Του Θανου Π. Ντοκου*

Η τρομοκρατία, εγχώρια και διεθνής, βρέθηκε και πάλι στο προσκήνιο τις τελευταίες ημέρες. Η αποτυχημένη προσπάθεια ανατίναξης αεροσκάφους της αμερικανικής εταιρείας Delta από στέλεχος της Αλ Κάιντα θα επιφέρει ακόμη αυστηρότερα μέτρα ελέγχου στα αεροδρόμια, αλλά σε στρατηγικό επίπεδο η οργάνωση δεν φαίνεται να αποτελεί πλέον ουσιαστική απειλή (εκτός αν αποκτήσει πρόσβαση σε όπλα μαζικής καταστροφής), ενώ και η ικανότητά της να προκαλέσει ένα πόλεμο πολιτισμών ή θρησκειών είναι πολύ περιορισμένη στην εποχή Ομπάμα.

Οκτώ και πλέον χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 το κεντρικό δίκτυο της Αλ Κάιντα έχει δεχθεί σημαντικά πλήγματα, αν και ο Μπιν Λάντεν και ο Αλ Ζαουάχρι παραμένουν ασύλληπτοι. Το σημερινό δίκτυο της Αλ Κάιντα αποτελεί ένα «χαλαρό συνεταιρισμό» ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων, χωρίς σαφή ιεραρχική δομή, που μοιράζονται μια κοινή ή τουλάχιστον συγγενική ιδεολογία και στόχους, και χαρακτηρίζεται από περιστασιακή και μάλλον αρκετά περιορισμένη συνεργασία και συντονισμό. Βεβαίως, η αντιμετώπιση της δράσης των «ενδογενών» οργανώσεων σε κράτη με σοβαρά εσωτερικά προβλήματα (π.χ. Πακιστάν, Υεμένη) αποτελεί σημαντική πρόκληση για ορισμένες κυβερνήσεις, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί προσπάθεια της Αλ Κάιντα να επιστρέψει στο προσκήνιο με εντυπωσιακή ενέργεια.

Παρά ορισμένα σημαντικά τρομοκρατικά χτυπήματα (Μπαλί, Ριάντ, Κων/πολη, Μαδρίτη, Λονδίνο, Μουμπάι), το κόστος των επιθέσεων της διεθνούς ισλαμικής τρομοκρατίας (παρά τις χαμένες ανθρώπινες ζωές, τις οικονομικές ζημίες και τους μέχρι τώρα περιορισμούς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών) μπορεί να εκτιμηθεί ως μάλλον ανεκτό (τουλάχιστον από την πλευρά του ιστορικού που μελετά γενικότερες, μακροπρόθεσμες τάσεις).

Οσον αφορά την Ελλάδα, με μια πρώτη ματιά δεν φαίνεται να υπάρχει σήμερα σοβαρός κίνδυνος ριζοσπαστικοποίησης μελών των μουσουλμανικών κοινοτήτων στην Ελλάδα, χωρίς αυτό να πρέπει να οδηγήσει σε απόλυτο εφησυχασμό. Η εγχώρια τρομοκρατία βρίσκεται σε μια μεταβατική περίοδο, χαρακτηρίζεται από τυφλή οργή και λιγότερες αναστολές ως προς τα αποτελέσματα της χρήσης βίας, ενώ επικίνδυνος είναι ο συγχρωτισμός και η συνεργασία με το οργανωμένο έγκλημα.

Ο σημαντικότερος κίνδυνος είναι να παγιωθεί στα μάτια της διεθνούς κοινότητας μια εικόνα της Ελλάδας ως κράτους περιορισμένης αξιοπιστίας στον τομέα της ασφάλειας, όσον αφορά την τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα αλλά και τη διαχείριση κοινωνικών εντάσεων. Η βελτίωση της λειτουργίας των αρμόδιων υπηρεσιών, σε συνδυασμό με την ταχύτερη δυνατή έξοδο από την οικονομική κρίση, θα φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Επειδή όμως είναι εμφανής ο κίνδυνος υψηλών προσδοκιών για λύσεις άμεσης απόδοσης, που μπορεί να οδηγήσουν σε βιαστικές κινήσεις, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι μαγικές φόρμουλες δεν υπάρχουν, χρειάζεται υπομονή και επιμονή για την ουσιαστική αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και θα πρέπει να δοθεί η απαραίτητη στήριξη από τον πολιτικό κόσμο και την κοινωνία.

*Γενικός διευθυντής Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).
kathimerini.gr