Αναθέρμανση των σχέσεων ΗΠΑ – Ισραήλ στον απόηχο της έντασης Τελ Αβίβ και Αγκυρας
 
Του Αθανασιου Eλλις

Προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε μία από τις προτεραιότητες της εξωτερικής του πολιτικής που είναι η βελτίωση των σχέσεων της Αμερικής με τον μουσουλμανικό κόσμο, και στην παραδοσιακά στενή συμμαχία των ΗΠΑ με το Ισραήλ, ο Μπαράκ Ομπάμα υποδέχθηκε στη διάρκεια της εβδομάδας τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο, σε μια συνάντηση που αποσκοπούσε στην προβολή ενός θερμότερου κλίματος ανάμεσα στους δύο ηγέτες, και η οποία πραγματοποιήθηκε στον απόηχο της επικίνδυνης επιδείνωσης των σχέσεων του Ισραήλ με την Τουρκία.

Η ατμόσφαιρα στην προηγούμενη συνάντηση των κ. Ομπάμα και Νετανιάχου, τον Μάρτιο, ήταν βαριά λόγω της δυσφορίας που είχε προκαλέσει στην Ουάσιγκτον η ανακοίνωση από το Ισραήλ της επέκτασης των εβραϊκών οικισμών στη Δυτική Οχθη τη στιγμή που επισκεπτόταν τη χώρα ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν. Ο Λευκός Οίκος είχε φθάσει στο σημείο να μην επιτρέψει την τηλεοπτική ή φωτογραφική κάλυψη της συνάντησης. Αυτή τη φορά ο κ. Νετανιάχου φιλοξενήθηκε επίσημα στο Blair House, οι δύο ηγέτες είχαν 90λεπτη κατ’ ιδίαν συνάντηση, και ακολούθησε γεύμα εργασίας, ενώ προέβησαν σε δηλώσεις αβροφροσύνης, αν και είναι σαφές ότι παραμένουν ουσιαστικές διαφορές.

Εβραϊκό λόμπι και εκλογές

Η μερική αναθέρμανση στις αμερικανοϊσραηλινές σχέσεις επιβάλλεται και από εσωτερικούς πολιτικούς υπολογισμούς, και κυρίως την επιρροή του εβραϊκού λόμπι έναντι των επερχόμενων ενδιάμεσων εκλογών για το Κογκρέσο, τον Νοέμβριο. Οι Ρεπουμπλικανοί επιχειρούν να εκμεταλλευθούν το ρήγμα μεταξύ του κ. Ομπάμα και του Ισραήλ, για να προσελκύσουν τη στήριξη της εβραϊκής κοινότητας, τόσο στο οικονομικό πεδίο όσο και σε αυτό της ψήφου των πολιτών εβραϊκής καταγωγής που παραδοσιακά ψηφίζουν το Δημοκρατικό Κόμμα.

Στην κορυφή της ατζέντας βρέθηκε η ειρηνευτική διαδικασία μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων όπου ο κ. Ομπάμα πιέζει για απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις με στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, το οποίο θα συνυπάρχει ειρηνικά με το Ισραήλ. Ο Αμερικανός πρόεδρος θεωρεί ότι αυτή η εξέλιξη όχι μόνο θα φέρει την πολυπόθητη ειρήνη στη Μέση Ανατολή, αλλά θα μεταβάλει και την εξίσωση της συνολικής σχέσης της Δύσης με το Ισλάμ, σε συνδυασμό με την απόσυρση από το Ιράκ εντός του 2011 για την οποία έχει δεσμευθεί ο κ. Ομπάμα.

Ο κ. Νετανιάχου, που ακολουθεί σκληρή γραμμή, δήλωσε έτοιμος να συναντηθεί άμεσα με τον Παλαιστίνιο πρόεδρο Αμπάς, αλλά οι Παλαιστίνιοι επισημαίνουν ότι αν και ο Αμερικανός μεσολαβητής Τζορτζ Μίτσελ έχει πετύχει μερική πρόοδο στις εκ τους σύνεγγυς συνομιλίες που πραγματοποιεί με τις δύο πλευρές, αυτή δεν δικαιολογεί την έναρξη απ’ ευθείας διαπραγματεύσεων με ουσιαστικό περιεχόμενο. Αλλωστε, δεν είναι βέβαιο ότι ο κ. Νετανιάχου θα παρατείνει πέραν του Σεπτεμβρίου το «πάγωμα» των οικισμών στην κατεχόμενη Δυτική Οχθη, το οποίο είχε αναγγείλει την άνοιξη υπό την ασφυκτική πίεση της κυβέρνησης Ομπάμα.

