Μυθιστόρημα της  Ελένης Κατσουλάκη

Γράφει ο Βάιος Φασούλας

Είναι θαυμάσιο, γοητευτικό και ελκυστικό να βρεθείς στην πνευματική γιορτή των Μουσών, να προσεγγίσεις την οικοδέσποινα και αν δεν καταστεί εφικτό ν’ αγγίξεις τον πολυδύναμο «ηλεκτρισμό» της, τουλάχιστον ν’ αφουγκραστείς τις ανάπνες και τους παλμούς της και ν’ αφεθείς λεύτερος στο ταξίδι που με περίσσια αγάπη σού προσφέρει.

 

Πρόκειται για ένα ονειρικό ταξίδι σε μια μυθική και πολύπαθη Χώρα της Ανατολής, όπου η φαντασία και ο μύθος εξουδετερώνονται απ’ την ωμή πραγματικότητα. Εκεί θ’ αντικρίσεις και θα ζήσεις τον αέρα μιας μοναδικής μαεστρίας, που με τα λεπτεπίλεπτα δάχτυλά της αρπάζει και ξετυλίγει τον τραχύμαλλο και αποπνικτικό μανδύα ενός θεάτρου, πλαισιωμένου από αποπνικτική κοινωνικοπολιτική και θρησκευτική θολούρα, πλεγμένη και μπηγμένη κατάκαρδα στα Ανθρώπινα Ιδεώδη και Δικαιώματα, απ’ τις μολυσμένες«λόγχες» των ονάγρων. Σ’ έναν κόσμο μέσα στον κόσμο μας, εξαρτημένο από κάθε άποψη από θεό και άνθρωπο. Αυτόν το μανδύα κατάφερε και ξετίναξε κυριολεκτικά στον αέρα η Ελένη Κατσουλάκη με το βιβλίο της «Ο Τυφλός Θεατρίνος» διαλύοντας το πέπλο μιας  θεοκρατούμενης και αυταρχικής κοινωνίας όπου, πολλές φορές, στ’ όνομα του Αλλάχ και του Αυτοκράτορα, ο πολυποίκιλος θάνατος τού ανθρώπου κυριαρχεί και ευλογείται.

Από τη θέση αυτή θέλω να συγχαρώ την Ελένη Κατσουλάκη για την σπάνια καλλιτεχνική  νότα  που προσθέτει με το έργο της στη Λογοτεχνία και ιδιαίτερα στον έτσι και αλλιώς διαπρεπή και φωτισμένο Ελληνικό Απόδημο χώρο των Ελλήνων Λογοτεχνών-Συγγραφέων της Διασποράς. Θεωρώντας το πνευματική υποχρέωσή μου, τόλμησα να κάνω αυτή τη μικρή εισαγωγή, προκειμένου να εκφράσω τα συναισθήματά μου που συγκλονίστηκαν, διαβάζοντας το έργο «Ο Τυφλός Θεατρίνος».

Επίσης, η πρόσφατη βράβευση της Ελένης συντάραξε τον κόσμο μας· τον κόσμο της Ομογένειας. Μια βράβευση που αν μη τι άλλο αποτελεί και την «έκρηξη» των γεγονότων, που η «μαέστρος» με το ταλέντο που τη διακρίνει, μέσα από τις παραστατικές εικόνες που καταγράφονται στις βαμμένες από ανθρώπινο πόνο και αίμα κουρτίνες τού θεάτρου, διαβάζοντας το βιβλίο της, τις ζει!

 Η αθρόα συμμετοχή των δύο και άνω χιλιάδων ανθρώπων των γραμμάτων και της τέχνης, που παραβρέθηκαν στο πνευματικό και επιτυχημένο «πάρτι» της Ελένης Κατσουλάκη, που διοργάνωσε στις 28 Ιουνίου 2007 η «Κρητική Ένωση Αμερικής» σε συνεργασία με επιφανείς Ομογενείς των γραμμάτων και της τέχνης, στο ξενοδοχείο SΗΕRΑΤΟΝ στη Βοστόνη, τίμησαν την συγγραφέα με το Βραβείο Λογοτεχνίας. Την παρουσίαση του βιβλίου «Ο Τυφλός Θεατρίνος» την φιλοξένησε ο πρόεδρος της Παγκρητικής Ένωσης κ. Μανόλης Βελιβασάκης και ο ραδιοεκφωνητής της Νέας Υόρκης κ. Μανόλης Κουρουμπάκης.

Παρεμπιπτόντως, η ταπεινή άποψη του γράφοντα είναι ότι ο εκδοτικός οίκος «Κονιδάρη» θα πρέπει να νιώθει περήφανος και τυχερός για το έργο της Ε. Κατσουλάκη. Επίσης ας γνωρίζει ότι το «άστραμμα» που άφησε αυτό το βιβλίο θα μείνει στα πνευματικά συρτάρια της διαχρονικότητας.

