ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ*, ΣΗΜΕΡΙΝΗ

Τα θέματα της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής ενός κράτους είναι συστατικά στοιχεία της κυριαρχίας του και με βάση τη ρεαλιστική σχολή σκέψης, πρόκειται για ζητήματα υψηλής πολιτικής (High Politics), τα οποία ακόμη και σε επίπεδο Ε.Ε. είναι απαραβίαστα, υπό την έννοια ότι: Οι όποιες σχετικές αποφάσεις επί της εξωτερικής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας λαμβάνονται ομοφώνως, άρα τα κράτη διατηρούν το δικαίωμα του βέτο.

Το Κυπριακό, εκ της φύσεως του, είναι πρόβλημα γεωστρατηγικό και η ρύθμιση των ζητημάτων της ασφάλειας, των εγγυήσεων και της αποστρατιωτικοποίησης σχετίζονται αφενός με την κυριαρχία του πολιτειακού συστήματος που θα προκύψει από τη λύση. Εάν, δηλαδή, θα έχουμε ανεξάρτητο κράτος ή προτεκτοράτο ή προτεκτοράτα στην περίπτωση που το πολιτειακό σύστημα, διά της κατανομής των εξουσιών, θα είναι περισσότερο συνομοσπονδιακό αντί ομοσπονδιακό. Οπότε θα έχουμε δυο κρατίδια με μια κεντρική εξουσία για το θεαθήναι, που θα ζουν πλάι-πλάι.

Οι εγγυήσεις


Η τουρκική πλευρά, με τις προτάσεις της επί του θέματος της ασφάλειας και των εγγυήσεων, θεωρεί ότι αυτές θα πρέπει να επεκτείνονται επί του συνόλου της Κύπρου και επί των δυο συνιστώντων κρατών. Στο απόρρητο έγγραφο της κυπριακής κυβέρνησης, που δόθηκε για μελέτη στο Εθνικό Συμβούλιο, τονίζεται ότι οι Τουρκοκύπριοι επί του θέματος της ασφάλειας υποστηρίζουν τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς και των τ/κ στρατευμάτων, αλλά και τη διατήρηση ελληνικού και τουρκικού αγήματος, ο αριθμός των οποίων είναι υπό συζήτηση. Και ακολούθως επισημαίνονται τα εξής:

«Γεγονότα που συνέβησαν σε όλο τον κόσμο τις περασμένες δεκαετίες, αποτελούν υπενθύμιση ότι ακρότητες λόγω εθνοτικών διαφορών είναι δυστυχώς ακόμη υπαρκτές ακόμη και στην Ευρώπη, όπως βλέπουμε από τα γεγονότα στη Βοσνία, στο Κόσοβο, στην Παλαιστίνη και πρόσφατα στην Χinjiang της Κίνας. Όλα αυτά τα παραδείγματα δείχνουν την αδυναμία του συλλογικού συστήματος ασφάλειας των Ην. Εθνών, ως επίσης των διευθετήσεων ασφάλειας να δράσουν συλλογικά για τερματισμό της βίας.

Οι Τουρκοκύπριοι, οι οποίοι έχουν υποφέρει από την αναποτελεσματικότητα του συλλογικού συστήματος ασφαλείας των Ην. Εθνών μεταξύ του 1963 και του 1974, δεν πρόκειται να βασιστούν σε οποιαδήποτε εγγύηση εκτός της Τουρκίας. Με βάση τις εμπειρίες του παρελθόντος, η συνέχεια των Συνθηκών Εγγυήσεως και Συμμαχίας είναι ζωτικής σημασίας για τους Τουρκοκυπρίους». Και επί τούτων τονίζει:

«Η συνθήκη εγγύησης mutatis mutandis στη νέα κατάσταση πραγμάτων (new state of affairs) που θα δημιουργηθεί με τη συνολική διευθέτηση, θα πρέπει να καλύπτει επιπρόσθετα της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας, ασφάλειας και συνταγματικής τάξης του νέου συνεταιρικού κράτους, την εδαφική ακεραιότητα, ασφάλεια και συνταγματική τάξη των Συνιστώντων Κρατών, επίσης. Αυτό αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τη διατήρηση του διζωνικού χαρακτήρα της Ομοσπονδίας μας και της βιωσιμότητας της λύσης. Αναγκαίες τροποποιήσεις θα πρέπει να γίνουν, επίσης, στη Συνθήκη Εγκαθίδρυσης, για να αντικατοπτρίζει τη νέα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο».

