Του Κωνσταντίνου Ζιαζιά, Επίτιμος Α/ΓΕΣ

 

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΔΙΔΑΣΚΟΜΕΘΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ…….
Η πολιτική ηγεσία της χώρας ,στο όνομα της δήθεν « ρεαλιστικής πολιτικής» κατα την Ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων από τους Τούρκους δεν τόλμησε καν να αναφέρει τις λέξεις «Τουρκία», «γενοκτονία», «Κεμάλ». δεν τόλμησε να αναφέρει το όνομα του σφαγέα του Ποντιακου Ελληνισμου .
Φαίνεται οτι για την ελληνική πολιτική ηγεσία η καλή γνώμη των Τούρκων κρίνεται σημαντικότερη από την υπεράσπιση των εθνικών δικαίων, τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης και την προσπάθεια να απονεμηθεί δικαιοσύνη γι’ αυτό το φρικτό έγκλημα κατά του Ελληνισμού και της ανθρωπότητας και προσπάθησε κάτω από το χαλί αόριστων και μελοδραματικών διατυπώσεων να κρύψει 353.000 πτώματα Ελλήνων του Πόντου .

Οφείλει να γνωρίζει η πολιτική ηγεσία ότι ,όταν δεν κατονομάζεις τον υπαίτιο του εγκλήματος, αυτός θα συνεχίζει το έγκλημά του, όπως και κάνει η Τουρκία μέχρι σήμερα με Κούρδους, Αλεβίτες και τις μειονότητες, όπως έκανε το 1955 στα Σεπτεμβριανά, όπως συνέβη και τη δεκαετία του 60′ με την απέλαση των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ιμβρου και της Τενεδου ,όπως πράττει και σήμερα στην Κύπρο…….

Όποιος δεν διδάσκεται από την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει , οι πολιτικές του κατευνασμού και του ραγιαδισμού δεν λύνουν προβλήματα. Απλώς ανοίγουν την όρεξη του γείτονα για να ζητήσει ακόμα περισσότερα και αυτό ζούμε τα τελευταία χρόνια……
Καλό είναι κύριε Πρωθυπουργέ , με όλο τον σεβασμό προς τον θεσμό που εκπροσωπείτε , να σας προτρέψω να διαβάσετε ,το παρακάτω αποσπάσματα, αληθινές μαρτυρίες, από το βιβλίο “Οι Νεράιδες του Πόντου”, της Αγγελικής Παμπουκίδου που αναφέρεται στα εγκλήματα των Τούρκων κατά των Ελλήνων του Πόντου …….., εάν βέβαια το αντέχετε και μετά ΞΑΝΑΣΤΟΧΑΣΤΗΤΕ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΓΕΙΤΟΝΑ

……………«Σε λίγο τις έσυραν έξω γυμνές, θεόγυμνες και τις γυναίκες και τα κορίτσια, 4 και 6 χρονών μωρά….Το κρύο ήταν αφόρητο, γιατί την προηγούμενη είχε χιονίσει. Όλα κάτω ήταν κάτασπρα. Και αυτοί τις έριξαν κάτω γυμνές, τις χτυπούσαν με τα κοντάκια των τουφεκιών τους και τις κλωτσούσαν. Ακόμη και τα μωρά, τα μικρά τα κορτσόπα, το τετράχρονο και το εξάχρονο…..Και εκείνα έκλαιαν και εβάρκιζαν….Εβάρκιζαν…..Όι, όι, Θεέ μ’! Τα λαλίας ατουν ακόμαν έχω σ’ ωτία μ’!

Βγήκα έξω και πλησίασα φοβισμένος, αλλά δεν μπορούσα άλλο να κοιτώ! Ειρήνη! φώναξα. “Όχι τα παιδιά! Στ’ αλήθεια δεν ξέρουν τίποτε! Είναι χρόνια που δεν φάνηκε ο γιος της…” είπα κι ένιωσα αυτόματα ένα δυνατό χτύπημα από όπλο στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Ζαλίστηκα και γονάτισα κατά γης. Με πήραν τα αίματα. Δεν είχα δύναμη να σηκωθώ, να βοηθήσω. Αυτοί συνέχισαν να ρωτούν και να χτυπούν, να βρίζουν, να τις χαράζουν με μαχαίρια, να τις κλωτσούν. Το χιόνι είχε κοκκινίσει σε πολλά σημεία από το αίμα.Σε λίγο σταμάτησαν. Πίστεψα προς στιγμήν ότι μπορεί να τις λυπήθηκαν. Τα άρρωστα καθάρματα όμως ήθελαν να τις βασανίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο. Μας έδεσαν, εμένα και τις δυο γυναίκες στα δέντρα, μπροστά από το πηγάδι. Άρχισαν τότε με λύσσα να πέφτουν πάνω στα μωρά, στα παιδικά κορμάκια και να ικανοποιούν τα ζωώδη ένστικτά τους, τις αρρωστημένες ορέξεις τους ένας, ένας, γελώντας και καγχάζοντας, σαν άλλοι σατανάδες!
Πέρασαν όλοι πάνω απ’ τα μωρά! Πέρασαν όλοι και από δυο και τρεις φορές κάποιοι! Όσοι σηκώνονταν, βδελυροί και σιχαμένοι μετά την αποτρόπαια πράξη τους, έρχονταν να μας κρατήσουν τα μάτια ανοιχτά, για να βεβαιωθούν ότι δεν έχουμε χάσει στιγμή από το μαρτύριο των παιδιών. Και γελούσαν, καμάρωναν οι σατανάδες. Και ούρλιαζαν τα μωρά. Και κλαίγαμε εμείς. Πείτε μου: πως να σβήσω απ’ το μυαλό μου αυτές τις εικόνες; Πως;
Δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει, τα παιδιά όμως δεν άντεξαν πολύ. Τα βασανισμένα και μελανιασμένα απ’ το κρύο κορμάκια τους ήταν πια άψυχα. Και εκείνοι συνέχιζαν. Συνέχιζαν αχόρταγα να κακοποιούν τα μωρά και τώρα που ήταν νεκρά….Η Αντωνία και η Ουρανία δεν άντεχαν πια, ικέτευαν να τις σκοτώσουν! Τότε ο πιο μεγάλος απ’ όλους – τσαούσης τους ήταν, θαρρώ – έβγαλε ένα μικρό τενεκέ. Μετά περιέλουσε τις δυο γυναίκες και τα νεκρά μωρά με το πετρέλαιο που περιείχε ο τενεκές και άναψε ένα σπίρτο και τους το πέταξε, γελώντας σαν τρελός…»

Δυστυχώς όμως η εθνική μας κατάντια αποτυπώνεται στο γεγονός ότι μόνο 12 Βουλευτές ήταν παρόντες στην ειδική συνεδρίαση του Ελληνικού Κοινοβουλίου για την γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού από τους Νεοτούρκους και λοιπές παρακρατικές ομάδες του Μουσταφά Κεμάλ και του αρχισφάκτη Τοπάλ Οσμάν για τον οποίο ο Εκρέμ Ιμάμογλου είναι υπερήφανος που είναι …απόγονος του……

Η ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ , ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟΝ ΦΩΤΕΙΝΟ ΦΑΡΟ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΕΙΝΑΙ ΦΑΝΕΡΗ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΠΕΔΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ……