Η μείωση των ποσοτήτων γάλακτος και των παραγωγών κάθε χρόνο είναι αποκαλυπτική και αναδεικνύει τα προβλήματα που συσσωρεύονται χωρίς ουσιαστική παρέμβαση

Ο πρωτογενής τομέας είναι ο θεμέλιος λίθος της οικονομίας σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, και ειδικά στην Ήπειρο.
Παρά τις υποσχέσεις και τα μεγάλα λόγια που ακούγονται από πολιτικούς και φορείς, η πραγματικότητα για τον κλάδο του γάλακτος στην περιοχή είναι σκληρή και ολοένα και χειροτερεύει.
Κάθε χρόνο, οι κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν αυξανόμενες δυσκολίες που τους αναγκάζουν είτε να μειώσουν την παραγωγή τους είτε να εγκαταλείψουν το επαγγελματικό τους μονοπάτι, αφήνοντας πίσω τους μια ολοένα πιο ερημωμένη ύπαιθρο.
Τα επίσημα στοιχεία του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ αποτυπώνουν την αλήθεια με την ψυχρή μορφή των αριθμών.
Η μείωση των ποσοτήτων γάλακτος και των παραγωγών κάθε χρόνο είναι αποκαλυπτική και αναδεικνύει τα προβλήματα που συσσωρεύονται χωρίς ουσιαστική παρέμβαση.
Οι πολιτικοί ενδέχεται να ωραιοποιούν την κατάσταση με λόγια και αφιερώματα σε εκπομπές, αλλά η αλήθεια είναι διαφορετική και εξαιρετικά σκληρή για τους παραγωγούς.

Πρόβειο γάλα:

Το 2024 παραδόθηκαν 48.409.493 κιλά πρόβειου γάλακτος από 2.975 παραγωγούς στους τέσσερις νομούς της Ηπείρου, ενώ το 2023 είχαν παραδοθεί 50.460.642 κιλά από 3.160 παραγωγούς. Η μείωση των παραγωγών και των ποσοτήτων είναι πλέον ξεκάθαρη.

Γίδινο γάλα:

Για το 2024, 788 παραγωγοί παρέδωσαν 5.809.549 κιλά γίδινου γάλακτος.
Το 2023 οι ποσότητες ήταν 6.734.164 κιλά και οι παραγωγοί 895.
Η συρρίκνωση του κλάδου είναι επίσης εμφανής σε αυτή την κατηγορία.

Αγελαδινό γάλα:

Για το 2024, 58 παραγωγοί παρέδωσαν 15.039.654 κιλά αγελαδινού γάλακτος, ενώ το 2023 οι παραγωγοί ήταν 66 και οι ποσότητες 15.109.556 κιλά. Η τάση μείωσης δεν περιορίζεται μόνο στα μικρότερα είδη, αλλά επηρεάζει συνολικά τον τομέα του γάλακτος.

Οι αιτίες της συρρίκνωσης

Οι λόγοι πίσω από αυτή τη συρρίκνωση είναι πολλοί και συνθέτουν μια δύσκολη πραγματικότητα για τους κτηνοτρόφους στην περιοχή.
Καταρχήν, η συνεχής αύξηση του κόστους παραγωγής είναι ένας από τους κυριότερους παράγοντες.
Τα υψηλά κόστη ζωοτροφών, η αύξηση των τιμών στα καύσιμα και τα αναλώσιμα υλικά, καθώς και η έλλειψη υποστήριξης από την πολιτεία, καθιστούν την παραγωγή ασύμφορη για πολλές εκμεταλλεύσεις.
Επιπλέον, η έλλειψη πολιτικής στήριξης και των κατάλληλων ενισχύσεων καθιστά την επένδυση στο μέλλον του τομέα εξαιρετικά ριψοκίνδυνη.
Η αδυναμία εφαρμογής ενός συνεκτικού αναπτυξιακού σχεδίου για τον πρωτογενή τομέα, που να περιλαμβάνει επιδοτήσεις, φορολογικές ελαφρύνσεις και εκσυγχρονισμό των υποδομών, οδηγεί πολλούς παραγωγούς στην απόφαση να εγκαταλείψουν τις δραστηριότητές τους.

 

ΠΗΓΗ