Η Κρήτη μετατρέπεται σε νέο πεδίο πίεσης, εκμετάλλευσης και γεωπολιτικής αστάθειας στα σύνορα της Ένωσης.

 

Του Νίκου Λιναρδάκη

Τα γεγονότα που ζούμε τους τελευταίους μήνες, με αποκορύφωμα τις πρώτες μέρες του Ιουλίου δεν επιδέχονται παρερμηνειών.
Οι εικόνες μεταναστών που κάνουν ρεσάλτο από σάπιες βάρκες στις νότιες παραλίες της Κρήτης – κάποιες φορές ανάμεσα σε λουόμενους- ή περιπολικών του Λιμενικού που πιάνουν λιμάνι, τόσο υπερφορτωμένα που μοιάζουν περισσότερο με σανίδα σωτηρίας για δεκάδες ψυχές, έτοιμα να παραδοθούν στη θάλασσα από το μεγάλο βάρος, δεν αφήνουν περιθώρια για παρανόηση.

Η Κρήτη, το νησί μας έγινε η “σκακιέρα” όπου παίζεται μια παρτίδα του παιχνιδιού ανάμεσα στην Ευρώπη και στους ευκαιριακούς παίκτες που αυτή τη φορά βρήκαν έκφραση στο πρόσωπο του 80χρονου Λίβυου πολέμαρχου Χαφτάρ.

Είναι ο ίδιος άνθρωπος που πριν από μερικά χρόνια αντιμετωπίστηκε από την ελληνική εξωτερική πολιτική ως διακεκριμένος σύμμαχος κυρίως λόγω της αντίθεσής του στο Τουρκολυβικό μνημόνιο για την ΑΟΖ.

Είναι ο ίδιος άνθρωπος που τον Ιανουάριο του 2020 επισκέφτηκε αιφνιδιαστικά την Αθήνα λίγες μέρες πριν τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη. Η επίσκεψη έγινε με πρωτοβουλία της Ελλάδας, που ήθελε να ενισχύσει τη φωνή του ως αντιπερισπασμό στο τουρκολιβυκό μνημόνιο ΑΟΖ.

Ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα αποκλεισμένη τότε από τις συνομιλίες, βρήκε στο πρόσωπό του έναν “αντιτουρκικό” σύμμαχο, καθώς ο Χαφτάρ είχε αποκηρύξει το μνημόνιο.

Σήμερα ο χθεσινός σύμμαχος βρίσκεται σε θερμό εναγκαλισμό με την Τουρκία του Ερντογάν και συνεργάζεται στενά στρατιωτικά με αυτήν. Το ταξίδι του γιού του Σαντάμ Χαφτάρ τον Απρίλιο στην Τουρκία αλλά και οι επισκέψεις Τουρκικών στρατιωτικών κλιμακίων στη Βεγγάζη δείχνουν πως ο πολέμαρχος υπολογίζει πως το μέλλον του δεν στηρίζεται στην Αθήνα αλλά στην Άγκυρα. Γι’ αυτό υιοθετεί πολιτικές «ενόχλησης» στα γεωτρύπανα νότια της Κρήτης και πρακτικές εκβιασμού της Ευρώπης που όπως έμαθε από τον “Σουλτάνο” πριν από μερικά χρόνια, στην περίπτωση της Τουρκίας, απέδωσαν πολύ αποτελεσματικά προς όφελος της.

Εξάλλου έχει λόγους να αισθάνεται πλέον αρκετά ισχυρός και ασφαλής αφού η εξουσία της Τρίπολης φθίνει και ο ίδιος ελέγχει το 80% της χώρας του και των πετρελαιοπηγών. Συνεπώς και των οικονομικών πόρων.

Και μάλιστα αισθάνεται τόσο ασφαλής να επιδείξει αυτή την ισχύ του που δεν διστάζει να πετάξει έξω από τη χώρα του τέσσερις υψηλόβαθμους αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τρόπο που οι ίδιοι δεν απελαύνουν από τις χώρες τους τα καραβάνια των μεταναστών που εξαπολύει στην Ευρώπη ο στρατάρχης.

