Του Πέτρου Τατούλη

Όταν πριν από δύο χρόνια, τον Νοέμβριο του 2007 είχε τεθεί το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου στη Βουλή, είχα πάρει θέση ενάντια σε τέτοιου είδους καιροσκοπικές συζητήσεις και είχα απαντήσει στην επιλογή Παυλόπουλου για αύξηση των εδρών- μπόνους σε 50 (από 40 που ίσχυε με τον νόμο Σκανδαλίδη) αρνητικά, θεωρώντας ότι το σύστημα πρέπει να γίνει αναλογικότερο και ως εκ τούτου πιο δημοκρατικό. Είχα δε, τονίσει ότι η ευκαιριακή αντιμετώπιση τέτοιων ζητημάτων οδηγεί σε αδιέξοδα και σε επιπλέον υποβάθμιση του κύρους του πολιτικού συστήματος του τόπου.

Χαρακτηριστικά, είχα αναφέρει ότι ο εκλογικός νόμος δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα εκλογομαγερικής, αλλά αντίθετα πρέπει να προσεγγιστεί με νηφαλιότητα και χωρίς παρωπίδες.

Σήμερα, η νέα κυβέρνηση κάνει μια πρωτοτυπία για τα ελληνικά δεδομένα. Ανοίγει ένα ζήτημα, χωρίς αυτό να την ευνοεί, τουλάχιστον κοντόφθαλμα. Και το λέγω τούτο διότι, τα εκλογικά συστήματα στην Ελλάδα, συνδέονται ιστορικά με τις επιδιώξεις και τις προσδοκίες εκείνων που είχαν τη δύναμη να τα επιβάλλουν. Εδώ λοιπόν, της πρέπουν εύσημα. Κυρίως για τον λόγο, ότι διαφαίνεται ένας μακρόπνοος και όχι πολιτικάντικος σχεδιασμός. Θα ήθελα ωστόσο να κάνω κάποιες χρήσιμες – κατά την άποψή μου- παρατηρήσεις.

η κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών σε μικρές θα απεξαρτήσει σε μεγάλο βαθμό την εκλογή των βουλευτών από τα μεγάλα συμφέροντα. Με άλλα λόγια, θα αποτελέσει ένα μέτρο που θα στοχεύσει κατευθείαν στη ρίζα του «κακού» και το λεγόμενο μαύρο πολιτικό χρήμα

Πρώτα και κύρια, η αλλαγή του εκλογικού νόμου πρέπει να είναι απόλυτα συνυφασμένη με την διοικητική μεταρρύθμιση. Οι αντιρρήσεις ορισμένων ότι θα προκύψουν βουλευτές που θα εκλέγονται από λιγότερους ψηφοφόρους από τον τελευταίο δημοτικό σύμβουλο κάμπτονται αν απαντήσουμε στο πρωτογενές ερώτημα που θέτει ο λεγόμενος Καποδίστριας 2: θέλουμε ισχυρή αυτοδιοίκηση και περιφέρειες που θα ενεργούν σαν μικρές «τοπικές κυβερνήσεις» ή επιδιώκουμε να παραμείνει η θρυλούμενη αποκέντρωση ακρωτηριασμένη και αντιπαραγωγική όπως είναι σήμερα; Από την άλλη πάλι, θέλουμε υπερβουλευτές με υπερεξουσίες και περίσσεια αλαζονεία που διαπλέκονται και συντρώγουν με τα κάθε λογής συμφέροντα ή «απλώς» αντιπροσώπους του λαού;

Σε αυτό το σημείο έρχεται η δεύτερη παρατήρησή μου. Είναι εύλογο ότι η κατάτμηση των μεγάλων περιφερειών σε μικρές θα απεξαρτήσει σε μεγάλο βαθμό την εκλογή των βουλευτών από τα μεγάλα συμφέροντα. Με άλλα λόγια, θα αποτελέσει ένα μέτρο που θα στοχεύσει κατευθείαν στη ρίζα του «κακού» και το λεγόμενο μαύρο πολιτικό χρήμα. Μάλιστα, το μέτρο αυτό, σε συνδυασμό με ένα γερό νομοθετικό ξεκαθάρισμα για την χρηματοδότηση των κομμάτων (δραστική περικοπή της ετήσιας χρηματοδότησης, κρατική χρηματοδότηση εκ παραλλήλου με ιδιωτική χρηματοδότηση αυστηρά επώνυμη και μέχρις ενός συγκεκριμένου ποσού και τέλος, δημοσίευση των ισολογισμών σε ετήσια βάση στα γνωστά πρότυπα των επιχειρήσεων) θα μπορούσε να δημιουργήσει τις βάσεις για την πάταξη της διαφθοράς στους κόλπους των ελληνικών κομμάτων.

Η τρίτη μου παρατήρηση δεν θα μπορούσε παρά να σχετίζεται με τον τρόπο επιλογής των ατόμων που θα μετέχουν στις λίστες, στο πλαίσιο της γνωστής συζήτησης που αφορά την περίφημη εσωκομματική δημοκρατία, σε συνδυασμό με την καθιέρωση μηχανισμών αξιοκρατίας και ισότητας. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια διευκρίνιση. Καθόλου δεν συμμερίζομαι το επιχείρημα που επιστρατεύεται από πολλούς υπέρμαχους του μεικτού συστήματος ότι δήθεν με τις λίστες θα «διευκολυνθεί η είσοδος στο Κοινοβούλιο πολιτών οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα ή τα κίνητρα να αποδυθούν σε προεκλογικό αγώνα». Το θεωρώ ψευδεπίγραφο και βαθιά αντιδημοκρατικό. Κι αυτό διότι, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα όποιος θέλει να συμμετέχει στην άσκηση της εξουσίας ως αντιπρόσωπος του κυρίαρχου λαού οφείλει να υποβάλλει τον εαυτό του στην κρίση του τελευταίου, διεκδικώντας την ψήφο του.

σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα όποιος θέλει να συμμετέχει στην άσκηση της εξουσίας ως αντιπρόσωπος του κυρίαρχου λαού οφείλει να υποβάλλει τον εαυτό του στην κρίση του τελευταίου

Σχετικά με τη λίστα προτίμησης τώρα. Πρέπει να ξεκινήσουμε από την παραδοχή ότι το πρόβλημα της ενίσχυσης των αρχηγοκεντρικών κομμάτων και ως εκ τούτου της πρωθυπουργοκεντρικής μας δημοκρατίας ισχύει και με το ισχύον σύστημα της σταυροδοσίας. Στις λίστες των κομμάτων που τίθενται για σταυροδοσία, οι υποψήφιοι βουλευτές επιλέγονται με ασαφή και προσωπικά κριτήρια. Παράλληλα, κραυγαλέο παράδειγμα μεροληψίας και φαυλοκρατίας αποτελεί η λίστα με τους βουλευτές επικρατείας, τους οποίους σημειωτέον ήθελε να αυξήσει η Νέα Δημοκρατία, σύμφωνα με την πρόταση που κατέθεσε κατά τη συζήτηση για την αναθεώρηση του συντάγματος το 2001. Στην πράξη, από την καθιέρωσή του ως σήμερα, ο θεσμός δεν απέδωσε. Σπάνιες ήταν οι περιπτώσεις εισόδου στη Βουλή, μέσω των εδρών αυτών, ανθρώπων με γνώσεις και ικανότητες τέτοιες ώστε να συμβάλλουν σε μια ουσιαστική αναβάθμιση του κοινοβουλευτικού βίου. Οι περισσότεροι βουλευτές Επικρατείας είναι κομματικά στελέχη και/ή παλαιοί βουλευτές, και η εγγραφή τους σε εκλόγιμη σειρά στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας αποτέλεσμα προσωπικής εύνοιας ή πολιτικού υπολογισμού από τον εκάστοτε αρχηγό του οικείου κόμματος. Συμπεραίνει εύλογα κάποιος ότι και ο σταυρός προτίμησης είναι στην πραγματικότητα απλώς δημοκρατικοφανής, αφού η βούληση του κάθε εκλογέα είναι σε μεγάλο ποσοστό φαλκιδευμένη αφενός από τις εικόνες που χτίζουν έναντι αδρού ανταλλάγματος τα μίντια και αφετέρου από την ανεξέλεγκτη όρεξη του εκάστοτε συντάκτη της λίστας.

Αυτό το «αγκάθι» που μας κληροδοτεί η μεταπολίτευση πρέπει να προσεχθεί ιδιαιτέρως στη συζήτηση για το νέο εκλογικό σύστημα. Διότι μπορεί στη Γερμανία το μεικτό εκλογικό σύστημα να είναι επιτυχές, με δεδομένο το σχετικά ικανοποιητικό επίπεδο των εσωκομματικών δημοκρατικών διαδικασιών, στην Ελλάδα όμως η εφαρμογή των ίδιων ρυθμίσεων θα οδηγούσε σε ενίσχυση της μονοκρατορίας του αρχηγού του εκάστοτε κόμματος. Προς αποφυγή αυτού του κινδύνου οι εσωκομματικές διαδικασίες θα πρέπει να διευρυνθούν προς κάθε κατεύθυνση και να υπάρξουν εκείνες οι δικλείδες ασφαλείας που θα επιβάλλουν την αξιοκρατία και τη δημοκρατία.

προς τη σωστή κατεύθυνση θα θεωρήσω και την πρωτοβουλία να καταργηθεί εντελώς το όριο του 3%

Κατά την άποψή μου, ακόμη επιτυχέστερο θα ήταν ένα σύστημα που θα συνδύαζε τον σταυρό προτίμησης με την «ανατρεπόμενη λίστα». Το τελευταίο αυτό σύστημα, το οποίο εφαρμόζεται σε αρκετά κράτη με αρκετή επιτυχία, προβλέπει ότι τη σειρά μεν στις λίστες ορίζουν κατ’ αρχήν τα κόμματα, αυτή είναι όμως δυνατόν να ανατραπεί από τους πολίτες με προαιρετική σταυροδοσία και με συγκεκριμένο αριθμό ψήφων.

Τέλος, προς τη σωστή κατεύθυνση θα θεωρήσω και την πρωτοβουλία να καταργηθεί εντελώς το όριο του 3%, που ισχύει σήμερα ως μίνιμουμ για την είσοδο κάποιου κόμματος στη Βουλή, προκειμένου να είναι δυνατή και η εκλογή ανεξάρτητων βουλευτών που θα επικρατήσουν στις μονοεδρικές.

Το πολιτικό σύστημα χρειάζεται εκ βάθρων οικοδόμηση. Το στοίχημα είναι μεγάλο. Ας ελπίσουμε όμως ότι θα εξευρεθούν οι απαραίτητες δυνάμεις που θα σηκώσουν στις πλάτες τους το βάρος της διαπάλης με τον νεοελληνικό συντηρητισμό και τη διαπλοκή.