Του Νικήτα Χιωτίνη

 

Ο τρόπος που οι κυβερνήσεις της χώρας μας, εδώ και πολλές δεκαετίες, αντιμετωπίζουν το Αιγαίο πέλαγος και τα νησιά του, δείχνουν ηθελημένη εγκατάλειψή του. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια, το κακό έχει παραγίνει.

Ας τα πάρουμε από την αρχή.

Το Αιγαίο λοιπόν πέλαγος, υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ένας κρίσιμος χώρος για την ευρύτερη ευρασιατική και αφρικανική περιοχή του, αλλά και με παγκόσμια  επιδραστικότητα. Στο Αιγαίο πέλαγος συνετελέσθη η μεγάλη σύνθεση των πολιτισμών,  η γένεση της Ελληνικής Πρότασης. Το Αιγαίο υπήρξε ο γενέθλιος τόπος της Δύσης, με εμβέλεια έως την μακρινή Κίνα. Υπήρξε στρατηγικός χώρος διεκδικούμενος τόσο από τις Ελληνικές Πόλεις της αρχαιότητος,  όσο και από τους Πέρσες. Επεκράτησαν οι Έλληνες. Η Ευρώπη δεν εμήδισε χάριν της Ελλάδος.  

Ο έλεγχος των νησιών του από τους Έλληνες,  εξασφάλιζε  ναυτική κυριαρχία και ασπίδα έναντι των περσικών διεκδικήσεων.  Από την Ελληνιστική εποχή, οι θαλάσσιες οδοί του Αιγαίου πελάγους, συνέδεσαν τη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα με τα παράλια της Μικράς Ασίας, τη Συρία και την Αίγυπτο. Τα νησιά του απέκτησαν ιδιαίτερη σημασία ως εμπορικά κέντρα, με τη Ρόδο αναδεικνυόμενη σε ναυτική δύναμη, διασφαλίζουσα την ειρήνη στο πέλαγος αυτό. Το Αιγαίο ομοίως λειτούργησε και κατά τις δύο περιόδους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Μετά την κατάκτηση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας -που είχε εξελιχθεί  σε Ελληνοχριστιανική Βασιλεία- από τους Οθωμανούς, το Αιγαίο περιήλθε στη δικαιοδοσία τους.  Πολλά όμως  νησιά, Ύδρα, Σπέτσες, Χίος, Πάτμος, Άνδρος,  λόγω της σημαντικής   γεωγραφικής τους θέσης,  απελάμβαναν ειδικών προνομίων από την Οθωμανική Διοίκηση, αλλά και λόγω της καθοδήγησής τους από το Ορθόδοξο Πατριαρχείο, που μεριμνούσε για την προστασία της Ελληνικής γλώσσας και  Παράδοσης. Τούτο οδήγησε συχνά τα νησιά αυτά να συμμετάσχουν σε εξεγέρσεις κατά των Οθωμανών. Εξεγέρσεις, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έλαβαν χώρα στη  Χίο, στη Λέσβο, στην Τήνο, στη Νάξο, στις Σπέτσες, στην  Ύδρα, στα Ψαρά, στην   Κάσο και στη Σάμο,  συμμετείχαν και στα Ορλωφικά, με τη βοήθεια της Ρωσίας, αλλά και μετέπειτα στη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου στην πλευρά της Ρωσίας.

Στους νεώτερους χρόνους, δηλαδή από 18ο αιώνα και εξής, η Ρωσία επεδίωκε -και εξακολουθεί να επιδιώκει-    έξοδό  της προς τη Μεσόγειο Θάλασσα, με πρώτο πέρασμα από το Αιγαίο. Προς τούτο οι Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι, προς τούτο η ναυμαχία του Τσεσμέ το 1770, που αποτέλεσε μία από τις σοβαρότερες ναυτικές καταστροφές της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, προς τούτο και η Συνθήκη του Καϊναρτζή με την οποία η Ρωσία κατέλαβε την Κριμαία.  Κατά τους Ρωσοτουρκικούς πολέμους   η Ρωσία συνεργάστηκε με τους Έλληνες,  η μεγάλη συνεργασία ωστόσο με την Ελλάδα,  ήταν αυτή που οδήγησε στην επίσημη κήρυξη της απελευθερωτικής   μεγάλης Επανάστασης των Ελλήνων, αυτή του 1821.

