Τι ισχύει για επιχειρήσεις κι ελεύθερους επαγγελματίες.
Σε πλήρη εφαρμογή τέθηκε από την 1η Ιουλίου η υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση για όλες τις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες, φέρνοντας μια σημαντική τομή στο πλαίσιο των συναλλαγών και της φορολογικής διαφάνειας στην Ελλάδα. Η νέα ψηφιακή εποχή για την τιμολόγηση στοχεύει σε αυτοματοποίηση, διαφάνεια και μείωση της γραφειοκρατίας, όμως συνοδεύεται από τεχνικές και οικονομικές προκλήσεις, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας συμβούλων Nepa Economic Consulting, Κώστας Πατήρης, σημειώνει πως η συγκεκριμένη μετάβαση αποτελεί ένα θετικό και αναγκαίο βήμα προς τον εκσυγχρονισμό, ωστόσο έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η αγορά δεν είναι πλήρως έτοιμη. «Αυτοματοποίηση και διαφάνεια είναι το ζητούμενο, όμως οι υποδομές δεν είναι ακόμη επαρκώς προετοιμασμένες και δεν είναι όλοι 100% έτοιμοι», υπογραμμίζει.
Η επιτυχής προσαρμογή στην ηλεκτρονική τιμολόγηση προϋποθέτει χρόνο, εξειδικευμένη τεχνογνωσία και, φυσικά, επενδύσεις σε λογισμικά, εξοπλισμό και εκπαίδευση. Ο κ. Πατήρης τονίζει την ανάγκη ύπαρξης ειδικής μέριμνας για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Προτείνει τη δημιουργία φορέα ή ενός ειδικού προγράμματος ΕΣΠΑ, αποκλειστικά αφιερωμένου στη στήριξη της ψηφιακής μετάβασης για τις πιο ευάλωτες οικονομικά επιχειρήσεις.
Το δημοσιονομικό περιβάλλον και τα 3,7 δισ. σε εκκρεμότητα
Η τεχνική μετάβαση συνοδεύεται από έντονες πιέσεις και στο μέτωπο της ρευστότητας. Σύμφωνα με τον κ. Πατήρη, το ελληνικό Δημόσιο οφείλει σήμερα περίπου 3,7 δισεκατομμύρια ευρώ στον ιδιωτικό τομέα -ποσό που πλήττει κυρίως προμηθευτές στον χώρο της Υγείας και επιχειρήσεις με εξάρτηση από την ταμειακή τους ροή. «Υπάρχουν καθυστερήσεις στις πληρωμές, σπάει η αλυσίδα», τονίζει χαρακτηριστικά.
Επιπλέον, το τραπεζικό σύστημα δεν διευκολύνει την κατάσταση, με την πρόσβαση σε χρηματοδότηση να παραμένει περιορισμένη. Η αδυναμία τήρησης των συμφωνημένων ημερομηνιών πληρωμής επιτείνει το πρόβλημα, προσθέτοντας ακόμη ένα βάρος στις επιχειρήσεις που καλούνται να επενδύσουν για να προσαρμοστούν στη νέα εποχή.
Ένα ακόμα εμπόδιο που επισημαίνεται από τον ίδιο αφορά την ασυνέχεια στη λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Παρόλο που τα δεδομένα συναλλαγών συλλέγονται και αποθηκεύονται στο MyData και στο ΓΕΜΗ, η αλληλεπίδραση μεταξύ των φορέων παραμένει δυσλειτουργική. Χαρακτηριστικά αναφέρεται η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία ζητά εκ νέου στοιχεία που υπάρχουν ήδη σε άλλες πλατφόρμες.
«Υπάρχει μία πηγή που συνεχώς δίνει και είναι υποχρεωμένη να έχει μπροστά της ημερομηνίες. Αν δεν υπάρξει ενιαία πλατφόρμα, δεν θα λυθεί ποτέ το πρόβλημα», σχολιάζει με έμφαση ο κ. Πατήρης, καταδεικνύοντας την ανάγκη για ουσιαστική διαλειτουργικότητα μεταξύ των πληροφοριακών συστημάτων των δημοσίων υπηρεσιών.
Ο Κώστας Πατήρης εκφράζει την πλήρη στήριξή του και στην εφαρμογή του Νόμου 4990/2022, ο οποίος ενσωματώνει την ευρωπαϊκή Οδηγία για το Whistleblowing, καθιστώντας υποχρεωτική τη λειτουργία εσωτερικών διαύλων καταγγελίας για επιχειρήσεις με πάνω από 50 εργαζόμενους.
«Είναι υποχρεωτικός και για τον δημόσιο και για τον ιδιωτικό τομέα. Προστατεύει τον εργαζόμενο που βλέπει κάτι μη σύννομο και το καταγγέλλει. Είναι θέμα διαφάνειας», τονίζει. Παροτρύνει, μάλιστα, τις επιχειρήσεις να τον εφαρμόσουν χωρίς καθυστερήσεις, καθώς ο θεσμός συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός πιο καθαρού και ελεγχόμενου επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Η ποιότητα πάνω από το μέγεθος στα λογιστικά γραφεία
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται και στη συχνά προβληματική διάκριση «μικρών» και «μεγάλων» λογιστικών γραφείων. Ο κ. Πατήρης απορρίπτει κάθε ποσοτική κατηγοριοποίηση και τονίζει πως το ζητούμενο είναι η ποιότητα της δουλειάς και όχι το μέγεθος του σχήματος.
«Δεν υπάρχει μικρό και μεγάλο. Υπάρχει: κάνω ή δεν κάνω καλά τη δουλειά μου. Όλοι χρειάζονται πόρους και εργαλεία», δηλώνει με σαφήνεια. Η ισότιμη υποστήριξη όλων των λογιστικών επαγγελματιών αποτελεί για τον ίδιο προϋπόθεση για την επιτυχή προσαρμογή στο νέο ψηφιακό περιβάλλον.
Η πλήρης μετάβαση στην ηλεκτρονική τιμολόγηση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό είναι πλέον αναπόφευκτη και απαραίτητη. Όμως, όπως τονίζει ο Κώστας Πατήρης, η μετάβαση αυτή δεν είναι ουδέτερη. Χρειάζεται υποστήριξη, καθοδήγηση και χρηματοδοτικά εργαλεία. «Η αγορά χρειάζεται ρεαλιστικές γέφυρες προσαρμογής», καταλήγει, υπογραμμίζοντας πως η επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται από τη συνολική ετοιμότητα του οικοσυστήματος -τεχνολογικού, θεσμικού και οικονομικού.