15-22 Ιανουαρίου 1950. Ολόκληρη η Κύπρος βρίσκεται σε αναβρασμό. Με πρωτοβουλία της εθναρχίας διεξάγεται δημοψήφισμα με σκοπό την συλλογή υπογραφών για να απαιτήσουν οι Έλληνες της Κύπρου το αυτονόητο. Την ΕΝΩΣΗ με την μάνα Ελλάδα. Σε κάθε επαρχία, σε κάθε ενορία, σε κάθε προαύλιο των εκκλησιών, στήνονται πρόχειρα τραπέζια. Πάνω η πιο βαρια κληρονομιά και υποχρέωση. Ο τίτλος βαρύς «ΑΞΙΟΥΜΕΝ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ». Οι καμπάνες των εκκλησιών κτυπούσαν χαρμόσυνα. Μετά από δεκαετίες ψεύτικων υποσχέσεων και ανώφελης προσμονής οι Έλληνες της Κύπρου αναλαμβάνουν ακόμα ένα εγχείρημα για να διεκδικήσουν την ΕΝΩΣΗ. Οι Εγγλέζοι προειδοποιούν τους δημοσίους υπαλλήλους μην λάβουν μέρος σ΄ αυτή την «απαράδεκτη ενέργεια». Όλος όμως ο λαός είχε επίγνωση του καθήκοντός του. Το αποτέλεσμα εκπληκτικό. 215,108 από τους 224,747 ψηφοφόρους, το 97.8% δηλαδή του πληθυσμού αξιώνει την ΕΝΩΣΗ με την Ελλάδα.Η αντιπροσωπία που αποστέλλεται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Βρετανία δεν έχει τα ποθητά αποτελέσματα. Οι Έλληνες της Κύπρου έχουν όμως συνειδητοποιήσει το ποθούμενο. ΕΝΩΣΗ. Αυτή η μεθυστική γεύση πλημμύρισε τους αγνούς κύπριους πατριώτες οι οποίοι μετά από 5 χρόνια υπέγραψαν με το αίμα τους την ΕΝΩΣΗ.
Η συνέχεια είναι γνωστή. Κολοβή ανεξαρτησία το 1960, διακοινοτικές ταραχές το 1963-64, εισβολή το 1974, ομόφωνες συμφωνίες με αποδοχή της ομοσπονδίας από όλα τα κόμματα το 1989, σχέδιο Ανάν 2004. Το 1950 ο λαός αξίωνε ΕΝΩΣΗ. Αυτοί σήμερα αξιώνουν ομοσπονδία και βάλε. Υπάρχει όμως η «τρέλλα» ακόμα. Το χρονικό του ξεπουλήματος της Κύπρου δεν θα μας βρει σύμφωνους. Εμείς, όπως και αυτοί το 1950 και όπως έλεγε ο όρκος της Φανερωμένης το 1954 «Με θάρρος θα υψώσωμεν το ηθικόν παράστημα μας υπεράνω των μικρών και εφήμερων κωλυμμάτων, εν και μόνον επιδιώκοντες, εις εν και μόνον αποβλέποντες τέρμα: Την Ένωσιν και μόνον την Ένωσιν»
Έχουν περάσει 65 χρόνια από το ιστορικό εκείνο δημοψήφισμα όπου το 97,5% του πληθυσμού της Κύπρου ψήφισαν υπέρ της ενώσης της Κύπρου με την Ελλάδα(οι κυβερνητικοί δεν είχαν ψηφίσει). Στον περίδοξο θρόνο του Απ.Βαρνάβα καθόταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Β’, ο επίσκοπος με τα φλογισμένα ράσα, αληθινό ηφαίστειο πατριωτισμού, πατριωτική φλόγα που αποτελούσε τη συνισταμένη των πατριωτικών δυνάμεων του λαού, του οποίου τάχθηκε πολιτικός και θρησκευτικός αρχηγός.
Του θεού δώρον είναι η Ελευθερία. Της θείας ευλογίας η μικρά πατρίς μας στερείται από αιώνων πολλών. Ξένος κυρίαρχος της νήσου μας κατα την τελευταία εβδομηκονταετίαν παραμένει η Μ.Βρεττανία.
Δια την ανάκτησιν της ελευθερίας της η Κύπρος ούδεποτε έπαυσε ν’αγωνίζεται. Καθ’όλον το διάστημα της Αγγλικής κατοχής εξεδήλωσε ποικιλοτροπώς την θέλησιν της ν’απαλλαγή του ξένου ζυγού. Διαμαρτυρίαι, υπομνήματα, συλλαλητήρια, πρεσβείαι, ουδόλως έτυχον της προσοχής του κυρίαρχου, όστις τουναναντίον μετεχειρίσθη παν μέσον προς κατάπνιξινκαι υπονόμευσιν του εθνικού φρονήματος του Κυπριακού λαού. Μετα καρτερίας αληθώς ελληνοχριστιανικής αντιμετωπίσθησαν πάντα όσα ο ξένος κυρίαρχος εμηχανεύθη προς τον σκοπόν τούτον.
Και επήλθε τέλος ο δέυτερος παγκόσμιος πόλεμος , κατά τον οποίο μεγαλόστομοι ηκούσθησαν εκ νέου αι περι ελευθερίας και αυτοδιαθέσεως των λαών διακύρηξεις του στρατοπέδου των δημοκρατιών, εκ των ηγετών του οποίου ήσαν οι κυρίαρχοι μας Άγγλοι. Εις τον αγώνα εκίνον συνέβαλον εκ των πρώτων η Κύπρος διά χιλιάδων στρατιωτών και του υλικού της πλούτου, ολοκαύτωμα δε κατέστη η μητήρ Ελλάς, διά να εξασφαλίση διά της θυσίας της και την πρώτην και την τελικήν νίκην.
Τερματισθέντος όμως του πολέμου έπεα πτερόεντα απεδείχθησαν αι περί ελευθερίας και δικαιοσύνης επαγγελίαι της Μ.Βρεττανίας και φενάκη αι προς την Ελλάδα και την Κύπρο αειδείς υποσχέσεις της περί μερισμού των αγαθών της νίκης.
Η μέχρι τούδε στάσις της κυρίαρχου δυνάμεως έχει πείσει πάντας ότι αυτή μένει ασυγκίνητος προ της στερράς θελήσεως ημών όπως ενωθώμεν μετά της μετρός Ελλάδος. Ευγλώττως ομιλεί και η στάσις του Άγγλου υπουργού των στρατιωτικών κ. Σίνγουελ, όστις αμέσως μετλα την πρόσφατον επίσκεψιν του εις την Κύπρον εδήλωσε πρός τον τύπον εν Αθήναις, οιωνεί μυκτηρίζων τον αγώνα μας, ότι ουδεμίαν υπέρ της Ενώσεως εκδήλωσιν αντελήφθη κατά την εν Κύπρώ παραμονήν του.
Ανάγκη, συνέπεια πάντων τούτων, να εκδηλωθώμεν εντονώτερον. Εφ’ όσον δε και πολιτικοί ηγέται της Αγγλίας διεκήρυξαν πανηγυρικώς και δη αυτός ο Βρεττανός πρωθυπουργός κ.Άτλη ότι ουδείς λαός εξ αναγκάζεται να παραμείνη ακουσίως εντός της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας, το ενδεδειγμένον είναι όπως διά τρόπου διεθνώς ανεγνωρισμένου, διαδηλώσωμεν την αμετάτρεπτον θέλησιν μας να ενωθώμεν μετά της μετρός Ελλάδος. Εντεύθεν ως τεταγμένοι φρουροίτων συμφερόντων της νήσου , προεκρίναμεν , κατά τα ήδη εξαγγελθέντα ως πρώτον μέτρον του περαιτέρω απελευθερωτικού μας αγώνος, την διεξαγωγήν Δημοψηφίσματος. Τούτο διά να καταδειχθή διά μίαν εισέτι φοράν, ότι σύμπας ο λαός ουδέν άλλο επιζητεί, ειμή την Ένωσιν
Ζήτω η Ένωσις
Εν τη ‘Ι Αρχιεπισκοπή Κύπρου τη 8 Δεκεμβρίου 1949.
Δεν περιορίστηκε όμως στις απειλές αυτές. Πρώτη και άμεση ενέργεια ήταν η εξορία του διευθεντή του Έθνους Παντελή Μπίστη και λίγο αργότερα του Σωκράτη Λοιζίδη, ο οποιός σαν Γ.Γ. της ΠΕΚ ενθουσίαζε τα πλήθη των γεωργών με τις επισκέψεις και ομιλίες του. Με τις ενέργειες αυτές πίστευε η Κυβέρνηση πως θα τρομοκρατούσε τους Κυπρίους των οποίων ο ενθουσιασμός και η αγάπη προς τη λευτεριά φούντωνε από μέρα σε μέρα γιατί η ιδέα του Δημοψηφίσματος ήρθε ακριβώς στην ώρα της. Από την άλλη μια εγκύκλιος της Αρχιγραμματείας προς τους κυβερνητικούς υπαλληλούς απαγόρευε την ψήφιση του Δημοψηφίσματος. Το ίδιο για τους διδάσκαλους από μια στραβοτιμονιά της επιτροπείς της ΠΟΕΔ, η οποία απρόκλητα και στα καλά καθούμενα ζήτησε τη γνώμη του διευθυντή της Παιδείας αν πρέπει οι διδάσκαλοι να λάβουν ή όχι μέρος στο Δημοψήφισμα.
Με τα μέτρα αυτά πίστευε η κυβέρνηση πως ένας μεγάλος αριθμός Κυπρίων θα απόφευγε το Δημοψήφισμα, γιατί το αποτέλεσμα του θα επηρεαζόταν ασφαλώς από την αρνητική στάση των κυβερνητικών υπαλλήλων, των διδασκάλων και των Μουχτάρων(Μουχτάρης στην κυπριακή διάλεκτο σημαίνει ο αρχηγός της τοπικής αυτοδιοίκησης) οι οποίοι και στις τρεις περιπτώσεις θα επηρέαζαν συγγενικούς ή φιλικούς ψήφους.
Στο μεταξύ οι καταλόγοι των ψηφοφόρων σε κάθε πόλη και χωρίο ετοιμάστηκαν από τους παπάδες της κάθε ενορίας και περιέλαβαν τα ονόματα όλων των αντρών και γυναικών που είχαν ηλικία μεγαλύτερη των 18 ετών. Ομιλητές από τις διάφορες πόλεις σκορπίστηκαν στα χωριά για να μιλήσουν στους χωρικούς και γύριζαν ενθουσιασμένοι από τον πατριωτικό παμλό που συναντούσαν ανάμεσα στα στρώματα του λαού και δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που οι ομιλητές πήραν μαθήματα πατριωτισμού από απλοικούς ανθρώπους της υπαίθρου.
Η προκήρυξη για τη διενέργεια του Δημοψηφίσματος δεν αναστάτωσε μονάχα την Κυπριακή ύπαιθρο αλλά και την Ελληνική. Η είδηση ξεσήκωσε ολόκληρη την Ελλάδα. Ο τύπος, τα σωματεία, οι οργανώσεις, οι θρησκευτικοί και πολιτικοί αρχηγοί, τα διάφορα ιδρύματα από του Πανεπιστημίου μέχρι της δημογεροντίας του τελευταίου Έλληνικού χωριού έστελαν συνεχή τηλεγραφήματα, γράμματα , ψηφίσματα γεμάτα εθνικό παλμό και συγκίνηση για την απόφαση των Κυπρίων να ζητήσουν τη λευτεριά τους. Οι εφημερίδες συνεχώς επί μέρες έγραφαν συγκινητικά άρθρα και η κίνηση γενικά στην Ελλάδα πήρε τότε την όψη γενικού συναγερμούκι ας ανακατευόταν η ουρά του διαβόλου που λέγεται πολιτική και διπλωματία, να σταματήσει τη θύελλα που ξέσπασε ενάντια στα Αγγλικά σχέδια. Και δεν ενδιαφέρθηκε μονάχα ο ημερήσιος τύπος αλλά και ο περιοδικός και οι λογοτέχνες και οι ποιητές και οι φοιτητές και οι καθηγητές των Πανεπιστημίων που οργάνωναν ομιλίες και συγκεντρώσεις με ψηφίσματα και απαγγελίες ποιημάτων, ένα από τα οποία είναι και το επόμενο:
Σπύρος Παναγιωτόπουλος
Ήρθε η μέρα του δημοψηφίσματος. Οι οδηγίες της Εθναρχίας για τον τρόπο της διεξαγωγης του είχαν σταλεί εγκαίρως στους ιερείς και τους επιτρόπους των ναών. Το πρωί της ιστορικής εκείνης μέρας η Κύπρος έπλεε στα εθνικά της χρώματα. Είχεν όψη γιορταστική. Και η υπογραφή του συνθήματος: ΑΞΙΟΥΜΕΝ ΤΗΝ ΕΝΩΣΙΝ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΕΛΛΑΔΟΣ άρχισε. Η 15η Ιανουαρίου 1950 ήταν η μεγαλειώδεστέρα εξόρμηση των Κυπρίων, ένα αληθινό ξεχείλισμα πατριωτισμού και αγάπης προς τη λευτεριά. Σύσσωμη η ύπαιθρος δονείται από πατριωτικό ενθουσιασμό. Άντρες και γυναίκες, νέοι και γέροι κατακλύζουν τους ναούς για την υπογραφή του Δημοψηφίσματος που ήταν για όλους έγγραφο τιμής.
Με πηγαίο ενθουσιασμό, με φλογερή πίστη και αγάπη προς την Ελλάδακαι τη λευτεριά, με ακατάβλητο εθνικό φρόνημακαι ανωτερότητα πολιτισμού υπόγραψαν οι Κύπριοι το Δημοψήφισμα τους.
Η 15η Ιανουαρίου του 1950 αποτελεί τον μεγαλύτερο ιστορικό σταθμό στην ιστορία του απελευθερωτικού κινήματος των Κυπρίων. Τη διεξαγωγή του παρακολούθησαν πολλοί ξένοι ανταποκριτές οι οποίοι έγραψαν στις εφημερίδες τους ενθουσιαστηκα λόγια για τη διεξαγωγή του. Εντύπωση μεγάλη έκαναν οι γέροι και οι γριές. Ακουμπώντας στο ραβδί τους έφταναν στο ναό του χωριού και με δάκρυα στα μάτια σταυροκοπιούνταν κι ευχαριστούσαν το Θεό που τους αξίωσε να ψηφίσουν την Ελλάδα. Μαρωνίτες και Τούρκοι υπέγραψαν το Δημοψήφισμα κι οι περισσότεροι από τους Μουχτάρηδες καθώς και πολλοί κυβερνητικοί υπαλλήλοι και δασκάλοι παρά την κυβερνητική απαγόρευση. Εξαιρετική εντύπωση έκαναν οι φοιτητές του Διδασκαλικού Κολλεγιού της Μόρφου. Από τους 96 φοιτητές οι 92 εγκατέλειψαν το Κολλέγιο και πήγαν στην Μόρφου και ψήφισαν παρά την απαγόρευση του Άγγλου Διευθυντού του Κολλεγίου.
Δε σημειώθηκε πουθενά αλλού στον κόσμο, όπου έγιναν Δημοψηφίσματα τόση επιτυχία όση στο Κυπριακό Δημοψήφισμα.
Το αποτέλεσμα εκπληκτικό. 215,108 από τους 224,747 ψηφοφόρους, το 97.8% δηλαδή του πληθυσμού αξιώνει την ΕΝΩΣΗ Το 2.2% που υπολείφθηκαν αντιπροσώπευαν κυβερνητικούς υπαλλήλους , δασκάλους και ελάχιστους μουχτάρηδες. Αν δεν έκανε καμμιά επέμβαση η Κυβέρνηση θα έβγαινε παμψηφεί το Δημοψήφισμα. Στην υπόλοιπη Ελλάδα έφερε αναστάτωση και μια αληθινή χαρά και αγαλλίαση σκορπίστηκε σε πόλεις και χωριά.
Τα ασύστολα ψεύδη της πολιτικής και της διπλωματίας, χιλιοειπωμένα, πως η ενωτική κίνηση στην Κύπρο είναι έργον ολίγων δημεγερτών και λαοπλάνων και πως οι ανθρώποι της υπαίθρου προτιμούν την αγγλική διοίκηση και δε θέλουν την Ελλάδα γκρεμίστηκαν σαν χάρτινοι πύργοι. Και το επιχείρημα των Άγγλων πως οι Κύπριοι είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από Έλληνες καταβαραθρώθηκε με το Δημοψήφισμα και έκτοτε δεν επαναλήφθηκε γιατι οι Κύπριοι απέδειξαν ατράνταχτα πως είναι εκείνοι που θέλουν και πιστεύουν πως είναι και όχι εκείνοι που τους θέλει η πολιτική και η διπλωματία.
Το Δημοψήφισμα ενώ απετελέσε χρυσάς δέλτους για την Κύπρο και ενώ δεν αμφισβητήθηκε στα σοβαρά και απο αυτούς τους Άγγλους , δεν είχε το αποτέλεσμα που έπρεπε να έχει και που έπρεπε να είναι άμεσο. Η Κυπριακή πρεσβεία που ανέλαβε τη μεταφορά του εκεί που έπρεπε και διάσχισε θάλασσες και ωκεανούς, συνάντησε παντού άρνηση με αποτέλεσμα να βρίσκεται η Κύπρος στα σημερινά πολιτικά χάλια και οι Κύπριοι να μη βρίσκουν δικαίωση των αγώνων και των πόθων τους. Δεν λυγίζουν όμως γιατί είναι αληθινά τα λόγια του ποιητή που λέει για την Κύπρο