Του Μιχάλη Ιγνατίου, Έθνος

Διαφορετική προσέγγιση ΗΠΑ – Τουρκίας σε αρκετά διμερή θέματα. Τι οφέλη προσδοκά ο Τούρκος πρωθυπουργός, ποιοι οι κίνδυνοι για την Ελλάδα και την Κύπρο.«Ο δρόμος του Ταγίπ Ερντογάν προς τον Λευκό Οίκο δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα».

Η φράση ανήκει σε Δυτικό διπλωμάτη που παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την πορεία των αμερικανοτουρκικών σχέσεων τα τελευταία δέκα χρόνια.
Εχοντας υπηρετήσει παλαιότερα στην Αγκυρα και στη Λευκωσία, και τώρα στην Ουάσιγκτον, μπορεί να διακρίνει τις διαφορές προσέγγισης των δύο πλευρών επί των θεμάτων που απασχολούν την Τουρκία και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το βασικό συμπέρασμα των αναλύσεων είναι ότι η Αγκυρα και η Ουάσιγκτον δεν βλέπουν πια με το «ίδιο μάτι» αρκετά διμερή και διεθνή θέματα, σε σημείο που θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι σε μερικά ζητήματα, όπως είναι το Ιράν, το Σουδάν, η αντιπυραυλική άμυνα, ακόμα και το Αφγανιστάν, η διάσταση απόψεων είναι ο κανόνας.

Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας αναμένεται να συζητήσει και ζητήματα που ενδιαφέρουν την Ελλάδα, και όπως έγινε γνωστό στην ημερησία διάταξη έχουν περιληφθεί το Κυπριακό και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ύστερα από αίτημα του κ. Ερντογάν, ο οποίος ελπίζει πως θα αποκομίσει κέρδη για να μπορεί να τα παρουσιάσει ως νίκη του στον τουρκικό λαό. Ενα από τα βασικά του αιτήματα-στόχοι, που αφορά το θέμα της Κύπρου, είναι ο διορισμός ειδικού συντονιστή, θέση που δεν πληρώθηκε μετά το φιάσκο του σχεδίου Ανάν.

Επίσης, η εξεύρεση τρόπων στήριξης του κατοχικού ηγέτη Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, ώστε να μη διακινδυνεύσει στις παράνομες εκλογές του ερχόμενου Απριλίου. Διπλωματική πηγή, μιλώντας στο «Εθνος», προειδοποίησε πως για την πολιτική διάσωση του κ. Ταλάτ οι ΗΠΑ και άλλες χώρες ίσως προτιμήσουν την έμμεση έστω αναγνώρισή του ως ισότιμου ηγέτη με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο κ. Ερντογάν επιθυμεί να θέσει στις συνομιλίες με τον κ. Ομπάμα και τις τουρκικές αξιώσεις στο Αιγαίο. Πιστεύει πως η στάση Ποντίου Πιλάτου της Ουάσιγκτον τον διευκολύνει να καταγράψει το θέμα ως πρόβλημα που μολύνει τις σχέσεις δύο ΝΑΤΟϊκών συμμάχων, ώστε με τον τρόπο αυτό να καταστεί πρόβλημα της Συμμαχίας.

Η αμερικανική πλευρά στριφογυρίζει γύρω από την ερμαφρόδιτη σκέψη ενός συμβιβασμού που θα νομιμοποιεί πράξεις της Αγκυρας που δεν καλύπτονται από το διεθνές δίκαιο. Ακόμα και η καταγραφή του θέματος στην ατζέντα των ελληνοτουρκικών σχέσεων αποτελεί αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα.

Οι συνομιλίες στον Λευκό Οίκο, που θα πραγματοποιηθούν τη Δευτέρα, χαρακτηρίζονται δύσκολες, διότι οι Αμερικανοί νιώθουν πως η Τουρκία έχει ξεκινήσει πορεία απεξάρτησης από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ειδικότερα, στα θέματα του Ιράν και του Ισραήλ ο κ. Ερντογάν αναμένεται να επιβεβαιώσει πως η Τουρκία διαφωνεί με την Ουάσιγκτον στον τρόπο αντιμετώπισης του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, ενώ θα ανακοινώσει πως η στενή σχέση συνεργασίας με το Ισραήλ δεν υφίσταται, με υπαιτιότητα του εβραϊκού κράτους. Εγινε γνωστό ότι απέτυχε μια τελευταία προσπάθεια για επαναθέρμανση των σχέσεων με το Ισραήλ μετά την άρνηση του κ. Ερντογάν να απολογηθεί για τους βαρύτατους χαρακτηρισμούς που επεφύλαξε στον Ισραηλινό πρόεδρο Σιμόν Πέρεζ, τον περασμένο Ιανουάριο, στο Νταβός.

Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας έχει επιλέξει στρατόπεδο στη Μέση Ανατολή, αυτό των Παλαιστινίων και των Αράβων, και δεν θεωρείται πλέον «ανεξάρτητος μεσολαβητής» μεταξύ της Παλαιστίνης και του Ισραήλ. Στο θέμα αυτό οι Αμερικανοί ταυτίζονται με την κριτική που ασκούν οι Ισραηλινοί στους Τούρκους. Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν έχει λάβει σιωπηλά το «ok» και της Τουρκίας, η οποία πιστεύει πως «ο καθένας μπορεί να διαθέτει τέτοια όπλα, εφόσον οι λόγοι είναι ειρηνικοί».

Ο κ. Ερντογάν φέρεται να ενημέρωσε πως η θέση του για τα πυρηνικά όπλα αφορά όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, τις οποίες θέτει στην ίδια μοίρα με το Ιράν. Πιστεύει πως τα πυρηνικά είναι απειλή για την ανθρωπότητα, ανεξάρτητα από τον κάτοχό τους. Επίσης πιστεύει πως πρέπει να κατασκευαστεί «μονοπάτι διπλωματίας και διαλόγου» και να αποκλειστούν τα πολεμικά μέσα που πρεσβεύει το Ισραήλ.

Ο κ. Ερντογάν δεν κωλύεται να παραδεχθεί πως είναι σύμμαχος με το Ιράν. Ο πρόεδρος Ομπάμα αναμένεται να ζητήσει από τον πρόεδρο της Τουρκίας να απαντήσει καθαρά και με σοβαρότητα στο εξής ερώτημα που θα θέσει: Υποστηρίζετε νέες κυρώσεις, εφόσον συνεχιστεί η άρνηση του Ιράν για συνεργασία με την Ομάδα των πέντε+1 χωρών που ανέλαβαν να συνετίσουν την Τεχεράνη. Ο κ. Ερντογάν θα απαντήσει αρνητικά, πρόβλεψε η διπλωματική πηγή. Η συνομιλία για το Σουδάν πιστεύεται πως θα αναδείξει το πραγματικό πρόσωπο του κ. Ερντογάν, ο οποίος έθεσε υπό την προστασία του τον δικτάτορα της χώρας. Ο τελευταίος βαρύνεται με εγκλήματα πολέμου.

ΚΟΥΡΔΙΚΟ-Συμφωνία για εξάρθρωση του ΡΚΚ
Αναφορικά με το ΡΚΚ, οι δύο χώρες συμφωνούν για την ανάγκη εξάρθρωσης της κουρδικής οργάνωσης, αν και έχει προκύψει μία σημαντική διαφωνία, που αφορά τους αντάρτες, οι οποίοι βρήκαν καταφύγιο στο Βόρειο Ιράκ.

Η Τουρκία απαιτεί την παράδοση όσων ανταρτών βρίσκονται στις κουρδικές φυλακές, αλλά η Ουάσιγκτον διαφωνεί, στο πλαίσιο της απόφασής της να μη διαταράξει τις σχέσεις της με την κουρδική ηγεσία.

Πρόσφατα ο αρχηγός του FBI, Ρόμπερτ Μίλερ, αρνήθηκε να ικανοποιήσει το τουρκικό αίτημα για τους Κούρδους μαχητές που έχουν συλληφθεί από τους Αμερικανούς.

Τα εμπόδια στην ομαλοποίηση των αρμενοτουρκικών σχέσεων θα είναι από τα βασικά θέματα συζήτησης, καθώς η Ουάσιγκτον επένδυσε πολυετή διπλωματική προσπάθεια και κατέβαλε σοβαρό οικονομικό τίμημα. Αμέσως μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου στην Ελβετία, παρουσία της κ. Χίλαρι Κλίντον, η Αγκυρα υπαναχώρησε και ανακοίνωσε πως δεν ισχύει τίποτα χωρίς την προηγούμενη θετική απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης.

Η τουρκική στάση εξόργισε τις ΗΠΑ, αλλά μέχρι της στιγμής δεν πέτυχαν να μεταπείσουν τον πρωθυπουργό Ερντογάν. Ο τελευταίος θα τονίσει ότι η απουσία επίλυσης της διαφοράς για το Ναγκόρνο Καραμπάχ είναι εμπόδιο στην ψηφοφορία της Εθνοσυνέλευσης.

«Αντιαμερικανισμός»
Αξίζει να σημειωθεί ότι Αμερικανοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι η Τουρκία σαρώνεται από «αντιαμερικανικό εθνικισμό» και ισχυρίζονται πως αυτό το φαινόμενο ενθαρρύνθηκε από το κόμμα εξουσίας του κ. Ερντογάν. Είναι χαρακτηριστικό ότι μειώθηκε στο ελάχιστο η πίστη του τουρκικού λαού για την ταύτιση των τουρκικών με τα αμερικανικά συμφέροντα.

Στην Ουάσιγκτον ανησυχούν ότι η «ανάμειξη του αντιαμερικανισμού με τον ισλαμισμό» θα επηρεάσει καταλυτικά τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, που εισήλθαν σε καθεστώς δοκιμασίας μετά την αλλαγή της τουρκικής θέσης στο θέμα του Ιράν.