του Ian Anthony, Stockholm International Peace Research Institute
Στις 9 Σεπτεμβρίου ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Sergey Lavrov, ζήτησε από τις συριακές αρχές να θέσουν τα χημικά τους όπλα υπό διεθνή έλεγχο και στη συνέχεια να καταστρέψουν τα αποθέματα που κατέχουν και να υπογράψουν τη Συνθήκη για τα Χημικά Όπλα (CWC). Ο υπουργός Εξωτερικών της Συρίας, Walid Muallem, χαιρέτισε την πρόταση της Ρωσίας, την οποία όπως έχει δηλώσει ο Lavrov αυτή τη στιγμή την αναπτύσσει σε συνεννόηση με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.
Η πρόταση του να τεθούν τα χημικά όπλα εκτός χρήσης και ως εκ τούτου να εξαλειφθεί η όποια απειλή από αυτά, ήταν ευπρόσδεκτη μια σειρά κρατών, όμως η εν λόγω συμφωνία περιείχε και μια νότα καχυποψίας. Τον κίνδυνο ότι η ρωσική πρόταση είχε ως στόχο την καθυστέρηση μιας διεθνούς απάντησης στην υποτιθέμενη επίθεση με χημικά όπλα όπως έθεσε ρητά ο βρετανός πρωθυπουργός, David Cameron, ο οποίος δήλωσε στο Κοινοβούλιο: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να βεβαιωθούμε πως δεν πρόκειται για μια τακτική αποπροσανατολισμού».
Μια ευκαιρία για να δείξει η Ρωσία σημάδια αρχηγίας
Η Ρωσία θα μπορούσε να αναλάβει ηγετικό ρόλο σε ένα πολυμερές πλαίσιο, στο οποίο οι κανόνες είναι καθολικοί. Ενώ η γενική συζήτηση μεταξύ της Ρωσίας και των Δυτικών δυνάμεων δεν βασίζεται πλέον σε κοινούς κανόνες και κοινές αξίες, όσον αφορά το θέμα της εξάλειψης των χημικών όπλων, οι απόψεις τους είναι οι ίδιες. Για περισσότερο από ένα χρόνο, η Ρωσία τόνιζε πως το Πρωτόκολλο της Γενεύης του 1925 ισχύει και για τη Συρία και ότι είναι εντελώς απαράδεκτο να εξαπολύει απειλές για τη χρήση χημικών όπλων (πόσο μάλλον να τα χρησιμοποιεί πραγματικά).
Η Ρωσία θα ήταν σε καλή θέση για να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο στην οργάνωση της ταχείας υλοποίησης της πρωτοβουλίας για μια σειρά πρακτικών λόγων. Πρώτον, περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, η Ρωσία έχει την εμπιστοσύνη της σημερινής κυβέρνησης της Συρίας. Δεύτερον, η Ρωσία (η οποία διαθέτει το μεγαλύτερο απόθεμα χημικών όπλων στον κόσμο) διαθέτει τις τεχνικές γνώσεις που απαιτούνται για τη διαχείριση των χημικών όπλων με έναν ασφαλή και σίγουρο τρόπο. Τρίτον, η Ρωσία έχει μεγάλη εμπειρία στην υλοποίηση έργων αφοπλισμού χημικών όπλων.
Το ιστορικό προηγούμενο που παρέχεται από τη συνεργασία μετά τον ψυχρό πόλεμο
Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι πρώην αντίπαλοι συνεργάστηκαν για να μειώσουν τους κινδύνους που δημιουργήθηκαν από τα τεράστια αποθέματα χημικών όπλων. Τα στρατιωτικά προγράμματα περιορισμού των κινδύνων στη Ρωσία συμπεριλάμβαναν τη δημιουργία μιας ασφαλούς αλυσίδας φύλαξης των όπλων, την αποθήκευσή τους σε χώρους όπου τα αποθέματα θα μπορούσαν να προστατεύονται και τη συνεργασία για να διευκολυνθεί η διάλυση και η καταστροφή των όπλων, που ακολουθήθηκε από την αποστρατιωτικοποίηση και τη μετατροπή των στρατιωτικών εγκαταστάσεων.
Από τις αρχές του 2013 η Ρωσία είχε καταστρέψει σχεδόν 28 χιλιάδες τόνους σύνθετων χημικών όπλων (περίπου το 60% των δηλωθέντων αποθεμάτων της), καθώς και ολόκληρα τα αποθέματα των λιγότερο σύνθετων χημικών όπλων και των κενών πυρομαχικών, συσκευών κι εξοπλισμού που είχαν σχεδιαστεί ειδικά για τη χρήση χημικών όπλων. Οι ειδικές εγκαταστάσεις στις οποίες παρήχθησαν τα όπλα αυτά είτε καταστράφηκαν, είτε μετετράπησαν πολιτικές χημικές βιομηχανίες για ειρηνική χρήση.
