Του Π. Ι. Δρίβα

«Ήλθον, είδον και… "συμφώνησαν"». Ακόμη μια παράφραση της γνωστής ρήσης του Ιούλιου Καίσαρα, ταιριάζει γάντι, στα όσα συνέβησαν τις τελευταίες δύο μέρες στη Παγκόσμια Διάσκεψη για το κλίμα στην Κοπεγχάγη.

Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ο Ομπάμα, «καθάρισε» το παιχνίδι, συνεπικουρούμενος βέβαια και από ανερχόμενους παίκτες της Διεθνούς σκηνής. Ανούσιο και ίσως επικίνδυνο για το μέλλον του πλανήτη, το περιεχόμενο του «κοινού ανακοινωθέντος». Αυτό, παρά τις περί του αντιθέτου προσπάθειες των «μεγάλων», μοιάζει αναμφισβήτητο.
Σε διπλωματικό ή πολιτικό επίπεδο, όμως, το «αποτέλεσμα» έχει δύο αναγνώσεις: Είτε ότι οι συνομιλίες διεσώθησαν από μια οδυνηρή αποτυχία, είτε ότι «κατεδαφίστηκαν» με ένα ανίσχυρο κείμενο. Όπως και να' χει αποτελεί αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι τελικά πρόκειται για μία πολιτική δέσμευση και όχι για συνθήκη.

Αρκεί κάποιος να προσέξει τις προσεκτικά διατυπωμένες φράσεις του κειμένου:

«Επισημαίνουμε την ισχυρή πολιτική μας θέληση να αντιμετωπίσουμε άμεσα την κλιματικά αλλαγή» λέει σε κάποιο σημείο. Και κάπου αλλού υπογραμμίζει: «Θα ήταν πρέπον να αναγνωρίσουμε την επιστημονική άποψη ότι η άνοδος της θερμοκρασίας θα πρέπει να είναι κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου. Στη βάση του περί δικαίου αισθήματος, και μέσα στο πλαίσιο μιας σταθερής ανάπτυξης, ενισχύουμε τη συνεργασία μας για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή».

Το πώς και ποιον τρόπο, μεταφέρεται στο μέλλον. Το πόσο αργότερα… ίδωμεν.

Προς το παρόν η διπλωματία της σαλαμοποίησης «θριάμβευσε» για άλλη μια φορά.
Αλλά ας το δούμε αυτό πιο διεξοδικά.

Η «συμφωνία» επετεύχθη βασικά μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ομπάμα και του Κινέζου πρωθυπουργού Ζιμπάο, έχοντας την υποστήριξη χωρών – κλειδιά στη Διάσκεψη (Ινδία, Βραζιλία, Νότια Αφρική) που είναι μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες στον πλανήτη.

Αυτό καταδεικνύει και τον τρόπο με τον οποίο θα ασκείται στο μέλλον η διπλωματία.

ΗΠΑ και Κίνα θα πρέπει να «αντιμετωπίζουν» η μία την άλλη σε πολλά θέματα και είναι τουλάχιστον ενθαρρυντικό ότι μπορούν και κάθονται στο ίδιο τραπέζι.

Νέοι παίκτες εμφανίζονται στο προσκήνιο. Η Ρωσία ας πούμε έλαμψε δια της απουσίας της ενώ η ΕΕ ήταν ωσεί παρούσα, αφού είχε δεσμευτεί εκ των προτέρων και άρα δεν χρειαζόταν να μπει στη διαπραγμάτευση.

Οι υπόλοιπες χώρες είτε δεν μπορούσαν είτε επέλεξαν να κινηθούν ανεξάρτητα.

Αναλυτές εκτιμούν ότι το διακύβευμα της Διάσκεψης ήταν τεράστιο και ότι στην παγκόσμια διπλωματία το να αντιμετωπίζεις τα προβλήματα κομμάτι – κομμάτι (σαλαμοποίηση), είναι περισσότερο αποτελεσματικό απ' το να τα αφομοιώνεις όλα μαζί.

Είναι επίσης αληθές ότι στις Παγκόσμιες Διασκέψεις η λήψη αποφάσεων είναι πολύ δύσκολη υπόθεση. Ακόμη και σε μικρότερης τάξης Συνόδους, όπως της ΕΕ, οι αποφάσεις λαμβάνονται από το λεγόμενο σκληρό πυρήνα λίγων χωρών.

Άρα τι έφταιξε και η Διάσκεψη κατέληξε σε αυτό το θλιβερό αποτέλεσμα; Ήταν τα δύσκολα θέματα ή το οργανωτικό;

Κάποιοι πιστεύουν ότι ήταν λίγο και απ' τα δύο.

Ίσως χρειαζόταν καλύτερη προετοιμασία, ίσως λίγο περισσότερος χρόνος σε επίπεδο Κορυφής. Όμως για τους ηγέτες ο χρόνος είναι περιορισμένος.
Μήπως όμως στενεύουν τα περιθώρια και για ολόκληρο τον Πλανήτη;