Το γερμανικό Ινστιτούτο Κιέλου αποκαλύπτει την ελλιπέστατη πληροφόρηση που αφορά τα όπλα και τα χρήματα που έχει στείλει στον Ζελένσκι η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Του Βασίλη Γαλούπη
Διεθνή διάσταση έχει πάρει η πρωτοφανής, και εν πολλοίς ύποπτη, κρυψίνοια με την οποία λειτουργεί η ελληνική κυβέρνηση στο ζήτημα της ουκρανικής βοήθειας από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, τον Φεβρουάριο του 2022, μέχρι σήμερα. Η ενοχικά μυστικοπαθής τακτική της κυβέρνησης αναδεικνύεται από το Ινστιτούτο του Κιέλου, που κατατάσσει την Ελλάδα στην τελευταία θέση του Δείκτη Διαφάνειας, στην κατάταξη μεταξύ των 41 κρατών που έχουν στείλει βοήθεια στην Ουκρανία. Καμία άλλη κυβέρνηση χώρας δεν κρύβει τόσα από τους πολίτες της όσα αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Στη σχετική λίστα του γερμανικού ινστιτούτου, εκτός από τις 41 χώρες-πδωρητές της Ουκρανίας, περιλαμβάνεται ως ξεχωριστή οντότητα η Κομισιόν. Στην κορυφή της διαφάνειας είναι η Ελβετία και η Κομισιόν με βαθμολογία 5, και ακολουθούν η Ισλανδία με 4,9, η Ιρλανδία με 4,7 και η Νέα Ζηλανδία με την Ολλανδία με 4,6. Η Ελλάδα είναι τελευταία με τη χειρότερη βαθμολόγηση (1,1), κάτω ακόμα κι από τη Ρουμανία και την Τουρκία.
Στα κριτήρια για την κατάταξη κάθε χώρας περιλαμβάνονται τα εξής: «1. Υπάρχει επίσημος ιστότοπος για την κρατική βοήθεια προς την Ουκρανία; 2. Το συνολικό ποσό της στήριξης στην Ουκρανία παρέχεται από την κυβέρνηση; 3. Αναφέρονται η χρηματική αξία κάθε μεμονωμένης αποστολής βοήθειας και η πηγή της; 4. Παρέχονται κυβερνητικές πληροφορίες για τις δεσμεύσεις της χώρας; 5. Γνωστοποιούνται ο ακριβής αριθμός και το είδος της στρατιωτικής βοήθειας;». Η Ελλάδα φαίνεται να έχει τις χειρότερες επιδόσεις σε όλους τους τομείς.
Το Ινστιτούτο του Κιέλου ιδρύθηκε το 1914, είναι ίδρυμα δημοσίου δικαίου και χρηματοδοτείται από τη γερμανική κυβέρνηση. Είναι το αρχαιότερο οικονομικό ερευνητικό ίδρυμα στη Γερμανία και ανήκει στις 50 κορυφαίες «δεξαμενές σκέψης» στον κόσμο με τη μεγαλύτερη επιρροή, με εξειδίκευση στη διεθνή οικονομία.
Σύμφωνα με άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία που παραθέτει το ινστιτούτο για την Ουκρανία, η Ευρώπη έχει δώσει συνολικά μέχρι τώρα 124 δισ. ευρώ βοήθεια, με εγγυήσεις για ακόμα 115 δισ., ενώ οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει 88,3 δισ. και έχουν υποσχεθεί άλλα 30,7 δισ.
Το παράδοξο με τις αμυντικές δαπάνες Δύσης – Ρωσίας
Στην Ευρώπη γίνεται πλέον πιο πιεστική η συζήτηση για αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών, ώστε να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις απέναντι στη Ρωσία και όχι μόνο. Την Πέμπτη, ο επικεφαλής του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε ζήτησε από τα μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας περισσότερα χρήματα «για να αποφευχθεί ένας μεγάλος πόλεμος», προτρέποντας να κοπούν δαπάνες για συντάξεις και υγεία ώστε να αυξηθούν αυτές για τους εξοπλισμούς.
Ο Ρούτε εκτίμησε ότι «ο κίνδυνος μας πλησιάζει με μεγάλη ταχύτητα» και ότι «η αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης είναι πολύ μικρή, πολύ αργή και πολύ κατακερματισμένη». Μία εβδομάδα νωρίτερα είδε το φως της δημοσιότητας η συζήτηση στην Ε.Ε. για τη «σύσταση ενός κοινού ευρωπαϊκού ταμείου, ύψους 500 δισ. ευρώ, για αμυντικές δαπάνες και προμήθειες όπλων, αξιοποιώντας τις αγορές ομολόγων».
Οι αριθμοί, όμως, έρχονται να προκαλέσουν πολλές απορίες για το πώς δαπανώνται τελικά τα δυτικά χρήματα και τι πραγματική ισχύ προσφέρουν απέναντι σε μελλοντικούς κινδύνους.
Στις 20 Νοεμβρίου, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Αμυνας ανακοίνωσε, διά στόματος Ζοζέπ Μπορέλ, τα επίσημα στοιχεία για τις αμυντικές δαπάνες του 2024 στις χώρες της Ε.Ε. Το ποσό ανέρχεται στα 326 δισ. ευρώ, ποσοστό 1,9% του ΑΕΠ της Ενωσης. Σε σύγκριση με το 2021, δηλαδή πριν από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, οι δαπάνες φέτος αυξήθηκαν πάνω από 30%. Δηλαδή, το 2021, σε έναν πιο ειρηνικό κόσμο, το μπάτζετ αμυντικών δαπανών στην Ε.Ε. ήταν στα διόλου ευκαταφρόνητα 250 δισ. ευρώ. Το 2023 η δαπάνη είχε ήδη αυξηθεί στα 280 δισ. ευρώ.
Συγκριτικά, η νικήτρια έως τώρα του κατακτητικού πολέμου Ρωσία ξόδεψε για αμυντικές δαπάνες το 2024 ένα ποσό της τάξης των 115 δισ. δολαρίων. Για το 2025 σχεδιάζει αύξηση που θα φτάσει το ποσό-ρεκόρ των 145 δισ. για τα δεδομένα της χώρας.
Η έκταση που έχει να περιφρουρήσει η Ρωσία είναι τετραπλάσια από αυτήν της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Δεν είναι παράδοξο ότι επικρατεί η Ρωσία στον κατακτητικό της πόλεμο με αμυντικές δαπάνες 115 δισ. για το 2024, όταν τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ξόδεψαν 326 δισ. για το ίδιο έτος, μη επιτυγχάνοντας καν όχι να αμυνθούν διά εκπροσώπου (Ουκρανία), αλλά ούτε καν να αγχώσουν τη Μόσχα;
Ερχεται νέα «υπερθέρμανση» του πληθωρισμού
Πώς είναι δυνατόν κράτη όπως η Γερμανία να εμφανίζουν τέτοιες αμυντικές αδυναμίες και οι περισσότερες χώρες ειδικά της δυτικής Ευρώπης να χρειάζονται εξοπλισμούς σχεδόν από το μηδέν; Τελικά, έχουν ανάλογο αντίκρισμα για την αμυντική ενίσχυση της Ευρώπης τα εκατοντάδες δισ. των φορολογούμενων πολιτών; Ή τελικά καταλήγουν κι αυτά σε ένα πηγάδι χωρίς πάτο, όπως συνέβη με τα κρυφά deals της Κομισιόν για τα υπερκοστολογημένα εμβόλια; Το ερώτημα είναι: γιατί, ενώ δαπανά τέτοια ποσά η Ευρώπη, παραμένει τόσο ασήμαντη στην άμυνά της μπροστά στην πιο φειδωλή Ρωσία;
Η Κομισιόν συζητά να δοθούν έξτρα 500 δισ. για αμυντικές δαπάνες, έχοντας ήδη προσφέρει ή εγγυηθεί μελλοντικά 230 δισ. συνολικά σε βοήθεια (ευρώ και όπλα) για την Ουκρανία. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να κόψει ζεστό χρήμα περίπου 750 δισ. ευρώ, όσο ακριβώς ήταν και το ποσό για να μείνει ζωντανή η οικονομία στην πανδημία. Είναι εκείνα τα 750 δισ. για τον κορονοϊό που προκάλεσαν την «υπερθέρμανση» του πληθωρισμού μέχρι και σήμερα. Αντέχει η Ε.Ε. ένα ακόμα ανάλογο ή και ισχυρότερο κύμα πληθωρισμού, αν «κόψει» κι άλλα 750 δισ.;