Γράφει η νομικός Αριάδνη Nούκα,
Την 17 Ιουνίου 2018 υπεγράφη η “Συμφωνία των Πρεσπών” μεταξύ των Υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος και Σκοπίων, η οποία, αφού ολοκληρωθούν ορισμένα στάδια μεταξύ των οποίων και η κύρωση της απο το Ελληνικό Κοινοβούλιο, θα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία λήψεως της τελευταίας γνωστοποίησης της ολοκλήρωσης των προβλεπόμενων εσωτερικών διαδικασιών των δύο μερών, όπως δέχτηκε και η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (199/2018).
Με την συμφωνία αυτή, εκτός των άλλων, επιχειρείται η αναγνώριση του λαού των Σκοπίων ως “Μακεδόνως” καθώς και η ύπαρξη “μακεδονικής” γλώσσας, “μακεδονικής” ιθαγένειας, “μακεδονικής” ιστορίας, πολιτισμού και κληρονομίας.
Το Ανώνατο Δικαστηριο της Χώρας, ο Αρειος Πάγος με δύο αποφάσεις του, το 1994 και το 2009, που παράγουν δεδικασμένο στο εσωτερικό της Χώρας, έκρινε ότι δεν υφίσταται «Μακεδονικό» Έθνος και κατά συνέπεια, «μακεδονικός» πολιτισμός και «μακεδονική» γλώσσα» με ουσιαστικές παραδοχές που αποκαθιστούν την ιστορική αταξία και παραθέτουν την ιστορική αλήθεια κάνοντας λόγο για σφετερισμό του ονόματος της Μακεδονίας από το Κράτος των Σκοπίων (FYROM), το οποίο επιχειρούσε να αποκτήσει εθνική ταυτότητα με όνομα που αποτελεί ιστορική, πολιτιστική και εθνική κληρονομιά της Ελλάδας.
Αξιοσημείωτες είναι οι παραδοχές των εξαίρετων Δικαστών, που ξεδιπλώνουν το σκεπτικό τους και αναφέρουν ότι ο όρος Μακεδονία, από αρχαιοτάτων χρόνων είναι όρος ιστορικός και γεωγραφικός και όχι εθνολογικός. Οι Μακεδόνες δεν είναι, ούτε υπήρξαν κατά το πρόσφατο και το απώτερο παρελθόν, ιδιαίτερος εθνολογικός σχηματισμός. Απλώς, ως Μακεδόνες, ονομάζονται ανέκαθεν οι κάτοικοι της γνωστής από την αρχαιότητα περιοχής της Ελληνικής Μακεδονίας, όπως αντίστοιχα ονομάζονται, Θράκες, οι κάτοικοι της Θράκης, Θεσσαλοί , οι κάτοικοι της Θεσσαλίας κ.ο.κ., χωρίς να υπάρχει αντίστοιχα Θρακική ή Θεσσαλική Εθνικότητα. Επομένως, Μακεδόνες κατά την εθνικότητα δεν υπάρχουν και ούτε μπορούν να “δημιουργηθούν”, στα πλαίσια του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού των κατοίκων της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας. Κρίθηκε επίσης ότι πριν από το 1944 “Μακεδονία” ως σλαβικό κράτος και “Μακεδονικό Έθνος”, ως ιδιαίτερη εθνότητα ήταν έννοιες παντελώς άγνωστες. Έως τότε, οι κάτοικοι της περιοχής των Σκοπίων δεν είχαν ούτε σερβική, ούτε βουλγαρική, παρά τα φιλοβουλγαρικά αισθήματα των περισσότερων κατοίκων της και πολύ περισσότερο, δεν είχαν “μακεδονική” εθνική συνείδηση. Την τελευταία, τους έπεισε να την αποκτήσουν ο Τίτο, προκειμένου να αποκολλήσει τους Σκοπιανούς από το άρμα των Βουλγάρων, έχοντας ως απώτερο σκοπό, την σύσταση ενιαίου μακεδονικού κράτους, υπό σλαβικό μανδύα και την έξοδο της χώρας του στο Αιγαίο. Στην προσπάθεια αυτή των Σκοπίων που άρχισε μετά τη διάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, αφότου το κράτος των Σκοπίων απέκτησε οντότητα, το έτος 1991, εντάσσεται η διάδοση ιδεών από διάφορους εθνικιστές μετανάστες, οι οποίοι, μέσω οργανώσεων και σωματείων, που δρουν κυρίως στο εξωτερικό (Αυστραλία, Καναδά, ΗΠΑ), με ομιλίες, συγκεντρώσεις, εκδηλώσεις πολιτιστικές κλπ παραπληροφορούν το κοινό, δημιουργώντας εσφαλμένες περί υπάρξεως “Μακεδονικού” έθνους και πολιτισμού, “μακεδονικής” γλώσσας και συνείδησης. Παράλληλα, καλλιεργούν και την ιδέα του “αλυτρωτισμού”, όπως προεκτέθηκε επιχειρώντας να δημιουργήσουν αποσχιστικές τάσεις, θέτοντας και το ανύπαρκτο θέμα της λεγόμενης “μακεδονικής μειονότητας” που ζεί στην Ελλάδα.
