Όταν το 2002 τέθηκε στη Βαρκελώνη ο στόχος 3% του ΑΕΠ για δαπάνες έρευνας, η Ελλάδα βρισκόταν στο 0,64%, ένα ποσοστό που έκτοτε βαίνει συνεχώς μειούμενο. Ήδη έχει καταποντιστεί στο 0,1%.
Το αμερικανικό γραφείο ευρεσιτεχνιών ιδρύθηκε το 1790, το ιαπωνικό το 1885 και ο δικός μας Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας το 1988. Τι καλύτερο να περιμένει κανείς από τόσο (ενδεικτικές) ισχνές θεσμικές επιδόσεις; Φυσικά την τελευταία θέση μας στο Συνοπτικό Δείκτη Καινοτομίας, μεταξύ των χώρων της Ευρώπης των 25.
Παρόλα αυτά, στην καλούμενη μη τεχνολογική καινοτομία, η Ελλάδα εμφανίζει καλές επιδόσεις που ξεπερνούν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τα ίδιο και στην ποιότητα του ερευνητικού μας προσωπικού. Έχουμε επιστήμονες που μας κατατάσσουν μέσα στους 30 σημαντικότερους παραγωγούς επιστημονικών δημοσιεύσεων. Πάνω από την Δανία και την Ιρλανδία.
Ελπιδοφόρα κρίνεται επίσης η είσοδος 15 νέων ελληνικών προϊόντων στο εξαγωγικό καλάθι μας, κατά την εξαγωγική χρονιά που πέρασε.
Ακόμη, μόλις πρόσφατα διάβασα και αναδημοσιεύω την πληροφορία ότι ξένοι ειδικοί σε θέματα ανάπτυξης, όπως ο καθηγητής του Harvard, Ricardo Hausmann (Financial Times, 9/2/12) θεωρούν και υποδεικνύουν με στοιχεία ότι, η Ελλάδα έρχεται δεύτερη παγκοσμίως, μετά την Ινδία, στην εμπορική εξοικείωση των ανθρώπων της με σύνθετα προϊόντα. Υποθέτω ότι εδώ εννοείται μια νέα κατηγορία διεθνούς ανταγωνισμού που ονομάζεται περιπλοκότητα: Complexity.
Με αυτή την ευκαιρία ο Hausmann επισημαίνει ότι η χώρα μας χρειάζεται να εντοπίσει τι της λείπει ως προς τη γνώση και τις υποδομές που απαιτούνται ώστε να αξιοποιηθεί αυτό το ενδεχομένως ταλέντο ή φυσικό χαρακτηριστικό του λαού της. Όπως κάνει η Αρχή Βιομηχανικής Ανάπτυξης της Ιρλανδίας.
Το ίδιο, βεβαίως, πρέπει να κάνουμε και για τους παραδοσιακούς μας τομείς: Τουρισμό, Μεσογειακή Διατροφή, Πολιτισμό, Γεωργία, Περιβάλλον, που χρόνια τώρα, απλώς, πορεύονται με την όποια κεκτημένη ταχύτητα και με δεξιοτεχνία και ευελιξία αυτές του αυτόματου πιλότου. Κι ακόμη με μόνιμους και μόνους σπόνσορες την τυχαία φυσική γενναιοδωρία και την κληρονομημένη επικαρπία των προγόνων μας.
Είναι να απορεί κανείς, εν προκειμένω, πώς η ζηλευτή βιοποικιλότητα και το κλίμα της Ελλάδας μένουν τόσο ανεκμετάλλευτα. Και όμως, με την τερατώδη εντατική μονοκαλλιέργεια να συνιστά μέγα κίνδυνο για το περιβάλλον και την υγιεινή των τροφίμων, ένας ρόλος θα ερχόταν γάντι στη χώρα μας. Αυτός της ηγέτιδας χώρας στην ήπια, βιώσιμη γεωργία με κέντρο τη μικροκαλλιέργεια και την ελεγχόμενη παραγωγή.
Βεβαίως, η πιο μεγάλη και χρήσιμη για την Ελλάδα καινοτομία, σε επίπεδο καμπής, είναι από πολύ καιρό εντοπισμένη. Μιλώ για την ηλεκτρονική διοικητική τεχνολογία που θα επιτρέψει, αφενός τον δημοκρατικό οικονομικό έλεγχο και αφετέρου την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Ειδικότερα, με τα λόγια του Αρ. Δοξιάδη: Η (αποκρουστική) εξουσία του δημόσιου αξιωματούχου (όχι του κράτους, αλλά του προσώπου) πάνω στους δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους θα υπονομευθεί μόνο από τις βάσεις δεδομένων, τις αυτόματες διαδικασίες και την ευρεία πρόσβαση σε αυτές (databases, workflow, web).
Αναμφισβήτητα θα πρόκειται για μια επανάσταση που θα εξοικονομεί πόρους, είτε για την ανάπτυξη, είτε για κοινωνική πολιτική. Γιατί και η διαφθορά ενοικεί εκεί όπου οι άνθρωποι παραιτούνται από τον αγώνα και την αγωνία της δημιουργίας πλούτου. Πλούτου όχι “φράγκων”.