Το διήμερο 4 και 5 Απιρλίου έγινε συνάντηση στη Ζυρίχη με θέμα «Συντακτική Συνέλευση από τους Κύπριους για τους Κύπριους». Διοργανωτής ένας Ελβετός καθηγητής πανεπιστημίου. Στο διήμερο αυτό ακούστηκαν πολλές και ενδιαφέρουσες εισηγήσεις μεταξύ αυτών και του καθηγητή στο πανεπιστήμιο Πειραιώς κ. Παναγιώτη Ήφαιστου. Εκτός από την εκτενή αρθρογραφία του καθηγητή στον Κυπριακό Τύπο, ο ίδιος έστειλε και επιστολή προς την Κυπριακή πολιτική ηγεσία στην οποία εκθέτει μια σειρά από ενδιαφέρουσες απόψεις με αφετηρία το Συνέδριο αυτό. ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Kαθηγητής  Παναγιώτης Ήφαιστος

Τμήμα Διεθνών και  Ευρωπαϊκών Σπουδών

 

Υπουργό Εξωτερικών κ Κυπριανού

Πρόεδρο της Βουλής & Αρχηγούς κομμάτων

Αγαπητέ κ Πρόεδρε,

αγαπητέ κ Υπουργέ,

αγαπητέ κ Πρόεδρε της Βουλής, κ Αρχηγοί κομμάτων

Όπως γνωρίζετε έγινε στην Ζυρίχη συνέδριο για «μια Συντακτική Συνέλευση για λύση του κυπριακού. Δική μου άποψη είναι ότι μια «Συντακτική Συνέλευση από τους κύπριους για τους κύπριους» που θα επιδιωχθεί με σωστό και πολιτικά υπεύθυνο τρόπο αποτελεί την μόνη, ενδεχομένως, εφικτή μεσοπρόθεσμη διέξοδο βιώσιμης επίλυσης του κυπριακού. Σας καταγράφω τις εντυπώσεις μου ή σας πληροφορώ για τα εξής:

1. Εισηγήσεις καθηγητών: Επισυνάπτω εισηγήσεις, που ίσως βρείτε χρήσιμες και ενδιαφέρουσες. Την δική μου, του Καθηγητή Γ. Κασιμάτη και του Καθηγητή Στ. Περράκη. Ιδιαίτερα οι δύο τελευταίες, θίγουν καίρια ζητήματα που αφορούν μια πιθανή νέα προσπάθεια σύγκλισης μιας «Συντακτικής Συνέλευσης από τους κύπριους για τους κύπριους» που θα διαφυλάττει την Διεθνή και Ευρωπαϊκή νομιμότητα. Αυτή την φορά όμως, ελπίζω, μια τέτοια πρωτοβουλία θα παρθεί από τον πολιτικά υπεύθυνο φορέα δηλαδή την Κυπριακή Δημοκρατία. Προϋποθέτει σχεδιασμό, συναίνεση στο εθνικό Συμβούλιο και συντεταγμένη στρατηγική ενσωμάτωσής της στην εθνική στρατηγική Λευκωσίας και Αθήνας.

2. Στάση τουρκικής πλευράς στο συνέδριο: Στο συνέδριο οι τούρκοι και τουρκοκύπριο συνάδελφοι -συμπεριλαμβανομένων των οπαδών του Ταλατ- εμφανίστηκαν ενωμένοι σαν μια γροθιά και υποστήριξαν, βασικά τα εξής:

α) Δεν υπάρχει ζήτημα εφαρμογής της νομιμότητας μιας και υπάρχουν τετελεσμένα στα οποία «πρέπει» να προσαρμοστούμε. Για τους τούρκους όλων των πολιτικών και ιδεολογικών τάσεων «ο ισχυρός πρέπει να επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος να συμμορφώνεται πλήρως και μέχρι πλήρους προσαρμογής στον ισχυρό».

β) Τα τετελεσμένα, υποστήριξαν ανοικτά οι Τούρκοι σύνεδροι, επιβάλλουν μια συγκυριαρχία ισότιμων κρατών. Σημαντικό είναι να επισημανθεί ότι δεν θέλουν δύο κυρίαρχα κράτη ή διπλή ένωση. Ρητά, περιγραφικά και ξεκάθαρα θέλουν δύο ανεξάρτητα κράτη σε συνομοσπονδία υπό την υψηλή τουρκική εποπτεία, στρατιωτική και κάθε άλλου είδους. Το δήλωναν ρητά και απερίφραστα.

γ) Στα κατεχόμενα δεν φαίνεται να υπάρχουν και πολλοί νεοκύπριοι κτλ. Όσον αφορά τα τετελεσμένα και τον χαρακτήρα του κράτους που θέλουν οι τούρκοι και τουρκοκύπριοι όλων ανεξαιρέτως των τάσεων υποστηρίζουν το ίδιο ακριβώς πράγμα (ενώ την ίδια στιγμή αναμένουν από την αδύναμη-ηττημένη πλευρά να κάνει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, να αποδυναμωθεί πνευματικά και συνειδησιακά για να προσαρμοστεί στον ισχυρό, βλ. πιο κάτω).

δ) Οι τουρκοκύπριοι χωρίς εξαιρέσεις υποστήριζαν τα εθνικά συμφέροντα και «δικαιώματα» της Τουρκίας, θεωρώντας πως μια τέτοια στάση είναι αυτονόητα ορθή και ενδεδειγμένη.

ε) Με θρασύτητα χιλίων πιθήκων πρότασσαν ψεύδη που τα εκστόμιζαν ως και να είχαν απέναντί τους ηλίθιους. Για παράδειγμα: α) Ο Μακάριος άλλαξε το Σύνταγμα το 1963. β) Οι τουρκοκύπριοι και ελληνοκύπριοι ποτέ δεν έζησαν ειρηνικά. γ) Οι ελληνοκύπριοι ευθύνονται πλήρως για τις συγκρούσεις και τις αιματηρές διακοινοτικές ταραχές. Για το τελευταίο ζήτημα, αν και δεν είμαι ο ακαδημαϊκά ο πιο αρμόδιος, πρόσθεσα παράρτημα στην εισήγησή μου που επισυνάπτω όπου καταγράφω πραγματολογικά επαληθευμένα μακροιστορικά γεγονότα που εκτιμώ ότι πρέπει να γνωρίζουν ακόμη και τα νήπια. Για παράδειγμα, α) ότι ζούσαμε ειρηνικά μέχρι το 1958, β) ότι παρά τον αγώνα της ΕΟΚΑ και την χρήση βασανιστών από τους Βρετανούς ο αγώνας για αυτοδιάθεση δεν οδήγησε σε διακοινοτικές συγκρούσεις, γ) ότι πίσω από τα γεγονότα του 1958 κρυβόταν η Άγκυρα, δ) ότι το ελαττωματικό Σύνταγμα, οι διακοινοτικές διενέξεις μετά το 1963 οφείλονται στην συστηματική μέχρι και σήμερα βρετανική στρατηγική του διαίρει και βασίλευε, ε) ότι υπήρξε πλήρης συνεργασία Τουρκίας και Βρετανίας για να οδηγηθούμε στα γεγονότα του 1963 που ξάφνιασε τους ανυποψίαστους έλληνες και στ) ότι μερικές εκατοντάδες κύπριοι που σκοτώθηκαν είναι το δευτερογενές αποτέλεσμα αυτών των συνομωσιών και όχι η αιτία του κυπριακού προβλήματος. Επίσης, ότι αυτοί οι ατυχείς θάνατοι δεν οφείλονται σε «σφαγές άγριων εθνικιστών που πρέπει τώρα να μπουν υπό βρετανοτουρκική επιτήρηση». Σκοτώθηκαν στις μάχες, σε ατυχήματα και σε βεντέτες δολοφόνων ή τοπικών ανεξέλεγκτων παραγόντων, φαινόμενα που δυστυχώς επαναλαμβάνονται σε κάθε διένεξη από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και σήμερα. Τέλος, θα προσέξετε ότι στο προαναφερθέν παράρτημά μου επισημαίνω και την διπλή επέμβαση του 1974 που επιβεβαίωσε ότι η τραγωδία της Κύπρου οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στις εξωτερικές επεμβάσεις και παρεμβάσεις. Προσθέτω με πικρία ότι ιστορικά ψεύδη και ιστορικές επιπολαιότητες που διαστρέφουν την κυπριακή τραγωδία δεν παράγονται μόνο από ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένους εγκάθετους της διακρατικής διαπάλης. Αναπαράγονται και από κύπριους πολιτικούς που λανθασμένα νομίζουν πως όταν μαζοχιστικά λέμε πως «κάναμε και εμείς εγκλήματα» θα κατευνάσουν την τουρκική προπαγάνδα. Η εμπειρία της Ζυρίχης με οδηγεί στο συμπέρασμα, ακριβώς, ότι απαιτείται κατεπειγόντως τόσο στον επιστημονικό όσο και στον πολιτικό λόγο να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια. Συνοψίζω: Η κύρια αιτία της τραγωδίας των κυπρίων οφείλεται κυρίως σε εξωτερικές παρεμβάσεις και επεμβάσεις, στο αδιάλειπτο διαίρει και βασίλευε των Βρετανών και δευτερογενώς μόνο στις ενδοκυπριακές διενέξεις που είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία του κυπριακού προβλήματος.     

3. Συνοδοιπόροι των τούρκων και βρετανική διπλωματία: Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τέτοιες συναντήσεις είναι επιστημονικές μόνο όταν περιφρουρηθούν αυστηρά ούτως ώστε να μην συμμετέχουν προπαγανδιστές, πράκτορες και γραφικοί των διεθνικών παρασκηνίων. Μόνο πολύ υψηλής στάθμης επιστήμονες πρέπει να ασχολούνται με τις υποθέσεις μας και εμείς ποτέ δεν πρέπει να νομιμοποιούμαι τις συνήθεις πλέον ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες προπαγανδιστικές συνάξεις. Στο συγκεκριμένο συνέδριο, ακριβώς, συνοδοιπόροι των τούρκων και άλλοι ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένοι προπαγανδιστές -άγγλοι, ιταλοί, ελληνόφωνοι-, εργολαβικά και σε πλήρη συνεννόηση με τους τούρκους συναδέλφους με επικεφαλής γνωστή διοργανώτρια συνεδρίων-συναντήσεων στήριξης του σχεδίου Αναν την περίοδο 2002-2004, ενορχηστρωμένα υποστήριζαν τα εξής:

α) Η «λύση» του κυπριακού μπορεί να υποβοηθηθεί αν ολόκληρη η Κύπρος εξαιρεθεί από το acquis communatauire, κάνοντάς μας την χάρη για … εξαιρέσεις όπου θα ισχύει το κοινοτικό κεκτημένο. Αυτό το παντελώς αβάσιμο «επιχείρημα» -το  αντίθετο μπορεί να ισχύσει, δηλαδή, είναι νοητό μόνο να εφαρμοστεί το κοινοτικό κεκτημένο και να εξεταστούν μόνο αν χρειάζεται, ελάχιστες εξαιρέσεις-, ήταν πλήρως εναρμονισμένο με τις απόψεις που ακούσαμε το 2004 για ενσωμάτωση της καθολικής αυτής εξαίρεσης στους θεμελιακούς νόμους της Κοινότητας.

β) Ενορχηστρωμένα εμφανίστηκαν με κυριολεκτικά γελοία επιχειρήματα παντός είδους -που προκάλεσαν δυσθυμία σε μερικούς καλούς διεθνολόγους που παρευρίσκονταν- πως απαιτούνται, δήθεν, ξένες εγγυήσεις, παραμονή των βάσεων και παραμονή ξένων στρατευμάτων.

