Γράφει ο Δρ. Νίκος Λυγερός

Η δικαιοσύνη καθιερώθηκε για να προστατεύει τους ανθρώπους, γιʼ αυτό πρέπει να προστατεύεται για να µην την εκµεταλλεύονται για πολιτικούς σκοπούς. Η χρήση του διαδικαστικού προβλήµατος δεν είναι καινούργια στις προσπάθειες να τεθεί υπό αµφισβήτηση η ανέγερση του Μνηµείου για τη Γενοκτονία των Αρµενίων στη Λυών. Αποτελεί µία µορφή κρυφού ρατσισµού που δεν έχει το θράσος της τουρκικής βαρβαρότητας και προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από δικαστικές διαδικασίες. Αυτές οι τελευταίες είναι µόνο και µόνο ένα πρόσχηµα. Δεν συνιστούν µία µεθοδολογία στο πλαίσιο του νόµου. Εν τούτοις, αποτελούν µία δυνατότητα που προσφέρει ο νόµος. Έτσι, η δειλία των αντιπάλων του αρµενικού λαού θα είχε άδικο να µην το χρησιµοποιήσει για να πετύχει τους στόχους της. Όµως σʼ εµάς εναπόκειται να παραµείνουµε σε εγρήγορση, διότι απειλείται ο αγώνας των δικαίων. Ο µεροληπτικός χαρακτήρας της µήνυσης δεν αφήνει την παραµικρή αµφιβολία. Και η αντιπαράθεση αριστεράς – δεξιάς, ακόµα και αν είναι εντελώς άσκοπη στο πλαίσιο της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρµενίων, δεν παύει να είναι πραγµατική. Πρέπει, λοιπόν, να το κατανοήσουµε για να µπορέσουµε να το ξεπεράσουµε. Διότι δεν είναι θέµα για αµφισβήτηση, ούτε µπορούµε να κλείσουµε τα µάτια.

Η πραγµατικότητα είναι ότι πλησιάζει και πάλι η ηµεροµηνία του µνηµοσύνου της γενοκτονίας των Αρµενίων. Και οι αντίπαλοι του αρµενικού λαού είναι εξοργισµένοι λόγω της ύπαρξης του Μνηµείου, το οποίο από µόνο του αποδεικνύει τη σηµασία του αγώνα των δικαίων. Είναι έτοιµοι να το καταστρέψουν; Αυτό είναι βέβαιο. Μα ακόµα και αν τα µέσα δράσης παραµένουν δηµοκρατικά εφόσον περνούν µέσω της δικαιοσύνης του γαλλικού κράτους, ο σκοπός δεν τα αγιάζει. Ανήκουν σε µια νέα µορφή κινητοποίησης εναντίον της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρµενίων. Αυτή η νέα µορφή είναι έµµεση και βασίζεται στις νοµικές διατάξεις για να θέσει υπό αµφισβήτηση πρώτα τους τύπους και στη συνέχεια το βάθος. Αυτό το µέσο δράσης και οι συνέπειές του δεν αποτελούν µόνο µία επίθεση εναντίον της µνήµης του αρµενικού λαού, αλλά και της νοµοθεσίας του γαλλικού λαού. Διότι η αναζήτηση διαδικαστικού προβλήµατος στο πλαίσιο εργασιών τέτοιας φύσης, έρχεται σε αντίθεση µε το πνεύµα των νόµων. Δεν είναι απαραίτητο να έχουµε διαβάσει Μοντεσκιέ ή να είµαστε ένθερµοι υποστηρικτές του Βολταίρου για να αντιληφθούµε την προσβολή προς το γαλλικό Δίκαιο. Στην πραγµατικότητα, το Δίκαιο εισχωρεί στην ουσία του ανθρώπινου µεγαλείου και δεν µπορεί να παραµείνει ουδέτερο, όταν κατά βάθος η ηθική είναι άδικη. Το γεγονός ότι χρησιµοποιεί το πρόσχηµα των τύπων δείχνει πόσο ανήθικη είναι η διαδικασία. Προσπαθεί να αποδείξει ότι ο εργολάβος της πράξης δεν ενδιαφέρεται για την ουσία των εργασιών στην πλατεία Antonin Poncet και χρησιµοποιεί ακόµα και το πρόβληµα της ιστορικής συνύπαρξης. Η υποκρισία του τεχνάσµατος έγκειται στο να προβληθεί ένα ιστορικό πλαίσιο για να εφαρµοστεί ο νόµος κατά γράµµα. Στην πραγµατικότητα, πρόκειται για ένα ανήθικο µέσο για να προσβάλουν την ίδια την ιστορία. Χρησιµοποίησαν την τοπική ιστορία µιας πλατείας για να θέσουν υπό αµφισβήτηση τη µεγάλη ιστορία ενός εγκλήµατος κατά της ανθρωπότητας. Γιʼ αυτόν το λόγο, αποτελεί µια µορφή γενοκτονίας της µνήµης. Όµως, παρόλα αυτά, θα είµαστε παρόντες σʼ αυτή τη νέα διαµάχη. Διότι δεν αρκεί να διεξαγάγουµε τον αγώνα των δικαίων, για να αποτελούµε µία δίκαιη υπόθεση ενώπιον της δικαιοσύνης. Ως εκ τούτου, οφείλουµε να απαντήσουµε νοµικά και κυρίως στρατηγικά σʼ αυτές τις καινούργιες κατηγορίες για να αποδείξουµε ότι µπορούµε να αγωνιζόµαστε ακόµα και εναντίον της µη αναγνώρισης αυτής της έµµεσης µορφής. Δεν θα λυγίσουµε µέσα σʼ αυτή τη διαδικασία, διότι δεν έχουµε το δικαίωµα. Αυτό είναι το χρέος µας στη µνήµη των θυµάτων της γενοκτονίας των Αρµενίων. Διότι είναι το µοναδικό µέσο για να διασώσουµε την ανθρώπινή µας αξιοπρέπεια.