Εισήγηση Χρίστου Γούδη*
στην «ανοικτή συζήτηση»

του Ινστιτούτου «ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ»

της 17ης Δεκεμβρίου 2008

Θα επιχειρήσω να θέσω το πλαίσιο της σημερινής ανοικτής συζήτησης με θέμα: «Έθνος-Κράτος-Πολιτισμός: η έξοδος από την κρίση», με βάση ορισμένους πολιτικούς στοχασμούς, που λεπτομερειακά έχω ήδη εκθέσει στο δοκίμιό μου «η Ανατομία της Δεξιάς» με συνοδευτικό υπότιτλο: Κριτική μιας σύμμεικτης ιδεολογίας καθαρού λόγου και «παράνοιας», το «παράνοιας» σε εισαγωγικά.

Η σχέση του έθνους με το κράτος αποτελεί μία πολυμορφική συνάρτηση εξαρτώμενη από την εκάστοτε βαρύτητα των κύριων χαρακτηριστικών τους (γλώσσα, φυλή, θρησκεία, πολιτισμική παράδοση και μεταφυσικό υπόβαθρο, για το έθνος, και αντιστοίχως, γεωγραφική έκταση, πληθυσμός, μονοπώλιο θεσμικής βίας για την επιβολή της εννόμου τάξεως σε συγκεκριμένη γεωγραφική επικράτεια, για το κράτος). Η ταύτιση της έννοιας έθνους και κράτους δεν είναι ασυνήθης όπως για παράδειγμα στο όνομα του Οργανισμού των ΄Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για τον οποίο έθνος και κράτος υπονοείται ως ταυτόσημο. Όμως υπάρχει σωρεία παραδειγμάτων που μπορούν να καταδείξουν τη διαφορά τους. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι Καταλανοί που αυτοπροσδιορίζονται ως έθνος με βάση τη γλώσσα τους (διαφορετική από τα ισπανικά της Καστίλλης) οι οποίοι μ΄αυτό το κριτήριο δεν θα έπρεπε να είναι μέρος του ισπανικού κράτους, ενώ ο μισός πληθυσμός της Καταλωνίας που μιλά τα ισπανικά της Καστίλλης δεν θα έπρεπε να είναι Καταλανοί. Αντίθετα, με το ίδιο κριτήριο το Μεξικό και η Αργεντινή που μιλούν ισπανικά θα έπρεπε να ανήκουν στο ισπανικό έθνος.

Η σύγχυση προέρχεται λόγω του ότι το κράτος (stato), όπως το προδιέγραψε ο Niccoló Machiavelli και το περιέγραψε ο Thomas Hobbes υπό τη μορφή του απόλυτου και ακατανίκητου κυρίαρχου θαλασσίου τέρατος, του «Λεβιάθαν», είναι απτό, προσδιορισμένο, και μετρήσιμο μέσα από τη δύναμη της κρατικής σκοπιμότητας (raison d'état), αλλά και τις εκφάνσεις και το βεληνεκές της ισχύος του (ψυχρές αξίες), ενώ το έθνος (natio), νοούμενο ως «κοινότητα πεπρωμένου» (Schicksalsgemeinschaft), ως έκφραση «γενικής βούλησης του λαού» (Volonté Générale κατά Rousseau) και ως «κοινότητα παρελθόντος και παρόντος», είναι περισσότερο πτητικό, ονειρικό και άϋλο (θερμές αξίες), κάτι σαν τον Θεό που δεν τον βλέπεις, δεν τον ακούς, απλά τον πιστεύεις. Έτσι και σ΄αυτήν την περίπτωση, για τον πιστό είναι πασιφανές, για τον αγνωστικιστή αόρατο.

Σήμερα αποτελεί κοινή συνείδηση στους ιδεολόγους του συντηρητισμού ότι το Κράτος, θεμέλιο και θεσμική πλατφόρμα του Έθνους, είναι αναγκαίο να διέπεται όχι μόνο από ορθολογισμό αλλά και από συναίσθημα και πνευματικότητα, διότι είναι υπεύθυνο για την διαμόρφωση των οριζόντων του αύριο. Και οι ορίζοντες του αύριο απαιτούν όραμα, φαντασία και υπερβατικότητα. Γιατί το Κράτος, δομημένο σε ένα πλέγμα ηθικών αξιών, οφείλει να εμπνέει την «αίσθηση του προορισμού», πέραν και έξω από την όποια εργαλειακή πολιτική διαχείρισης της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας («ηθικό κράτος», Giovanni Gentile). Οφείλει να παρέχει στους πολίτες του έννοια και λόγους υπάρξεως, όχι μόνο μέσα υπάρξεως. Και οι πράξεις του, για να θεμελιώνουν την έννοια της υπάρξεώς του, οφείλουν να έχουν μεταφυσικό υπόβαθρο αλλά και κίνητρα πολύ ευγενέστερα των οικονομικών (παιδεία-πολιτισμός). Διότι το ζητούμενο μίας ανώτερης ανθρώπινης ηθικής τότε μόνο μπορεί να αναδυθεί και να καταστεί πλαίσιο αναφοράς στην καθημερινότητα της ζωής μας, όταν διαπεράσει τα επιχρίσματα και τις διαστρωματώσεις της ψυχρής λογικής (με τον πεπερασμένο ορίζοντά της των ατομικών συμφερόντων), και ενσταλαχθεί στα ενδότερα του ανθρώπινου ψυχισμού μέσα από την διαπλαστική δύναμη των μορφωτικών και πολιτιστικών αξιών που οδηγούν στη σφυρηλάτηση του χαρακτήρα του ανθρώπου και την αναγωγή της αξιοπρέπειάς του σε υπέρτατο αγαθό (ο συντηρητισμός ως στάση ζωής, Raymond Aron).

Από την άλλη πλευρά των ιδεολόγων του φιλελευθερισμού, είναι σαφές ότι ακόμη και η «οριοθετημένη» ελευθερία του ατόμου, στην ουσία δηλαδή αυτή καθεαυτή η αντίληψη της αστικής ελευθερίας, κινδυνεύει από την ανήθικα διαμορφούμενη οικονομική ανισότητα, κυρίως μέσα από την υπερεθνική νομιμοποίηση της παρασιτικής τοκογλυφίας των τραπεζικών κατεστημένων και τα διεθνή κερδοσκοπικά παιχνίδια διακίνησης του χρηματιστηριακού μη-παραγωγικού χρήματος, το οποίο περιφέρεται στον πλανήτη δίκην περιπλανώμενου Ιουδαίου (ο θρύλος του Εβραίου που περιπλανάται στη Γη χωρίς να πεθαίνει ποτέ). Διότι η οικονομική συνωμοσία των ολίγων οδηγεί στην εξύφανση και επικυριαρχία ενός παγκόσμιου «χρηματαρπακτικού πλέγματος» (cash nexus) τo οποίo απλώνεται στον πλανήτη σαν ιστός αράχνης, πνίγοντας τις οικονομικές και συνακόλουθα τις κοινωνικές και πνευματικές ελευθερίες των πολλών, και ακυρώνοντας στην πράξη την πεμπτουσία του κανονιστικού φιλελευθερισμού ο οποίος στοχεύει σε μια γενικευμένη μαζική ελευθερία, μέσω της οποίας επιδιώκει «το μέγιστο καλό για τον μέγιστο δυνατό αριθμό ανθρώπων»

Το ζητούμενο στον σύγχρονο φιλελευθερισμό είναι η τήρηση ενός κώδικα ηθικής των συναλλαγών και η επιβολή του μέτρου στην αξία του χρήματος. Εκείνο που επιζητά κανείς, σε μια σωστική προσπάθεια αυτορύθμισης ενός «εν δυνάμει» αυτοκαταστροφικού συστήματος εάν αυτό αφεθεί ανεξέλεγκτο, είναι η αναγωγή του στις ιδρυτικές αρχές, η συνακόλουθη συνειδητοποίηση της κανονιστικής του ηθικής εκ μέρους των κοινωνικών διαστρωματώσεων που αναλώνουν τη ζωή τους σε δραστηριότητες ελεγχόμενες από τον οικονομισμό, και η επιστροφή τους στα φωτεινά παραδείγματα των μεγάλων εθνικών ευεργετών που βρίθουν στην ιστορία της ανθρωπότητος. Επιζητά την διαμόρφωση μιας εθνικής και πολιτιστικής συνείδησης των ανθρώπων του πλούτου, όμοιας με αυτών που στο πρόσφατο παρελθόν, κατά τον 19ο αιώνα, θυσίασαν τις περιουσίες τους για να ιδρύσουν και στηρίξουν την Φιλική Εταιρεία και τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, αυτών που δώρισαν τον πλούτο τους για την ανοικοδόμηση της νεώτερης Ελλάδας, αλλά και γενικότερα, πέραν των στενών μας συνόρων, όλων αυτών που υπήρξαν στη διεθνή ιστορία της ανθρωπότητος μαικήνες του πολιτισμού. Αυτών που με την στήριξη και την ωσμωτική τους επικοινωνία με τον χώρο της κουλτούρας βοήθησαν καθοριστικά στην ανθοφορία των Γραμμάτων και των Τεχνών. Αυτοί ήσαν πράγματι μεγάλοι. Όμως «ότι είναι μεγάλο πεθαίνει, αν αυτοί που το κληρονομούν είναι μικροί» (Oswald Spengler). Και όταν η ηθική τάξις δεν είναι «εν τάξει», ζητά επανάταξη. Γι΄αυτό και επιζητά κανείς σήμερα εμπόρους, βιομηχάνους και επιχειρηματίες με κοινωνική συνείδηση, αισθητική αντίληψη και ποιητικές ευαισθησίες. Ζητά την θέσπιση εταιρικών δομών με αυξημένη «εταιρική κοινωνική ευθύνη», η οποία να οδηγεί σε μια εκούσια αναδιανομή του πλούτου, μέσα από προσφορές κληροδοτημάτων στην κοινωνία, σε τομείς όπως η παιδεία, η υγεία, η έρευνα, και ο πολιτισμός. Γιατί σε τελευταία ανάλυση ο άνθρωπος δεν είναι ότι έχει, αλλά ότι ξέρει, ότι σκέφτεται και ότι αισθάνεται. Ο φιλελευθερισμός χρειάζεται σήμερα να επαναπροσδιορισθεί μέσα από μια ριζοσπαστική κλίμακα αξιών βασισμένη σε μια σύγχρονη αξιοκρατική και αισθητική επαναδιατύπωση. Χρειάζεται λιγότερο «οικονομισμό» και περισσότερη «ποίηση». Γιατί η ποίηση των διανοουμένων θερμαίνει και ευαισθητοποιεί τον άνθρωπο απέναντι σε μείζονα πλανητικά προβλήματα, που είναι άμεσα συνυφασμένα με την ύπαρξη και την ελευθερία του. Και γιατί η μακροπρόθεσμη κυριαρχία επιτυγχάνεται στο ιδεολογικό επίπεδο, στο πεδίο της διανόησης και της ηθικής (Antonio Gramsci). Αρκεί οι διανοούμενοι να μην προδώσουν τον αγώνα τους. Σ΄ αυτούς συγκαταλέγονται και οι δημοσιογράφοι που, σύμφωνα με τον Alexis de Tocqueville, μπορεί να μην είναι μεγάλοι συγγραφείς, όμως μιλούν τη γλώσσα της πατρίδας τους κι έχουν τον τρόπο να ακουσθούν.

Ας μη ξεχνάμε ότι η αυθεντική διανόηση δεν παύει ποτέ να είναι το ισχυρότερο εκρηκτικό, ικανό να αναδείξει την κρίση που θα επιφέρει την «εποικοδομητική καταστροφή» (Joseph Schumpeter). Την διατάραξη δηλαδή σε πλανητική κλίμακα της κοινωνικής ειρήνης των ολιγάριθμων βολεμένων συμφερόντων, μέσα από την αποκάλυψη του μη-παραγωγικού κερδοσκοπικού παρασιτισμού μιας ολιγαρχίας συγκεκριμένων και με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσώπων που βρίσκονται πίσω από αυτά, και την έκθεση και δημόσια καταγγελία των ιδιοτελών ενεργειών τους στο κοινωνικό σύνολο (urbi et orbi). Η απαξίωση των «αρπακτικών» αντικοινωνικών πράξεών τους και ο συνακόλουθος κοινωνικός τους αποκλεισμός (με τη συνεχή επισήμανση και την ευρύτερη συνειδητοποίηση ότι ο σκύλος της αραβικής παροιμίας – που επειδή έχει λεφτά προσφωνείται σαν «εξοχώτατος κύριος σκύλος» – δεν είναι παρά σκύλος) αποτελούν προϋπόθεση sine qua non για να ανοίξει ο δρόμος για νέες ιδέες, νέα ηθική και νέες δραστηριότητες, ισορροπώντας «ανάμεσα σ΄αυτό που πρέπει να διατηρηθεί από το παρελθόν και σε αυτό που πρέπει να κερδηθεί στο μέλλον» (Gabriele D'Annunzio). Χρειάζεται θέλησις. Όπου υπάρχει θέλησις υπάρχει δύναμις (Der Wille zur Macht, Nietzsche). Και όπου υπάρχει δύναμις υπάρχει δρόμος.

Η πνευματική δύναμη τολμά και εκδηλώνεται ενάντια σε όλα. Κρατώντας το φραγγέλιο για να διώξει τους εμπόρους του Ναού που θέλουν να πουλήσουν τα πάντα, έτοιμη να γκρεμίσει τον ίδιο τον Ναό και σε τρεις μέρες να τον ξαναχτίσει. Επάνω σε διαφορετικά θεμέλια, βαθύτερα και ισχυρότερα, που θα τον μετατρέψουν εκ νέου σε Ναό της Σοφίας. Εκεί όπου το χρήμα παύει να μετρά και να μετριέται. Γιατί στο βασίλειο των κατακτήσεων της Γνώσης «δεν υπάρχει βασιλική (εύκολη, εξαγορασμένη, αργυρώνητη) οδός για την Γεωμετρία», και γι΄αυτό η έννοια του χρήματος χάνει το νόημά της. Εκεί οι άϋλες αξίες του πνεύματος εκμηδενίζουν το «άϋλο χρήμα» της σύγχρονης υλικής ευμάρειας, και αναπέμπουν στην αναβίωση της «δωρικής ηθικής» των νομοθετημάτων του Λυκούργου, στην Σπάρτη του «μολών λαβέ» και του «καταφρονείν των ηδονών», σύμφωνα με την οποία η συσσώρευση πλούτου από τους πολίτες ήταν αδύνατη (λόγω του μεγέθους και του βάρους του νομίσματος) και ο όποιος παράνομος πλουτισμός τους το μόνο που διασφάλιζε ήταν μία «ελεύθερη πτώση» στον Καιάδα.