γ) Υπέβαλλαν ύπουλα επιχειρήματα μεταβατικών ή άλλων μέτρων που σκοπό έχουν να ροκανίσουν την κυριαρχία της Κυπριακής Δημοκρατίας, να νομιμοποιήσουν τα τετελεσμένα και να οδηγήσουν κάποια στιγμή σε αποδοχή των τετελεσμένων.

δ) Έχοντας πείρα, εμπειρία (ως μέλος κυπριακών διπλωματικών αποστολών) και ακαδημαϊκή γνώση για το πώς οι Βρετανοί οργανώνουν, σχεδιάζουν και εφαρμόζουν την στρατηγική τους, εκτιμώ ότι το Foreign Office έχει ξανά δραστηριοποιηθεί πλήρως, έχει οργανώσει πιόνια του στον ακαδημαϊκό χώρο (δυστυχώς και κάποια ελληνόφωνα) και προωθεί συστηματικά το ροκάνισμα της ΚΔ, την νομιμοποίηση των τετελεσμένων, την διατήρηση των νεοαποικιακακών ερεισμάτων της και την επιτυχία αυτών των στρατηγικών στόχων με καταναγκασμό αποδοχής ενός μη βιώσιμου κράτους που θα διακυβερνάται σε καθεστώς συγκυριαρχίας Βρετανίας-Τουρκίας (δεν κάνω υποθέσεις αλλά συνάγω συμπεράσματα από συμφραζόμενα ακαδημαϊκά ή δημοσιογραφικά μεταμφιεσμένων οργάνων των βρετανικών υπηρεσιών στον ακαδημαϊκό-δημοσιογραφικό χώρο, που εκδηλώνονται είτε σε πάνελ είτε σε ιδιωτικές συνομιλίες σε τέτοιες συναντήσεις).

ε) Τούρκοι, βρετανοί, ελληνόφωνοι και συνοδοιπόροι τους χλεύαζαν ανοικτά και χαιρέκακα τους έλληνες παρευρισκόμενους και τους οργανωτές του συνεδρίου λέγοντας ευθέως ότι τα τελευταία αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών στην Κύπρο οδηγούν στην παραδοχή!!! και αποδοχή των θέσεων που εξέφραζαν για μια ουσιαστικά κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στις γραμμές ενός νέου σχεδίου Αναν με διαφορετικό ενδεχομένως όνομα. Χλεύαζαν επίσης χαιρέκακα τις αναπτυσσόμενες νέες ιδέες στην Κύπρο για νέες «κυπριακές ταυτότητες» κτλ, κάτι που περιττό να εξηγήσω ότι οι Τούρκοι το αντιλαμβάνονται ως μονομερή εγκατάλειψη κάθε ηθικού και πνευματικού ερείσματος στην ελληνοκυπριακή πλευρά. Εκτιμώ ότι τέτοιες θέσεις οργανωμένα διατυπωμένες από τους αντιπάλους της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μια κατά τα άλλα μεγάλη διεθνή συνάντηση απαιτείται να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη από την κυπριακή πολιτική ηγεσία, ιδιαίτερα μάλιστα ενόψει κάποιων αμφιλεγόμενων και αμφίσημων απόψεων που ακούστηκαν προεκλογικά (και που ενθουσιώδη ακραία νεοκυπριακά στοιχεία νομίζουν πως μπορούν τώρα να επιβάλουν στον χώρο της παιδείας και της κοινωνίας).