Είτε πρόκειται για κίνηση συμβολισμού είτε πρόκειται για κίνηση ουσίας λίγη σημασία έχει. Σημασία έχει ότι απέναντι στην Ευρώπη αναδύθηκε άλλος ένας ηγέτης που την απειλεί και την εκβιάζει προκειμένου να ενισχύσει τη θέση του.

 

Η ευρωπαϊκή “απάντηση”

Από την άλλη η Ευρώπη των 27: Ένας χάρτης συμφερόντων που μετασχηματίζεται με κάθε μετατόπιση του φωτός – εγκλωβισμένος σ’ έναν θεσμικό μηχανισμό τόσο βαρύ, που μοιάζει να αποφασίζει από συνήθεια και όχι από πρόθεση.

Έτσι όπως συνήθως, αμήχανη, παρακολουθεί παρά τους μηχανισμούς που υποτίθεται ότι διαθέτει, τους χιλιάδες μετανάστες να διασχίζουν την Μεσόγειο προς την Κρήτη.

μετανάστες

Οι ίδιοι οι μετανάστες, όπως πάντα, στο ρόλο που έχουν τα πιόνια στη σκακιέρα. Χρησιμοποιούνται ως απειλή για να κερδηθεί η παρτίδα. Με δέλεαρ το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οδηγούνται στη “γη της επαγγελίας” μέσα από ένα ταξίδι που μόνο ακίνδυνο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Για να διαπιστώσουν αργότερα πως το ταξίδι αυτό γίνεται και θα γίνεται όλο και δυσκολότερο για τις χώρες τις κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Ίσως και αδύνατο.

 

Η Κρήτη και το μεταναστευτικό

Και η Κρήτη; To πεδίο που παίζεται αυτή την ώρα το “παιχνίδι” του μεταναστευτικού κυρίως ως κόμβος παρά ως προορισμός των χιλιάδων Αφρικανών και Ασιατών παράτυπων μεταναστών μάλλον σε λίγο θα αρχίσει να μετρά “ζημιές” ως παράπλευρες απώλειες μιας νέας στρατηγικής αναμέτρησης. Όπως συνέβη λίγα χρόνια πριν στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. Απώλειες κοινωνικές και οικονομικές που θα μεγαλώνουν όσο μεγαλώνει και το ρεύμα στον κρητικό Νότο.

Οι Κρητικοί δεν είναι οι ρατσιστές που δεν επιθυμούν πάνω στη γη των προγόνων τους, αλλόφυλους, αλλοεθνείς και αλλόθρησκους. Αλλά μια μετανάστευση σε τέτοια μεγέθη και με τέτοια χαρακτηριστικά θα ισοδυναμούσε με καταστροφή για τη ζωή στο νησί.
Πολλοί ήδη, με αφορμή τις πρώτες αντιδράσεις, προέτρεξαν να μιλήσουν για ξενοφοβία και ρατσισμό, υποδεικνύοντας ότι οι Κρητικοί σήμερα έχουν παροικίες απανταχού της γης που δημιουργήθηκαν από μετανάστες.

Όσοι όμως εκστομίζουν αυτό το επιχείρημα ξεχνούν ότι οι Κρητικοί (και όλοι οι Έλληνες μετανάστες) πήγαν στις ΗΠΑ ένα αιώνα πριν, αντιμετωπίστηκαν ως “βρόμικοι Έλληνες”, έκαναν τις χειρότερες δουλειές που δεν έκαναν όλοι οι άλλοι μετανάστες.

Πήγαν στο Βέλγιο και κατέβηκαν στις πιο βαθιές στοές των ανθρακωρυχείων. Εκεί που δεν ήθελαν να κατέβουν άλλοι εργάτες.

Πήγαν στην Γερμανία και πήραν τις χειρότερες βάρδιες στα εργοστάσια για να επιβιώσουν και να δημιουργήσουν περιουσίες. Αν και οι Γερμανοί δεν σταμάτησαν δε ποτέ να τους αποκαλούν Gastarbeiter (γκαστ-αρμπάιτερ) δηλαδή φιλοξενούμενους εργάτες.