Και οι δύο αποφάσεις καταλήγουν ότι δεν υπάρχει Μακεδονικό Έθνος και κατά συνέπεια, μακεδονικός πολιτισμός και μακεδονική γλώσσα και, ότι είναι αυτονόητο, ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί, σε εξήντα χρόνια, να αποκτήσει εθνολογική οντότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία.
Οι αποφάσεις αυτές φαίνεται να αγνοήθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις και την συνομολόγηση των όρων της συμφωνίας των Πρεσπών.
Προσεγγίζοντας νομικά την συμφωνία ως προς αυτό το πλαίσιο των σχετικών όρων ( οροι 1§3 α-δ και 7) σαφώς παράγεται ακυρότητα , διότι οι όροι αυτοί αντιτίθενται σε θεμελιώδεις αρχές του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και του Συντάγματος .
Με την συμφωνία. αναγνωρίζεται μακεδονική γλώσσα που στην πραγματικότητα είναι η Ελληνική, αναγνωρίζεται ο λαός των Σκοπίων, ως Μακεδόνες, που οι μόνοι Μακεδόνες είναι οι αρχαίοι Ελληνες, αναγνωρίζεται μακεδονική ταυτότητα που είναι ελληνική και ως εκ τούτων στην ουσία αναγνωρίστηκε Μακεδονικό Εθνος που εθνολογικά δεν υφίσταται.
Ολες αυτές οι επιμέρους συνομολογήσεις συγκρούονται απόλυτα με την ιστορική αλήθεια και αποτελούν μη γνήσια στοιχεία που επιχειρούν να συνδέσουν τον λαό των Σκοπίων με κοινή δήθεν μακεδονική γλώσσα , δήθεν μακεδονική ιθαγένεια δήθεν μακεδονική ταυτότητα. Η ιστορική αυτή παραχάραξη , η οποία περιέχεται στην συμφωνία αντίκειται σε θεμελιώδεις αρχές του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, τις αρχές της ορθότητας, της σαφήνειας και της αλήθειας και σαφώς του Ελληνικού Συντάγματος.
Περαιτέρω, ο όρος Μακεδονία, από αρχαιοτάτων χρόνων είναι όρος ιστορικός και γεωγραφικός ταυτόχρονα, όπως δέχτηκαν και οι ανωτέρω αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις. Με την εν λόγω συμφωνία, ο γεωγραφικός προσδιορισμός απεσπάστη ακατανοήτως και απαραδέκτως από τον ιστορικό προσδιορισμό της Μακεδονίας. Διαχωρίστηκε η εδαφική περιοχή από την ιστορική σύσταση του λαού της Μακεδονίας, που ήταν Ελληνες Δωριείς, μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, είχαν ελληνικά ήθη και έθιμα και μ΄αυτό τον τρόπο επιχειρείται να δημιουργηθεί Μακεδονικό έθνος , όπως ο κ. Ζαεφ απο την ημερα της συμφωνίας και εντεύθεν διαλαλεί σε όλες τις συνεντεύξεις του. .
Η συμφωνία, επιπλέον, παραβιάζει με το Δίκαιο των Διεθνών Συμβάσεων , και ειδικότερα την Σύμβαση της Βιέννης, η οποία στο προοίμιο της αναφέρει ότι συνάπεταται έχοντας υπ’ όψιν τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου τις ανευρισκομένες στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όπως η θεμελιώδης αρχή του σεβασμού και τηρήσεως για όλους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, και τούτο διότι παραβιάζει τους κανόνες περί σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων των Ελλήνων προσβάλλοντας την εθνική πολιτιστική τους ταυτότητας και την ιστορική εθνολογική τους καταγωγή. Το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ αποτελεί ιστορική, πολιτιστική και εθνική κληρονομιά τησ Ελλάδας. Ως εκ τούτων , η συμφωνία συγκρούεται εμφανώς και με τις διατάξεις του Χάρτη Ηνωμένων Εθνών και την Οικουμενικής Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
.