Μακρόθεν

Της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη

Είναι μήνες τώρα που παρακολουθώ απο το δορυφορικό δέκτη μου εδώ στο μακρινό Μόντρεαλ τις οξείες αντιπαραθέσεις μεταξύ της υπουργού παιδείας Μαριέττας Γιαννάκου , των φοιτητών και των πανεπιστημιακών καθηγητών για το νέο νόμο-πλαίσο των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων.

Είναι μήνες τώρα που βλέπω στα τηλεπαράθυρα τις συγκρούσεις των φοιτητών, καθηγητών και αντιδρούντων με τις αστυνομικές δυνάμεις στα διάφορα συλλαλητήρια ανά την Ελλάδα.

Είναι μήνες που διαπιστώνω πως οι κινητοποιήσεις έχουν κυριολεκτικά παραλύσει την πανεπιστημιακή εκπαίδευση με αποτέλεσμα οι φοιτητές να χάσουν ακόμη και το έτος στο πλαίσιο ενός λυσσαλέου αγώνα για το νόμο-πλαίσιο.

Και μέσα σ' αυτό το σκηνικό έχω χάσει πιά την αίσθηση του τί συμβαίνει στην παιδεία, καθώς στα τηλεπαράθυρα δεν καλούνται οι πρωταγωνιστές της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και οι αντίθετοι αυτής, αλλά οι πρωταγωνιστές των εμπρηστικών επεισοδίων και οι αστυνομικοί.

Ετσι η συζήτηση απο την ουσία, που είναι ο νόμος- πλαίσιο και οι επιπτώσεις του στην ανώτατη παιδεία έχει στραφεί γύρω απο τα επεισόδια, τους κουκουλοφόρους και τις συλλήψεις του Βύρωνα Πολύδωρα. Κανείς δεν ενδιαφέρεται να μεταφέρει με σαφήνεια στον ελληνικό λαό αυτό το ασαφές νομοσχέδιο, κανείς δε νιάζεται να κάνει συμμέτοχο αυτής της διαδικασίας τον απλό πολίτη.

Μιλούμε για τη σημαντικότερη μεταρρύθμιση στην ανώτατη ελληνική εκπαίδευση και ο μέσος ψηφοφόρος δεν γνωρίζει σε τί  ακριβώς συνίσταται αυτή η μεταρρύθμιση. Γενικώς και αορίστως ανάμεσα στα παραληρηματικά λόγια των φοιτητών , των δημοσιογράφων και των αστυνομικών, της κυβέρνησης και των ηγετών της αντιπολίτευσης ο καθημερινός Ελληνας αρπαχτά και επιπόλαια πιάνει κάποιους υπαινιγμούς για την ιδιωτικοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης , για τον περιορισμό του φαινομένου των αιώνιων φοιτητών, για τη λειτουργία του πανεπιστημιακού ασύλου και για άλλα λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά ζητήματα περί παιδείας.

Στην πραγματικότητα, η  ουσία αυτής της μεταρρυθμιστικής πρότασης, που ήρθε ως καινοτομία της  συντηρητικής κυβέρνησης στο πλαίσιο του φιλελευθερισμού της, καταργεί τα δεδομένα της ανώτατης παιδείας στην Ελλάδα προσφέροντας βήμα για νέα φαινόμενα που είναι απρόβλεπτα και επικίνδυνα ως ένα σημείο.

Η Ελλάδα παρά τις έξωθεν και έσωθεν πιέσεις δεν έπρεπε ποτέ να μπεί στη λογική διαμφισβήτησης των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της που με τόσες θυσίες διατηρούν ένα αξιοπρεπές επίπεδο τουλάχιστον όσον αφορά στην παρεχόμενη παιδεία στις σημαντικές σχολές του πολυτεχνείου, της ιατρικής, της φιλολογίας και της νομικής.

Το επιχείρημα πως όλα τα παιδιά πρέπει να έχουν δικαίωμα στην ανώτατη παιδεία είναι έωλο και δημαγωγικό. Η ελληνική πολιτεία  αντί να ανοίξει τον ασκό του αιόλου με την θεσμοθέτηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα έπρεπε να δρομολογήσει το μεγαλύτερο ποσοστό των αποφοίτων του λυκείου σε τεχνικές επιστήμες που θα μπορούσαν να έχουν αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας και ταυτόχρονα  να ενισχύσει τις μεταπτυχιακές σπουδές που βρίσκονται σε νηπιακό στάδιο ακόμη.

Δυστυχώς, η χώρα μας  δεν είναι σε θέση να αντιγράψει τα μοντέλα των καπιταλιστικών οικονομιών όσον αφορά στην ιδιωτική εκπαίδευση, καθότι έχει περιορισμένες δυνατότητες στην απορρόφηση των αποφοίτων του πανεπιστημίου. Εξάλλου, κι αυτές ακόμη οι καπιταλιστικές χώρες με την ιδιωτική ανώτατη εκπαίδευση παράγουν περιορισμένο αριθμό γιατρών, δικηγόρων, μηχανικών καθώς δεν διακινδυνεύουν πληθωρισμό στα εκλεκτά και υπεύθυνα επαγγέλματα.

Η ελληνική κυβέρνηση και ο Γιώργος Παπανδρέου απο την πλευρά της αντιπολίτευσης (παρά την εκ των υστέρων κριτική του) με ελαφριά καρδιά έδωσαν πράσινο φώς στην ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης. Η δημιουργία παράλληλων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων δεν αποτελεί πανάκεια της παιδείας ούτε θεραπευτική αγωγή για την ανεργία. Δεν επιλύει προβλήματα αλλά τα μεταθέτει σε εύθετο χρόνο.

Και πάντως, η ελληνική πολιτεία όφειλε στο μεγάλο αυτό ζήτημα να κάνει διάλογο με το μέσο πολίτη και να μην αφήσει την εκπαιδευτική  μεταρρύθμιση βορά στο στόμα των ολίγων που τερατουργούν προσφέροντας υλικό για φτηνό τηλεοπτικό κουτσομπολιό παραθύρων.