Χρησιμοποιώντας τη ρωσική τεχνογνωσία για την εξάλειψη της απειλής των χημικών όπλων στη Συρία
Η Ρωσία έχει τεράστια εμπειρία όσον αφορά τις τεχνικές πτυχές του αφοπλισμού των χημικών όπλων, αλλά όχι υπό συνθήκες σύγκρουσης. Η διεθνής κοινότητα έχει την εμπειρία του αφοπλισμού των χημικών όπλων του Ιράκ και της Λιβύης. Στο Ιράκ, το έργο για την εξάλειψη των χημικών όπλων που διεξήχθη υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο υποστηριζόταν από τις διαφόρων ειδών συνεισφορές από πολλές χώρες. Ωστόσο, ενώ το παρασκηνιακό περιβάλλον ασφαλείας ήταν ευάλωτο στις εν λόγω χώρες, στη Συρία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη μια μεγάλη ένοπλη σύγκρουση.
Με άλλα λόγια, στην εξέταση ενός προγράμματος για τον αφοπλισμό των χημικών όπλων στη Συρία, υπάρχει μεγάλη εμπειρία που μπορεί να αξιοποιηθεί, αλλά οι προκλήσεις είναι άνευ προηγουμένου. Για να επιτύχουν, η Ρωσία και ο ΟΗΕ θα χρειαστούν βοήθεια από άλλους εταίρους.
Η ενοποίηση των αποθεμάτων των όπλων μπορεί να απαιτήσει τη μεταφορά πυρομαχικών ή/και τοξικών χημικών ουσιών και των προδρόμων των χημικών όπλων σε συνθήκες πολέμου. Όλες οι πλευρές (συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων εκτός Συρίας) θα πρέπει να συμφωνήσουν να μην παρέμβουν ή/και να επιτεθούν στα αντικείμενα κατά τη μεταφορά τους. Μόλις συγκεντρωθούν όλα τα παραπάνω, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η όλη διαδικασία δε διεξήχθη για να δημιουργηθεί απλά ένας βολικός στόχος για να επιτεθεί ο όποιος παράγοντας (εντός ή εκτός της Συρίας).
Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί ο βαθμός στον οποίο η κυβέρνηση της Συρίας εμπιστεύεται τις προθέσεις των εξωτερικών παραγόντων. Οι συριακές αρχές ίσως απαιτήσουν κάποιες εγγυήσεις από τις ένοπλες ομάδες της αντίστασης ότι δε θα εκμεταλλευτούν τη διαδικασία του αφοπλισμού για να προκαλέσουν ζημιά στις κυβερνητικές δυνάμεις.
Μια πραγματική ευκαιρία για τον αφοπλισμό
Για τον σχεδιασμό του αφοπλισμού, η Συρία θα πρέπει να δηλώσει τον αριθμό και το είδος των χημικών όπλων που υπάρχουν στο οπλοστάσιό της. Ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (OPCW), ο Πρέσβης Ahmet Üzümcü, έχει επισημάνει ότι μια επιλεκτική προσέγγιση, η οποία θα αφήσει κάποια όπλα ως έχουν, πιθανότατα δεν θα είναι αποδεκτή. Χωρίς μια δήλωση από τις αρχές της Συρίας θα ήταν αδύνατο να είναι σίγουροι ότι η διαδικασία του αφοπλισμού έχει συγκεντρώσει όλα τα χημικά όπλα.
Το επίπεδο της εμπιστοσύνης προς τις συριακές αρχές είναι πιθανώς πολύ χαμηλό για να δεχθεί μια δήλωση χωρίς την επαλήθευσή της από έναν αξιόπιστο φορέα, όπως ο OPCW. Η αντιμετώπιση της πρόκλησης του αφοπλισμού θα χρειαστεί την ύπαρξη διαβεβαιώσεων πως έχουν ληφθεί μέτρα για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια του προσωπικού που βοηθάει τη διαδικασία.
Η πρόταση της Ρωσίας θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μια πρακτική σειρά έργων, που υλοποιούνται από κοινού από έναν συνασπισμό εταίρων στον οποίο συμπεριλαμβάνεται η κυβέρνηση της Συρίας, διεθνείς οργανισμοί, κυβερνήσεις της περιοχής και από αλλού, καθώς και τις τοπικές και περιφερειακές αρχές στη Συρία.
Η εμπειρία της Ρωσίας δείχνει ότι μπορεί επίσης να υπάρχει κι ένας ρόλος για τις ΜΚΟ και τον ιδιωτικό τομέα. Η ανάπτυξη και η εφαρμογή αυτού του προγράμματος αποτελεί μία τεράστια πρόκληση, αλλά και με τη συγκέντρωση των σημαντικών δυνατοτήτων και πόρων της με εκείνους των εταίρων της, η Ρωσία θα μπορούσε να διαδραματίσει έναν εποικοδομητικό ηγετικό ρόλο στην όλη διαδικασία.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ
Πηγή:www.capital.gr