Κυρίως όμως όπου κι αν πήγαν, ακόμη κι αν αντιμετώπισαν, ρατσιστικές συμπεριφορές και ανυπέρβλητες δυσκολίες επιβίωσης δεν έσπειραν τον τρόμο, δεν μαχαίρωναν στους δρόμους και δεν χρησιμοποιούσαν τα αυτοκίνητα ως φονικά όργανα στο όνομα οποιουδήποτε Θεού.

Δεν προσπάθησαν να επιβάλλουν την κουλτούρα, την πίστη τους και την όποια ιδεολογία τους με εγκλήματα σε όποια θέση κι αν βρέθηκαν.

Οι σύγχρονοι Κρητικοί δεν έχουν ανάγκη απόδειξης ούτε του αλτρουισμού ούτε της φιλοξενίας τους. Μιλούν γι’ αυτά οι μετανάστες πρώτης και δεύτερης γενιάς που βρίσκονται στο νησί, ζουν και δραστηριοποιούνται επαγγελματικά ισότιμα με όλους.

Έχουν δικαίωμα όμως να ανησυχούν, όπως ανησυχούν όλοι οι Ευρωπαίοι πολίτες. Και εκείνοι που οι χώρες τους είναι τα σύνορα της Ευρώπης και εκείνοι που βρίσκονται στο μακρινό βορρά.

Έχουν δικαίωμα να θέλουν να διαφυλάξουν το επίπεδο της διαβίωσης τους. Έχουν δικαίωμα να θέλουν να διαφυλάξουν ότι πιστεύουν και ότι εκείνοι θεωρούν ότι χαρακτηρίζει την ταυτότητα τους.

Είναι τουλάχιστον ύβρις να ακούγεται η λέξη «ρατσισμός» για ένα λαό που έβρεξε με αίμα κάθε πέτρα τούτου του τόπου στο όνομα της ελευθερίας. Που υπερασπίστηκε όλα όσα πίστεψε όσια και ιερά με τίμημα το μολύβι, τη φωτιά και το μαχαίρι.

Βέβαια δεν έχει κάθε απόδοση ρατσισμού στους Κρητικούς ιδεολογικό κίνητρο.

Υπάρχουν και κάποιοι που πίσω από μια κατακλυσμιαία μεταναστευτική ροή, όπως έγινε πριν από κάμποσα χρόνια στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, βλέπουν μια ευκαιρία.

Μια ευκαιρία οικονομική που δημιουργεί τεράστια οφέλη για εκείνους που σπεύδουν να την εκμεταλλευτούν αλλά τελικά είναι σε βάρος και των μεταναστών και των ιθαγενών.

Αδιάφορο θα πει κανείς αν όλα είναι μια… αποδοτική επιχείρηση υπό το προσωπείο του ανθρωπισμού. Εξάλλου ζούμε την εποχή της ελεύθερης αγοράς και του φαίνεσθαι.

Κάθε μέρα που περνά όμως ένα ερώτημα μεγαλώνει στη σκέψη και στα χείλια των Κρητικών.

 

Τι κάνει το κράτος;

Η Ελληνική Πολιτεία τι πράττει σ’ αυτή την νέα στρατηγική αναμέτρηση;

Τούτη την ώρα οι Κρητικοί βλέποντας να πλησιάζουν καραβάνια χιλιάδων μεταναστών από τις ακτές της Αφρικής δεν αισθάνονται ότι η Πολιτεία κάνει ότι μπορεί προκειμένου να υπερασπιστεί την ασφάλεια τους, την περιουσία τους και την οικονομική τους επιβίωση. Καλοί οι νόμοι αλλά πρέπει να εφαρμόζονται. Καλή και η διπλωματία αλλά πρέπει να έχει αποτελεσματικότητα.

Παρακολουθήσαμε πριν από λίγες ημέρες έναν Aιγύπτιο μετανάστη να περιγράφει στην κάμερα της ΚΡΗΤΗ TV ολόκληρο το σύστημα μεταφοράς των μεταναστών.

Μίλησε σε άπταιστα ελληνικά για μεγάλα πλοία που μετεπιβιβάζουν μετανάστες σε βάρκες στα όρια των εθνικών υδάτων νότια της Κρήτης. Μίλησε για μασκοφόρους με καλάζνικοφ που δίνουν εντολές και επιβλέπουν την διαδικασία. Μίλησε ακόμα για έναν “στρατηγό” που δεν γίνεται μετεπιβίβαση σε βάρκες αν δεν δώσει εκείνος την εντολή.

Περιέγραψε έτσι ένα σύστημα και μια οργάνωση που ξεφεύγει από μερικούς απλούς διακινητές και δημιουργεί περισσότερα ερωτήματα από όσα απαντά στη συνέντευξη του.

Όπως:

Πώς αυτός ο άνθρωπος πριν μιλήσει στην ΚΡΗΤΗ TV (και πιθανόν και άλλοι) δεν κλήθηκε να μιλήσει στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Πολιτείας και να δώσει πολύτιμες πληροφορίες, μιας και τα λεγόμενα του περιέγραφαν όλο το σύστημα διακίνησης από την εκκίνηση έως την άφιξη στην Κρήτη.

Αν όλα αυτά που αναφέρονται είναι αληθινά, που όπως φαίνεται είναι, πως είναι δυνατόν η ευρωπαϊκή FRONTEX να μην μπορεί να ανιχνεύσει και να εντοπίσει, με τα υψηλής τεχνολογίας μέσα που διαθέτει, μεγάλα πλοία όταν μετεπιβιβάζουν μετανάστες;

Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό, ένας από τους πιο ικανούς στόλους στον κόσμο, καθ΄ ομολογία συμμάχων και εχθρών, δεν διαθέτει τα μέσα και τα επιχειρησιακά σχέδια ώστε να λειτουργήσει αποτρεπτικά στον στόλο των διακινητών και όχι στις βάρκες των μεταναστών; Και τέλος το αρμόδιο υπουργείο πόσο περιμένει να οξυνθεί το πρόβλημα στην Κρήτη ώστε να αποφασίσει να ενισχύσει την τοπική αστυνομία με εξειδικευμένο προσωπικό και μέσα όπως έκανε στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, όπου οι συνοριοφύλακες πρόσφεραν και προσφέρουν σημαντικό έργο σε συνεργασία με το Λιμενικό Σώμα;

Όσο η Ελλάδα παίζει ρόλο θεατή, επιτρέποντας την περισυλλογή και μεταφορά χωρίς προληπτικό επιχειρησιακό σχέδιο, και η ΕΕ παραμένει αμήχανη μπροστά σε εκβιαστικά παίγνια, τόσο περισσότερο οι κοινωνίες θα κινούνται στους δυο πόλους: την κατάρρευση ή την έκρηξη – και οι δύο δρόμοι έχουν κοινή κατάληξη: Ερείπια στην Ευρώπη.

Η Κρήτη, με τις παραλίες της να μετατρέπονται σε σύνορα και σύγκρουση, ζει ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Αν η Πολιτεία και η Ευρώπη παραμείνουν άπραγες, τότε οι απώλειες – κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές – δεν θα είναι παροδικές.

Αντί να αντιμετωπιστεί ως πρόβλημα, αυτή η κρίση πρέπει να γίνει αφορμή για νέες, θαρραλέες πολιτικές: ενισχυμένη αστυνόμευση, σαφής εφαρμογή νόμων, και μια στρατηγική συνολική απάντηση.

Όχι για να κλείσουν οι πόρτες· αλλά για να διασφαλιστεί ότι θα μείνουν ανοιχτές με ασφάλεια, αξιοπρέπεια και ενότητα.

Η Κρήτη δεν μπορεί να γίνει “πεδίο μάχης”. Αξίζει ένα μέλλον με προοπτική για όλους.

πηγή