Ο καλύτερος εργοδότης καταδεικνύεται το Δημόσιο για τους συμβασιούχους και τους μετακλητούς του υπαλλήλους, και μάλιστα εν μέσω κρίσης (2014-2017), καθώς προχώρησε σε σημαντική αύξηση του μέσου μισθού κατά 16,7%.

Δεν ισχύει βέβαια το ίδιο για το σύνολο των εργοδοτών στον ιδιωτικό τομέα, όπου ο μέσος μισθός παρουσίασε μείωση κατά περίπου 3%, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος «Εργάνη» που επεξεργάστηκε ο ΣΕΒ. Τα στοιχεία ζήτησε από το υπουργείο Εργασίας η Τράπεζα της Ελλάδος και δόθηκαν στους κοινωνικούς εταίρους, στο πλαίσιο της διαβούλευσης για τον επανακαθορισμό του κατώτατου μισθού στη χώρα μας. Δείχνουν δε ότι, στο Δημόσιο, στους εργαζομένους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (αορίστου ή ορισμένου χρόνου – μετακλητοί) δόθηκαν σημαντικές αυξήσεις, με αποτέλεσμα ο μέσος μισθός να διαμορφωθεί στα 1.502 ευρώ το 2017 αντί 1.286,6 ευρώ το 2014.

Στον αντίποδα και σύμφωνα με την ειδική μελέτη του ΣΕΒ που εκπονήθηκε με στόχο να καταδείξει τον κίνδυνο εγκλωβισμού της οικονομίας σε περιβάλλον περιορισμένης παραγωγικότητας, χαμηλών ειδικοτήτων και χαμηλών μισθών, φαίνεται ότι στο σύνολο του ιδιωτικού τομέα ο μέσος μισθός από 1.011,2 ευρώ τον μήνα το 2014 διαμορφώθηκε σε 982,4 ευρώ το 2017 (μείωση 2,9%). Ο ΣΕΒ υποστηρίζει ότι ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί βιώσιμη αύξηση μισθών είναι αυτή να συνδυαστεί με μείωση των εισφορών και στον ιδιωτικό τομέα, θεωρώντας παράλληλα ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη μεταποίηση και στις υπηρεσίες τεχνολογίας.

Από τη μελέτη του ΣΕΒ αποκαλύπτεται ότι περίπου ένας στους τέσσερις απασχολουμένους το 2017 αμείβεται με ποσό μέχρι 500 ευρώ. Μάλιστα, οι κλάδοι που βρίσκονται στις τρεις πρώτες θέσεις απασχόλησης με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό είναι η εστίαση –με 25,5% των απασχολουμένων να αμείβεται με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό– και το χονδρικό καθώς και το λιανικό εμπόριο – με το αντίστοιχο ποσοστό στο 22,71%. Είναι οι ίδιοι κλάδοι που συγκαταλέγονται και στην πρώτη δεκάδα με τη μεγαλύτερη μεταβολή της συνολικής απασχόλησης και αντιπροσωπεύουν το 52% (περίπου 89.000) των νέων θέσεων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό την περίοδο 2014-2017 (171.000 νέες θέσεις εργασίας).

Αλλωστε, από τη μελέτη προκύπτει πως συνολικά το 77,14% των εργαζομένων με κατώτατο και υποκατώτατο μισθό απασχολείται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Η ψαλίδα μεταξύ κατώτατου και διάμεσου μισθού κλείνει (κατώτατος ως ποσοστό 72% του διάμεσου), γεγονός που φέρνει πιο κοντά τον μέσο εργαζόμενο στο επίπεδο του κατώτατου μισθού. Αυτό στην πράξη σημαίνει, όπως επισημαίνει και ο ΣΕΒ, ότι οι μεταβολές στον κατώτατο μισθό επηρεάζουν άμεσα μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων.

Εκτός από το Δημόσιο και τους «ημέτερους» μετακλητούς υπαλλήλους, αυξήσεις καταγράφηκαν και σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (+2,66% το διάστημα 2014-2017), καθώς και στις χερσαίες μεταφορές και μεταφορές μέσω αγωγών (+16,17%). Οι μισθοί στη μεταποίηση (1.111,4 έναντι μέσου μισθού 982,4 στο σύνολο των κλάδων) είναι υψηλότεροι κατά 13% του μέσου όρου του συνόλου των κλάδων, ενώ στην εστίαση (366,8 ευρώ) είναι χαμηλότεροι κατά 63% και στο λιανικό εμπόριο (757,1 ευρώ ) χαμηλότεροι κατά 23% του μέσου όρου. Ο κύριος όγκος των θέσεων εργασίας που καταγράφει το σύστημα «Εργάνη» αφορά το καθεστώς πλήρους απασχόλησης (67,7%), μέγεθος που όμως υποχωρεί ελαφρώς τα τελευταία δύο χρόνια (2016-2017), ενώ το μερίδιο των θέσεων εργασίας μερικής απασχόλησης αυξάνεται λίγο και πλέον διαμορφώνεται στο 28,4%.

Ρούλα Σαλούρου-Καθημερινή