Η Επανάσταση του 1821, στη Ρωσία προετοιμάστηκε και από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες ξεκίνησε:  Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, μέλος της ρωσικής αριστοκρατίας,  υποστράτηγος   του Ρωσικού Στρατού  και αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, από εκεί εκήρυξε  την Ελληνική Επανάσταση   στις 24 Φεβρουαρίου 1821, με το μανιφέστο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», δεδομένου και του ομοδόξου Ελλάδος και Ρωσίας.  Η συνήθεια να αναφερόμαστε στις 25 Μαρτίου στα Καλάβρυτα ή στις  17 Μαρτίου στην Αρεόπολη, καταδήλως δηλώνει   υποβάθμιση της ρωσικής συμμετοχής, η ιστορική συνέχεια δείχνει το λόγο.

Είναι προφανές πως η Ρωσία επιθυμούσε πρόσβαση στο Αιγαίο, όπως και   οι τότε μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις Γαλλία και Αγγλία. Η Ρωσία επεδίωκε ολοκλήρωση της κατά Μακίντερ  «Heartland», την οποία κατείχε,  σε «World Island». Η Γαλλία,, καθώς και η Αγγλία, επεδίωκαν να την εμποδίσουν περιορίζοντάς  την, εγκαθιδρύοντας  οι ίδιες την κύρια επιρροή στο νέο δημιουργούμενο προτεκτοράτο. Επισημαίνουμε εδώ πως στη προστατευόμενη από τη Γαλλία Σύρο, που απελευθερώθηκε των Οθωμανών μαζί με τις υπόλοιπες Κυκλάδες,  ήδη από την ανακήρυξη του νεοελληνικού κράτους,   η Ερμούπολη απετέλεσε οικονομικώς ανθούσα πόλη, με το πρώτο Γυμνάσιο και το πρώτο νοσοκομείο του νέου κράτους.

Γιατί ανατρέξαμε στην Ιστορία ; μα γιατί η ιστορία διδάσκει, γιατί το σήμερα δεν είναι παρά εξέλιξη μίας ιστορικής διαδικασίας που μοιραίως ακολουθεί ο κάθε τόπος. Έτσι, στον ΧΧο αιώνα ομοίως λειτούργησε το Αιγαίο και το υπόλοιπο νεοελληνικό κράτος, που ακρωτηριάστηκε περιοριζόμενο στην Βαλκανική χερσόνησο και από την κοσμοσυστημική του σημαντική περιορίστηκε σε βετσφαλιανό μεταμεσαιωνικό κρατίδιο αποικιακού τύπου. Η Ρωσία από την πλευρά της, εμπόδισε τόσο τις ευρωπαϊκές δυνάμεις όσο και την Τουρκία, να αποκτήσουν τουλάχιστον πλήρη επί αυτού κυριαρχία. Τούτο αποδεικνύεται από μια λεπτομερέστερη εξέταση της ιστορίας.

Ενδεικτικώς αναφέρουμε πως η πλήρης ανεξαρτησία της Ελλάδος προήλθε από τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως, που σήμανε τη λήξη του ρωσοτουρκικού πολέμου, όπως και την   παραχώρηση  των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα,  με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργού εξωτερικών της Ρωσίας Βιατσεσλαβ Σκριάμπιν, γνωστού ως Μολότωφ, το 1947. Επρόκειτο προφανώς περί αποτελέσματος διαπραγματεύσεως, όπου η Κύπρος παρέμεινε υπό Αγγλική επικυριαρχία και ενταγμένη στον αποικιακό σχεδιασμό της Αγγλίας για την νοτιοανατολική Μεσόγειο, αλλά εμποδίστηκε   να κυριαρχήσει και στο Αιγαίο.    

Η Ελλάς, ως   «μήλον της έριδος» μεταξύ Ρωσίας, Γαλλίας και Αγγλίας, όπως έδειξε η ιστορία, κερδήθηκε εν πολλοίς από την Αγγλία, με ό,τι καλό και κακό επέσυρε αυτή η εξέλιξη. Με τον καταδήλως αγγλόφιλο αλλά και ικανό Βενιζέλο,  η Ελλάς επεκτάθη σημαντικά στην βαλκανική χερσόνησο, αλλά και υπέμεινε με τραγικό τρόπο τον περιορισμό των φιλοδοξιών της,  με την καταστροφή του 1922. Η καταστροφή αυτή  περιόρισε την ισχύ της στο Αιγαίο, κάτι το οποίον δυστυχώς  απεδέχθη  παθητικώς και  ανοήτως,  ως πολιτικώς άβουλο προτεκτοράτο. Έτσι εμείς σήμερα    ακυρώνουμε τη σημαντική του Αιγαίου Πελάγους και των νησιών του, μετατρέποντάς το σε «ουδέτερο» τόπο, χωρίς τοπικές κοινωνίες και ισχύ. Το μετατρέπουμε σε «προστατευόμενη» περιοχή, ολοένα και περισσότερο για τουριστική και μόνο χρήση. Τον τελευταίο μάλιστα καιρό σταδιακώς αποποιούμεθα και της κυριότητός τους.

