Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου

Πόλεμος ή Ειρήνη; Για πολλοστή φορά την τελευταία πενταετία το ζήτημα ενός νέου πολέμου, πολύ ευρύτερου, παγκόσμιου στις συνέπειές του, αν όχι στο πεδίο της διεξαγωγής του, τίθεται εκ των πραγμάτων, με την κορύφωση των, ανοιχτών ή συγκαλυμμένων, λεκτικών ή εμπράκτων, απειλών Ισραήλ-ΗΠΑ κατά Ιράν.

Είναι φυσικά αδύνατο στον γράφοντα και σε οποιονδήποτε σοβαρό παρατηρητή να σταθμίσει επακριβώς τις πιθανότητες έκρηξης ενός τέτοιου πολέμου. Με τους νεοσυντηρητικούς να διανύουν το τελευταίο εξάμηνο της παραμονής τους στην εξουσία, τον φιλοισραηλινό Σαρκοζί να προεδρεύει της Γαλλίας και της ΕΕ, το ρωσικής προελεύσεως αντιαεροπορικό σύστημα του Ιράν να χρειάζεται ακόμα χρόνο για να τεθεί σε πλήρη λειτουργία, ένα «παράθυρο μεγάλου κινδύνου» υφίσταται από τώρα μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων από τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Ιανουάριο του 2009. Το Ισραήλ γνωρίζει ότι αυτό που μοιάζει δύσκολο σήμερα, θα είναι ίσως πολύ πιο δύσκολο σε ένα χρόνο από τώρα.

 

Ο κίνδυνος μείζονος οικονομικής κρίσης απέτρεψε ίσως μέχρι τώρα την εκδήλωση μιας πολεμικής κλιμάκωσης. Εντούτοις, ακριβώς μια τέτοια προοπτική, που έχει γίνει τώρα πιθανότερη για καθαρά οικονομικούς λόγους, μπορεί ίσως και να επιταχύνει την εκδήλωση ενός πολέμου, που θα έχει το «προσόν» να περισπάσει αποφασιστικά την παγκόσμια, ιδίως δυτική κοινή γνώμη από τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματά της, ρίχνοντάς την στη δίνη μιας «άτυπα», «ιδιότυπα» παγκόσμιας σύρραξης και των ολοκληρωτικών, αστυνομικών και άλλων μέτρων που θα συνοδεύσουν αναπόφευκτα έναν αληθινό, πλήρη «πόλεμο πολιτισμών». Αν τώρα η άνοδος της τιμής του πετρελαίου ή των τροφίμων, αποδίδεται ορθά σε τρεις δεκαετίες

πλήρους «απορρύθμισης» της παγκόσμιας οικονομίας, αύριο θα αποδίδεται στο κλείσιμο των στενών του Ορμούζ. Ιστορικά, ο πόλεμος απεδείχθη συχνά μια «έξοδος», μια «διόρθωση» από παγκοσμιοποίηση σε κρίση. Το κλασικό παράδειγμα είναι ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, που ξέσπασε το 1914, ακολουθώντας μια μακρά περίοδο «παγκοσμιοποίησης» και ελεύθερου εμπορίου και μια «όμορφη εποχή» (belle epoque) που θυμίζει κάπως, στα ήθη, την πολιτική, τον πολιτισμό αυτή που τώρα διάγουμε στην Ευρώπη.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν να πιστέψουν στην πιθανότητα πολέμου με το Ιράν, γιατί τους φαίνεται παράλογος. Δυστυχώς όμως, αν οι πόλεμοι γίνονταν «λογικά», δεν θα είχε γίνει ποτέ κανένας, δεν θάφταναν οι Αθηναίοι στη Σικελία, θα άκουγε ο Μεγαλέξαντρος τους στρατηγούς του, δεν θα επιτίθεντο στη Ρωσία ο Ναπολέων και ο Χίτλερ, δεν θα έφταναν οι ‘Ελληνες στον Σαγγάριο και δεν θα ήταν οι Αμερικανοί στο Ιράκ και το ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Ο κύριος λόγος που εμπόδισε μέχρι τώρα την έκρηξη του πολέμου ήταν τα απογοητευτικά αποτελέσματα των εκστρατειών και οι μεγάλες ήττες που γνώρισαν ΗΠΑ, Ισραήλ και ΝΑΤΟ σε Ιράκ, Αφγανιστάν και Λίβανο, σε συνδυασμό με την παρουσία των «τελευταίων γκωλικών» Ζακ Σιράκ και Ντομινίκ ντε Βιλπέν στα Ηλύσια Πεδία. Παραδόξως όμως είναι τα ίδια τα απογοητευτικά αυτά αποτελέσματα που συνιστούν πιθανό λόγο νέου πολέμου, γιατί η εναλλακτική είναι πολύ οδυνηρή για τα γεράκια της Ουάσιγκτον και της Ιερουσαλήμ. Θα πρέπει να αποδεχθούν ότι το κυριότερο αποτέλεσμα της εκστρατείας τους θα είναι ένα πανίσχυρο Ιράν και να κυττάξουν να διαπραγματευθούν μαζί του την σταθερότητα της περιοχής, έχοντας χάσει τη δυνατότητα να του υπαγορεύουν όρους. Γιατί να μη ρίξουν μια «τελευταία ζαριά», να μη δοκιμάσουν πάλι να χρησιμοποιήσουν όλη την κολοσσιία στρατιωτική και τεχνολογική τους ισχύ, σε μια ελπίδα να κατισχύσουν επιτέλους, μετατρέποντας τη νίκη σε θρίαμβο. Στο κάτω-κάτω τι έχουν να φοβηθούν; Υπάρχει περίπτωση ΗΠΑ και Ισραήλ να χάσουν; Τις αποφάσεις για τον πόλεμο ή την ειρήνη δεν θα τις πάρον απλοί πολίτες. Θα τις πάρουν οι άνθρωποι που κρατάνε στην εξουσία σε αυτόν τον πλανήτη, άνθρωποι που περιέγραψε με πολύ οξυδέρκεια ο Στάνλευθ Κιούμπρικ στην ταινία Dr. Strangelove.

