Του Α. ΛΥΚΑΥΓΗ, ΤΟ ΠΑΡΟΝ

ΜΟΝΟΝ αφελείς (ή μυωπάζοντες) μπορεί να παραπλανώνται από την παρούσα φάση νηνεμίας, η οποία εμφανίζεται ως προς τα δρώμενα στο Αιγαίο, τη Θράκη και την Κύπρο. Γιατί χωρίς αμφιβολία θα επανέλθομεν -και συντόμως- «επί τα αυτά». Αποτελεί πάγια τουρκική τακτική: Εκεί όπου προβάλλουν τα δύσκολα -όπως τώρα με τη δοκιμασία της ενταξιακής της πορείας τον Δεκέμβριο- «τη χωρά και η τρύπα του βελονιού». Αναδιπλώνει προκλήσεις και αναστέλλει επιλογές. Χωρίς όμως ποτέ να ακυρώνει στρατηγικούς στόχους.

Οι τουρκικές επιλογές κινούνται στα πλαίσια συγκεκριμένου στρατηγικού δόγματος, που το έχει διατυπώσει με σαφήνεια ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών. Του οποίου οι δυναμικές απορρέουν από νεο-οθωμανικές αντιλήψεις, και διέπονται από ανάλογα σύνδρομα παλινορθώσεως ενός περιφερειακού ηγεμονισμού, που θα επιτρέπει στην Άγκυρα, εάν όχι στρατηγικό έλεγχο της περιοχής, τουλάχιστον προώθηση στρατηγικής επιρροής της στην ευρύτερη γεωγραφία.

Τα προβλήματα της ίδιας βεβαίως δεν είναι αμελητέα. Εσωτερικά κυρίως. Γιατί εξωτερικά, κατάφερε να δρομολογήσει λύσεις ή απλώς αναστολή τριβών (όρα Συρία, Ιράκ, Αρμενία), ώστε δυνάμει να αποβαίνει τελικά ρυθμιστικός παράγοντας σε πλειάδα περιφερειακών προβλημάτων και συγκρούσεων. Ταυτοχρόνως επιδιώκει να αποκτήσει συμμαχικό (έως και κηδεμονευτικό) ρόλο στα Βαλκάνια, συνάπτοντας πολυδιάστατες συμφωνίες και στρατηγικής σημασίας σύμφωνα με την Αλβανία, τα Σκόπια και τη Βοσνία. Πέραν ειδικών σχέσεων με το Κόσοβο. Κάτι που θα συναντήσουμε σύντομα μπροστά μας ως Ελληνισμός, σε συνάρτηση με άλλα ζητήματα που σοβούν.

Τα βασικά προβλήματα που παραμένουν για την Άγκυρα αφορούν κυρίως τις σχέσεις με την Ελλάδα και βεβαίως με την Κύπρο, στην οποία και βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη συγκεκριμένοι επεκτατικοί σχεδιασμοί. Απροκάλυπτος στόχος η προώθηση τέτοιων ρυθμίσεων στο Κυπριακό, που θα της παρέχουν δυνατότητες παγιώσεως κηδεμονευτικού ελέγχου, μέσω του στρατηγικού προγεφυρώματος που έχει επιβάλει διά της κατοχής. Του «ψευδοκράτους» δηλαδή. Το θέλει να αποτελεί ένα από τα δύο συστατικά μέρη μιας οιονεί ομοσπονδίας. Με δομές και δυναμικές συνομοσπονδίας. Οπότε και θα κυριαρχεί στο ένα σκέλος της. Και θα επικυριαρχεί στο άλλο, για λόγους αυτόδηλους. Ισχύος, απόλυτης γειτνιάσεως, αλλά και δημογραφικού όγκου.

Υπό το φως αυτών των δεδομένων και των προοπτικών, Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να βρίσκονται σε ετοιμότητα. Γιατί αμέσως μετά τον Δεκέμβρη, η πρώτη σε ό,τι αφορά τα ανοικτά μέτωπα με την Άγκυρα και η δεύτερη σχετικά με το πολιτικό της πρόβλημα, θα δεχθούν και πάλι νέο κύμα επιθετικών εκβιασμών. Με μορφή προκλήσεων και ανάλογων απειλών. Κι αυτό δεν αποτελεί πεσιμιστικό κασσανδρολόγημα. Είναι απλώς η προνοητική καταγραφή προδιαγεγραμμένων εξελίξεων, οι οποίες κινούνται από δυναμικές παγίων επιδιώξεων.

Το κύριο βάρος της τουρκικής επιθετικότητος θα το αντιμετωπίσει η Λευκωσία. Όπου εάν δεν υπάρξει εκλογίκευση τουρκικών θέσεων, το αδιέξοδο είναι βέβαιο. Και θα αποβεί εκ των πραγμάτων μοιραίο. Για λόγους που έχουν να κάμουν με την παγίωση των τετελεσμένων και την οριστική γεωπολιτική διαίρεση της Μεγαλονήσου, από την οποία όμως μείζονες κίνδυνοι θα ανακύψουν. Που θα αφορούν την επιβίωση και την ιστορική συνέχεια του Κυπριακού Ελληνισμού στη φυσική του γεωγραφία.