Που οδηγηθήκαμε στο όνομα του “στρατηγικού βάθους”
του Σεμίχ Ιντίζ
Η κυβέρνηση, που χάθηκε στα στενοσόκακα του αραβικού μυστικισμού, σίγουρα δεν θα το παραδεχτεί, όμως, η εξωτερική πολιτική της χώρας μας, που σύρθηκε στην ασάφεια του “στρατηγικού βάθους”, αποδυνάμωσε τη διεθνή θέση της Τουρκίας. Δηλώσεις όπως αυτή που έκανε ο υπουργός εξωτερικών Νταβούτογλου απευθυνόμενος στους Άραβες υπουργούς εξωτερικών, “σύντομα η Ιερουσαλήμ θα γίνει πρωτεύουσα και όλοι μαζί θα πάμε να προσευχηθούμε στο ιερό τέμενος Άλ Ακσά”, αποδυνάμωσαν το επιχείρημα ότι η Τουρκία έχει τη δύναμη να γίνει γέφυρα μεταξύ της Δύσης και του μουσουλμανικού κόσμου. Τα λόγια αυτά επισφράγισαν την άποψη που λέει ότι η Τουρκία δεν μπορεί πλέον να παίξει το ρόλο του “διαμεσολαβητή” μεταξύ Αράβων-Ισραήλ στις διενέξεις της Μέσης Ανατολής, ούτε μπορεί να παραμείνει ουδέτερη στη “σύγκρουση των πολιτισμών”. Έτσι δέχθηκε πλήγμα η δυναμική της Άγκυρας να παίξει έναν ουσιαστικό ρόλο στην περιοχή.

Ερχόμενοι στα μέτρα που σχεδιάζει να λάβει η Άγκυρα εναντίον του Ισραήλ, αυτό είναι μια απόδειξη της απομόνωσης στην οποία έχει οδηγηθεί η Τουρκία σε διεθνές επίπεδο. Τελικά, στο ζήτημα αυτό (της φονικής επίθεσης στο Μαβί Μαρμαρά, σ.τ.μ.), η Τουρκία δεν κατόρθωσε να κινητοποιήσει τους διεθνείς οργανισμούς όπως θα το ήθελε. Και για να μην προκαλέσει κάποιο νομικό προηγούμενο που δεν την εξυπηρετεί, η Άγκυρα δεν κατέστη δυνατόν να απευθυνθεί σε διεθνές δικαστήριο. Τελικά, το μόνο όπλο που έμεινε στα χέρια της, είναι τα “μέτρα που θα λάβει μονομερώς”. Επιπλέον, είναι πολύ αμφίβολο αν και σε ποιο βαθμό θα μπορέσει να εφαρμόσει αυτά τα μέτρα η τουρκική κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει και στέκει μπροστά μας το γεγονός της απομόνωσης της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, την Ε.Ε. και κυρίως στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου στην ψηφοφορία για το Ιράν ήταν η μόνη που ψήφισε αρνητικά. Όσο και αν προσπαθεί η κυβέρνηση να παρουσιάσει αυτά τα γεγονότα ως “μια μεγάλη επιτυχία”, όταν κανείς τα προσεγγίσει αντικειμενικά, δεν βρίσκει τίποτα που να έχει σχέση με ‘επιτυχία”.

Eνώ δεν υπάρχει κανένα σημάδι επιτυχίας στην εξωτερική μας πολιτική, ακριβώς για τους ίδιους λόγους που οδηγηθήκαμε στην αποτυχία, αυξάνεται η καχυποψία στη Δύση για τον προσανατολισμό της Τουρκίας. Ο Νταβούτογλου μπορεί να θεωρεί και να διατείνεται ότι οι εκτιμήσεις γύρω από την διολίσθηση της Τουρκίας σε έναν άλλο άξονα “είναι κακόβουλες και μη αντικειμενικές”. Όμως υπάρχουν ενδείξεις που μας δείχνουν ότι το προσεχές διάστημα οι συζητήσεις γύρω από αυτό το θέμα θα ενταθούν. Αν λάβουμε δε υπόψη μας ότι η προεκλογική καμπάνια του ΑΚΡ και κυρίως του Ερντογάν θα επικεντρωθεί σε επικρίσεις εναντίον του Ισραήλ, αυτό θα πρέπει να θεωρείται παραπάνω από σίγουρο.
Καλό είναι δε να γνωρίζουμε ότι η Δύση, αν και έχει εκνευριστεί με το Ισραήλ για πολλούς λόγους, θα αντιδράσει μέχρι ενός σημείου και από το σημείο αυτό και μετά δεν πρόκειται να πάει παραέρα. Από την άλλη πλευρά είναι πασίγνωστο ότι όσο αυξάνεται ο αντισημιτισμός και οι αντιισραηλινές δηλώσεις στην Τουρκία, η Άγκυρα θα μείνει εντελώς μόνη στους κύκλους της Δύσης στο θέμα του Ισραήλ. Η δήλωση δε του Νταβούτογλου για την Ιερουσαλήμ και για το Αλ Ακσά, ενώ υπάρχει μια τέτοια ατμόσφαιρα, δεν είναι τίποτα άλλο από το να πηγαίνει κανείς να σβήσει μια πυρκαγιά ρίχνοντας σ’ αυτήν ένα μπιτόνι βενζίνη. Οι συζητήσεις που έχουν αρχίσει στο αμερικανικό Κογκρέσο εναντίον της Τουρκίας είναι ένας προάγγελος του τί πρόκειται να ακολουθήσει.

Αυτά που έγραψε προχθες ο Thomas Friedman, που είναι από τους σημαντικούς συγγραφείς των New York Times, συνοψίζει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της Ουάσιγκτον για την Τουρκία. Σύμφωνα με την οπτική των ΗΠΑ, η Τουρκία δείχνει ότι έχει την τάση να ταυτιστεί με τα ριζοσπαστικά στοιχεία της περιοχής. Κατά τον Friedman, το γεγονός αυτό προκαλεί “σοκ” στην Ουάσιγκτον. Πάντως, υπάρχουν ενδείξεις σύμφωνα με τις οποίες οι Ερντογάν και Νταβούτογλου άρχισαν να ανησυχούν από την πορεία αυτή. Αναφορές του Ερντογάν στη σύνοδο της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΑΚΡ την Τρίτη, όπως “οι ΗΠΑ είναι υποδειγματικός συνεταίρος μας” και “Η Άγκυρα και η Ουάσιγκτον σε πολλά θέματα μοιράζονται την ίδια αποστολή”, είναι ενδείξεις που μας οδηγούν σε αυτήν την κατεύθυνση. Η δήλωση του Νταβούτογλου σε συνέντευξη τύπου στη Νορβηγία, την ίδια μέρα “Στην κορυφή των προτεραιοτήτων της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας βρίσκεται το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε.” δεν είναι τίποτε άλλο από ομολογία του προβληματισμού για την κατάσταση που έχει οδηγηθεί η χώρα.

Τα λόγια το Ερντογάν και του Νταβούτογλου μας δείχνουν ότι η Τουρκία που επιδίωκε να γίνει ένας παίκτης που θα δρούσε και θα καθόριζε την ατζέντα και τις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο, έχει καταντήσει να γίνει ένας παίκτης που ακολουθεί και σύρεται από τις εξελίξεις και προσπαθεί να αμυνθεί και να υπερασπίσει τον εαυτό της απένατι στη Δύση.
Τελικά, στο σημείο που φθάσαμε, είναι πολύ δύσκολο να διακρίνει κανείς το “στρατηγικό βάθος” της Τουρκίας.


Ινφογνώμων Πολιτικά