Του Κώστα Μαυρίδη, Ακαδημαϊκού

Τις προάλλες, ο Ν. Αναστασιάδης (ΔΗΣΥ) με αφορμή τις επικείμενες βουλευτικές εκλογές κάλεσε τα κόμματα να αφήσουν το εθνικό θέμα έξω από την όποια διαλογική αντιπαράθεση διότι «ο τόπος περνά κρίσιμες ώρες και απαιτεί ενότητα». Παρόμοιες «εκκλήσεις» έκανε κατεπανάληψην τα δύο-τρία χρόνια επί Προεδρίας Δ. Χριστόφια, με διαφορετική αφορμή κάθε φορά. Την πρόσφατη «έκκληση» για να αφεθεί το Κυπριακό έξω από τον κομματικό διάλογο, σχολίασε ο Ν. Κατσουρίδης (ΑΚΕΛ) επισημαίνοντας ότι ο πραγματικός λόγος της «έκκλησης» είναι το πρόβλημα στον ΔΗΣΥ με τις δύο αντίθετες σχολές σκέψης: από την μια η «σχολή Κληρίδη» που αποδέχεται ΔΔ Ομοσπονδία (ακόμη και το σχέδιο Ανάν λέμε εμείς) και η άλλη που απορρίπτει οποιαδήποτε λύση Ομοσπονδίας. Εμείς θα παραθέσουμε άλλη εξήγηση, χωρίς να σημαίνει ότι αναιρούνται οι επισημάνσεις του Ν. Κατσουρίδη.

Ο Πρόεδρος Δ. Χριστόφιας ακολούθησε στο Κυπριακό μια «ευέλικτη» πολιτική η οποία απέτυχε να φέρει τα αποτελέσματα που δηλώνονταν. Όμως, η διαδρομή των 2-3 αυτών χρόνων, ΔΕΝ μας έφερε στο σημείο που ήμασταν πριν ξεκινήσει η παρούσα φάση  των συνομιλιών, αλλά έχουν προκύψει στο μεσοδιάστημα αρκετά βαρίδια στις διαπραγματεύσεις (“νέος συνεταιρισμός των δύο συνιστώντων states”, εκ περιτροπής προεδρία, σταθμισμένη ψήφος, έποικοι, καταστροφικές προτάσεις για τις περιουσίες κ.ά.). Ταυτόχρονα, προέκυψαν πρωτοφανείς αρνητικές εξελίξεις αλλού (αναγνώριση «Επιτροπής» του ψευδοκράτους για περιουσίες, εγκατάλειψη Απόφασης Όραμς κ.ά.). Την ακολουθούμενη πολιτική, κάποιοι την σχεδίασαν και την εκτέλεσαν και άλλοι -όπως τον Ν. Αναστασιάδη- την στήριξαν επειδή συμφώνησαν. Σήμερα, εκτός από τις όποιες ζημιές, η πολιτική τους βρίσκεται σε αντίθεση με την πλειοψηφία της κοινωνίας. Ένας που βλέπει την διαφωνία της πλειοψηφίας αλλά επιμένει στην ίδια γραμμή, λογικό είναι να μην θέλει συζήτησή της. Ποια θέση θα πάρει ο ίδιος εφόσον συμφωνεί με την ακολουθούμενη γραμμή; Να συνταχθεί με την πλειοψηφία που απαιτεί αλλαγή πλεύσης ή να δηλώσει ξανά δημόσια ότι η ακολουθούμενη πολιτική τον εκφράζει;

Όποια επιλογή από τις δύο κάνει ένας όπως τον Ν. Αναστασιάδη (ειδικά τώρα που προφανώς είναι υποψήφιος για τις προεδρικές και χρειάζεται τις ψήφους της κοινωνίας), δεν  συμφέρει. Ένας που συμφωνεί με την πολιτική γραμμή αλλά δεν θέλει να φορτωθεί τις ευθύνες για τις ζημιές, θα αναζητήσει διέξοδο. Πίσω λοιπόν από την «έκκληση» να μείνει το Κυπριακό εκτός πολιτικού διαλόγου, βρίσκεται η έγνοια για «τις κρίσιμες ώρες που περνά ο τόπος» ή είναι γιατί δεν συμφέρει ο διάλογος; Άποψή μας είναι ότι υπάρχουν σκοπιμότητες που ο καθένας μπορεί να εκτιμήσει. Φυσικά, στην πλειοψηφία της κοινωνίας που απορρίπτει την ακολουθούμενη πολιτική περιλαμβάνεται η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΔΗΣΥ και μερίδα Ακελικών. Αυτό δεν σημαίνει αυτόματα αντίθεση στην όποια μορφή λύσης Ομοσπονδίας. Από την άλλη όμως, ούτε στο ΑΚΕΛ συμφέρει να αποκαλυφθεί η ουσιαστική συμφωνία γραμμής (παρά τις όποιες διαφορές) η οποία περιορίζεται πολύ πιο κάτω από την πρόσθεση ΑΚΕΛ+ΔΗΣΥ στο  70%, παρά την θερμή στήριξη του Αναστασιαδικού περίγυρου.

Ειδικά σε σχέση με την σημερινή έγνοια του Ν. Αναστασιάδη για ενότητα και «τις κρίσιμες ώρες που περνά ο τόπος», θα είχε αξιοπιστία αν παρόμοια συμπεριφορά τηρούσε όταν ο τόπος περνούσε ξανά πολύ κρίσιμες και δύσκολες ώρες. Όταν, μετά το δημοψήφισμα του 2004, διερρήγνυε την ενότητα και ζητούσε επαναφορά του σχεδίου Ανάν για μια δεύτερη ευκαιρία, δεν προείχε η ενότητα; Όταν η Τουρκία αναζητούσε κάθε ευκαιρία για να εκθέσει τον τότε Πρόεδρο και τον κυπριακό ελληνισμό για απόρριψη του σχεδίου Ανάν, ο τόπος δεν περνούσε κρίσιμες ώρες ώστε να τεθεί το Κυπριακό πάνω από τα κόμματα;

Η έγνοια λοιπόν για το εθνικό θέμα είναι να ακολουθούμε ΣΩΣΤΗ ΓΡΑΜΜΗ. Αυτό είναι όντως πάνω από προσωπικές επιδιώξεις και κόμματα. Και αξίζει η ενότητα για αυτό.