Πολλά γράφτηκαν, πολλά ακούστηκαν και πολλά μηνύματα άφησε αυτό το βιβλίο. Σ’ αυτό το πνευματικό «πάρτι» διαρκείας, καταθέτω κι εγώ τις ταπεινές μου απόψεις. Το ρηξικέλευθο ταξίδι που μου χάρισε η Ελένη το χάρηκα και επιστρέφοντας διαπίστωσα πως «Ο Τυφλός Θεατρίνος» μ’ απλοχεριά χαρίζει στον αναγνώστη πολλές εντυπώσεις ως προς την τέχνη και τη γοητεία του γραπτού λόγου της.   

 «Όταν οι κακοί ανέρχονται σε αξιώματα, όσο ανάξιοι είναι, τόσο περισσότερο άμυαλοι γίνονται και γεμίζουν από θράσος και αφροσύνη» (Δημόκριτος). 

Η Περσία είναι η πολύπαθη Χώρα της Ανατολής που μας ταξιδεύει η Ελένη. Παράτολμη και αντικειμενική σε κάθε σελίδα του βιβλίου της συγκρούεται με την καθημερινότητα αυτής της χώρας, στην οποία έζησε για πολλά χρόνια. Μια καθημερινότητα – αέναη πληγή, που στάζει ό, τι κακό μπορεί να στάξει μια πληγή. Πέρα από τον λογοτεχνικό της λόγο, που γοητεύει και συναρπάζει, οι επισημάνσεις της για τα αίτια που γεννούν τον πόνο και τη δυστυχία στον περσικό λαό, πολλές φορές «πονάνε». Πόνος στον πόνο λοιπόν, θυμίζει το «μάχαιρα έδωσες…» και αντιπαραθέτει το δικό της «αντίπαλο δέος» έναντι των απολυταρχικών και θεοκρατικών συστημάτων και βεβαίως με δεξιοτεχνία καταφέρεται και έναντι των μεγάλων δυνάμεων με τέτοιο τρόπο, που ακόμα και ένας αφελής υποστηριχτής ή δούλος διαβάζοντας το, ίσως ν’ αλλάξει γνώμη για τη θεώρηση των πραγμάτων.

Η έντεχνη και πραγματική ενεργοποίηση όλων των ανθρωπίνων αισθήσεων και συναισθημάτων, όπως του πόνου, της δυστυχίας και του διωγμού, ο αγώνας για τη σωτηρία της χαμένης και ποδοπατημένης αξιοπρέπειας, της ανεξάντλητης αγάπης για τον συνάνθρωπο με κυρίαρχο το συναίσθημα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τη δύναμη για ζωή, ακόμα και όταν αυτή είναι τυφλή και περνά μέσα από μύριες οξύμωρες και επικίνδυνες διακυμάνσεις, όπως αυτή του δωδεκάχρονου Καρίμ, του τυφλού θεατρίνου και πραγματικού ήρωα. 

Είναι πασιφανές ότι ο οδοστρωτήρας της «Pax Americana»περνά απ’ τη Μέση Ανατολή και η συγγραφέας με την τόλμη και το ρεαλισμό που τη διακρίνει δεν άφησε στιγμή ήσυχους τους «αρχιτέκτονες» και δημιουργούς των «κακών κειμένων» αυτής της Χώρας και γενικότερα όλου του κόσμου. Καλός    ο    «μαύρος»    χρυσός,    αλλά    καλλίτερος    ο    άνθρωπος.    Ωφελήθηκαν    τα    μεγάλα    συμφέροντα,    αλλά    ποδοπατήθηκε    η    ανθρώπινη    αξιοπρέπεια. Και     επειδή    η    σημασία    της    ανθρώπινης    αξιοπρέπειας    είναι    ακατάληπτη    ή    δεν    αρκεί    στην    κάθε    καθεστηκυία    τάξη,    προκειμένου    να    επιβιώσει    ξεπαστρεύει    τους    λαούς    της    Μέσης    Ανατολής.

Περσία λοιπόν και από τη μια η Ελίτ του Σάχη, «…Κοιλαράδες έμποροι με φρεσκοβαμμένα μουστάκια, καθισμένοι νωχελικά στα κατώφλια των μαγαζιών, στριφογυρίζουν με μεράκι τα κεχριμπαρένια κομπολόγια τους, χαζεύοντας αδιάφορα τον πολύβουο  ρυθμό της εξωτικής αγοράς…» κι από την άλλη, «αναμαλλιασμένοι χαμάληδες και λιγδιασμένοι αγωγιάτες μουσκεμένοι στον ιδρώτα, με τσιμπλιασμένα μάτια και λιπαρά γένια, ξεφορτώνουν σκυθρωποί τις πολύτιμες πραμάτειες στα στενά πεζοδρόμια, βλαστημώντας χυδαία : χειροποίητα, πολύχρωμα Περσικά χαλιά, χάλκινα σκεύη, πήλινα δοχεία, χρυσά κοσμήματα, φέσια, κελεμπίες και πολύτιμα μεταξωτά υφάσματα…».  Και ο Καρίμ να δίνει τις μάχες του. Είτε θεατρίνος, είτε φυλακισμένος και απάνθρωπα βασανισμένος μέσα στα μπουντρούμια της μοναρχικής Περσίας. «Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο με τη ΣΑΒΑΚ ξοπίσω μας», παρατήρησε ο θείος Χότζα. «Ξέρετε καλά ότι έχει απόλυτη εξουσία : διευθύνει τις δικές της φυλακές με τις πρωτόγονες μεθόδους βασανιστηρίων, όπως ασφυξία, άνοιγμα κεφαλιών, βγάλσιμο νυχιών, κάψιμο γεννητικών οργάνων, ηλεκτροσόκ, σπάσιμο σαγονιών, κ.τ.λ. Ακούσαμε φρικτές ιστορίες από δεσμοφύλακες οι οποίοι βρήκαν καμένα ανθρώπινα μέλη σε αρκετά απομακρυσμένα φαράγγια. Γυναίκες που επέζησαν από τις φυλακές αποκάλυψαν ιστορίες για κτηνώδη βασανιστήρια, όπως να τους βάζουν στον κόλπο τους σπασμένα γυαλιά!…»

Ο τυφλός θεατρίνος απεγνωσμένα μέσα από πλανόδιες θεατρικές παραστάσεις προσπαθεί να περάσει στο λαό του το νόημα της υποβάθμισης της ανθρώπινης νοημοσύνης και την άρνηση των πολιτών να μεταβληθούν σε όχλο ή «πράγμα».

Την επικράτηση του μίσους στην Περσία του Σάχη ο Καρίμ την πλήρωσε με το φως του. Δωδεκάχρονος ήταν όταν φύλαγε τα πρόβατα του αφέντη του κι ήρθαν οι κλέφτες και του άρπαξαν μερικά. Έξαλλος και οργισμένος ο αφέντης του, αφού τον σκότωσε στο ξύλο…«Τράβηξε απότομα τη σκαλισμένη στη Δαμασκό χαντζάρα του από το θηκάρι της, την στριφογύρισε απειλητικά στον αέρα και βρύχησε σαν τσακάλι. Τα αεικίνητα διαβολικά του μάτια άστραψαν κάτω από το χλομό φως του φεγγαριού. Σήκωσε το σφαδιαμένο σώμα του Καρίμ και έμπηξε μανιασμένα την κοφτερή λεπίδα στα μάτια του, ώσπου οι κόγχες τους γέμισαν αίμα…»

Οι συνεχείς παραστάσεις και το αφηγηματικό ύφος (άλλη μια γοητεία της τέχνης της συγγραφέα) απαλύνει τον ψυχικό κόσμο τού αναγνώστη, που ζει «έντρομος» το μαρτύριο του τυφλού Καρίμ και του περιπλανώμενου θιάσου. Η πλοκή και η δομή στον Γολγοθά του «Τυφλού Θεατρίνου» συναγωνίζονται, παίρνοντας διάφορες μορφές, ανάλογα με το χώρο που κινείται ο περιπλανώμενος θίασος.

Στην αρχή του δεύτερου μισού του περασμένου αιώνα, στην κοινωνικοπολιτική αρένα της υπόδουλης αυτοκρατορικής Περσίας, η συγγραφέας δίνει τον καλλίτερο εαυτό της. Η Ελίτ ζει στον κόσμο της και οι θεατρίνοι στον δικό τους. Γράφει μεταξύ άλλων, «…Η Τεχεράνη ήταν στολισμένη γιορτινά με χιλιάδες χάρτινα λουλούδια. Πανό, φωτογραφίες και σημαίες του σάχη κρέμονταν από τα παράθυρα και τα φώτα των δρόμων. Η πρωτεύουσα γιόρταζε θριαμβευτικά την επιστροφή του νεαρού μονάρχη, Ρεζά Μοχάμαντ Παχλαβί…», ενώ παράλληλα η εμμονή του Καρίμ ενάντια στο κατεστημένο, στην απειθαρχία, στην αποφασιστικότητα και στην ελπίδα να μείνει ορθός μέχρι το τέλος, δίνουν τις διαστάσεις του αγώνα του, ενισχύοντας την ελπίδα στην πράξη… «Δεν αντέχω άλλο την υποταγή, Τάρα. Πάλευα χρόνια ολόκληρα ανάμεσα σ’ αυτή και την εξέγερση. Η μοίρα δεν είναι γραμμένη, μικρή μου φίλη. Τίποτε δεν είναι γραμμένο! Εμείς φτιάχνουμε τη μοίρα μας! Θέλω να βγω από τη σπηλιά μου σαν άνθρωπος και να ανακαλύψω την ζωή».

Το χιούμορ βέβαια, που  δίνει ψυχική ανάταση, κουράγιο και ελπίδα, δε θα μπορούσε να λείπει από τις ξεραμένες «οάσεις» του αυτοκράτορα. «…Αυτά τα γραμματόσημα δεν κολλάνε στο φάκελο, Μεγαλειότατε». Ταραγμένος ο σάχης, πήρε ένα γραμματόσημο, το έφτυσε από πίσω και το κόλλησε στο φάκελο χωρίς καμία δυσκολία. «Ορίστε, ανόητε, βλέπεις; Μια χαρά είναι τα γραμματόσημα, το κεφάλι σου δεν πάει καλά». «Ω, κατάλαβα» αναφώνησε αθώα ο χωρικός. «Βλέπεις, εμείς στο χωριό φτύνουμε πάντα το μπροστινό μέρος του γραμματόσημου όπου είναι ζωγραφισμένη η φάτσα σου, Μεγαλειότατε!».

Θα μπορούσα να γράφω ασταμάτητα,  θα κλείσω ωστόσο μ’ ένα εκστατικό ερωτικό απόσπασμα κι ας φροντίσουν οι αναγνώστες να προμηθευτούν το βιβλίο της Ελένης Κατσουλάκη «Ο Τυφλός Θεατρίνος».

«Ο Καρίμ την πήρε τρυφερά στην αγκαλιά του και την κράτησε σφιχτά. Ύστερα σκούπισε τα δάκριά της με τρεμάμενα χέρια. Τολμηρά άνθη πάθους σαν τον φοίνικα αναδύθηκαν από τις στάχτες και πέρασαν το απαγορευμένο σύνορο ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο όνειρο. Ο πόθος, σαν κατακόκκινο λουλούδι με πύρινα πέταλα, θόλωσε το νου του. Ασυγκράτητοι, κατακτητικοί πειρασμοί τρύπωσαν στο λαβύρινθο της σκέψης του και αποπλάνησαν τις ανθρώπινες ορμές του. Ανασήκωσε το πηγούνι της και τη φίλησε με πάθος στα φλογισμένα της χείλη για πρώτη φορά. Τότε, για μερικές μαγικές στιγμές απίστευτης έκστασης και αγαλλίασης, ο Καρίμ και η Τάρα έγιναν ένα. «Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ», βόγκησε η κοπέλα μεθυσμένη από έρωτα. «Οι λέξεις είναι μικρές και χωρίς νόημα. Χάνονται στη μαγεία των συναισθημάτων. Έχουμε μόνο αυτή τη φευγαλέα στιγμή του χρόνου», απάντησε ο νέος. Η Τάρα έτρεμε στο ερωτικό του άγγιγμα. Οι αισθήσεις της πήραν φωτιά από την έντονη προσμονή και το φλογερό πόθο. Έγειρε πάνω από το γυμνό, λαχταριστό κορμί της και σφράγισε τα χείλη της με τα δικά του. Με τρεμάμενα χέρια χούφτωσε τα στήθη της, σαν τον ετοιμοθάνατο που τρέχει σε μια έρημη όαση. Τα φλογισμένα κορμιά τους ενώθηκαν άγρια στα ορμητικά κύματα του πάθους και άρχισαν μια αργή, αισθησιακή πάλη – ενώνονταν, χωρίζονταν, ύστερα ενώνονταν ξανά. Βογκητά και ερωτικές κραυγές από την ηδονή και την έκσταση γέμισαν το δωμάτιο, σε τέλεια αρμονία με τους νόμους της φύσης…»

Όποιος διαβάζει το βιβλίο, ανιχνεύει και τους ψυχικούς παλμούς της συγγραφέως. Διορατικότητα, οξυδέρκεια, ρεαλισμός, αγάπη για το συνάνθρωπο, είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά, που κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μου άγγιξα. Συγκλονιστικές και ολοζώντανες οι παραστάσεις. Μέσα στο λαβύρινθο των παθών μπορεί κανείς να συναντήσει και τον εαυτό του: τον όμορφο ή τον άσχημο, τον πιστό ή τον άπιστο, τον διορατικό ή τον εγκλωβισμένο στον εγωισμό, στην ύλη, στην αδιαφορία και στον συμβιβασμό, που σαν μάγος ο Καρίμ, χάρη στα ανθρώπινα ιδεώδη και την βασανιστική αυτοθυσία του, ανατρέπει. Κι αυτό είναι το μήνυμα.

Τρίκαλα, Αύγουστος 2007  http://www.fasoulas.de/     *    pelasgos@fasoulas.de]