ο επίτιμος πρέσβης για τη διπλή ονομασία των Σκοπίων

Συνέντευξη  στον ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΤΣΙΟ

Από τη στιγμή που ως χώρα δεχθήκαμε έστω κατ' αρχήν να υπάρξει σύνθετη ονομασία ενισχύσαμε την αδιαλλαξία των Σκοπίων. Αυτό υπογραμμίζει ο κ. Θέμος Στοφορόπουλος, επίτιμος πρέσβης, συμπληρώνοντας ότι όσο και εάν φαίνεται παράδοξο δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ ονομασίας απλής και σύνθετης εκτιμώντας, ότι θα επακολουθήσουν δυσμενέστατες συνέπειες και στις δύο περιπτώσεις λόγω του ιστορικο-πολιτικού χαρακτήρα του θέματος. Θεωρεί ότι ήταν απόλυτα ορθή η θέση «όχι Μακεδονία ή παράγωγα» και ότι αυτό ο ελληνικός λαός το αντιλαμβάνεται όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.

– Προβληματίζουν την Αθήνα οι εξελίξεις περί την ονομασία της FYROM μετά από την κατάθεση των προτάσεων Νίμιτς. Η διπλή ονομασία τελικά πόσο εύκολα θα γίνει αποδεκτή από την ελληνική πλευρά; Σε διαφορετική περίπτωση θα ασκήσουμε βέτο, το οποίο όμως ενέχει πολιτικό τίμημα για τη χώρα;