Υπό τουρκική εξάρτηση


Υπάρχει ακόμη μια παράγραφος ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα από τουρκοκυπριακής πλευράς, που προδικάζει τη μείωση ή και τον ακρωτηριασμό των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου μετά τη λύση, και το στρατηγικό της έλεγχο από την Τουρκία και τη Βρετανία. Στην παράγραφο με υπότιτλο «Ο ρόλος της Κύπρου στις διευθετήσεις ασφάλειας στην ΕΕ», οι τουρκικές προτάσεις αναφέρουν τα ακόλουθα:

«Δεδομένου ότι η ενωμένη Κύπρος θα είναι αποστρατιωτικοποιημένη στη βάση των προνοιών της συνολικής διευθέτησης, δεν θα είναι σε θέση να συνεισφέρει στρατιωτικά στις διευθετήσεις ασφάλειας της ΕΕ, θα μπορεί όμως να συμμετέχει στις μη στρατιωτικές πτυχές της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας (ESDP). Η συμμετοχή της Κύπρου στην ΚΕΠΠΑ θα πρέπει να σέβεται πλήρως τις πρόνοιες της συνολικής διευθέτησης και τις πρόνοιες των Συνθηκών Εγγυήσεων και Συμμαχίας, και με κανέναν τρόπο να μην υποσκάπτονται αυτές οι πρόνοιες».

Τέσσερις πυλώνες


Οι τουρκικές θέσεις διατυπώθηκαν με σαφήνεια:
1. Διατήρηση εγγυητικών και επεμβατικών δικαιωμάτων. Χωρίς κυπριακά στρατεύματα, αλλά με αγήματα της Ελλάδας και της Τουρκίας.
2. Η Κύπρος δεν θα μπορεί να συμμετάσχει στις στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΕ. Προφανώς, στην περιοχή της Κύπρου τις επιχειρήσεις αυτές θα τις αναλαμβάνει η Τουρκία και η Βρετανία.
3. Η Κύπρος θα μπορεί να συμμετάσχει σε μη στρατιωτικές αποστολές (civilian αντί military mission) στη βάση των Συνθηκών Εγγυήσεων, δηλαδή με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας. Δηλαδή, η Κύπρος δεν θα συμμετάσχει ουσιαστικά στον κεντρικό πυλώνα της πολιτικής ενοποίησης, που περιλαμβάνει εκτός της Εξωτερικής Πολιτικής και τον Πυλώνα της Άμυνας, που είναι συναφείς με τα γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά συμφέροντα, σκοπιμότητες, οφέλη και συντελεστές ισχύος, καθώς και με την άσκηση κυριαρχίας ενός κράτους. Τα κυριαρχικά δικαιώματα στον τομέα της άμυνας και κατ’ επέκταση της εξωτερικής πολιτικής θα ασκούνται εντός της ΕΕ από την Τουρκία και τη Βρετανία για λογαριασμό της Κύπρου, η οποία, στην ουσία, θα μιλά με τουρκική φωνή! Και εκεί που η Κύπρος θα έχει το δικαίωμα να συμμετάσχει όπως οι μη στρατιωτικές αποστολές, η άσκηση του δικαιώματος θα τελεί υπό την αίρεση της σύμφωνης γνώμης της Τουρκίας. Οιονεί, δηλαδή, δικαίωμα βέτο!
4. Οι Τουρκοκύπριοι δεν εμπιστεύονται ούτε τα Ην. Έθνη ούτε την Ε.Ε., παρά μόνο την Τουρκία, η οποία θα διατηρήσει το γεωστρατηγικό και γεωπολιτικό έλεγχο της Κύπρου μετά τη λύση, ασχέτως εάν η Κύπρος είναι κράτος-μέλος της ΕΕ και η Τουρκία υποψήφιο. Η μορφή της τουρκικής λύσης δεν θα ανατρέπει τα τετελεσμένα της εισβολής, αλλά θα τα νομιμοποιεί μέσω της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και της Ε.Ε.!

Συνεταιρισμός με την Άγκυρα


ΒΕΒΑΙΩΣ, οι Βρετανοί ψάχνουν από τώρα για εναλλακτικές προτάσεις επί του θέματος της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Και έχουν, ήδη, εισαγάγει προς την κυπριακή κομματική ηγεσία την αντίληψη ότι αντί τα εγγυητικά δικαιώματα της Τουρκίας να εκτείνονται και επί των δυο συνιστώντων κρατών, να περιοριστούν στο τ/κ συνιστών κράτος. Η πρόταση αυτή έχει διαβιβαστεί και προς την Άγκυρα, η οποία για διαπραγματευτικούς επί του παρόντος σκοπούς επιμένει στη θέση της περί εγγυήσεων. Όμως, δεν θα ήταν για την Άγκυρα άσχημη η ιδέα των Βρετανών, αφού με τον τρόπο αυτό, αντί οι ελεύθερες περιοχές να συνεταιριστούν στο πλαίσιο μιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας με τους Τουρκοκυπρίους, θα συνεταιριστούν με την Τουρκία, η οποία, διά των εγγυητικών της δικαιωμάτων, θα συνεχίζει στην ουσία να ελέγχει το βόρειο τμήμα της Κύπρου και να διαμορφώνει τις συνθήκες δυο κρατιδίων που θα ζουν πλάι – πλάι, και όχι ενός πολιτειακού ομοσπονδιακού συστήματος με μια κυριαρχία και διεθνή εκπροσώπηση. Το χειρότερο είναι το εξής: Και στην περίπτωση των εγγυητικών επεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας σε ολόκληρη το νησί και στην περίπτωση που θα αφορά μόνο στο τ/κ συνιστών κράτος, τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου θα ασκούνται από την Τουρκία και τη Βρετανία εντός και εκτός της Ε.Ε. Διότι, όπως το καθιστούν σαφές οι Τούρκοι διά των προτάσεών τους, η αποστρατιωτικοποιημένη Κύπρος από ελληνοκυπριακά και τουρκοκυπριακά στρατεύματα δεν θα έχει τη δυνατότητα συμμετοχής στις στρατιωτικές αποστολές της Ε.Ε., ενώ για τη συμμετοχή σε «πολιτικές αποστολές» θα πρέπει η συμμετοχή αυτή να είναι σύμφωνη με το γράμμα και το πνεύμα των εγγυητικών δικαιωμάτων της Τουρκίας. Δηλαδή και με την εναλλακτική πρόταση της Βρετανίας για εγγυήσεις μόνο επί του τα τ/κ συνιστώντος κράτους, η Κύπρος δεν θα μπορεί να ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα και θα συνιστά στην ουσία ένα τουρκικό και βρετανικό προτεκτοράτο εντός της Ε.Ε.!

Αποστρατιωτικοποίηση και προτεκτοράτο


ΕΑΝ η Κύπριοι θέλουν να αποφύγουν τον ακρωτηριασμό της κρατικής τους κυριαρχίας και τη νομιμοποίηση της προτεκτορατοποίησής τους, θα πρέπει να ζητήσουν αμεταθέτως την αποχώρηση όλων των ξένων στρατών και τη διατήρηση τ/κ και ε/κ αγήματος, που αρχικά, τουλάχιστον, θα έχουν χωριστές διοικήσεις, αλλά ένα κοινό επιτελείο, το οποίο σε συνεννόηση με την πολιτική ηγεσία θα μπορεί να εκπροσωπεί την Κύπρο και να συμμετέχει στους θεσμούς της Κοινής Άμυνας και Εξωτερικής Πολιτικής, και κατ’ επέκταση στις στρατιωτικές και πολιτικές αποστολές της Ε.Ε., με βάση τις αποφάσεις της ίδιας της Ε.Ε. και όχι με βάση το σύστημα εγγυήσεων, δηλαδή με βάση τα τουρκικά εθνικά συμφέροντα.

Το ερώτημα λοιπόν είναι το εξής:

Θέλουμε, στο πλαίσιο της λύσης, να γίνει και η περιοχή των κατεχομένων ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό έδαφος και η Κύπρος να είναι ενιαία, με μία και μόνη κυριαρχία, ή όχι; Ή θα πάμε σε μια διευθέτηση που θα νομιμοποιεί την Τουρκία να μιλά και θα ενεργεί για μας εντός της Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ; Η πολιτική της αποστρατιωτικοποίησης μπορεί στο παρελθόν να ήταν ορθή και εύηχη. Σήμερα έχουμε νέα θεσμικά και γεωστρατηγικά δεδομένα, ειδικώς στην Ε.Ε., και την ισότιμη συμμετοχή του πολιτειακού συστήματος που θα προκύψει από τη λύση. Στην ουσία η αποστρατιωτικοποίηση, σε συνδυασμό με την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων και βρετανικών βάσεων, συνιστά το μεθοδολογικό εργαλείο για να τελεί η Κύπρος υπό καθεστώς ενός φινλανδοποιημένου προτεκτοράτου. Αυτό θέλουμε;

*Δρ Διεθνών Σχέσεων