Η βουλευτής Α Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας Ντόρα Μπακογιάννη έστειλε σήμερα της εξής επιστολή προς τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών:

Προς το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ

Αγαπητοί κύριοι και κυρίες,

Με την επιστολή μου αυτή ζητώ την παρέμβασή σας για την χυδαία και συκοφαντική επίθεση που δέχθηκα από ανώνυμο δημοσίευμα του ένθετου περιοδικού της κυριακάτικης εφημερίδας «Βέτο» στις 15.11.2009.
Στην πολιτική μου πορεία, παρά το γεγονός ότι έχω δεχθεί πολλές και κάθε είδους επιθέσεις, παραμένω πάντοτε συνεπής και θερμός υποστηρικτής της δημοσιογραφίας με άποψη, της ελεύθερης έκφρασης γνώμης και της ελευθεροτυπίας. Στην πολιτική μου δράση κινούμαι πάντοτε στο φως, υπηρετώντας το λειτούργημά μου, εκπληρώνοντας τα καθήκοντά μου με πλήρη διαφάνεια και συνείδηση και πάντα έτοιμη να δεχθώ κάθε είδους κριτική, ακόμα και την πιο σκληρή.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, πιστεύω ότι η χυδαιότητα ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί της επίθεσης, που δέχθηκα μόλις χθες, επικεντρώνουν χωρίς κανένα πολιτικό επιχείρημα και με άνανδρο τρόπο τα βέλη τους στη γυναικεία μου υπόσταση, τη δήθεν προσωπική μου ζωή και τη σχέση μου με τον σύζυγο και τα παιδιά μου. Μία επίθεση που προσβάλει τη νοημοσύνη και την αισθητική κάθε γυναίκας, μητέρας, κάθε νέου και κάθε εν γένει σκεπτόμενου πολίτη αυτής της χώρας.
Προκειμένου να προστατεύσω την προσωπική και οικογενειακή μου ζωή από την παραπάνω προσβολή της, πέραν της επιβεβλημένης προσφυγής στη Δικαιοσύνη, προσφεύγω και στην Ένωση Συντακτών, καθώς τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα αποτελούν κατάφωρη παραβίαση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον «Κώδικα Επαγγελματικής, Ηθικής και Κοινωνικής Ευθύνης» των δημοσιογράφων-μελών της ΕΣΗΕΑ. Η απόφασή μου αυτή δεν στηρίζεται μόνο στο γεγονός ότι η επίθεση εις βάρος μου καταργεί κάθε έννοια δημοσιογραφικής δεοντολογίας, της οποίας θεσμικό θεματοφύλακα αποτελεί η Ένωσή σας, αλλά εδράζεται κυρίως στη βαθιά μου πεποίθηση ότι πρώτα -και πριν απ' όλους- οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι οφείλουν να περιφρουρούν και να θωρακίζουν το λειτούργημά τους από τέτοιου είδους φαινόμενα εκφυλισμού, χυδαιότητας, πολιτικού και προσωπικού ρατσισμού.
Απευθύνομαι, λοιπόν, σε εσάς με την έκκληση να πάρετε θέση άμεσα και έγκαιρα απέναντι στα νοσηρά αυτά φαινόμενα, με τα οποία είμαι βέβαιη ότι είστε απολύτως αντίθετη. Σ' εσάς εναπόκειται να διαφυλαχθεί η ακεραιότητα και η αξιοπιστία του λειτουργήματος του δημοσιογράφου.

Με εκτίμηση

Ντόρα Μπακογιάννη

Διαβάστε το δημοσίευμα της εφημερίδας Veto

veto-paper.png

Η ΝΤΟΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ ΣΤΟ ΝΤΙΒΑΝΙ

Η εθνική μας χήρα χωρίς μακιγιάζ. Ξέρεις τι είναι να μη βρίσκεις νούμερο παπούτσι που να ταιριάζει στο πόδι σου; Και να παραγγέλνεις στο εξωτερικό άχαρες γόβες χωρίς τακούνι; Ξέρεις τι είναι να αδυνατίζεις συνέχεια και παρόλα αυτά το σώμα σου να παραμένει απωθητικό; Για να καταλάβει κανείς τι συμβαίνει με τη Ντόρα Μπακογιάννη πρέπει να αντιληφθεί σε βάθος τη σχέση της με τον καθρέφτη της. Δύσκολη σχέση. Δεν συμφιλιώθηκε ποτέ με τις διαστάσεις της και την ομοιότητά της με τον πατέρα της, που την υποχρέωσε να ανέχεται αγενείς ψιθύρους του είδους «είναι σαν τον Μητσοτάκη με μαλλιά». Από τότε που έβαλε «δαχτυλίδι» στο στομάχι για να χάσει κιλά αισθάνεται καλύτερα. Όλοι τη συγχαίρουν για την κομψότητά της, γνωρίζει όμως ότι παρά τη βελτίωση στη «γραμμή» της, δεν είναι λαχταριστή για τους άντρες που κυκλοφορούν γύρω της. Δεν ήταν ποτέ. Στα νιάτα της είχε αρκετές ερωτικές σχέσεις με στελέχη της Νέας Δημοκρατίας αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι κανείς τους δεν την ερωτεύτηκε πραγματικά. Της προσέφεραν ηδονή -λένε παρατηρητές εκείνων των ημερών- για να κερδίσουν προνομιακή σχέση με τον πατέρα της. Ακόμη κι αν η ίδια δεν το παραδεχόταν ούτε στον εαυτό της, βαθιά μέσα της ήξερε.

Γι' αυτό, λοιπόν, μην την παρεξηγείτε όταν συμπεριφέρεται σαν αντιπαθέστατη ψηλομύτα που δεν χωνεύει τα άντερά της. Είναι γεμάτη κόμπλεξ. Συμπλεγματική γενικώς, αλλά και ειδικώς απέναντι στον Αντώνη Σαμαρά που δεν φημίζεται πια ούτε για τα νιάτα του ούτε για τη γοητεία του. Κι όμως. Oταν πρωτογνωρίστηκαν εκείνος ήταν κούκλος, ακουγόταν ως μεγάλος εραστής, ο νεότερος υπουργός Εξωτερικών και «πουλέν» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, που έβλεπε σ' αυτόν ένα μεγάλο πολιτικό ταλέντο. Λένε πως η Μαρίκα τον ήθελε για γαμπρό, αλλά εκείνος δεν άφηνε κανένα περιθώριο με τη συμπεριφορά του. Μ' αυτά και μ' εκείνα η Ντόρα προσπάθησε πολύ για να τον απομακρύνει από τον πατέρα της, πολύ πριν έρθει η ώρα της ρήξης. Τα ίδια πέρασε και με τον Δημήτρη Αβραμόπουλο όταν ήταν διευθυντής διπλωματικού γραφείου του πατέρα της. Ομορφάντρας, με συνταρακτικές επιτυχίες στο άλλο φύλο και παντελώς αδιάφορος για την ίδια, ένας άντρας με σταθερά διεισδυτικό βλέμμα στις γυναίκες, που την κοιτούσε σαν να βλέπει ένα κομμάτι ξύλο.

Η μειονεξία της Ντόρας, σε ό,τι αφορά στη γυναικεία της υπόσταση την κάνει να αντιπαθεί, συνήθως, τις όμορφες, πολύ περισσότερο όταν είναι και πετυχημένες. Την κάνει επίσης να θέλει δίπλα της ως συνεργάτες άντρες τόσο αφοσιωμένους στην ίδια, ώστε η εξάρτησή τους να έχει συμπτώματα υποταγής, που υπό μία ευρεία έννοια μπορεί να θεωρηθεί και συναισθηματική υποτέλεια. Δείτε πώς την κοιτάνε όταν μιλάει από το βήμα της Βουλής ή του συνεδρίου. Σαν τον γαμπρό την πανέμορφη νύφη δευτερόλεπτα πριν την παραλάβει από τον πατέρα της στα σκαλιά της εκκλησίας.

Η Ντόρα, λοιπόν, έχει μεγάλη ανάγκη την αναγνώριση και το θαυμασμό, όχι μόνο για το πολιτικό της μέγεθος αλλά για το σύνολο της προσωπικότητάς της που, πολλούς φοβίζει, άλλους απωθεί, κάποιους εντυπωσιάζει και ελάχιστους συγκινεί ειλικρινά. Ένα πράγμα που την ενοχλούσε βαθιά στον Καραμανλή, μου λένε πρόσωπα που τη γνωρίζουν καλά, ήταν η ικανότητά του να γίνεται συμπαθής στους πολλούς. Η ίδια είχε πάντα υψηλή δημοτικότητα γιατί καταφέρνει να επιβάλλεται με την κατάλληλη μιντιακή βοήθεια και την ισχυρή επιχειρηματική προστασία που την περιβάλλει. Αλλά δεν θα γίνει ποτέ πρόσωπο αγαπητό στο λαό, γιατί το χαμόγελό της είναι ψεύτικο, το βλέμμα της παγωμένο, ακόμη και η προφορά της επιτηδευμένη. Της αρέσει το μακιγιάζ του Αχιλλέα Χαρίτου και η κόμμωση του Βαλεντίνο.

