Του Μανώλη Κοττάκη
ΟΛΑ τά ρεπορτάζ τῶν συμπολιτευόμενων καί ἀντιπολιτευόμενων ἐφημερίδων ἑρμηνεύουν χτές στά πρωτοσέλιδά τους τήν ἐπιλογή Μητσοτάκη γιά τήν προεδρική ἐκλογή ὡς στροφή στά δεξιά.
Μερικά καί μέ πρόδηλη τήν ἀπογοήτευση, καθώς ἀπό τίς ἀρχές τοῦ περασμένου φθινοπώρου εἶχαν ἀναγάγει αὐτό τό ὁρόσημο ὡς τό καθοριστικό debate γιά τήν ὁριστική ἐπικράτηση τῆς Κεντροαριστερᾶς στά ἄδυτα τοῦ Μαξίμου καί τήν τελική ἅλωση τοῦ χώρου. Αὐτό ἦταν τό διακύβευμα, αὐτό ἐπιθυμοῦσαν νά σηματοδοτήσουν, εὐτυχῶς προσωρινά ἡ παράταξη πῆρε μία ἀνάσα.
Γιά τό ἄν θά εἶναι ὁριστικό αὐτό θά κριθεῖ καί ἀπό τήν σύνθεση τῆς Κυβερνήσεως μετά τόν σχεδιαζόμενο ἀνασχηματισμό, ἀλλά κυρίως καί ἀπό τό περιεχόμενο τῆς ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος. Ἄν εἶσαι δεξιός, δέν χρειάζεσαι νά κάνεις στροφή στά δεξιά. Πορεύεσαι. Ἄν δέν εἶσαι, κάνεις. Ἀλλά μέ τήν ἴδια εὐκολία πού στρίβεις πρός τά δεξιά, μπορεῖς σέ μία ἄλλη διασταύρωση νά στρίψεις ἀριστερά.
Ὁ Πρωθυπουργός σέ αὐτήν τήν συγκυρία μέ τήν ἐπιλογή τοῦ Κώστα Τασούλα ἀφήνει πίσω του τό τραυματικό ἑξάμηνο Ἰουλίου – Δεκεμβρίου 2024, κατά τήν διάρκεια τοῦ ὁποίου ἔχασε 13 μονάδες στίς εὐρωεκλογές, καί ἀπό τότε ἔχει ἀνακτήσει μόνο μία ἀπό αὐτές. Μέ τήν ἐπιλογή αὐτή ἐπίσης θεωρεῖ ὅτι ἐξασφαλίζει κοινοβουλευτικά ἕνα ἥσυχο 2025, μέχρι νά φτάσει ὁ ἴδιος στό δικό του λιμάνι τοῦ 2026 καί νά κριθεῖ ὁριστικά ἄν θά πάει στήν Εὐρώπη ἤ ἄν θά μείνει ἀμανάτι στήν Ἑλλάδα. Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια ἡ ἐπιλογή τοῦ Κώστα Τασούλα μοιάζει νά εἶναι τακτικῆς φύσεως καί ὄχι στρατηγικῆς φύσεως. Ὁ ἴδιος ὁ κύριος Μητσοτάκης ἄλλως τε, ὅπως εἶπε καί στήν κηδεία τοῦ Κώστα Σημίτη, σιχαίνεται τήν προσωπική μετάλλαξη.
Τούτων δοθέντων ἔχει τεράστια ἀξία νά διερευνήσουμε τό περιεχόμενο τῆς συνταγματικῆς ἀναθεωρήσεως πού ἑτοιμάζει ἡ ὁμάδα του καί ἔχει καθαρά ἰδεολογικό πρόσημο. Θά προσπαθήσει μέ αὐτήν νά νικήσει τήν ἀμφισβήτηση τῆς πολιτικῆς, στέλνοντας τούς πολιτικούς στόν φυσικό τους δικαστή καί καταργῶντας τίς ἐξεταστικές ἐπιτροπές τῆς Βουλῆς. Μέχρι τότε βεβαίως πρέπει νά ψηφίσει καί τόν ἐκτελεστικό νόμο τοῦ Συντάγματος γιά τίς ἀποσβεστικές προθεσμίες τοῦ νόμου περί εὐθύνης Ὑπουργῶν. (Τό Σύνταγμα ἀπό τό 19 καθιερώνει εἰκοσαετῆ παραγραφή, ἀλλά ὁ νόμος ἔχει μείνει στό παλαιό καθεστώς τῶν παραγραφῶν express καί ὑπάρχει πρόβλημα ερμηνείας!) Θά προσπαθήσει ἐνδεχομένως, μετρῶντας καί τήν συγκυρία, νά ἀνοίξει ἀπό ἤπια ἕως σκληρά ἰδεολογικά μέτωπα φιλελεύθερου χαρακτῆρα. Ἡ κατάργηση τοῦ θρησκευτικοῦ ὅρκου καί ἡ καθιέρωση τοῦ πολιτικοῦ ὅρκου, ὁ διαχωρισμός Ἐκκλησίας καί Κράτους, εἶναι μερικά ἀπό αὐτά.
Τό κυριώτερο: Θά προσπαθήσει νά προσαρμόσει τό Σύνταγμα στό ἐποικοδόμημα τῶν καρτέλ πού ὁ ἴδιος ἔχει δημιουργήσει μέσα στόν χῶρο τῆς οἰκονομίας γιά νά διευκολύνονται τά deals καί οἱ μπίζνες. Ἀκόμα καί σέ βάρος τῆς ἰδιοκτησίας, ἐάν διαβάσουμε προσεκτικά τό καινοτόμο Σύνταγμα πού υἱοθετεῖ σέ δόσεις. Αὐτό εἶναι τό ὁρόσημο γιά νά κριθεῖ ἄν ὁ κύριος Μητσοτάκης ἐπιστρέφει στήν παράταξη ἤ ἄν ἀπομακρύνεται ὁριστικά ἀπό αὐτήν. Τά ὑπόλοιπα εἶναι ὁμίχλη τῆς ἐποχῆς. Πού περιορίζει τήν ὁρατότητα. Τό ζήτημα εἶναι νά ἀρχίσουμε νά «βλέπουμε» πρίν ἀκόμη διαλυθεῖ τό σύννεφο.