Του Ονήσιλου Κρατερού

Τα τέσσερα παρακάτω κείμενα είναι διαφωτιστικά της συνωμοσίας που παίχτηκε τέτοιες μέρες το 1974. Αν αληθεύει η εκδοχή του Δ. Ιωαννίδη τότε φυλακή δεν έπρεπε να σταλεί αυτός αλλά ο Καραμανλής και οι τέσσερεις αρχηγοί των επιτελείων και οι δύο σωματάρχες που ήσαν σε επαφή με το Τουρκικό μέτωπο,  δηλαδή οι Ιωάννης Ντάβος και Αγαμέμνων Γκράτσιος. Γι’ αυτό το λόγο δεν άνοιξε και ο φάκελος της Κύπρου. Εξάλλου το Δικαστήριο στήθηκε για να στείλει  στη φυλακή αυτούς που κατάργησαν τη (δήθεν) δημοκρατία και  όχι αυτούς που πρόδοσαν την πατρίδα.  

Διαφωτιστική επί τούτου είναι και η γνωστή επιστολή του Δικηγόρου Γεωργίου Αλφαντάκη  Αν δε ανατρέξει κανείς στον ιστορικό Σπύρο Παπαγεωργίου και στα βιβλία του «Καραμανλής και το Κυπριακό» και  «Καραμανλής και Φάκελος Κύπρου»  θα διαπιστώσει ότι πίσω απ’ όλη την προδοσία βρίσκεται αυτή η σκοτεινή φιγούρα του κουφού πολιτικού από τις Σέρρες. Του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Αυτός που  επικαλούμενος την κουφότητα του, αρνήθηκε να υπηρετήσει  στις Ένοπλες Δυνάμεις. Η φιγούρα αυτή μετά ως πολιτικάντης στρογγυλοκάθισε στο τραπέζι της εξουσίας για να δρέψει τους καρπούς  των όσων πολέμησαν. Και,  σύμφωνα με τις εντολές των πατρώνων του, ξεπούλησε Πατρίδα.

 

Να φαντασθείτε ότι αυτόν τον προδότη τιμούν οι σημερινοί πολιτικοί ως  εθνάρχη.

Καλή ανάγνωση.

Κύπρος -Ελλάς

Όταν η Τουρκική εισβολή στην Κύπρο ήταν πλέον γεγονός στις ο7.00 την 21ης Ιουλίου 1974, το πολεμικό συμβούλιο υπό την προεδρία του Φαίδωνα Γκιζίκη και την συμμετοχή του “πρωθυπουργού” Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου και του ταξίαρχου Ιωαννίδη, έδωσε διαταγές στον Αρχηγό στρατού Αντιστράτηγο Γαλατσάνο, στον Αρχηγό Ναυτικού Αντιναυαρχο Πέτρο Αραπάκη, στον αρχηγό Αεροπορίας Παπανικολάου και στον Αρχηγο Ενόπλων Δυνάμεων Γρηγόριο Μπονάνο για γενική επιστράτευση και άμεση ενίσχυση της Άμυνας της Κύπρου. Συγκεκριμένα σύμφωνα με το Πόρισμα της Βουλής των Ελλήνων που συστάθηκε στις 21/2/1985 για να ανοίξει τον «Φάκελλο της Κύπρου, συμφωνήθηκε οτι:

1. Μια μοίρα καταδρομών πλήρως εξοπλισμένη θα μεταφερόταν αεροπορικώς από την Σούδα στην Λευκωσία

2. Τρία υπερσύγχρονα υποβρύχια θα έπλεαν στην Κύπρο σε μια προσπάθεια παρακόλλησης της απόβασης των Τούρκων

3. Το πλήρως εξοπλισμένο 573 Τάγμα πεζικού με 550 Κύπριους εθελοντές θα μεταφερόταν με το επιταγμένο οχηματαγωγό πλοίο «Ρέθυμνο».

4. Να εμπλακούν από αέρος τα 34 υπερσύγχρονα αεροπλάνα τύπου FANTOM που μόλις είχαν παραληφθεί.

Να σημειωθεί ότι κανείς από τους τρεις Αρχηγούς Όπλων δεν έφερε αντίρρηση εκείνη την στιγμή στα μέτρα αυτά, που ήταν αυτονόητα και επιβάλλονταν από την κρισιμότητα της κατάστασης.

Από τις τέσσερις αυτές στρατιωτικές ενέργειες, πλην της πρώτης με το γνωστό τραγικό αποτέλεσμα, καμμία άλλη δεν πραγματοποιήθηκε.

Όσον αφορά την επέμβαση των υποβρυχίων την διαταγή Αραπάκη για μεταφορά τους στην Κύπρο ανακάλεσε ο ΑΕΔ Παπανικολάου με το σκεπτικό ότι τα χρειαζόταν στο Αιγαίο για να αμυνθεί σε περίπτωση επίθεσης είτε από Ανατολάς είτε από Βορρά. Νέα απόπειρα του Αραπάκη στις 22.7.1974 να σταλλούν τα υποβρύχια, χωρίς ενημέρωση του ΑΕΔ αυτή την φορά, ανακλήθηκε (από ποιόν; δεν αναφέρει το Πόρισμα) το μεσημέρι της 23ης Ιουλίου υπό το πρόσχημα της συμφωνίας εκεχερείας και της έναρξης τριμερών διαπραγματευσεων στην Γενευη.

Ο απόπλους του εμπορικού πλοίου «Ρέθυμνος»που μετέφερε το 573 Τάγμα πεζικού υπό της διαταγές του Συνταγματάρχη Παπαποστόλου, ξεκίνησε τα μεσάνυχτα της 21ης Ιουλίου για Κύπρο. Αμέσως μετά τον απόπλου ο Συνταγματάρχης Παπαποστόλου έλαβε 2 διαταγές ανάκλησης της αποστολής του. Με προσωπική του ευθύνη παράκουσε τις διαταγές που έλαβε και το πλοίο έφτασε λίγα ναυτικά μίλια έξω από την Κύπρο. Τότε με νέο σήμα, ο ΑΕΔ Παπανικολάου του έγραψε επί λέξει «…Σπευσατε και αποβιβάσατε τα τμήματα εις την ΡΟΔΟΝ απειλούμενην υπό Τούρκων…». Ο Παπαποστόλου έσπευσε στην Ρόδο εγκαταλείποντας την αποστολή του, όπου όταν έφτασε αντίκρυσε ένα νησί που δεν είχε τεθεί καν σε επιφυλακή!

Τα υπερσύγχρονα αεροπλάνα τύπου FANTOMS βρίσκονταν στο αεροδρόμιο Καστελίου Κρήτης πλήρως εξοπλισμένα και έτοιμα για επέμβαση. Η διαταγή για επέμβαση τους στάλθηκε δύο φορές στις 22.7.1974 από τον Στρατηγό Μπονάνο και ανακλήθηκε 2 λεπτά μετά. Η ανάκληση οφειλόταν κατά τον ΑΕΔ Παπανικολάου στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Στρατηγό Φάνη Γκιζίκη στον οποίο ο Μπονάνος τηλεφωνούσε για να επιβεβαιώσει τις διαταγές που έδινε. Ο Γκιζίκης σε κατάθεση του στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής αρνήθηκε κατηγορηματικά το γεγονός.

Και οι τέσσερις αυτές επεμβάσεις σύμφωνα με το κοινοβουλευτικό πόρισμα, είτε η κάθε μια μόνη της, πολύ περισσότερο σε συνδιασμό, θα μπορούσε να μεταβάλλει δραματικά την στρατιωτική κατάσταση στο Νησί και ίσως να συντρίψεικαι εντελώς την εισβολή. Σύμφωνα με το πόρισμα της Βουλής των ελλήνων «…η μη έγκαιρη αποστολή υποβρυχίων και η εξ αυτής μη επίθεση κατά της αποβατικής Τουρκικής δύναμης εστέρησε από τις Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις την μοναδική ευκαιρία να καταγάγουν μια μοναδική νίκη επί της Τουρκικής αποβατικής Δύναμης….» και λίγο μετά «….Η ποιότητα και το αξιόμαχο των υποβρυχίων τα καθιστούσαν αποφασιστικό παράγοντα για την έκβαση της αποβατικής εχθρικής ενέργειας…».

Για την επέμβαση τον Φάντομς ομοίως αναφέρεται στο πόρισμα ότι «…η μη αποστολή των αεροσκαφών χρήζει περαιτέρω έρευνας, γιατί αν είχε εκτελεστεί η κατάσταση στην Κύπρο θα ήταν διαφορετική…»

Μια συνηθισμένη δικαιολογία που πρόταξαν οι Αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων για την άνωθεν περιγραφείσα συμπεριφορά τους ήταν οι δήθεν πληροφορίες που είχαν για επίθεση από την Βουλγαρία. Οι πληροφορίες αυτές προέρχονταν σύμφωνα με τις καταθέσεις τους από τον “Αρχηγό¨ της ΚΥΠ Σταθόπουλο και τον ΑΣΔΕΝ Γκράτσιο που όμως στις καταθέσεις τους αρνούνται κατηγορηματικά ότι έδωσαν τέτοιες πληροφορίες.

Μια άλλη πολύ κρίσιμη πληροφορία είναι ότι το ΑΕΔ (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων) (Μπονάνος) ως τις 08.40 το πρωί της 20ης Ιουλίου 1974 δεν έδινε έγκριση στο ΓΕΕΦ (Γενικό επιτελείο Εθνοφρουράς) για άρξη του πυρός και ανάσχεση της εισβολής, αντίθετα καθησύχαζε ότι πρόκειται για άσκηση του Τουρκικού στρατού και συνιστούσε αυτοσυγκράτηση, όρο άγνωστο μέχρι τότε στην στρατιωτική ορολογία. Αυτό την στιγμή που τα αποβατικά πλοία των Τούρκων ήταν ορατά με γυμνό μάτι από την στεριά τις τελευταίες ώρες της 19ης Ιουλίου. Οι Τούρκοι έτσι κέρδισαν τουλάχιστον μια μέρα χωρίς να παρενοχληθούν στην απόβαση τους. Σύμφωνα με τον έγκυρο ερευνητή Κώστα Χατζηαντωνίου “…η μη εκμετάλευση αυτής της νύχτας θα αποδειχθεί μοιραία….”.

Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Όσα γράφτηκαν ως εδώ αποτελούν μέρος του πορίσματος της ελληνικής βουλής για τα γεγονότα της Κυπριακής τραγωδίας. Τα στοιχεία είναι διασταυρωμένα, ενώ δόθηκαν λεπτομερείς καταθέσεις από τους εμπλεκόμενους. Το πόρισμα όμως δεν έδωσε εξήγηση για την αλλοπρόσαλη (προδοτική κατά την γνώμη μας) συμπεριφορά της Ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας εκείνης της εποχής (Μπονάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου, Γαλατσάνος).

Οι τέσσερις συμμετείχαν στην ιστορική σύσκεψη με τους πολιτικούς αρχηγούς υπό την προεδρία του Γκιζίκη στις 22 Ιουλίου 1974, όπου παρέδωσαν την εξουσία στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Κάποια χρόνια μετά, ο αντιναύαρχος Αραπάκης και ο αντιστράτηγος Μπονάνος εξέδωσαν βιβλία όπου περιγράφουν τα τραγικά αυτά γεγονότα από την σκοπιά τους. Αξίζει να τα διαβάσετε….

Οι τέσσερις Αρχηγοί των όπλων παρέμειναν στις θέσεις τους επί Κυβέρνησεως Εθνικής Ενότητας και χειρίστηκαν εκληματικά και την αντιμετώπιση του Αττίλα 2, όπου με μνημόνια τους προς τον καραμανλή που περιέχονται στο πόρισμα της βουλής, τον καλούσαν να μην αντιδράσει στρατιωτικά στην ολοκλήρωση της τραγωδίας (η ανάλυση του μνημονίου αυτού ξεφευγει από το θέμα του κειμένου. Ισως ασχοληθούμε στο μέλλον με αυτό).

Οι τέσσερις αυτοί αρχηγοί των όπλων (Μπονάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου, Γαλατσάνος), πρωταγωνιστές της Χούντας του 1973, αποστρατευθηκαν λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση του Αττίλα 2 με βαθμό επί τιμή, απολαμβάνοντας την σύνταξη και όλα τα υπόλοιπα προνόμια των συνταξιούχων στρατιωτικών…. Ο ταξίαρχος Ιωαννίδης καταδικάστηκε δις εις θάνατον που μετατράπηκαν σε ισόβια δεσμά…. Να σημειωθεί ότι το “άνοιγμα” του Φακέλου της Κύπρου και ο καταλογισμός ευθυνών που θα προέκυπταν, αποτέλεσε συνηθισμένη πολιτική απειλή για τον Ανδρέα Παπανδρέου κατά της Νέας Δημοκρατίας του Κ. Μητσοτάκη για όλη την διετία 1987-1988. Γιατί άραγε…

Πηγές

-Πορίσμα Εξεταστικής Επιτροπής του Ελληνικού κοινοβουλίου για την απόδοση ευθυνών για την προδοσία της κύπρου

-Κύπρος 1954-1974, Από το έπος στην τραγωδία, Κώστας Χατζηαντωνίου, εκδόσεις Ιολκός

-Κύπρος 1974, Γιατί δεν νικήσαμε, Δημήτριος Χάτζος, εκδόσεις “ελευθερη σκέψις”

-Η μαρτυρία ενός Πρωθυπουργού, Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος, εκδόσεις “το οικονομικόν”-

-Μειοδοτικού καραμανλισμού στηλίτευση, Χρήστος Μαρκογιάννης

– Κύπρος 1974, σκέψεις και συμπεράσματα, Κώστας Δημητριαδης, http://www.scribd.com/doc/13498022/-1974-

Η εκδοχή του Δημήτρη  Ιωαννίδη

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΡΑΓΚΟΥ

 

Κάνοντας μια αναδρομή στην κρίσιμη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε το πρωί της 20ής Ιουλίου 1974, λίγες μέρες μετά την τουρκική απόβαση στο Πεντεμίλι της Κυρήνειας, στο ΑΕΔ (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων) -στην οποία εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας Φαίδωνα Γκιζίκη, του πρωθυπουργού Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, των υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας Κυπραίου και Λατσούδη και των αρχηγών Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, συμμετείχαν ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα Χένρι Τάσκα και ο υφυπουργός Εξωτερικών της Αμερικής Σίσκο, που μόλις είχε προσγειωθεί ερχόμενος από την Αγκυρα όπου συναντήθηκε με τον Ετσεβίτ- αποκαλύπτει πως οι Αμερικανοί προσπάθησαν να… αποκοιμίσουν την Αθήνα, ενώ συνεχιζόταν η τουρκική εισβολή.
«Ο Σίσκο, που πήρε το λόγο αμέσως μετά την είσοδό του στην αίθουσα του τρίτου ορόφου του Πενταγώνου όπου συνεδριάζαμε, μας ζήτησε να δείξουμε αυτοσυγκράτηση. Μας διαβεβαίωσε μάλιστα, ότι αυτός και ο Κίσινγκερ θα έπειθαν τους Τούρκους να αποχωρήσουν από την Κύπρο, τα επόμενα 24ωρα, αφήνοντας μια δύναμη περίπου 1.500 ανδρών για ενίσχυση της ΓΟΥΡΔΥΚ και της τόνωσης του ηθικού των Τουρκοκυπρίων. Γι’ αυτό και μας κάλεσε να αποφύγουμε κάθε πολεμική ενέργεια».
Στο σημείο αυτό παρενέβη ο ίδιος και χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι είπε απευθυνόμενος στην αμερικανική πλευρά: «Μας εξαπατήσατε, όπως κάνατε και προ ημερών, όταν μας υποσχεθήκατε ότι ο έκτος στόλος θα περιπολούσε στα στενά της Μερσίνας, ώστε να αποτρέψει τουρκική αποβατική ενέργεια». Ο Ιωαννίδης θυμάται ότι αμέσως σηκώθηκαν τόσο ο Γκιζίκης όσο και Κυπραίος και απευθυνόμενοι στους δύο Αμερικανούς στα αγγλικά, τους προειδοποίησαν ότι αν οι Τούρκοι δεν αποχωρούσαν άμεσα, η Ελλάδα θα έφευγε από το ΝΑΤΟ και θα «κήρυττε τον πόλεμο στην Αγκυρα».
Μετά από μικρή παύση, ανακαλώντας τη μνήμη του, λέει: «Αμέσως έπεισα τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγό Γρηγόριο Μπονάνο να κηρύξουμε γενική επιστράτευση! Παράλληλα αποφασίσαμε και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που το ίδιο βράδυ έβγαζε το 353/74 ψήφισμα, να κληθούν όλα τα μέρη να σεβαστούν την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου».
«Εκτός από την επιστράτευση, σε τι άλλες ενέργειες προχωρήσατε;», τον ρωτήσαμε, με το θάρρος της γνωριμίας που είχαμε αποκτήσει, καθώς ένα παιχνίδι της μοίρας μας έφερε να μοιραζόμαστε τους ίδιους χώρους για ένα χρονικό διάστημα. «Διέταξα τον τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού Πέτρο Αραπάκη να στείλει αμέσως τα μισά υποβρύχια που βρισκόντουσαν στα Δωδεκάνησα στην Κύπρο και να χτυπήσουν τα τουρκικά πλοία, ενώ πρότεινα να κηρύξουμε την Ενωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα».
«Τελικά τι έγινε;», τον ξαναρωτήσαμε. «Διατύπωσαν δισταγμούς τόσο ο Μπονάνος που ακόμη πίστευε στη μεσολάβηση των Αμερικανών όσο και ο Γκιζίκης. Αλλά και ο τότε αρχηγός της Αεροπορίας Παπανικολάου, όταν του ζήτησαν να στείλουμε τα Φάντομ που είχαμε και να διαλύσουν τους εισβολείς, άρχισε τις αναλύσεις σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες των συγκεκριμένων αεροσκαφών»…
Αναπόφευκτη η απορία μας για το «εάν θα κερδίζαμε έναν πόλεμο με την Τουρκία που υπερτερούσε αριθμητικά τόσο σε έμψυχο δυναμικό όσο και σε οπλικά συστήματα»…«Κι όμως, δεν ήταν έτσι τα πράγματα», μας διέκοψε, «γιατί οι συσχετισμοί στην ποιότητα των όπλων, ιδιαίτερα στην Αεροπορία και στο Ναυτικό, ήταν συντριπτικά υπέρ μας. Ακόμη και στο Στρατό Ξηράς όπου η Τουρκία υπερτερούσε τρία προς ένα, δεν είχαμε ουσιαστικό πρόβλημα λόγω του περιορισμένου μετώπου στον Εβρο.
Εξάλλου, εμείς είχαμε καλύτερα άρματα μάχης, τα γαλλικά ΑΜΧ, που ήταν πιο σύγχρονα και γρήγορα από τα αμερικανικά Μ-47 που διέθεταν, είναι αλήθεια σε μεγάλους αριθμούς αυτοί. Επιπλέον, οι περισσότεροι ανώτεροι αξιωματικοί είχαμε πολεμική εμπειρία από την περίοδο 1946-9, ενώ οι Τούρκοι είχαν να πολεμήσουν από το ’22». Για τον πάλαι ποτέ πανίσχυρο άνδρα της χώρας… «η κρίσιμη διαφορά ήταν στην ψυχοσύνθεση των δύο λαών. Ο Ελληνας στρατιώτης εκείνης της εποχής (1974) ήταν πολύ καλύτερα εκπαιδευμένος και είχε υψηλότερο ηθικό από τον αντίστοιχο Τούρκο».
Σύμφωνα με τον ίδιο… «τα 22 Φάντομ που μόνο εμείς τότε διαθέταμε θα δημιουργούσαν υπεροχή στον αέρα και θα συνέτριβαν την τουρκική αεροπορία. Απ’ ό,τι θυμάμαι πετούσαν με επιχειρησιακή ταχύτητα 700 χλμ. την ώρα και ήταν απείρως γρηγορότερα από τα F-104, F-100 και F-84 που είχαν οι Τούρκοι. Ειδικά τα τελευταία ήταν κάτι παλιατζούρες από τον καιρό της Κορέας που ίσα – ίσα πετούσαν».
Αλλά και στο Ναυτικό, σύμφωνα με τον ιδεολογικό υπεύθυνο του Απριλιανού καθεστώτος, όπως ο ίδιος αρέσκεται να αποκαλεί τον εαυτό του, η διαφορά ήταν συντριπτική: «Πρέπει να ’χαμε δύο – τρία αντιτορπιλικά περισσότερα από τους Τούρκους, αλλά το παιχνίδι θα κερδιζόταν από τα υποβρύχια και τις γαλλικές πυραυλάκατους που μόλις είχαμε παραλάβει. Είχαμε οχτώ γερμανικά υποβρύχια, από τα οποία τα τέσσερα ήταν σύγχρονα τύπου 2009, ενώ αυτοί κάτι απομεινάρια αμερικανικά του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου».
Γι’ αυτό, όπως υποστηρίζει… «μπορούσαμε να διαλύσουμε τις τουρκικές αποβατικές δυνάμεις. Θυμάμαι ότι τα υποβρύχια του Αραπάκη απείχαν περίπου 80 ναυτικά μίλια από την Πάρο και τα Φάντομ βρίσκονταν σε επιχειρησιακή ετοιμότητα.
Στη σύσκεψη που έγινε τα ξημερώματα της 21ης Ιουλίου στο γραφείο του Γκιζίκη, είπα στον Αραπάκη να βουλιάξει όλα τα τουρκικά πλοία που ήταν έξω από το λιμάνι της Κυρήνειας και στον Παπανικολάου να στείλει από την Κρήτη τα πρώτα έξι Φάντομ και να βομβαρδίσουν οτιδήποτε τουρκικό εκινείτο πάνω στο νησί».
Τελικά, όμως, δεν έγινε τίποτε απ’ όλ’ αυτά. «Γιατί;», τον ρωτήσαμε.
«Μας πρόδωσαν, δεν το κρύβω, οι αρχηγοί των γενικών επιτελείων και ο Γκιζίκης. Οπως πληροφορήθηκα εκ των υστέρων οι τρεις αρχηγοί μαζί με τον Μπονάνο και τον Γκιζίκη, συναντήθηκαν και αποφάσισαν να μην έρθουν σε αντιπαράθεση με την Τουρκία, ενώ ο Αραπάκης διέταξε τα υποβρύχια να γυρίσουν πίσω και ο Παπανικολάου να μη σηκωθεί ούτε ένα αεροπλάνο. Στη συγκεκριμένη σύσκεψη, όπως ενημερώθηκα από τον αρχηγό του Στρατού αντιστράτηγο Γαλατσάνο, ο Αραπάκης πρότεινε κι οι άλλοι συμφώνησαν να παραδώσουν την εξουσία στους πολιτικούς».
Ο ίδιος απαντά και στην κατηγορία ότι ήθελε το θάνατο του Μακαρίου. «Σε καμία περίπτωση γιατί έτσι θα κλονιζόταν το έρεισμα της Ενωσης, μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι περισσότεροι Κύπριοι ήταν μακαρικοί. Η διαταγή που είχα δώσει προσωπικά στον συνταγματάρχη Κων/νο Κομπόκη, που ήταν επικεφαλής της επίθεσης στο Προεδρικό Μέγαρο, ήταν να συλληφθεί ο Μακάριος ζωντανός».
Οσο για την τύχη του Αρχιεπισκόπου Κύπρου ο Ιωαννίδης υποστηρίζει ότι ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σεραφείμ που «δεν έβλεπε με καλό μάτι τον Μακάριο», του είχε προτείνει να «φιλοξενηθεί» για ένα διάστημα σε Μοναστήρι του Αγίου Ορους. «Ο Σεραφείμ γνώριζε προσωπικά πολλούς ηγούμενους και με είχε πείσει ότι θα μπορούσε να τακτοποιήσει το θέμα».

 

Απόσπασμα από παλαιότερο άρθρο μας με αναφορά στο βιβλίο του Σπ. Παπαγεωργίου

….Σε τέτοιες συνθήκες ξεκινά κι ο απελευθερωτικός αγώνας της μικρής μας πατρίδας εναντίον των Άγγλων, οι οποίοι όμως  έλεγχαν τη βούληση του Εθνικού Κέντρου,  όντας σε θέση να ελέγξουν το παλάτι. Αυτό αποδεικνύει με χειρουργική ακρίβεια ο  ιστορικός Σπύρος Παπαγεωργίου στο βιβλίο, το οποίο συνέγραψε το 1988: «Καραμανλής και Κυπριακό» εκδόσεις  Νέα Θέσις, σελ. 13:

«Όταν ο Έλλην μελαγχολή και απορεί πως ο αγών της Ε.Ο.Κ.Α, ωδηγήθη υπό της διπλωματίας εις το πλέον άδοξον τέλος, το οποίον ηδύνατο να φαντασθή κανείς, θα εύρη επαρκή ικανοποίησιν των βασανιστικών ερωτημάτων του, εάν ανατρέξη εις τας εξής δύο πηγάς…».

Είναι τα σχετικά της εποχής αρχεία του Αγγλικού Υπουργείου Εξωτερικών και ο τέταρτος τόμος του συγγράμματος του τότε Γενικού Προξένου της Ελλάδος στην Κύπρο, Άγγελου Βλάχου «Μιά φορά κι ένα καιρό ένας διπλωμάτης.». Ο Σπύρος Παπαγεωργίου, τεκμηριωμένα, υποστηρίζει ότι ο Άγγελος  Βλάχος αντετάχθη προς τον αγώνα της ΕΟΚΑ και συνεχώς τον υπονόμευε. Επιπλέον επεδόθη σε «εμπαθή  διασυρμόν όλων των Κυπρίων ηγετών και παντός φορέως του Αγώνος» και «βεβαίως, ο κ. Βλάχος εξωτερίκευε, τα απώτερα αισθήματα της δυάδος των αυθεντών και πατρώνων του, κ.κ. Καραμανλή και Αβέρωφ, οι οποίοι – όπως αποδεικνύεται συνεχώς και δια νέων στοιχείων – εκ προθέσεως ενεργούντες- ωδήγησαν το Κυπριακόν εις το «ξεπούλημα» του 1959. Η Καραμανλική θεομηνία φαίνεται εις όλην της την αποκρουστικήν μεγαλοπρέπεια, στο βιβλίο του Α. Βλάχου».

Στη συνέχεια ο κ. Παπαγεωργίου τεκμηριώνει τους χαρακτηρισμούς του: Οι Άγγλοι προ του θανάτου του Στρατάρχη Παπάγου, έχοντες «απολύτως εξηκριβωμένες πληροφορίες ότι επέκειτο ο θάνατός του, βολιδοσκοπήσαντες τον φυσικό διάδοχο του Στρατάρχη, τον Στέφανο Στεφανόπουλο και αφού διαπίστωσαν την απροθυμία του να ξεπουλήσει τον αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού και να προβεί σε «συμμαχικές ρυθμίσεις  ικανοποιούσαι την Τουρκία, τον απέρριψαν». Ούτε στον αμέσως επόμενον Παναγιώτη Κανελλόπουλο ανηύραν τον άνθρωπο της εμπιστοσύνης των. Βρήκαν όμως στο πρόσωπο του Καραμανλή το «σκεύος εκλογής των». Η ανάθεση της εντολής σχηματισμού κυβερνήσεως εις τον Καραμανλή, από το παλάτι , εδόθη βάσει γραπτής δεσμεύσεως του ιδίου προς τους Εγγλέζους ότι θα έκλειε το Κυπριακό. Πρόκειται περί του περίφημου «Μνημονίου», το οποίο δημοσιεύεται αυτούσιο στο βιβλίο του Παπαγεωργίου, οι συνέπειες του οποίου εσφράγισαν τραγικώς τη μοίρα της Κύπρου. Το κολοβό κυπριακό Κράτος, το οποίο προέκυψε το 1959 από τις συμφωνίες Λονδίνου-Ζυρίχης, έφερε και ημερομηνία λήξης.

Η επιστολή του δικηγόρου Γεωργίου Αλφαντάκη

Προ ετών είχε καταθέσει στην Ελληνική Δικαιοσύνη ένα υπόμνημα ο δημοσιογράφος κ. Δημητρακόπουλος, με το οποίο ζητούσε να ασκηθεί δίωξη κατά του τότε υπουργού εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσσιγκερ, που υπήρξε ο μεγάλος ένοχος της κυπριακής τραγωδίας. Στο υπόμνημα του κ. Δημητρακόπουλου απήντησε ο Εισαγγελεύς Εφετών ότι δεν υπάρχει δυνατότης ασκήσεως ποινικής διώξεως κατά του Κίσσιγκερ γιατί… με νόμο του 1975 αναβάλλεται η δίωξη για κάθε αδίκημα σχετικό με την υπόθεση της Κύπρου! Κάθε χρόνο τον Ιούλιο η Χρυσή Αυγή δημοσιεύει το παρακάτω υπόμνημα και εκφράζει την απορία γιατί η δικαιοσύνη δεν εξέτασε ποτέ τις σοβαρές αυτές και τεκμηριωμένες καταγγελίες:

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΕΝΟΠΛΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Δύο μόλις μήνες μετά την κυπριακή τραγωδία κατ’ εντολήν αξιωματικών των Ενόπλων δυνάμεών μας, ο δικηγόρος κ. Αλφαντάκης καταθέτει στην δικαιοσύνη το παρακάτω υπόμνημα:

«Ενώπιον πάσης αρμοδίας Αρχής

ΕΞΩΔΙΚΟΣ Αναγγελία αξιοποίνων πράξεων Του κ. Γεωργίου Αλφαντάκη, Δικηγόρου Αθηνών, υπερασπιστού κατηγορούμενων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων συνεπεία των τελευταίων καταμηνύσεων και διώξεων αυτών, συμφώνως Τω άρθρ.40 Του Κωδ. Ποιν. Δικονομίας

ΠΡΟΣ

Τον Αξιότιμον κ. Προϊστάμενον Της Εισαγγελίας Πλημμ/κών Αθηνών.

Κατ’ εντολήν πελατών μου, ανωτέρων και ανωτάτων αξιωματικών, κατηγορουμένων και συκοφαντουμένων εσχάτως εν χορώ, εκ διαφόρων κατευθύνσεων και συνεπεία Της αδυναμίας αυτών όπως προβώ σε νέες δημοσίας δηλώσεις, αναγγέλλω Υμίν Τα κάτωθι:

1) Εις προγενεστέρας δηλώσεις μου, δημοσιευθείσας μόνον από μίαν πρωϊνήν εφημερίδα των Αθηνών “ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ” Της 27/10 αφορώσας το Κυπριακόν θέμα εζήτησα από την Κυβέρνησιν να ΕΙΠΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ εις τον Ελληνικόν λαόν ΔΙΑ ΤΗΝ ΜΑΡΤΥΡΙΚΗΝ ΚΥΠΡΟΝ.

Εζήτησα επίσης να απομακρύνη πάραυτα τους εν ενεργεία εισέτι  ανωτάτους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίοι κατά το δεκαήμερον από 15 έως 23 Ιουλίου 1974 επρόδωσαν την Κύπρον, κατά την έννοιαν του άρθρου 26 εδάφ. β’ του στρατιωτικού Ποινικού Κώδικος, γινόμενοι περαιτέρω υπαίτιοι, ως κατωτέρω θέλει  καταδεχθεί και  άλλων στρατιωτικών αδικημάτων.

2) Παρήλθεν έκτοτε εν δεκαήμερον και  ουδέν ηκούσθη εις απάντησιν των δηλώσεων αυτών, τόσον από επισήμου Κυβερνητικής πλευράς όσον και από πλευράς των ευκρινώς διαφαινομένων τότε ως καταγγελλομένων.

Επιθυμούν καταδήλως την συσκότισιν περί το Κυπριακόν και την παραπλάνησιν του Ελληνικού Λαού.

3) Υπεσχέθην τότε, ότι θα επανέλθω με πλήρως αποκαλυπτικά στοιχεία εάν δεν ετύγχανον προσοχής. Εδέχθην ανωνύμους απειλάς και  πιέσεις ν’ απόσχω πάσης περαιτέρω συνεχείας. Μου εδημιούργησαν την συναίσθησιν κινδύνου, και δι’ αυτό θεωρώ πλέον ιεράν μου υποχρέωσιν ν’ αποκαλύψω τα όσα δύνανται  αυτήν την στιγμήν να λεχθούν. Και  ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΟΝ:

4)Μετά την ενέργειαν κατά του Μακαρίου, ο Αρχηγός Των Ενόπλων Δυνάμεων Στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, προειδοποιήθη και ενημερώθη αρκούντως δια την επικειμένην Τουρκικήν εισβολήν και δη:

α) Δι’ επανειλημμένων αποκαλυπτικών σημάτων, του βοηθού Στρατιωτικού ακολούθου της Ελληνικής Πρεσβείας του Λονδίνου (από 15 έως 19 Ιουλίου) Ταγματάρχου κ. Αθανασίου Περδίκη.

β) Υπό του Έλληνος Ταξιάρχου κ.Σωτηριάδου, υπηρετούντος εις το Αρχηγείον του ΝΑΤΟ Σμύρνης, όστις ενημερώθη υπό του Αμερικανού Στρατηγού – Διοικητού των Δυνάμεων ΝΑΤΟ Νοτίου Ευρώπης, περί της πραγματοποιήσεως τουρκικής εισβολής εις Κύπρον, εντός 48 ωρών, με την εντολήν όπως ενημερώση τον Έλληνα Αρχηγόν των Ενόπλων Δυνάμεων.

Ο Ταξίαρχος κ.Σωτηριάδης, έσπευσεν εις την Ελλάδα και ενημέρωσε την 18.7.74 τον κ. Μπονάνο.

γ) Υπό Του ΓΕΕΦ Κύπρου, όπερ από του παρελθόντος έτους είχεν ενημερωθή λεπτομερειακώς από Βρεττανόν ανώτατον αξιωματικόν περί του Τουρκικού σχεδίου εισβολής, όπερ και  πράγματι εφηρμόσθη υπό των εισβολέων τελικώς.

δ) Υπό την Ναυτικήν Διοίκησιν Κύπρου από της 10ης νυκτερινής της 19ης Ιουλίου ’74 ήτις δια του Διοικητού αυτής Αντιπλοιάρχου κ. Γ. Παπαγιάννη, ειδοποίησε τον κ. Μπονάνον περί κατευθύνσεως της τουρκικής αρμάδας προς τας ακτάς της Κυρηνείας.

ε) Από το ΓΕΕΦ και  την Ναυτικήν Διοίκησιν Κύπρου τας πρώτας πρωϊνάς ώρας της 20.7.1974 με την πολεμικήν κραυγήν “ευρίσκονται  εις απόστασιν 20 μιλίων, πλησιάζουν 15… 10… 5… μίλια…”

5) Παρά ταύτα το Αρχηγείον Ενόπλων Δυνάμεων, ηγνόησε την προειδοποίησιν και δεν ενίσχυσε την Κυπριακήν Εθνοφρουράν κατά το πενθήμερον 15 έως 20 Ιουλίου και  ΕΔΕΧΘΗ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΙΝ 700 εμπείρων ανδρών της ΕΛΔΥΚ την 18 έως 19 Ιουλίου 1974 υπό απείρων κληρωτών αγνοούντων και τας τοπικάς Κυπριακάς συνθήκας.

6) Οι Αρχηγοί Ενόπλων Δυνάμεων και Αρχηγείου Στρατού κ.κ. Μπονάνος και Γαλατσάνος όταν πέραν των άνω προενημερώσεων ειδοποιήθησαν την πρωϊαν της 20.7.1974 παρά του ΓΕΕΦ ότι  ρίπτονται  Τούρκοι  αλεξιπτωτισταί και  ενώ προηγουμένως η τουρκική αεροπορία είχε βομβαρδίσει  αγρίως το στρατόπεδον της ΕΛΔΥΚ δεν διέταξαν τας Ελληνικάς Κυπριακάς δυνάμεις να αρχίσουν το πυρ. Δεν διέταξαν πύρ, μέχρι της 8.50 πρωϊνής της 20.7.1974.

Την 8.50 ως άνω πρωϊνήν, ο μόνος αφιχθείς εις την αίθουσαν επιχειρήσεων του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων Αντισυνταγματάρχης κ. Λούκουτος προσωπικώς είπε τηλεφωνικώς εις τον Διοικητήν του ΓΕΕΦ Ταξίαρχον κ.Γεωργίτσην “κτυπάτε δι’ όλων των μέσων”. Έτσι  κατόρθωσαν να προγεφυρωθούν ένιοι μονάδες των ρηθέντων τούρκων αλεξιπτωτιστών.

7) Επίσης  ιδία πρωτοβουλία των Ελληνο – κυπριακών μονάδων Κυρηνείας επλήγη το πρώτον κύμα της τουρκικής αποβάσεως, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να έχουν 2.000 – 3.000 νεκρούς και  τραυματίας.

8)Η Κυβέρνησις και η Επανάστασις της 25.11.1973 απεφάσισαν και  διέταξαν Γενικήν Επιστράτευσιν την 20.7.1974, ήτις ήρξατο εφαρμοζομένη από της 9ης πρωϊνής ώρας. Αυτήν απήτουν αι περιστάσεις και  τα στρατιωτικά δεδομένα. Ο Στρατηγός Μπονάνος μετά των επιτελών του, την 11ην πρωϊνήν της αυτής ημέρας(20.7.1974) ΑΝΑΚΑΛΕΣΕ την γενικήν επιστράτευσιν, ΔΙ’ ΑΛΛΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ.

9) Την 21.7.1974 ημέραν Κυριακήν, συνήλθε υπό την Προεδρίαν του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Γκιζίκη το Συμβούλιον Εθνικής Ασφαλείας της Χώρας. Η Ηγεσία του Έθνους κατά τας στιγμάς εκείνας. Συμμετέσχον οι κ.κ. Γκιζίκης, Ανδρουτσόπουλος, Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου και ο Ταξίαρχος τότε κ. Δημήτριος Ιωαννίδης. Ενημερώθησαν:

α) Υπό του Αρχηγού, Αντιναυάρχου κ. Αραπάκη ειπόντες: “Ευρίσκομαι προ των ακτών της Κυρηνείας με ΔΥΟ ΥΠΟΒΡΥΧΙΑ (τσέπης Γερμανικά) εξωπλισμένα δια 14 τορπιλλών – πυραύλων έκαστον. Έχω τα 11 τουρκικά πλοία της αποβάσεως εις τα περισκόπια και τα σκόπευτρα. Λογικώς και μαθηματικώς δεν δύναται να εκφύγη ουδέν τουρκικόν πλοίον. (Κυβερνήται των υποβρυχίων γνωστοί πλωτάρχαι του πολεμικού ναυτικού.) Έχω λάβει πρόνοιαν και  δια τον υπόλοιπον τουρκικόν στόλον.”

β) Υπό του Αρχηγού Αεροπορίας κ. Παπανικολάου ειπόντος: “Τα Φάντομςευρίσκονται εις την Κρήτην και φέρουν βόμβας – πυραύλους εκ των οποίων δεν δύναται να γλυτώσουν τα τουρκικά πλοία.”

ΔΥΟ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙAΙ:

Ο  Τούρκοι δεν είχον μέσα ανασχέσεως ούτε των δύο υποβρυχίων ούτε των Ελληνικών Φάντομς ΔΙΟΤΙ:

αα) Τα εν λόγω υποβρύχια πλέοντα εις βάθος 200 μέτρων και με 21 – 22 μίλια ωριαίως υπό την επιφάνειαν της θαλάσσης – κοινόν μυστικόν – δεν δύνανται να επισημανθούν υπό των τουρκικών αντιτορπιλλικών – καταστροφέων. Διότι τα ηχοληπτικά όργανα αυτών μετά την ταχύτητα των 18 μιλίων ΔΕΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ.

ββ) Οι Τούρκοι εστερούντο Φάντομς και ΟΥΔΕΝ ΕΤΕΡΟΝ ΜΕΣΟΝ ΑΝΑΣΧΕΣΕΩΣ των Ελληνικών Φάντομς διέθετον.

γγ) Υπό του Αρχηγού Στρατού κ. Γαλατσάνου ειπόντος: “εις τον Έβρο είμεθα έτοιμοι δια βολάς πυροβολικού. Η άμυνα αυτού είναι πλήρως και μαθηματικώς εξησφαλισμένη. Οι Τούρκοι δεν δύνανται να περάσουν”.

10) ΑΠΟΦΑΣΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΓΗ της Ηγεσίας του Έθνους: “κ. Αραπάκη την πρωϊαν της Δευτέρας 22.7.1974 ότε θέλει  αρχίσει η κυρία απόβασις των Τούρκων, βυθίσατε τα προ του λιμένος Κυρηνείας ευρισκόμενα εις συγκέντρωσιν, τουρκικά αποβατικά και λοιπά σκάφη του εχθρού.

Κύριε Παπανικολάου κατά την αυτήν ώραν αποστείλατε εξ (6) Φάντομς από Κρήτην εις Κυρήνειαν (διάρκεια πτήσεως Κρήτη – Κύπρος 9′) και πλήξατε τα τουρκικά σκάφη.

Κύριε Γαλατσάνε αρχίσατε βολάς πυροβολικού εις Εβρον δι’ αντιπερισπασμόν.

ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ κατά του τουρκικού εδάφους.

Κύριε Μπονάνε εποπτέυσατε την εκτέλεσιν των διαταγών”.

11) Μετά ταύτα ελύθη η συνεδρίασις του Έθνους ΧΩΡΙΣ ΟΥΔΕΜΙΑΝ ΔΙΑΤΑΓΗΝ ΝΑ ΑΛΛΑΞΗ.

12)Την πρωϊαν της Δευτέρας 22.7.1974:

α) Ο κ. Αραπάκης διέταξε ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΣ ΤΑ ΔΥΟ ΥΠΟΒΡΥΧΙΑ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΟΥΝ εκ Κύπρου καταλειπόντα τον εχθρόν ελεύθερον και ανενόχλητον να πραγματοποιήση την στρατιωτικώς αστείαν απόβασίν του.

β)Ο κ. Παπανικολάου εσταμάτησε τα 6 Φάντομς εις την Κρήτην, με αποτέλεσμα αι Ελληνο – κυπριακαί δυνάμεις να σφυροκοπώνται ανελέητα υπό της απαιδεύτου τουρκικής αεροπορίας και  λοιπά λέγων απευθυνόμενος και  προς κατωτέρους, αξιωματικούς “πώς να στείλω Φάντομς, οι Βούλγαροι είναι έτοιμοι να μας επιτεθούν, έχουν συγκεντρωθή εις τα σύνορα, θα πάθωμε συμφορά.” Ενώ τούτο ήτο απολύτως ανακριβές.

γ) Ο κ. Γαλατσάνος δεν επέτρεψε τας βολάς πυροβολικού.

δ)Ο κ. Μπονάνος συνετόνισε τας ενεργείας των τριών Αρχηγών των Επιτελείων του δια να προληφθή Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΘΥΣΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΙΚΩΝ ΕΙΣΒΟΛΩΝ.

ΜΕΡΙΚΑΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΑΙ:

α) Ο Ελληνικός στρατός ουδέποτε ήτο καλύτερον ωπλισμένος μέχρι της 20.7.1974.

β) Πολεμοφόδια και υλικά υπήρχαν άφθονα ΠΑΡΑ ΤΑΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΠΟ ΕΧΘΡΙΚΑΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΧΩΡΑΝ ΠΗΓΑΣ, αντιθέτους πληροφορίας.

γ) Οι Τούρκοι είχον αεροναυμαχήσει μεταξύ των κει είχον: 1) Καταβυθίσει εν αντιτορπιλικόν, 2) είχον αχρηστεύσει έτερα δύο, 3) είχον τα πλησσόμενα αντιτορπιλικά καταρρίψει  δύο ιδικά των αεροσκάφη και 4) το ελληνικόν πυροβολικόν – όχι  επάκτιον – είχεν αχρηστεύσει έτερα δύο τουρκικά αντιτορπιλικά εις την Κυρήνειαν.

δ) Ο Αμερικανός Υφυπουργός κ. Σίσκο, τον οποίον ηρνούντο να δεχθούν πλέον – 20.7.74 και εντεύθεν – ο  κ.κ. Γκιζίκης και Ανδρουτσόπουλος, ως επιτηρητήν των Τουρκο – αμερικανών συνηντάτο την 21.7.74 μετά την ως άνω σύσκεψιν της Ηγεσίας του Έθνους, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ κ.κ. ΜΠΟΝΑΝΟΥ ΚΑΙ ΑΡΑΠΑΚΗ.

Εις το γραφείον του κ. Μπονάνου – άγνωστον ποίος τον πήγεν – ηκούσθη να λέγη: “σταματείστε τον στόλον και την αεροπορίαν σας και ΣΑΣ ΥΠΟΣΧΟΜΑΙ ΝΑ ΥΠΟΧΡΕΩΣΩΜΕ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΝΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΟΥΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑΝ”.

15) Ο Αντιστράτηγος κ. Λάμπρος Σταθόπουλος, Διοικητής της Κ.Υ.Π. τότε, ανέφερεν εις την Ηγεσίαν, ότι είχε την πληροφορίαν ότι υπήρχεν συγκέντρωσις βουλγαρικού στρατού εις τα Ελληνο – βουλγαρικά σύνορα και αεροσκαφών τύπου ΜΙΓΚ. Οι επιτελείς του στρατηγού κ. Γαλατσάνου υποψιασθέντος δολίαν προέλευσιν της πληροφορίας ηρώτησαν σχετικώς τα αρμόδια κλιμάκια της Κ.Υ.Π. τα οποία την διέψευδον. Επεκοινώνησαν με τα 2α γραφεία των ταγμάτων της Ελληνο – βουλγαρικής μεθορίου και ταύτα όχι μόνον διέψευσαν την πληροφορίαν του κ. Σταθοπούλου, αλλά είπον ότι οι Βούλγαροι είχον αραιώσει εσχάτως τα μεθοριακάς φρουράς.

Ο κ. Σταθόπουλος την πληροφορίαν είχε από αγγλο – αμερικανικάς πηγάς.

16) Ο Αντιστράτηγος κ. Αγαμέμνων Γράτσιος Διοικητής Α.Σ.Δ.Ε.Ν. τότε συνέδραμε με τους κ.κ. Σταθόπουλον και Παπανικολάου εις το θέμα των Βουλγάρων, λέγων ενώπιον αξιωματικών κατά την 21ην, 22αν Ιουλίου: “Οι Βούλγαροι θα μας πάρουν την Θεσσαλονίκη. Ο στρατός μας δεν αντέχει. Οι επίστρατοι είναι  διαλυμένοι και δεν έχουν ηθικόν.” Οτε και  ηρωτήθη από Ταγματαρχών του Γεν. Επιτελείου πώς δύναται  να λέγη τοιαύτας ανακριβείας όταν έχει και ο ίδιος επιστράτους εις την Α.Σ.Δ.Ε.Ν. ενώ πάντα ταύτα ήσαν ανακριβή. (…)

(…) Θα αναμείνω, ελπίζω όχι πάλιν επί ματαίω και εκ νέου κυβερνητικήν ενέργειαν δια την επιβεβαίωσιν των ανωτέρω, δια την απόδοσιν του δικαίου και  εξύψωσιν των Ενόπλων Δυνάμεων της Πατρίδος.

Επειδή λαβών γνώσιν των ανωτέρω εξ ων προκύπτει η διάπραξις των περιγραφομένων κακουργημάτων, υπόχρεως καθίσταται κατά Νόμον και δη κατ’ άρθρ. 40 του Κώδικος Ποινικής Δικονομίας ν’ αναγγείλω ταύτα προς τον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.

Επειδή τ’ ανωτέρω δέον προς τούτοις να τεθώσιν πρωτίστως υπ’ όψιν του αξιοτίμου προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Αθηνών, Αντισαγγελέως Εφετών κ. Φαφούτη, αρμοδίου κατά νόμον προς δίωξιν πάσης αξιοποίνου πράξεως. Τούτο δε έστω και εάν τα προκύπτοντα αδικήματα διώκονται παρά των Στρατιωτικών Δικαστικών αρχών, αίτινες δέον να λάβωσι  γνώσιν προδήλως παρ’ Αυτού.

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΩ τα ανωτέρω υπό την επιφύλαξιν παντός εν γένει δικαιώματός μου ως Έλληνος πολίτου.

Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής επιδότω νομίμως την παρούσα προς τον αξιότιμον κ. Προϊστάμενον της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών των Αθηνών προς γνώσιν του και  δια την διενέργειαν των νομίμων.

Εν Αθήνας τη 8η Νοεμβρίου 1974