Δεν βγαίνει από την πόρτα του σπιτιού της αν δεν «σοβατιστεί» καλά και δεν χτενιστεί επιμελώς. Είναι σπάνιο να τη δει κανείς σε φυσική κατάσταση και κάποιος που είχε την εμπειρία μού είπε ότι δίκιο έχει που δεν θέλει τη βλέπουν όπως ξυπνάει το πρωί. Την έχει κουράσει, όμως, όλη αυτή η προσπάθεια. Είναι πια 55 χρόνων. Κι ακόμη περιμένει να γίνει αρχηγός της Ν.Δ. Πόσο άραγε θα χρειαστεί να περιμένει για να γίνει πρωθυπουργός; Η πρώτη Ελληνίδα πρωθυπουργός στην Ελλάδα… Χιλιάδες φορές έχει συλλαβίσει αυτή τη φράση. Είναι όλα έτοιμα: Έχει ήδη μοιράσει τα χαρτοφυλάκια της κυβέρνησης που θα σχηματίσει. Έχει ήδη συνεννοηθεί με τους «νταβατζήδες» για τις διευκολύνσεις που τους περιμένουν. Έχει περάσει μηνύματα σε ξένες πρεσβείες για όσα έχουν να ελπίζουν, και σε επιχειρηματίες για δουλειές που θα στηθούν. Αλλά φτάνουν αυτά για να έρθει επιτέλους η ώρα να ανέβει στο θρόνο;

Τα έχει καλά με τις εταιρίες δημοσκοπήσεων, με τους κυρίαρχους διαμορφωτές της κοινής γνώμης και με τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης. Διαθέτει θηριώδη μηχανισμό επικοινωνίας και έναν στρατό embeded δημοσιογράφων που πίνουν νερό στο όνομά της, όχι φυσικά με το αζημίωτο ή χωρίς κάποια εξυπηρέτηση. Κανένας πολιτικός δεν έχει την ασυλία που απολαμβάνει και ελάχιστοι έχουν το «πόθεν έσχες» της. Κι όμως, ακόμη περιμένει στον προθάλαμο της εξουσίας. Η πιο δύσκολη στιγμή της ήταν όταν ήρθαν στο φως οι αποκαλύψεις για τις τοστιέρες και τις φρυγανιέρες που της έστελνε ο Χριστοφοράκος. Υπέστη πολιτική ζημιά, πολύ περισσότερο όταν ξέσπασε και το σκάνδαλο με τη διαφυγή Καραβέλα χάρη σε ένα τηλεγράφημα που χάθηκε στους διαδρόμους του υπουργείου Εξωτερικών. Στενοχωρήθηκε τότε πολύ, γιατί τσαλακώθηκε. Αλλά έχει κληρονομήσει την ψυχραιμία του Μητσοτάκη και ανατάχθηκε γρήγορα. Μια μάχη έχασε, άλλωστε, όχι τον πόλεμο. Από τον πατέρα της έχει πάρει επίσης τη συστηματικότητα στην ίντριγκα, τη μεθοδικότητα στα ρουσφέτια, την πίστη ότι όλα και όλοι αγοράζονται, τη βεβαιότητα ότι η πατρίδα είναι ένα χωράφι που της ανήκει βάσει χρησικτησίας και ό,τι υπάρχει πάνω σε αυτό επίσης τη ανήκει: Αγελάδες για άρμεγμα, κατσίκια για φάγωμα, δέντρα για κόψιμο.

Της αρέσει πολύ να θυμίζει τη δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, στην οποία οφείλει την πολιτική της εκτίναξη και τον υποτιθέμενο αντιχουντικό «αγώνα» της στο Παρίσι. Της αρέσει ακόμη να την εμφανίζουν ως κάποια που έζησε τον Μάη του 1968, ήταν «ψιλοαριστερή» και στην πορεία φωτίστηκε και πέρασε στην Κεντροδεξιά. Ψοφάει να ακούει ότι έχει ζήτηση στο εξωτερικό και ότι αρέσει στους νέους. Έχει άγρια ανταγωνιστική σχέση με την κόρη της και εξαντλεί τον αυταρχισμό της στον γιο της. Ζηλεύει τον Ισίδωρο και κάνει υποχωρήσεις για να μην τον χάσει. Είναι δύσκολο να μιλήσεις μαζί της και να μην αναφέρει, en passant, κάτι σχετικό με τον πατέρα της. Αισθάνεται κάθε στιγμή ότι ο Μητσοτάκης είναι σε μια γωνία και τη βλέπει, την παρακολουθεί για να την επιδοκιμάσει ή να τη συμβουλέψει.

Του οφείλει σχεδόν όλα όσα έχει πετύχει μέχρι τώρα και είναι ο μοναδικός άντρας που την κάνει να αισθάνεται ευάλωτο κορίτσι. «Ντοράκι» τη φωνάζει. Οταν έρθει η ώρα να φύγει από τη ζωή, η Ντόρα θα απελευθερωθεί αλλά ταυτόχρονα θα φυλακιστεί, γιατί θα μείνει μόνη με τον καθρέφτη της και αντιμέτωπη με την υπαρξιακή της τραγικότητα: Το εξωτερικό και το εσωτερικό της μέγεθος βρίσκονται σε πλήρη δυσαναλογία.

Ο ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΗΣ