Ομιλία με θέμα «Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Ο ρόλος της Ελλάδος» έκανε η Ελληνίδα Υπουργός Εξωτερικών, κα Ντόρα Μπακογιάννη στο Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου την Τετάρτη 11 Απριλίου.

Ολόκληρη η ομιλία της κας Μπακογιάννη

Κυρίες και κύριοι,

Θα ήθελα να συγχαρώ το Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου- Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου – για την πρωτοβουλία της διοργάνωσης αυτής της εκδήλωσης.

Η πρόσκληση σας είναι ιδιαίτερα τιμητική για το πρόσωπο μου, πόσο μάλλον αφού προέρχεται από τον παλιό και αγαπητό μου φίλο και δάσκαλο τον Δημήτρη τον Τσάτσο.

Κυρίες και κύριοι,

Στην πολιτική οι ορισμοί είναι επικίνδυνο θέμα. Σίγουρα, η  διαφθορά μπορεί να ορισθεί με πολλούς τρόπους.

Το βασικό διακριτικό στοιχείο της, στις σύγχρονες δημοκρατίες είναι ότι με πράξεις ή με παραλείψεις επιτυγχάνεται  παράνομη εξασφάλιση ωφελημάτων σε βάρος του δημόσιου οφέλους και του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου.

Η διαφθορά είναι κυρίως ένα πολιτικό ζήτημα. Η οποία  διακυβεύει την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή  όλων των κρατών .Στην Ελλάδα, πολλές φορές, τα τελευταία χρόνια,  τείνουμε να θεωρούμε ότι η διαφθορά αποτελεί αποκλειστικώς ελληνικό φαινόμενο.

Κατά κόρον στις πολιτικές αντιπαραθέσεις γίνεται χρήση της ετήσιας έρευνας του μη κυβερνητικού οργανισμού Διεθνής Διαφάνεια, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις δεύτερη από το τέλος στην Ευρώπη των «25» καθόσον αφορά την κοινή αντίληψη περί διαφθοράς.

Η ίδια έρευνα όμως, επιβεβαιώνει ότι η διαφθορά δεν αποτελεί, ας μου επιτραπεί η έκφραση, αποκλειστικώς ελληνικό προνόμιο. 

Το  42% των Ευρωπαίων, θεωρούν ότι τα κυβερνητικά μέτρα κατά της διαφθοράς δεν είναι επαρκή,  σε αντίθεση με  το  μόλις 15% των Ασιατών ή το 5% των Βορειοαμερικάνων που έχουν αυτή την άποψη.

Δεν είναι, άλλωστε,  τυχαίο ότι προσφάτως  ο ΟΑΣΑ έκανε λ.χ. αυστηρές συστάσεις προς το Ηνωμένο Βασίλειο για μια μεγάλη υπόθεση . Όπως επίσης ότι για μια ακόμη φoρά οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ταράσσονται από πρόσφατες αποκαλύψεις για χρηματισμό αξιωματούχων τους.  

Η ανάγκη, φίλες και φίλοι, να διασφαλιστεί η ακεραιότητα, η διαφάνεια καθώς και η αξιοπιστία των δημοσίων υποθέσεων και της δημόσιας ιδιοκτησίας αποτελεί, αναμφισβήτητα, μια απαραίτητη προϋπόθεση για την υγιή λειτουργία των θεσμών παγκοσμίως.

Κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει γίνει πλέον σαφές ότι η πρόληψη και η εξάλειψη της διαφθοράς είναι ζήτημα που υπερβαίνει τις όποιες δράσεις στο εθνικό πλαίσιο.

Γι΄ αυτό  επιβάλλεται να  αναληφθούν πρωτοβουλίες  και στο διακρατικό επίπεδο.

Η παγκοσμιοποίηση καθιστά πλέον την διαφθορά ένα διεθνές πρόβλημα που απαιτεί διεθνείς λύσεις.

Η διαφθορά, όπως και η παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και το διεθνικό οργανωμένο έγκλημα, αποτελούν μείζονα παγκόσμια προβλήματα, τα οποία  επιδεινώνονται από τις νέες τεχνολογίες και την αυξημένη κινητικότητα ανθρώπων και κεφαλαίων.

