Οι Οθωμανοί Τούρκοι μαζί με άλλες νομαδικές τουρκικές φυλές, έφθασαν μέχρι τον ενδέκατο αιώνα από την Μογγολία και την Κίνα στις παρυφές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και άρχισαν να έρχονται σε επαφή με τον Ελληνικό και τον Βυζαντινό πολιτισμό. Το 1071 με την νικηφόρα για μια άλλη τουρκική φυλή (Σελτζούκοι) μάχη του Ματζικέρτ απέναντι στους Βυζαντινούς, οι νομαδικές Τουρκικές φυλές «έβαλαν πόδι» στην Μικρά Ασία.

 

Η δύναμη όμως των Οθωμανών Τούρκων άρχισε σταδιακά να ενισχύεται σε βάρος όχι μόνο των Βυζαντινών που είχαν την αυτοκαταστροφική συνήθεια να τους «χρησιμοποιούν» σαν μισθοφόρους στις μεταξύ τους διαμάχες, αλλά και των Σελτζούκων Τούρκων και των άλλων τουρκικών φυλών που άρχισαν να δημιουργούν διάσπαρτα μικρά κρατίδια στις αχανείς εκτάσεις της Μικράς Ασίας.  Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 οι Οθωμανοί Τούρκοι εγκαθίδρυσαν ουσιαστικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία με όλα τα χαρακτηριστικά ενός μεσαιωνικού κράτους το οποίο διατήρησαν και ανέπτυξαν με ιδιαίτερη βαρβαρότητα. 

Μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1918 και την αποτυχημένη προσπάθεια των Ελλήνων να ανακτήσουν μέρος των πατρογονικών τους εδαφών – μια προσπάθεια που κατέληξε σε αυτό που ονομάζουμε «Μικρασιατική καταστροφή»-  δημιουργήθηκε η Τουρκική Δημοκρατία με την σημερινή της μορφή το 1923.

Η Ελλάδα και η Τουρκία με την Συνθήκη της Λωζάνης που υπέγραψαν το καλοκαίρι του 1923 έκαναν ένα αμοιβαίο συμβιβασμό τον οποίο η μεν Ελλάδα θεώρησε δεδομένο, η δε Τουρκία άρχισε να υπονομεύει πριν καλά-καλά στεγνώσει το μελάνι των υπογραφών που έβαλε.

Στις εννέα περίπου δεκαετίες που πέρασαν από τότε, η Ελλάδα είχε μια περιπετειώδη πολιτική πορεία με δικτατορίες, παγκόσμιο πόλεμο, κατοχή και ένα πολύ επώδυνο εσωτερικό, εμφύλιο πόλεμο. Αντίθετα η Τουρκία είχε συνεχώς ένα στυγνό καθεστώς στρατιωτικής δικτατορίας με κοινοβουλευτικό μανδύα για τα μάτια του δυτικού κόσμου.

Η διαφορετική διακυβέρνηση και πολιτική πορεία των δύο χωρών επηρέασε αναπόφευκτα όλο το πλέγμα των σχέσεων που αποκαλούμε «εξωτερική πολιτική».

Η Ελληνική εξωτερική πολιτική χαρασσόταν από την εκάστοτε πολιτική ή άλλη εξουσία χωρίς διαχρονικό σχεδιασμό, χωρίς διαχρονικούς διαχειριστές – γνώστες του πολύπλοκου πλέγματος των διαφόρων θεμάτων εξωτερικής πολιτικής και πολλές φορές (δυστυχώς) με την καταλυτική παρέμβαση των διαφόρων «ισχυρών» της κάθε πρόσκαιρης εξουσίας, οι οποίοι συνήθως ήταν ανιστόρητοι ή κοινώς «τελείως άσχετοι»!

Η Τουρκική εξωτερική πολιτική όμως δεν αφέθηκε ποτέ στα συγκυριακά χέρια κάποιας πρόσκαιρης εξουσίας:  Χαράχτηκε διαχρονικά από τον ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ και τους αυτόκλητους διαδόχους του με την μορφή ενός πανίσχυρου, διαχρονικού και μόνιμου «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας» που αποτελούσε (και αποτελεί) την αόρατη, υπέρτατη εξουσία πάνω από κάθε «εκλεγμένο» ή μη εκπρόσωπο του τουρκικού λαού.

Αυτή ακριβώς η ιδιαιτερότητα είναι εκείνη που επιτρέπει στην σημερινή Τουρκική Δημοκρατία να ακολουθεί σταθερά, χωρίς ενοχλητικές «παρεκκλίσεις» του κάθε εκλεγμένου πολιτικού, την διαχρονική, καθαρά επεκτατική, στρατηγική της απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Άλλωστε αν διαβάσουμε προσεκτικά τις δηλώσεις Τούρκων επισήμων δεν μένει καμιά απολύτως αμφιβολία ακόμα και για τους πιο δύσπιστους και βολεμένους Έλληνες κουλτουριάρηδες  κάθε κατηγορίας (δυστυχώς είναι πάρα πολλοί) που κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου, χωρίς να έχουν την παραμικρή διάθεση να «ξυπνήσουν». 

Με δυο λόγια: Οι Τούρκοι θέλουν νέα σύνορα με την Ελλάδα και «γιατί να το κρύψουν άλλωστε;».  

Bulent Ecevit,

ο Τούρκος Πρωθυπουργός της εισβολής στην Κύπρο.

Ας θυμηθούμε (μεταξύ εκατοντάδων άλλων υπεροπτικών δηλώσεων Τούρκων επισήμων) αυτά που μας είπε ο Τούρκος Πρωθυπουργός της εισβολής στην Κύπρο (το έπαιζε και φιλέλληνας) Μπουλέντ Ετσεβίτ στις 27 Φεβρουαρίου 1975 (τα είπε σε στελέχη του κόμματός του για να τα ακούσουμε εμείς):

«Σκοπός μας είναι η διεκδίκηση νέων συνόρων!».

Έτσι απλά και ξεκάθαρα! Άλλωστε οι διάφοροι Τούρκοι πολιτικοί, διαχρονικοί υπηρέτες του «Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας», κάθε λίγα χρόνια επαναλαμβάνουν προς την Ελλάδα το ίδιο ακριβώς τροπάριο (σε ελεύθερη απόδοση):

 «Τα δικά σας δικά μας και τα δικά μας (φυσικά) δικά μας – και ελάτε «να τα βρούμε» ήρεμα, γιατί σας την έχουμε στημένη και σε πρώτη ευκαιρία (που θα την έχουμε σίγουρα κάποτε στο μέλλον – βλέπε Κύπρο) θα αρπάξουμε αυτό που θέλουμε είτε σας αρέσει είτε όχι»!

Οι Έλληνες σαν λαός απωθούμε ό,τι μας δημιουργεί «ενοχλητικούς» συνειρμούς στην καθημερινή μας καλοπέραση, δίνουμε προτεραιότητα στα συνεχή καθημερινά μας προβλήματα και αγνοούμε με επιμέλεια την συστηματική, διαχρονική Τουρκική στρατηγική που απλώνεται σαν αρπακτικό χέρι πάνω στην σύγχρονη Ελλάδα ολοένα και πιο απειλητικό. 

Υπάρχει λύση; ΝΑΙ, και βέβαια υπάρχει! Και όχι μόνο μία. Υπάρχουν πάρα πολλές. Δόξα τον Θεό, οι Τούρκοι (και όχι μόνο) έχουν πολλά και σοβαρά εσωτερικά προβλήματα που περιμένουν υπομονετικά να τα αξιοποιήσουμε. Εμείς πάντως, σαν αρχή,  θα κάναμε την εξής πρόταση:

Θα πρέπει, κατά την ταπεινή μας γνώμη, να συσταθεί με απόλυτη προτεραιότητα ένα Μόνιμο Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής που θα αποτελείται από διακεκριμένους επιστήμονες – καθηγητές διεθνούς δικαίου ή/και πολιτικών επιστημών, οι οποίοι θα ορίζονται ένας από κάθε κοινοβουλευτικό κόμμα που εκπροσωπείται στην Ελληνική Βουλή και στο Ευρωκοινοβούλιο.

Το Μόνιμο Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής θα υπάγεται στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, τα μέλη του θα ορίζονται από κάθε κόμμα (κατ΄ αρχή) για μια δεκαετία, θα ασχολούνται αποκλειστικά και μόνο  με το αντικείμενο «Ελληνική Εξωτερική Πολιτική» απολαμβάνοντας μηνιαίες απολαβές ίσες με το 70% περίπου της εκάστοτε βουλευτικής αποζημίωσης.

Η δουλειά των μελών του Μόνιμου Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής θα είναι να παρακολουθούν, να καταγράφουν, να αναλύουν και να συζητούν μεταξύ τους σε μόνιμη βάση κάθε ενέργεια όλων των γειτόνων μας και κυρίως να εισηγούνται τρόπους ή σενάρια αντιμετώπισής τους στον εκάστοτε Υπουργό Εξωτερικών, όχι απαραίτητα ομόφωνα – άλλωστε Έλληνες είμαστε, δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσουμε όλοι και μάλιστα σε κομματικό επίπεδο!  

Μόνον όταν η άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής καταστεί διαχρονική, χωρίς να εξαρτάται από ικανούς (αλλά δυστυχώς και πιθανόν ανίκανους) Υπουργούς Εξωτερικών, αλλά τοποθετηθεί σε ένα υπερκομματικό, διαχρονικό, εθνικό επίπεδο θα πολλαπλασιάσουμε τις δυνατότητες αντιμετώπισης της ολοένα και πιο επικίνδυνης Τουρκικής επιθετικότητας, αλλά και τις κατευθυνόμενες (και πολύ επικίνδυνες) ανοησίες διαφόρων ψευτο-Μακεδόνων  και άλλων (επίσης επικίνδυνων) «φρούτων» που κατά καιρούς εμφανίζονται όχι μόνο στην γειτονιά μας αλλά και μέσα στο ίδιο μας το σπίτι.

x-hellenica.gr