Ας δούμε πώς το «καταφέραμε» αυτό: Το κεντρικό κράτος αντιμετωπίζει τα νησιά σαν μικρές και λειτουργικώς μειονεκτικές γεωγραφικές οντότητες, με πεδίο αναφοράς τους τον χερσαίο χώρο της Ελληνικής επικράτειας. Τους στερεί τη δυνατότητα να δημιουργήσουν αυτόνομες Περιφέρειες με κοινωνική, παραγωγική, αλλά και γεωπολιτική οντότητα. Το   Αιγαίο Πέλαγος, περιλαμβάνει μόνον δύο Περιφέρειες, αυτές του Νοτίου και Βορείου Αιγαίου, με τρόπο «διεκπεραιωτικό», καθόσον κατ’ ουσίαν δεν λειτουργούν όπως οι άλλες  Περιφέρειες της χώρας.   

Στις χερσαίες Περιφέρειες, για να μεταβεί κανείς, λ.χ., από το Δίστομο στη Λειβαδιά, μετακινείται οδικά και σε σύντομο χρόνο. Αντιθέτως, η μετάβαση, επί παραδείγματι, από την Πάρο στην Άνδρο, παρότι τα νησιά αυτά ανήκουν στην ίδια Περιφέρεια, απαιτεί μετάβαση στον Πειραιά και από εκεί στη Ραφήνα και μετά στην Άνδρο, ή κάποιο άλλο πολύπλοκο και χρονοβόρο ταξείδι. Άλλωστε, δεν έχει πλέον και λόγους να το κάνει κανείς, πέραν τους τουριστών του θέρους, καθόσον δεν υφίσταται καμία ουσιαστική λειτουργική σχέση, άρα και διασύνδεση,  μεταξύ τους.    

Συμμετέχοντας σε μία ομάδα σχετικών επιστημόνων, θεωρήσαμε προφανή την ανάγκη θεσμοθέτησης και ενίσχυσης λειτουργικώς αλληλοσυμπληρούμενων συστάδων νήσων και αυτό προτείναμε -ματαίως- προς πάσαν κατεύθυνση. Υπάρχουν άλλωστε,  διεθνώς, πάμπολλα   σχετικά παραδείγματα.   Όπως δηλαδή οι πόλεις και κωμοπόλεις της υπόλοιπης Ελλάδος αλληλοσυνδέονται λειτουργικώς και  συγκροτούν Περιφέρειες,  με παραγωγικές δυνατότητες και συνεκτικές κοινωνίες, έτσι θα λειτουργούσαν και αυτές οι «λειτουργικές συστάδες νήσων»,  έτσι και τα νησιά μας θα συγκροτούσαν   αυτόνομες και ανθούσες  Περιφέρειες.  Η αποστέρηση από τα νησιά μας δυνατοτήτων   ολοκληρωμένης ανάπτυξης, τα   παραδίδει στην τουριστική μονοκαλλιέργεια. Όπου υφίσταται παραγωγή πέραν του τουρισμού, αυτή πρακτικώς τοποθετείται στο περιθώριο και σταδιακώς εγκαταλείπεται. Όλα τα νησιά, ακόμα και αυτά που εμφατικώς έχουν και   άλλες παραγωγικές δυνατότητες, αλλά και δραστηριότητες, τελικώς παραδίδονται στην επισφαλή τουριστική ανάπτυξη: δεν υπάρχει άλλος τρόπος να επιβιώσουν οι κάτοικοί τους, όσοι δηλαδή απέμειναν.

Γιατί η μονοκαλλιέργεια του τουρισμού μοιραίως αποδιοργανώνει και τις τοπικές κοινωνίες, δημιουργώντας  «εποχικές κοινότητες», ανομοιογενείς και αποξενωμένες από τον τόπο  όπου απλώς κερδοσκοπούν. Τον τελευταίο μάλιστα καιρό μιλάμε για «προστατευόμενα θαλάσσια πάρκα»,   λες και εκεί δεν υπάρχουν άνθρωποι που πρέπει να ζήσουν. Εκτός και αν θεωρούμε τους ανθρώπους επιβλαβείς για τον πλανήτη.  Βεβαίως να προστατεύσουμε το περιβάλλον, αλλά να προστατεύσουμε και τους ανθρώπους που ζούν σε αυτό.

Σταδιακώς όμως παραδίδουμε τα νησιά μας στην ακόμα πιο επισφαλή διεκδίκηση πλουσίων επισκεπτών και μόνο, μετατρέποντάς τα σε ακριβούς τόπους διακοπών και διαβίωσης.  Πριν λίγο καιρό, ο αρμόδιος υπουργός μας διαβεβαίωσε, θριαμβευτικώς, πως περιόρισε τα εισιτήρια των πλοίων στα περσινά επίπεδα. Colpo grosso.  Τα εισιτήρια των επιβατών παρέμειναν στα περσινά επίπεδα, όμως πρακτικώς επιβάρυναν περισσότερο τους επιβάτες και μελλοντικούς παραθεριστές. Τούτο γιατί, πρώτον, μειώθηκαν στο ήμισυ τα τέλη ελλιμενισμού των πλοίων, χρήματα που αποδίδονταν στα νησιά,  με ότι αυτό συνεπάγεται. Δεύτερον,  γιατί αυξήθηκαν  15-20% τα εισιτήρια των φορτηγών,  που πηγαίνουν στα νησιά τρόφιμα και προμήθειες που  δεν παράγουν τα νησιά αυτά (για τη μη παραγωγή τροφίμων και λοιπών αγαθών,  έχει ήδη «μεριμνήσει» το κεντρικό κράτος). Τούτο θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής των προϊόντων άνω του 10%……ιδού η δήθεν οικονομική συνδρομή του υπουργού προς τους ταξιδιώτες.

Δυστυχώς όμως τα πράγματα ολοένα και επιδεινώνονται. Όχι  μόνο δεν έχουμε καταθέσει χάρτη του Αιγαίου στους Ευρωπαϊκούς φορείς, αλλά δεν έχουμε χάρτη του και για δική μας χρήση. Δεν έχουμε κάνει έστω κάποιον υποτυπώδη  Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό – που είναι ταυτοχρόνως αναπτυξιακός σχεδιασμός και σχεδιασμός προστασίας του περιβάλλοντος- όπως μας έχει ζητήσει επανειλημμένως η ΕΕ και θα πληρώνουμε μεγάλο πρόστιμο γι’ αυτήν μας την αδράνεια.  

Το τραγικότερο όμως είναι -γιατί είναι τραγικό- πως  ναι μεν η Ευρωπαϊκή Πλατφόρμα για τους θαλάσσιους χάρτες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως,  έχει δημοσιεύσει χάρτη του Αιγαίου  με βάση την Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), εμείς όμως δεν τον αναγνωρίζουμε,  ούτε επισήμως ούτε ανεπισήμως,  γιατί ΘΑ αντιδράσει η Τουρκία. Ενώ έχουμε το δικαίωμα, δεν συντάσσουμε χάρτη των δικαιοδοσιών μας και της κυριαρχίας μας στο Αιγαίο Πέλαγος, για να «μη κάνουμε μονομερείς ενέργειες», όπως μας λένε οι κυβερνώντες, τη στιγμή μάλιστα που η Τουρκία μονομερώς το κάνει. Εσχάτως μάλιστα η Τουρκία υπέβαλε χάρτη στον ΟΗΕ με το μισό Αιγαίο δικό της. Εμείς δεν τολμούμε να υποβάλουμε τίποτα.

Ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών της χώρας,    μας ψέγει γιατί «υπερεκτιμούμε τα εθνικά μας θέματα».  Προβεβλημένος πολιτικός   στα τηλεοπτικά κανάλια,  είτε είναι  ανεπαρκής  και γι’ αυτό  δεν κατανοεί τι σημαίνει Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, είτε απλώς συνειδητώς ψεύδεται δημοσίως.  Άλλωστε ο ίδιος διακηρύττει   πως θεωρεί δάσκαλό του αυτόν που κάποτε είχε προτείνει η κυριαρχία μας στο Αιγαίο να φτάνει μέχρι τον 28ο Μεσημβρινό, που περνάει από το μέσον της Ρόδου.   Άλλοι  εντέχνως προσπαθούν να μας πείσουν πως αυτή τη στιγμή η Τουρκία -που ανέκαθεν είχε και εξακολουθεί να έχει πολλούς εχθρούς-  είναι πανίσχυρη και κυρίαρχη, πράγμα  απολύτως λάθος. Προς τούτο συμμετέχουν και μερικά κανάλια της τηλεοράσεως. Διευθυντής έγκυρης εφημερίδος, πιστεύει πως τώρα που θα έρθουν οι Αμερικανοί,  θα διευθετήσουν το Αιγαίο. Δεν διερωτήθη καν γιατί δεν το κάνουμε εμείς!

Η ελπίδα όμως πεθαίνει τελευταία….

πηγή