 Η ελληνική πλευρά έχει δεχθεί την ιδέα περισσότερων της μίας ονομασιών. Προ πολλού. Από τότε που η Αθήνα συμφώνησε, αν κιόλας δεν πρότεινε, να έχουν τα Σκόπια άλλη ονομασία για εξωτερική χρήση και άλλη για εσωτερική. Πολλά μάλιστα ελληνικά ΜΜΕ αποκαλούν συνεχώς τη δεύτερη «συνταγματική». Σα να μην πρέπει οι Σκοπιανοί αυτήν ακριβώς τη «συνταγματική» τους ονομασία να αλλάξουν, τροποποιώντας (και ως προς το σημείο αυτό) το σύνταγμά τους, που οι ίδιοι συνέταξαν έτσι ώστε να προωθεί τον εναντίον μας επεκτατισμό τους. Νομίζω πως η διαφορά εσωτερικής-εξωτερικής χρήσης θα ήταν διεθνώς μοναδική. Δεν γνωρίζω άλλη τέτοια περίπτωση. Ακόμα όμως και αν υπάρχει, δεν πρέπει να παραβλέπεται η ιδιαιτερότητα του σκοπιανού ιδεολογήματος. Αφήστε που η διάκριση δεν μπορεί να εφαρμοστεί με συνέπεια: η χρήση, π.χ., σκοπιανών ταυτοτήτων, οι οποίες θα έφεραν το «εσωτερικό» όνομα και θα επείχαν και θέση διαβατηρίου, δεν θα ήταν και εξωτερική; Μετά, πάντως, από αυτή την, βάσει αμερικανικής υποδείξεως, υποχώρηση των ελληνικών κυβερνήσεων, ήταν φυσικό να επακολουθήσεων προτάσεις για περαιτέρω διαφοροποιήσεις: άλλη ονομασία για όσα κράτη δεν έχουν αναγνωρίσει τα Σκόπια ως «Μακεδονία» και διαφορετική για τα υπόλοιπα, άλλη για την Ελλάδα και τους διεθνείς οργανισμούς, για τα διαβατήρια, κ.ο.κ. Ανάλογα ισχύουν για την απλή ή σύνθετη ονομασία. Από τη στιγμή που δεχθήκαμε, έστω κατ' αρχήν, να υπάρξει σύνθετη ονομασία, ενισχύσαμε την αδιαλλαξία των Σκοπίων, αλλά και την εκτίμηση της Ουάσιγκτον ότι και αυτή τη φορά θα υπακούσουμε στα κελεύσματά της. Με την αποδοχή της δυνατότητας σύνθετης ονομασίας παραδοθήκαμε άνευ όρων. Διότι, όσο και αν εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξο, δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ ονομασίας απλής και σύνθετης και άρα θα επακολουθήσουν οι ίδιες δυσμενέστατες συνέπειες και στις δύο περιπτώσεις λόγω του ιστορικο-πολιτικού χαρακτήρα του θέματος, σε συνδυασμό με τον κύριο εν προκειμένω παράγοντα που είναι ο υπαρξιακός επεκτατισμός των Σκοπίων. Γιατί λέμε πως δεν υπάρχει διαφορά; Διότι οποιοσδήποτε προσδιορισμός του όρου «Μακεδονία» είναι πολύ πιθανό να ατονήσει και να μη χρησιμοποιείται. Αλλά και αν αυτό δεν γίνει, τα Σκόπια θα είναι το μόνο κράτος που θα έχει στο όνομά του τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγό του. Έτσι, για τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που δεν θα ξέρουν καν την ύπαρξη ελληνικής και βουλγαρικής Μακεδονίας, η λέξη «Μακεδονία» θα ταυτίζεται με τα Σκόπια και μόνο. Υπάρχει όμως και ένας τρίτος λόγος, ίσως ο πιο σημαντικός. Ότι αν ο προσδιορισμός επιζήσει στην πράξη και αν χρησιμοποιείται εν γνώσει της διαιρέσεως της Μακεδονίας σε ελληνική, βουλγαρική και σκοπιανή, τότε ο προσδιορισμός θα ενισχύει τον επεκτατισμό των Σκοπίων διεθνώς (όπως και στο εσωτερικό του σκοπιανού κράτους). Διότι είναι αλήθεια πως γίνεται γενικά δεκτό ότι η γεωγραφική Μακεδονία κατανεμήθηκε ανισομερώς σε τρία μέρη. Είναι αλήθεια ότι μεγάλο ποσοστό των Σκοπιανών είναι Σλάβοι. Και είναι αλήθεια ότι το σημερινό σκοπιανό κράτος είναι νέο, με την έννοια ότι διαδέχθηκε το νοτιότερο ομόσπονδο κράτος της Γιουγκοσλαβίας. Αν, λοιπόν, δεν υπήρχε ο «μεγαλομακεδονισμός» των Σκοπιανών, θα μπορούσε το κράτος τους να ονομασθεί «Άνω Μακεδονία», «Σλαβομακεδονία» ή «Νέα Μακεδονία». Όμως υπάρχει και θα εξακολουθήσει να υπάρχει το επεκτατικό ιδεολόγημα των βορείων γειτόνων μας περί της μίας μεγάλης Μακεδονίας: της γεωγραφικής περιοχής, η οποία, ενώ θα έπρεπε, κατ' αυτούς, να είναι ενωμένη και «μακεδονική» (να ανήκει, δηλαδή, ολόκληρη στο «έθνος» που οι Σκοπιανοί ισχυρίζονται ότι αποτελούν και που διατείνονται ότι είναι το ίδιο με εκείνο των αρχαίων Μακεδόνων) παραμένει, η μείζων αυτή περιοχή, διηρημένη και κατεχόμενη, στο μεγαλύτερο μέρος της, από τους Έλληνες και τους Βουλγάρους. Εξίσου με το απλό, χωρίς προσδιορισμό, όνομα «Μακεδονία», οποιοδήποτε σύνθετο (με γεωγραφικό, εθνικό ή χρονικό επίθετο) θα ενισχύει αυτό το επεκτατικό ιδεολόγημα των Σκοπίων ως «μακεδονικού» Πεδεμοντίου. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι τα Σκόπια έχουν χρησιμοποιήσει τέτοιους προσδιορισμούς: Vardar Makedonija, Slavomakedonija, Nova Makedonija. Πρόσθετη απόδειξη αποτελούν οι πληροφορίες, αν αληθεύουν, ότι τα Σκόπια είχαν παρασκηνιακά δεχθεί, ή θα δεχόντουσαν, σύνθετη ονομασία. Δεν το έπραξαν, για λόγους διαπραγματευτικούς και κρατικού κύρους. Ήταν, συνεπώς, απόλυτα ορθή και καθόλου μαξιμαλιστική η θέση «όχι Μακεδονία ή παράγωγα». Και αυτό ο ελληνικός λαός το αντιλαμβάνεται, όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.
Ως προς το βέτο. Η άσκηση ή απειλή του, αν είναι πραγματική και όχι εικονική κατόπιν προσυνεννοήσεως, σημαίνει, παντού και πάντοτε, ότι ο ασκών ή απειλών δεν βρίσκεται σε φιλικό περιβάλλον. Μπορεί όμως να υπάρξει γνήσιο βέτο της ελληνικής κυβέρνησης στο ΝΑΤΟ ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Η συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτά τα αλληλοσυνδεόμενα μορφώματα είναι αποτέλεσμα συγκεκριμένων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών στην πατρίδα μας. Οι συνθήκες αυτές αποκλείουν το γνήσιο βέτο. Και επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά η διάσταση μεταξύ των συμφερόντων του ελληνικού λαού και της συμμετοχής της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.