Σε αυτό το πλαίσιο ένα αποτελεσματικό διεθνές νομικό όργανο προκρίθηκε, και πολύ σωστά, ως απαραίτητο. 

Στόχος της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών κατά της διαφθοράς, όπως και των αντίστοιχων συμβάσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης για ρύθμιση συναφών θεμάτων αστικού και ποινικού δικαίου, είναι η ενίσχυση κυρίως τις πολυμερών προσπαθειών στον αγώνα κατά της διαφθοράς. 

Πράγματι, η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών ενεπνεύσθη από την επιθυμία όλων να θέσει το καίριο αυτό πρόβλημα σε πιο πρακτικές βάσεις και βεβαίως την ανάγκη ενίσχυσης των ήδη υπαρχόντων εθνικών και διεθνών νόμων.

Εκ των κύριων στοιχείων της Σύμβασης συγκρατώ τα εξής:

Πρώτον, την υιοθέτηση και ενίσχυση προληπτικών μέτρων. Η πρόληψη καταλαμβάνει μια σημαντική θέση στη Σύμβαση, με την πρόνοια για ειδικά μέτρα, πολιτικές και πρακτικές κατά της διαφθοράς τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, με ειδικούς μηχανισμούς ελέγχου και κώδικες συμπεριφοράς των δημοσίων υπαλλήλων.

Δεύτερον, την ποινικοποίηση  των πράξεων διαφθοράς και την επιβολή του νόμου. Τα Κράτη μέρη υποχρεούνται να ποινικοποιήσουν, εκτός από κλασσικές, και νέες μορφές διαφθοράς, όπως η εξαγορά επιρροής και το ξέπλυμα περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από τη διαφθορά.

Υποχρεώνονται, επίσης, να πατάξουν πράξεις συγγενούς εγκληματικότητας για την παρεμπόδιση της δικαιοσύνης.

Τρίτον, τη διεύρυνση και ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας. Τα συμβαλλόμενα μέρη, σύμφωνα με τη Σύμβαση, θα συνεργάζονται σε ζητήματα διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένης της πρόληψης, της ανάκρισης και της δίωξης των δραστών.

Ειδικότερα, θα προβαίνουν σε έκδοση των δραστών σε ένα σαφώς ορισμένο πλαίσιο και θα παρέχουν αμοιβαία δικαστική συνδρομή.

Τέταρτον, την πρόβλεψη για επιστροφή των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν μέσα από τη διαφθορά. Βασική αρχή της Σύμβασης αποτελεί η επιστροφή των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν με πράξεις διαφθοράς. Η πρόβλεψη αυτή είναι σημαντική ιδίως για τις αναπτυσσόμενες χώρες που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τους πόρους που χάνονται.        

Κυρίες και κύριοι,

Η χώρα μας αποδίδει μεγάλη σημασία στην συγκεκριμένη Σύμβαση θεωρώντας ότι αποτελεί ένα σπουδαίο νομικό κείμενο, με παγκόσμιο χαρακτήρα και αξία. Ένα κείμενο που περιλαμβάνει τόσο προληπτικά όσο και κατασταλτικά μέτρα. Ένα κείμενο που  ενισχύει την διεθνή συνεργασία καταπολέμησης της Διαφθοράς. 

Η Ελλάδα δεν έχει μια τυπική παρουσία στη διαμόρφωση του διεθνούς θεσμικού πλαισίου για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Συμμετέχει ενεργά  και δραστήρια. Ήταν παρούσα στις προπαρασκευαστικές εργασίες εκπόνησης της Σύμβασης κατά της Διαφθοράς, στην υπογραφή της στην Merida του Μεξικού το 2003 καθώς και στην πρώτη Συνδιάσκεψη των συμβαλλομένων μερών που έλαβε χώρα στο Αμμάν τον Δεκέμβριο του 2006. 

Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα το 2005συνεισέφερε σε εθελοντική βάση το ποσό των 135.000 δολαρίων ΗΠΑ το οποίο εντάχθηκε σε ευρύτερη δράση προώθησης υπογραφής, επικύρωσης και εφαρμογής της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών κατά της Διαφθοράς από χώρες των Βαλκανίων, της Ανατολικής Ευρώπης, Καυκάσου και Κεντρικής Ασίας. 