Τα αποτελέσματα ενός νέου πολέμου στη Μέση Ανατολή θα είναι καταστροφικά. Ο Ελ Μπαραντέι προειδοποιεί ότι όλη η περιοχή θα γίνει μια «μπάλλα φωτιάς». Ο Μπρζεζίνσκι (στρατηγικός σύμβουλος του Ομπάμα) εκτιμά ότι ο πόλεμος θα διαρκέσει δεκαετίες και ζητά βαθιά διαφοροποίηση της αμερικανικής στρατηγικής και μια εξαιρετικά οδυνηρή αποσύνδεσή της από τα γεράκια του Ισραήλ. Ο κίνδυνος μιας μείζονος παγκόσμιας καταστροφής έχει κινητοποιήσει ένα τμήμα του ίδιου του αμερικανικού κατεστημένου, περιλαμβανομένης της ηγεσίας του Πενταγώνου (ο ναύαρχος Φάλλον, διοικητής της κεντρικής διοίκησης παραιτήθηκε, διαφωνώντας με την πολεμική προοπτική) ενώ ο Υπουργός ‘Αμυνας και ο αρχηγός του Μικτού Επιτελείου επέκριναν δημόσια την πολεμική επιλογή, χωρίς όμως και να την αποποιούνται. Οι δεκαέξη μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, σε μια άνευ προηγουμένου κίνηση, συνέταξαν μια έκθεση που διαψεύδει άμεσα τον Πρόεδρο και προϊστάμενό τους, υποστηρίζοντας ότι το Ιράν δεν διαθέτει, εδώ και χρόνια, πρόγραμμα κατασκευής πυρηνικών όπλων. Αν όμως μια τέτοια σύγκρουση έχει ξεσπάσει στον ίδιο τον πυρήνα της αμερικανικής εξουσίας, σημαίνει ότι το πολεμικό σχέδιο εξετάζεται σοβαρά από την ηγεσία της χώρας και από το Ισραήλ. Εμείς μπορεί να λαθεύουμε, οι αρχηγοί του αμερικανικού στρατού και της CIA ξέρουν ασφαλώς καλύτερα από τον καθένα μας τι «μαγειρεύουν» οι Μπους, Τσένει, Νετανιάχου, Ολμέρτ και όσοι είναι πίσω τους.

Αλλά ας υποθέσουμε προς στιγμήν ότι πρόκειται περί ψυχολογικού πολέμου, έστω κι αν όλοι οι αντικειμενικοί δείκτες (συσσώρευση και διάταξη στρατιωτικών δυνάμεων, οικονομικά και προπαγανδιστικά μέτρα) αντιστοιχούν σε προετοιμασία πολέμου. Τι θα συμβεί αν οι απειλές δεν οδηγήσουν σε υποχώρηση την Τεχεράνη; Θα αποδεχθεί το Ισραήλ και οι ΗΠΑ μια κατακόρυφη πτώση κύρους και αξιοπιστίας που θα ακολουθήσει; Οι απειλές δεν τρομοκρατούν μόνο τον αντίπαλο και τους τρίτους – δεσμεύουν και αυτόν που τις εκτοξεύει.