3) Θέατρο του παραλόγου: Δεν επρόκειτο για συνέδριο αλλά για θέατρο του παραλόγου στο οποίο συρθήκαμε από μαθητευόμενους μάγους στους οποίους τη Κυπριακή Δημοκρατία δεν πρέπει να αφήνει την πρωτοβουλία των κινήσεων. α) Το κυπριακό δεν είναι ιδιωτική υπόθεση, β) η υπεύθυνη πολιτική ηγεσία είναι υποχρεωμένη να υπερασπίζεται την κυριαρχία της ΚΔ και γ) αυτό δεν γίνεται μόνο σε επίσημες συναντήσεις αλλά και σε «συνέδρια» όπως αυτά τα οποία οι υπηρεσίες της Κύπρου απαιτείται να παρακολουθούν, να έχουν άποψη και να οργανώνουν την υποστήριξη των θέσεων της ΚΔ (που στην προκειμένη περίπτωση οι επιστήμονες ανεξαρτήτως εθνικότητας δεν έχουν δεοντολογικό πρόβλημα υποστήριξης μιας και αφορούν την εφαρμογή της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας. Εμείς δεν έχουμε παρά να ζητούμε ή να απαιτούμε συμμετοχή μόνο επιστημόνων υψηλών (επιστημονικών) βαθμίδων. Διαφορετικά δεν πρέπει να νομιμοποιούμε ακαδημαϊκά μεταμφιεσμένες προπαγανδιστικές συνάξεις, σύνηθες πλέον φαινόμενο στις διακρατικές διενέξεις. Αν μη τι άλλο, όπως εξηγήσαμε στις παρεμβάσεις μας, ενδέχεται τέτοιες εξωπολιτικές συνάξεις να διολισθήσουν σε «νομιμοποίησή» τους από διεθνή όργανα που στην ρευστή πλέον διεθνή πρακτική υπονομεύουν την διεθνή νομιμότητα (Κόσσοβο, Βοσνία, κτλ).

4) Συμπέρασμα: Οι υπηρεσίες του μόνου πολιτικά υπεύθυνου πολιτικού φορέα, δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας, πρέπει να πάρουν στα χέρια τους την πρωτοβουλία των κινήσεων όσον αφορά κινήσεις ειρηνικής επίλυσης του κυπριακού ζητήματος με τρόπο συμβατό με την Διεθνή και Ευρωπαϊκή Νομιμότητα. Η ένταξη στην ΕΕ δημιουργεί ερείσματα για κάτι τέτοιο που φαίνεται ότι ενοχλούν βαθύτατα τους αντιπάλους της ΚΔ οι οποίοι και προσπαθούν να τα αναιρέσουν. Μεταξύ άλλων, τονίζω ξανά, χρησιμοποιούν τέτοιου είδους δήθεν επιστημονικά συνέδρια στα οποία οι αντίπαλοι της ΚΔ κατέρχονται οργανωμένα και εν δυνάμει και οι υποστηρικτές της ΚΔ διάσπαρτοι, ασυντόνιστοι και απροετοίμαστοι προκειμένου να διαχειριστούν δύσκολες καταστάσεις. Το γεγονός ότι η ΚΔ ξανά και ξανά διασώζεται λόγω υπερβολικών αξιώσεων των Τούρκων νομίζω ότι εξαντλείται. Όχι μόνο βλέπουμε δυναμική επάνοδο της βρετανικής διπλωματίας που εγώ τουλάχιστον είδα ξεκάθαρα στην Ζυρίχη, αλλά έχουμε ξανά μια σύγκλιση και ενορχήστρωση Λονδίνου και Άγκυρας. Οι αντίπαλοι της ΚΔ φοβούνται ότι το κυπριακό κράτος θα απαιτήσει την εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας και γι' αυτό επιχειρούν να αποτρέψουν κάτι τέτοιο προγραμματικά. Τέλος, ορθά ή λανθασμένα θεωρούν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών ως ευκαιρία να εφαρμόσουν τα σχέδιά τους. Αυτό όπως και τα άλλα που έθεσα πιο πάνω αξίζει, νομίζω, να εκτιμηθούν δεόντως από την παλαιά και νέα πολιτική ηγεσία της Κύπρου.

Με εκτίμηση

Παναγιώτης Ήφαιστος

7.4.2008