– Ποιος βλέπετε να είναι ο ρόλος των ΗΠΑ απέναντι στην κυβέρνηση των Σκοπίων; Είναι διατεθειμένη η αμερικανική πλευρά να πιέσει ώστε να εξευρεθεί σύντομα λύση;

– Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ενισχύσει, επί πολλά χρόνια και συστηματικά, το σκοπιανό ιδεολόγημα. Με στόχο να ανεξαρτητοποιηθεί ακόμα μια συνιστώσα της διαλυμένης Γιουγκοσλαβίας, να την προσεταιρισθούν και να την εκμεταλλευθούν, αποκτώντας σε αυτήν στρατιωτικές βάσεις, εντάσσοντάς την στους ευρωατλαντικούς θεσμούς, αλλά και χρησιμοποιώντας την ως μέσο πίεσης επί της Ελλάδος ή και της Βουλγαρίας. Αυτό που τώρα επιδιώκουν οι ΗΠΑ, διά του κ. Νίμιτς, είναι να πιεσθεί η ελληνική κυβέρνηση να δεχθεί μια φόρμουλα με την οποία θα προσπαθήσουν να εξαπατήσουν τον ελληνικό λαό.

– Το γεγονός ότι εδώ και πολλά χρόνια ως χώρα διατηρούμε στενές οικονομικές σχέσεις με τα Σκόπια και θεωρούμαστε γι' αυτούς βασικός παράγοντας σταθερότητας δεν θα έπρεπε λογικά να είχε συμβάλει στην ανάπτυξη μεγαλύτερης επιρροής μας; Δεν θα έπρεπε να διαδραματίζουμε πιο ενεργό ρόλο στα Βαλκάνια;

– Ουδέποτε, όσο γνωρίζω, ζητήθηκε από τους Έλληνες επιχειρηματίες να ασκήσουν μια τέτοια επιρροή. Θα το έπρατταν; Δεν έχω το δικαίωμα να υποτιμήσω τον πατριωτισμό κανενός, αλλά δεν μπορώ να μη θυμηθώ τη συμπεριφορά ορισμένων Ελλήνων επιχειρηματιών διαρκούντος του εμπάργκο κατά των Σκοπίων. Γενικότερα, πόσο εύκολο είναι για το ελληνικό κεφάλαιο να στραφεί εναντίον της αμερικανικής πολιτικής;

– Πόσο βάσιμοι είναι οι φόβοι ότι μπορεί να αναβιώσει ο βαλκανικός επεκτατισμός μετά και την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσόβου; Υπάρχει κίνδυνος διαμελισμού των Σκοπίων λόγω της αλβανικής μειονότητας στο Τέτοβο;

– Η «αναγνώριση» της «ανεξαρτησίας» του Κοσόβου, συνέχεια της επίθεσης εναντίον της Γιουγκοσλαβίας το 1999, δεν θα γινόταν αν το Διεθνές Δίκαιο, όπως το ξέραμε, δεν είχε ουσιαστικά καταργηθεί μετά τις ανατροπές του 1989-90. Είναι φανερό ότι αυτό που ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ θέλουν είναι «σταθερότητα» στα Βαλκάνια υπό την επικυριαρχία τους. Τι μπορεί να χαλάσει τα σχέδιά τους; Πρώτον, οι ανταγωνισμοί των μεγάλων δυνάμεων (των δυτικών μεταξύ τους και μεταξύ αυτών και της Ρωσίας). Δεύτερον, οι βαλκανικοί εθνικισμοί και η σχέση τους με τις εξωβαλκανικές δυνάμεις. Τρίτον, η αντίσταση των λαών, το μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε.