Ο «Ελεύθερος Τύπος», το ελληνικό «παράδοξο», η κρατική διαφήμιση και η κερδοφορία που απομακρύνεται όλο και περισσότερο

Ο ευρών αμειφθήσεται. Ιδίως για μία απάντηση που ζητείται από το 1968: «Ποιο το μέλλον του Τύπου;» είχε αναρωτηθεί τότε ο πατέρας του Der Spiegel Ρ. Αουγκστάιν. Σήμερα η ερώτηση παραμένει, αλλά οι κλυδωνισμοί καταγράφονται όλο και πιο έντονοι σε κολοσσούς, όπως οι Ν.Υ. Times, οι L.A. Times, η ΒostoGlobe. Και στην Ελλάδα το σοκ καταγράφηκε επίσης για πρώτη φορά τόσο έντονο. Οταν ένας τόσο ισχυρός όμιλος, όπως του Θόδωρου και της Γιάννας Αγγελοπούλου δεν κατάφερε να διατηρήσει εν ζωή μία από τις παραδοσιακές εφημερίδες στον χώρο. Τα 120.000.000 ευρώ των ζημιών στα τρία χρόνια του (νέου) «Ελεύθερου Τύπου» χαρακτηρίζονται από όσους παρακολουθούν την ελληνική αγορά ως η κορυφή του παγόβουνου. Διότι «κάτω από τη θάλασσα» υπάρχουν προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί από το ελληνικό «παράδοξο». Ο ελληνικός Τύπος αν και μοιράζεται πολλά κοινά προβλήματα με τον διεθνή (ιδίως τον ανταγωνισμό από το Διαδίκτυο), τα οποία δύσκολα επιλύονται άμεσα, εν τούτοις άλλα προβλήματα θα μπορούσαν να έχουν αντιμετωπιστεί.

Κάθε ελληνικό νοικοκυριό δαπανά μόλις 10,24 ευρώ τον μήνα για αγορά εφημερίδας (το χαμηλότερο στην Ευρώπη), γεγονός που επιτρέπει σε ειδικούς την πρόβλεψη ότι στην αγορά δεν υπάρχει χώρος για περισσότερες από δύο ημερήσιες, δύο – τρεις κυριακάτικες και δύο οικονομικές εφημερίδες. Στην Ελλάδα των 160 τηλεοπτικών σταθμών, των περίπου 1.200 ραδιοφώνων, των 280 εφημερίδων (τοπικής, περιφερειακής και εθνικής εμβέλειας) και των περίπου 800 περιοδικών, προβλέψεις σαν τις παραπάνω δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος. Το οποίο επιτείνεται όσο ο Τύπος δεν αντιμετωπίζεται με προτεραιότητες που θέτει η κοινή λογική, όπως για παράδειγμα το ζήτημα της κρατικής διαφήμισης. Το «αίμα» του Τύπου, τα διαφημιστικά έσοδα, έφθασαν πέρυσι τα 123,87 εκατομμύρια ευρώ, ενώ στα 83 εκατομμύρια ευρώ ανήλθαν τα έσοδα από την κρατική διαφήμιση -περίπου στα 2/3 της ιδιωτικής! Κι εδώ αρχίζει ο παραλογισμός. Οι πρώτες δέκα σε κυκλοφορία εφημερίδες λαμβάνουν από το κράτος κάτι λιγότερο από το 1/3 της κρατικής διαφήμισης. Οπότε ουσιαστικά αυτή μετατρέπεται σε έμμεση επιδότηση εκείνων των μέσων που λαμβάνουν -χωρίς προφανή λόγο- τη μερίδα του λέοντος. Ετσι, τα χρήματα των φορολογουμένων συμβάλλουν σχεδόν αποκλειστικά στον προσωπικό πλουτισμό εκδοτών, μερικοί από τους οποίους δεν χρησιμοποιούν δημοσιογράφους στα έντυπά τους.

Ο ελληνικός Τύπος πέρασε την τελευταία 20ετία τρεις κρίσιμες φάσεις. Η πρώτη το 1989 – 1990 με την επέλαση της ιδιωτικής τηλεόρασης. Η αντίδρασή του στα μέσα της περασμένης δεκαετίας καταγράφηκε μέσα από την αύξηση των σελίδων και μέσα από τις προσφορές. Αυτές, αν και πρόσκαιρα τόνωσαν ιδίως τις κυκλοφορίες στις κυριακάτικες εκδόσεις, δεν θεωρούνται από τους ειδικούς παρά ασπιρίνη. Αλλωστε, στην εποχή της δωρεάν ενημέρωσης από δεκάδες ειδησεογραφικά blogs ο Τύπος δεν έχει να αντιπαραθέσει παρά την επωνυμία των απόψεων και την εγκυρότητά του.

Ομως αυτά τα πλεονεκτήματα μπορούν να οδηγήσουν στην πολυπόθητη κερδοφορία; «Ναι, αν οι εφημερίδες αλλάξουν», απαντούν ειδικοί. Αν «επενδύσουν και αναπροσαρμόσουν το περιεχόμενό τους και αν ανατρέψουν στον μηχανισμό τους παγιωμένες αντιλήψεις για τον καταμερισμό στη διαδικασία παραγωγής και προώθησης της πληροφορίας». Πιθανόν αυτό να μεταφράζεται και σε απώλεια θέσεων εργασίας; «Εξαρτάται πώς το βλέπει κανείς», απαντούν όλο και περισσότεροι ειδικοί. «Θα μπορούσε να σημαίνει και διασφάλιση νέων θέσεων εργασίας, προγράμματα επιμόρφωσης και εξειδίκευσης».

ΣXETIKA ΘEMATA


Η ελληνική αγορά αντέχει μόνο λίγες υγιείς εφημερίδες_(…ΠOΛITIKH…)
Εκδοτικοί όμιλοι κλυδωνίζονται διεθνώς_(…ΠOΛITIKH…)
Καλύτερος Τύπος, χωρίς αναγνώστες!_(…ΠOΛITIKH…)
Τα πέντε λάθη που έκλεισαν τον Ε.Τ._(…ΠOΛITIKH…)
Αποψη: Το πόθεν έσχες των ζημιών_(…ΠOΛITIKH…)