Του Χάρη Παυλίδη, ειδική συνεργασία με το Statesmen.gr

Είναι απολύτως θεμιτό ένα μικρό κόμμα να αναζητά την ευκαιρία ώστε να ασκήσει κριτική στο μεγαλύτερο. Εν προκειμένω, δεν με ξάφνιασε η επίθεση που εξαπέλυσε η Ντόρα Μπακογιάννη κατά του Αντώνη Σαμαρά. Οι απόψεις του κυρίου Κρανιδιώτη της έδωσαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να δηλώσει «παρούσα».

Προφανώς η πρόεδρος της Δημοκρατικής Συμμαχίας θεωρεί ότι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας υιοθετεί τις απόψεις του. Δεν είμαι βέβαιος αν αυτό συμβαίνει και σε ποιο βαθμό, αλλά και να συνέβαινε, δεν μπορώ να καταλάβω για ποιο λόγο η κυρία Μπακογιάννη ασχολείται μ’ ένα κόμμα για το οποίο πρόσφατα δήλωσε ότι δεν έχει καμία σχέση. Επιπλέον, με εντυπωσιάζει το ύφος των δηλώσεών της αλλά και οι χαρακτηρισμοί.

Γνωρίζει ότι η πλειονότητα των στελεχών και των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας δεν υιοθετούν τις απόψεις του κυρίου Κρανιδιώτη. Επίσης γνωρίζει ότι κοντά της έχει στελέχη που κατά καιρούς έχουν εκφράσει περισσότερο ακραίες θέσεις από αυτές. Και τέλος γνωρίζει ότι ο Αντώνης Σαμαράς δεν είναι λιγότερο δημοκράτης και φιλελεύθερος από την ίδια.

Γιατί λοιπόν αυτή η σφοδρότητα απέναντι σ’ έναν πολιτικό και σ’ ένα μεγάλο κεντροδεξιό κόμμα; Η απάντηση είναι απλή: Η κυρία Μπακογιάννη θεωρεί ότι σπεκουλάροντας πάνω στις απόψεις του κυρίου Κρανιδιώτη, μπορεί να κερδίσει τους μετριοπαθείς κεντρώους ψηφοφόρους.

Αγνοεί προφανώς ότι οι κεντρώοι δεν περιμένουν τι θα πει ο κάθε Κρανιδιώτης για να αποφασίσουν. Έχουν γνώση και μνήμη ώστε να κρίνουν πρόσωπα και καταστάσεις και κυρίως για να αποφασίσουν με γνώμονα το μέτρο. Φοβάμαι ότι οι δηλώσεις της προέδρου της Δημοκρατικής Συμμαχίας έχασαν κάθε έννοια μέτρου.