Ιράν, Τουρκία

Συζητήθηκαν επίσης το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, όπου υπάρχει σύγκλιση απόψεων, με το Ισραήλ να πιέζει για ακόμη αυστηρότερες κυρώσεις, αλλά και η κρίση μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας που έχει λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις μετά την ισραηλινή επίθεση κατά της νηοπομπής που μετέφερε βοήθεια στη Γάζα. Ο Μπαράκ Ομπάμα είχε στηρίξει το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, αλλά είχε προτρέψει τον κ. Νετανιάχου να προχωρήσει σε διερεύνηση του περιστατικού και τη σύσταση αξιόπιστης επιτροπής με τη συμμετοχή διεθνών παρατηρητών.

Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε τη στιγμή που η Τουρκία έχει κλείσει τον εναέριο χώρο της στα ισραηλινά μαχητικά, και οι κ. Ερντογάν και Νταβούτογλου δεν χάνουν ευκαιρία να επιτεθούν κατά του Ισραήλ ή να εκφράσουν την υποστήριξή τους προς το Ιράν, ενώ απαιτούν από τον κ. Νετανιάχου, συχνά σε απειλητικούς τόνους, να ζητήσει συγγνώμη για την επίθεση κατά της νηοπομπής, κάτι που ο Ισραηλινός πρωθυπουργός έχει αρνηθεί κατηγορηματικά να πράξει. Η Ουάσιγκτον δεν κρύβει την ανησυχία της για το γεγονός ότι από πρότυπο συνεργασίας, η σχέση των δύο συμμάχων της έχει εξελιχθεί σε μία από τις πιο επικίνδυνες στην περιοχή.

Ψυχρότητα με Ερντογάν

 
Η άκαμπτη στάση που τηρεί η κυβέρνηση Ερντογάν έναντι του Ισραήλ και οι σκληρές έως απειλητικές δηλώσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, σε συνδυασμό με την πολιτική στήριξης του Ιράν που ακολουθεί η Αγκυρα, συντηρεί την ψυχρότητα στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με την κυβέρνηση Ερντογάν, όπως έχουν επισημάνει το τελευταίο διάστημα σε συζητήσεις με την «Κ» και αρμόδιοι Αμερικανοί αξιωματούχοι.

Σε αυτό το «δύσκολο» περιβάλλον κινήθηκε η σύντομη συνάντηση Ομπάμα – Ερντογάν στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του G-20 στο Τορόντο. Αμερικανοί αξιωματούχοι περιέγραψαν δηκτικά τη συνομιλία των δύο ηγετών ως «ειλικρινή» και «σοβαρή». Ακολούθησε, την περασμένη Κυριακή, η μετάβαση της Χίλαρι Κλίντον στην Αρμενία όπου επισκέφθηκε το μνημείο της αρμενικής Γενοκτονίας, προκαλώντας την αντίδραση της Αγκυρας, ενώ πριν από δύο εβδομάδες αντιπροσωπεία κορυφαίων βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ που επισκέφθηκε την Ουάσιγκτον δεν κατάφερε να συναντηθεί με υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης Ομπάμα ούτε ηγετικά μέλη του Κογκρέσου. Ταυτόχρονα, με αφορμή την κρίση στις τουρκοϊσραηλινές σχέσεις, 87 από τους συνολικά 100 Αμερικανούς γερουσιαστές υπέγραψαν επιστολή με την οποία επέκριναν την εξωτερική πολιτική που ακολουθεί η Τουρκία, ενώ προέτρεπαν τον Μπαράκ Ομπάμα να στηρίξει περισσότερο το Ισραήλ.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