Από καθαρά στρατιωτική άποψη, ένας πόλεμος κατά του Ιράν δεν μπορεί να περιορισθεί στη χώρα αυτή, οι συνέπειες θα γίνουν αισθητές από τον Λίβανο μέχρι το Πακιστάν τουλάχιστο και βεβαίως, πρώτα και καλύτερα στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, όπου η γη θα πάρει φωτιά κάτω από τις μπότες των Αμερικανών και άλλων στρατιωτών. ‘Ολη η ιστορική εμπειρία που διαθέτουμε πείθει ότι αεροπορικοί βομβαρδισμοί δεν ήταν ποτέ μέχρι τώρα επαρκείς για να συντρίψουν μια χώρα, αλλά δεν υπάρχουν στρατεύματα για να εισβάλουν, ούτε (προς το παρόν) πολιτικές συνθήκες ανάλογες του Σεπτεμβρίου 2001, για να κινητοποιηθούν, αν κινητοποιηθούν, μαζικά οι δυτικές κοινωνίες. Η συντριβή του Ιράν απαιτεί πιθανώς τη χρήση πυρηνικών όπλων, που μπορεί να ονομάζοται μικρά, τακτικά, περιορισμένα, αλλά δεν παύουν να είναι πυρηνικά. Η πρώτη χρήση πυρηνικών μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι θα αφήσει έναν κόσμο που δεν θα μοιάζει σε τίποτα με αυτόν που σήμερα γνωρίζουμε. Είναι αδύνατο να κάνει κανείς οποιαδήποτε σοβαρή πρόβλεψη για τον «νικητή» ή τις συνέπειες, οικολογικές, οικονομικές και πολιτικές. Η τρομοκρατία θα γενικευθεί και η απάντηση θα πάρει τη μορφή καθαρά ολοκληρωτικών μεθόδων.

Το κυριότερο πρόβλημα σε κάθε πόλεμο είναι όμως πολιτικό. Προσπαθώντας να εξηγήσει τις νίκες των Γάλλων, ένας Πρώσσος υπαξιωματικός ανακάλυψε πίσω τους τη δύναμη των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης. Ο πόλεμος, έγραψε ο Καρλ Φον Κλαούζεβιτς, ο μεγαλύτερος θεωρητικός του, είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Για τον Τσένει όμως και τον Νετανιάχου, η πολιτική είναι η συνέχεια του πολέμου και όχι ο πόλεμος της πολιτικής. Το κυριότερο αποτέλεσμα μιας επίθεσης στο Ιράν θα είναι πολιτικό, η βίαιη διάρρηξη κάθε βαθύτερης ενότητας του κόσμου μας, μια απίστευτη «σύγκρουση πολιτισμών» σαν αυτή που περιγράφει ένας από τους πιο σκοτεινούς εκπροσώπους του αυτοκρατορικού κατεστημένου,ο Σάμιουελ Χάντιγκτον. Αυτό ακριβώς συνέβη άλλωστε το 1914, το 1939 και το 1947 (ελεγχόμενα στην τελευταία περίπτωση). Μια τέτοια διάρρηξη θα είναι μια πολιτική «διάσπαση του ατόμου», θα εμπέμψει μια κολοσσιαία ενέργεια που δεν ξέρουμε που και πως θα εκδηλωθεί.

Ελπίζει κανείς ότι ο Θεός και η Λογική θα βάλουν το χέρι τους. Αλλά συν Αθηνά και χείρα κείνει. Που είναι οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης, της Ρωσίας, της Κίνας, που κρύφτηκαν η ευρωπαϊκή αριστερά και η ευρωπαϊκή δεξιά, τι ακριβώς κάνουν οι περιφερόμενοι, δίκην αξιοθρήνητων «Νομαρχών» της υπερδύναμης, 27 «ηγέτες» και Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ; Ακόμα και η Γκρηνπής που έδωσε τη διέξοδο, με την πρόταση μιας αποπυρηνικοποιημένης Μέσης Ανατολής, δεν τολμάει καλά καλά να επαναλάβει τη δική της πρόταση. Δίκην Πόντιου Πιλάτου, περιμένουν να δουν αν θα επικρατήσει η CIA ή ο Τσένει! Ακόμα κι αν αποφύγουμε τον πόλεμο, οι Ευρωπαίοι θάχουμε αποδείξει την ανυπαρξία μας.