Στις αρχές του 2007 η Ελλάδα συνεισέφερε και πάλι εθελοντικά το ποσό των 70.000 δολαρίων για την δημιουργία πιλοτικού σχεδίου για να υποβοηθηθούν οι χώρες να αποστείλουν μία δική τους έκθεση ως προς την εφαρμογή συγκεκριμένων προνοιών της Σύμβασης.

Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό της χώρας μας έχει συσταθεί ειδική νομοπαρασκευαστική Επιτροπή στο Υπουργείο Δικαιοσύνης που επεξεργάζεται τα σχετικά κείμενα της εν θέμα τι Σύμβασης. Είναι δεδομένο σήμερα ότι κάποια σημεία του ελληνικού δικαίου χρειάζονται αντίστοιχη προσαρμογή. Η ενσωμάτωση όμως των ρυθμίσεων της Σύμβασης του ΟΗΕ, όπως και αυτής  του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα συμβάλει καθοριστικά στην ουσιαστική αναβάθμιση του νομικού μας πλαισίου επί θεμάτων καταπολέμησης της διαφθοράς.   Ας μην ξεχνάμε ότι η κύρωση της συνθήκης από τη χώρα μας θα συμβάλει στην ενίσχυση της νομοθετικής πανοπλίας μας και έναντι άλλων σύγχρονων διεθνών προβλημάτων που διασυνδέονται με την διαφθορά όπως το οργανωμένο έγκλημα, η παράνομη διακίνηση ανθρώπων και η τρομοκρατία. Επίκειται η επικύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης από την Βουλή των Ελλήνων στην οποία έχει ήδη προωθηθεί σχετικό σχέδιο κυρωτικού νόμου.


 

Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι δεν θα αργήσει και η επικύρωση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, ελπίζω εντός του έτους. Η πολιτική βούληση της κυβέρνησης είναι δεδομένη και εμείς από την πλευρά μας στο Υπουργείο Εξωτερικών κάνουμε ότι μπορούμε για να επιτυχαίνουμε τις διαδικασίες.  

Κυρίες και κύριοι,

Η διαφθορά  δεν υπονομεύει  μόνο την οικονομική και κοινωνική διάσταση των σύγχρονων κοινωνιών. Πλήττει το πολιτικό σύστημα ενισχύοντας τις τάσεις απαξίωσης και παρακμής της πολιτικής, των πολιτικών κομμάτων, των πολιτικών προσώπων.

Τροφοδοτεί την  κρίση αντιπροσώπευσης που απειλεί τις σύγχρονες δημοκρατίες.

Η καταπολέμηση της διαφθοράς είναι πολιτικό ζήτημα πρώτου μεγέθους.

Γι΄ αυτό χρειάζεται σταθερή και ασυμβίβαστη πολιτική βούληση για την πάταξη της διαφθοράς, για την καταπολέμηση των δράσεων αυτών.

Η κυβέρνηση μας,  έχει τη βούληση να ενισχύσει αποτελεσματικά με μέτρα και μηχανισμούς το θεσμικό πλαίσιο και  τις πολιτικές καταπολέμησης της διαφθοράς.

Χωρίς συγκαλύψεις, χωρίς συμψηφισμούς, χωρίς να φοβηθεί να αποκαλύψει το σύνολο των περιπτώσεων που θα βρει μπροστά της.

Βασική αρχή μας, την οποία  η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει κάνει πράξη, είναι η αναγνώριση και η ανάδειξη του προβλήματος στις πραγματικές του διαστάσεις.

Η διαφθορά είναι πρωτίστως οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται.

Κοινωνικό, διότι όπως έχει αποδειχθεί από σειρά μελετών η διαφθορά καλλιεργεί και εντείνει τις ανισότητες.

Η διαφθορά έχει τις συνέπειες έμμεσου φόρου για τα νοικοκυριά. Οι οικογένειες με χαμηλό εισόδημα είναι εκείνες που πλήττονται περισσότερο καθώς πληρώνουν δυσανάλογα υψηλό ποσοστό του εισοδήματος τους για να έχουν πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες και αγαθά.   

