαρκτή υπαρξιακή απειλή, που είναι η επεκτατική Τουρκία.
Η Τουρκία συνιστά σαφές παράδειγμα αναθεωρητικής δύναμης στο διεθνές σύστημα. Μέσω της χρήσης ή της απειλής χρήσης στρατιωτικής ισχύος, επιδιώκει την ανατροπή του υφιστάμενου status quo, προκειμένου να προωθήσει στρατηγικά και ενεργειακά συμφέροντα στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο, τον Καύκασο και τη Μέση Ανατολή. Τα παραδείγματα επεμβάσεων της Τουρκίας είναι πολλαπλά και τεκμηριώνουν αυτή τη στρατηγική:
- Κύπρος (1974-σήμερα): Κατοχή εδαφών, αγνοώντας αποφάσεις του ΟΗΕ.
- Ίμια (1996): Αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας μέσω απειλής πολέμου.
- Συρία και Ιράκ: Συνεχείς στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά των Κούρδων.
- Λιβύη: Παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, αγνοώντας το Δίκαιο της Θάλασσας.
- Ναγκόρνο Καραμπάχ: Άμεση στρατιωτική υποστήριξη προς το Αζερμπαϊτζάν.
- Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειος: Έντονη αμφισβήτηση ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων μέσω του δόγματος της “Γαλάζιας Πατρίδας”.
Η πολιτική κατευνασμού που έχει υιοθετήσει η Ελλάδα σε αρκετές περιπτώσεις, ιδίως με την επιδίωξη διμερών διαλόγων χωρίς προϋποθέσεις, δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αντιθέτως, φαίνεται πως ενισχύει την τουρκική προκλητικότητα και αδιαλλαξία, καθώς επιτρέπει την προβολή μαξιμαλιστικών τουρκικών διεκδικήσεων που πλήττουν ευθέως την ελληνική κυριαρχία σε νησιά, ΑΟΖ και εναέριο χώρο.
Είναι αναγκαίο να επισημανθεί ότι, σε περίπτωση στρατιωτικής σύρραξης με την Τουρκία, η εμπλοκή τρίτων δυνάμεων, όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία ή το Ισραήλ, δεν είναι εγγυημένη, παρά τις υφιστάμενες στρατηγικές συνεργασίες. Το διεθνές σύστημα λειτουργεί βάσει εθνικού συμφέροντος και όχι δεσμευτικής αλληλεγγύης. Η Ελλάδα, συνεπώς, οφείλει να διατηρεί και να ενισχύει την αποτρεπτική της ισχύ, τόσο σε στρατιωτικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο διπλωματικών συμμαχιών, ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθεί αυτόνομα σε ενδεχόμενη κρίση.
Καθοριστικές αποφάσεις για την εθνική άμυνα και ασφάλεια έλαβε το ΚΥΣΕΑ υπό τον πρωθυπουργό. Στο επίκεντρο, η δημοσίευση του πρώτου Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού, που οριοθετεί με σαφήνεια το εύρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας (δυνητικής επί του παρόντος), επιβεβαιώνοντας το πλήρες επήρεια ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας. Το μήνυμα προς την Τουρκία είναι διπλό: Υπάρχει βούληση για διάλογο, αλλά χωρίς εκπτώσεις στα κυριαρχικά δικαιώματα.
Η στρατηγική της κυβέρνησης μεταβαίνει από τη ρητορική στην πράξη, με έμφαση στην ισχυρή παρουσία της, στρατιωτική , θεσμική και ενεργειακή, στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Παραμένει κρίσιμο το ζήτημα της ενεργειακής διασύνδεσης Ελλάδας- Κύπρου, όπου η κινητικότητα του Πολεμικού Ναυτικού της Τουρκίας, επιχειρεί παρεμπόδιση. Εννοείται ότι, η πραγματική δοκιμασία είναι η εφαρμογή, όχι οι ανακοινώσεις.
Tί χρειάζεται η Ελλάδα
Η Ελλάδα χρειάζεται συνέπεια και βάθος στρατηγικής. Όχι σπασμωδικές αντιδράσεις, αλλά διαρκή ετοιμότητα και πολυεπίπεδη διπλωματία. Τα εθνικά θέματα δεν είναι επικοινωνιακά εργαλεία, απαιτούν σχέδιο, ευρύ συντονισμό και πολιτικό ρεαλισμό. Με ισχυρή άμυνα, εύρωστη οικονομία, εθνική αυτοπεποίθηση, κοινωνική συνοχή, σοβαρότητα, πατριωτική ευθύνη και ψυχραιμία απέναντι σε κάθε πρόκληση και απειλή. Ισχυρή Ελλάδα σημαίνει τέσσερις πυλώνες:
- Ισχυρή οικονομία, παραγωγική, καινοτόμα, ανθεκτική. Όχι εξαρτημένη από επιδοτήσεις και εξωτερικά κελεύσματα, αλλά βασισμένη στην πραγματική εργασία, στην αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και των φυσικών πόρων της χώρας.
- Ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις, τεχνολογικά σύγχρονες, με υψηλό φρόνημα, και στρατηγικό βάθος. Διότι η εθνική κυριαρχία δεν είναι αφηρημένη έννοια. Είναι συνθήκη που απαιτεί ετοιμότητα, οργάνωση και αποφασιστικότητα.
- Ευέλικτη και πολυδιάστατη διπλωματία, που δεν θα σύρεται πίσω από εξελίξεις, αλλά θα χαράζει πορεία μέσα σε ένα ασταθές, αναθεωρητικό και συγκρουσιακό διεθνές περιβάλλον. Η Τουρκία αποτελεί διαχρονικά αναθεωρητική δύναμη, όπως έχει τεκμηριωθεί σε δεκάδες διεθνείς αναλύσεις και στρατηγικά δόγματα. Αλλά δεν είναι η μόνη απειλή. Ζούμε σε μια εποχή όπου οι παγκόσμιοι συσχετισμοί μεταβάλλονται ραγδαία: νέες συμμαχίες, υβριδικοί πόλεμοι, ενεργειακοί ανταγωνισμοί, προσφυγικά κύματα, τεχνολογικές ασυμμετρίες.
Και τέλος, κοινωνική συνοχή με πατριωτική συνείδηση. Όχι με στείρα εθνικοφροσύνη, αλλά με βαθιά αγάπη για την πατρίδα, με συλλογική ευθύνη, με σεβασμό στον πολιτισμό μας και πίστη στην κοινή μας πορεία. Γιατί χωρίς κοινωνική συνοχή, όλα τα παραπάνω καταρρέουν. Και χωρίς πατριωτική συνείδηση, η δημοκρατία αδειάζει από νόημα. Όπως έλεγε και ο Θουκυδίδης, “τα κράτη σώζονται από εκείνους που έχουν την ισχύ και τη φρόνηση να την ασκήσουν με δικαιοσύνη”.
Αυτός είναι ο ορίζοντας για μια σύγχρονη Ελλάδα που δεν θα είναι απλώς επιβιώσασα, αλλά παρούσα, υπολογίσιμη, με αυτοπεποίθηση και εθνική αυτογνωσία. Η Δικαιοσύνη και η Δημοκρατία δεν αποτελούν μόνο θεσμούς, αλλά και διαρκείς στόχους. Η αποτροπή λειτουργεί ως μέσο διαφύλαξής τους. Μέσα από την ιστορική αυτοπραγμάτωση, χτίζεται ένα μέλλον όπου οι διαχρονικές αξίες δεν παραχωρούνται, αλλά κατακτώνται.