Όπως έχουν τα πράγματα, ο κόσμος του σήμερα, στον οποίο έχει θεσμικά επιβληθεί ως «δίκαιον» το «της καθεστηκυίας αρχής συμφέρον», σε κάνει να μην θέλεις να συγχρωτίζεσαι μαζί του. Να μην θέλεις να είσαι εκεί που είναι οι άλλοι, οι συμβατικοί και συμβιβασμένοι. Σε σπρώχνει να είσαι «αλλού». Μπροστά, πίσω ή πλάι δεν έχει σημασία, αρκεί να είσαι «αλλού» (Drieu La Rochelle). Και όπως είναι σήμερα τα πράγματα αξίζει να είσαι «αλλού», αρκεί να μην υποτάσσεσαι στις νόρμες της σημερινής «κοινωνίας των ακρίδων». Κρατώντας πάντα ζωντανό μέσα σου αυτό που ο Ρένος Αποστολίδης χαρακτήρισε ως «την απειλή μιας απρόσμενης Άνοιξης». Περιμένοντας τον καιρό και τον χρόνο.

Στο κάτω-κάτω ο χρόνος δεν είναι παρά η μαγική διάσταση για να μην γίνονται όλα τα πράγματα με μιας. Κι αν δεν σ΄αρέσει ο καιρός, περίμενε πέντε λεπτά. Θ΄αλλάξει. Και τότε:

Άξιον εστί το χώμα που ανεβάζει
μιαν οσμή κεραυνού σαν από θειάφι
του βουνού ο πυθμένας, όπου θάλλουν
οι νεκροί, άνθη της αύριον

Ένας από αυτούς τους νεκρούς που θάλλουν στου βουνού τον πυθμένα, έτοιμοι να προβάλλουν ξανά από το ηφαίστειο που κοχλάζει στα σπλάχνα του, αποτύπωσε κάποτε με ενάργεια, μέσα από τα μάτια της νιότης του και τα λόγια της αθωότητάς του, την κατάσταση που βιώνουμε, και το τι χρειάζεται για την ανατροπή της.

«Σήμερα η κατάσταση είναι κρίσιμη…Μου φαίνεται ότι η χώρα ψυχορραγεί. Η απελπισία είναι μεγάλη. Ποιος μπορεί να την εξαλείψει; Η κυβέρνησή μας βασίζεται στη διαφθορά και στα ρουσφέτια. Ποιος μπορεί να το αλλάξει αυτό; …Πού είναι οι άνδρες οι έτοιμοι να θυσιαστούν για το ιερό χώμα της πατρίδος; Πού είναι οι άνδρες οι έτοιμοι να δώσουν τη ζωή τους για την ανεξαρτησία της χώρας; Πού είναι αυτός ο οποίος θα αναδημιουργήσει τη χώρα ώστε να μπορέσει ο αδύναμος και ταπεινωμένος να σηκωθεί όρθιος, να ζήσει ελεύθερος και ανεξάρτητος; Πού είναι η αξιοπρέπεια; Πού είναι ο εθνικισμός; Όλα αυτά έχουν χαθεί, και το έθνος κοιμάται όπως οι άνθρωποι στο Σπήλαιο.

»Ποιος μπορεί να αντισταθεί σήμερα; Ποιος μπορεί να παρενοχλήσει; …Οι άνθρωποι ξέρουν μόνο να κολακεύουν… Χρειάζονται έναν αρχηγό που θα τους ενθαρρύνει να παλέψουν για τη χώρα τους. Αυτός θα γίνει τότε κεραυνός και θα κάνει τα οικοδομήματα της καταπίεσης να κλονιστούν συθέμελα».

Γιατί, «ως ελάλησε» και ο μεγάλος αινικτής, ο «οχλολοίδωρος» Ηράκλειτος: «Τα πάντα οιακίζει ο κεραυνός». Στην ερώτηση λοιπόν «τι χρειάζεται για την έξοδο από την κρίση», η απάντηση είναι απλή, τραχεία, αφοριστική, και ευαγγελική: «Ενός εστί χρεία».

Χρίστος Γούδης

Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών
Πρόεδρος Ινστιτούτου Εθνικών και Κοινωνικών Μελετών «Ίων Δραγούμης»