Οικονομικό, διότι η διαφθορά σημαίνει στην πραγματικότητα τεράστιο οικονομικό κόστος και χαμένους πόρους για μια χώρα. Η διαφθορά επηρεάζει αρνητικά και «υποσκάπτει» τις επενδύσεις, την σχέση ποιότητας και κόστους των παρεχόμενων αγαθών και υπηρεσιών, τον υγιή ανταγωνισμό, τη δημοσιονομική κατάσταση.

Το μέγεθος του κράτους και ιδιαίτερα την έκταση των δραστηριοτήτων που παρεμβαίνουν οι δημόσιοι φορείς, χωρίς τον έλεγχο του ανταγωνισμού, καθώς και τον αριθμό των κανόνων και παρεμβάσεων (απαιτούμενες άδειες, πιστοποιητικά κ.λπ.) που επιτρέπουν στους πολιτικούς και στις δημόσιες υπηρεσίες να ασκούν εξουσία και να επηρεάζουν την ζωή των πολιτών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι για την ίδρυση μιας νέας επιχείρησης στη χώρα μας απαιτούνται 38 ημέρες έναντι οκτώ ημερών στην Γαλλία ή μόλις πέντε στην Δανία.

Πολιτικό, ο τρόπος με τον οποίο νομοθετεί το πολιτικό σύστημα και ιδιαίτερα η πολυνομία και η νομοθετική σύγχιση, με τις αναρίθμητες, αντικρουόμενες και διάσπαρτες τροπολογίες, διευκολύνει την ανάπτυξη των φαινομένων διαφθοράς. Στο νομικό και διοικητικό οπλοστάσιο το οποίο υπάρχει για τη δίωξη της διαφθοράς, σημασία δεν έχει τόσο το ύψος των ποινών, όσο η αποτελεσματικότητα των ελέγχων. Σε πολλές περιπτώσεις όπου ο έλεγχος είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος, οι μεγάλες ποινές (που κανείς δεν πιστεύει ότι πρόκειται ποτέ να εφαρμοστούν) δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία. Η  κουλτούρα της ατιμωρησίας που κυριαρχεί στην Ελλάδα, ενθαρρύνει παρά αποθαρρύνει τη διαφθορά.  Οι συμπεριφορές αυτές οδηγούν στην απαξίωση των πολιτικών, της πολιτικής, εν γένει του πολιτικού μας συστήματος.

Κυρίες και κύριοι,

Στην Ελλάδα το πρόβλημα της διαφθοράς είναι δομικό και διαρθρωτικό. Οφείλεται σε χρόνιες παθογένειες, συνήθειες και πρακτικές που διαμορφώθηκαν σε βάθος δεκαετιών που αγγίζουν το σύνολο, κάθε έκφανση, της κοινωνικής και οικονομικής μας ζωής.    

Για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το φαινόμενο αυτό χρειάζεται ένα σύνολο μεταρρυθμιστικών πολιτικών τις οποίες προωθεί η κυβέρνηση μας. Πολιτικές που συνδυάζουν τον περιορισμό των πόρων που διαχειρίζεται το πολιτικό σύστημα και η κρατική γραφειοκρατία, και των κανόνων με τους οποίους παρεμβαίνουν στη ζωή του μέσου πολίτη, με την θέσπιση ανεξάρτητων μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου των κρατικών δραστηριοτήτων.

Λιγότερο κράτος δηλαδή και κυρίως,  κράτος αυστηρότερο με τον εαυτό του και τους λειτουργούς του.

Κυρίες και κύριοι,

Κακά τα ψέματα λοιπόν. Η διαφθορά δεν αντιμετωπίζεται «εν μια νυκτί».  Είναι ένα μακρύ, δύσκολο και επίπονο εγχείρημα, που υπερβαίνει το εκλογικό κύκλο απαιτώντας καλό σχεδιασμό και ξεκάθαρη στοχοθεσία. Η κυβέρνηση έχει κάνει πολλά και σημαντικά βήματα μπροστά.

Η Νέα Δημοκρατία έβαλε ξανά ψηλά στην ατζέντα την πάταξη της διαφθοράς.  Μεταξύ των άλλων, αναφέρω ενδεικτικά:

  • -Την κατάργηση του περίφημου μαθηματικού τύπου και επιστροφή στον τυπικό μειοδοτικό διαγωνισμό.
  • -Την μετατροπή της απιστίας των δημοσίων υπαλλήλων από πλημμέλημα σε κακούργημα.
  • -Την κατάργηση νόμου που είχε αφαιρέσει από την Εισαγγελική Αρχή τη δυνατότητα διενέργειας ανακριτικών πράξεων για τα χρηματιστηριακά αδικήματα.
  • -Την εισαγωγή ηλεκτρονικών διαδικασιών και αναθεώρηση κανονισμού προμηθειών στο Σύστημα Προμηθειών του Δημοσίου.
  • -Την απλοποίηση της διαδικασίας για την ίδρυση και αδειοδότηση επιχειρήσεων, για να εξαλειφθεί ένα μεγάλο πεδίο συναλλαγής.
  • -Την κατάρτιση ολοκληρωμένου χάρτη για τις χρήσεις γης με βάση το εκπονούμενο εθνικό χωροταξικό σχέδιο και το εθνικό κτηματολόγιο.
  • -Την προώθηση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης για περισσότερη διαφάνεια στις συναλλαγές του πολίτη.
  • -Την ενεργοποίηση ελέγχου του πόθεν έσχες για τους δικαστικούς λειτουργούς
  • -Επίσης έχουν βεβαίως ληφθεί μέτρα στον ιδιωτικό τομέα, σε σχέση με την ενεργητική και παθητική δωροδοκία, άσκηση παράνομης επιρροής, λογιστικά αδικήματα και πρόβλεψη για αυστηρές τιμωρίες.

Κυρίες και κύριοι,

Η καταπολέμηση της διαφθοράς δεν μπορεί να είναι θέμα τριβής και έντασης στην κομματική αντιπαράθεση. Δεν  μπορεί να είναι αντικείμενο διχασμού και διάστασης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.

Η πολιτική κατά της διαφθοράς απαιτεί συναίνεση, συνέργειες, κοινές δράσεις όλων των πολιτικών δυνάμεων.

Χρειάζεται μια πολύ ευρύτερη προσπάθεια που να συσπειρώνει πολλές δυνάμεις.

Χωρίς μισαλλοδοξία, χωρίς διάθεση πολιτικής κερδοσκοπίας και πολιτικού ρεβανσισμού. 

Χρειάζεται ασφαλώς να υπάρχει τιμωρία παραδειγματική όσων συλλαμβάνονται.

Το μέτρο της επιτυχίας μας όμως, δε θα βρίσκεται στη σύλληψη όλων των ενόχων, αλλά στον περιορισμό του φαινομένου.

Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις στην πολιτική. Θα ήμουν δε η τελευταία που θα ισχυριζόταν ότι σε τρία χρόνια η πολιτική μας απέβαλε από το δημόσιο βίο της χώρας το δηλητήριο δεκαετιών.  Το σημαντικό είναι ότι υπάρχει ξεκάθαρη πολιτική βούληση.

Πολιτική βούληση που αποδεικνύεται καθημερινά. Σήμερα, είναι η ίδια η Κυβέρνηση, είναι οι επίσημες Αρχές, που αντιμετωπίζουν, αποκαλύπτουν και παραπέμπουν, οτιδήποτε δημιουργεί υπόνοιες για βλάβη του δημόσιου συμφέροντος. Η αδράνεια δεν γίνεται αποδεκτή, δεν αποτελεί εναλλακτική διέξοδο. Μόνοι μας όμως είναι βέβαιο ότι δεν μπορούμε να πετύχουμε. Θα χρειαστούμε το σύνολο της συμμαχίας της κοινωνίας η οποία το απαιτεί από εμάς και από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Πιστεύω ότι σήμερα από κοινού αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι αυτό πλήττει τη δημοκρατία, πλήττει το πολιτικό σύστημα, πλήττει και τους πολιτικούς και οφείλουμε να αντιδράσουμε

Σας ευχαριστώ πολύ.