Του Άριστου Μιχαηλίδη

Αυτό που έγινε χτες στο σχολείο της Λάρνακας, είναι το αποτέλεσμα της παταγώδους αποτυχίας της Πολιτείας να διαχειριστεί σωστά το σύγχρονο φαινόμενο της μαζικής μετανάστευσης. Και προπάντων, είναι αποτέλεσμα της επιπολαιότητας διαφόρων δήθεν, οι οποίοι χτες, για παράδειγμα, κατηγορούσαν τους «ελληνόφωνους» μαθητές έναντι των αραβοφώνων (έτσι αποκαλούσε ο βοηθός διευθυντής του σχολείου τους Ελληνοκύπριους, θέλοντας προφανώς να διαγράψει στοιχεία της ταυτότητας τους, δηλαδή απλώς μιλούν ελληνικά, δεν είναι Έλληνες), ότι είναι ρατσιστές και ξενοφοβικοί γιατί επιτέθηκαν και χτύπησαν τους ξένους συμμαθητές τους στα καλά καθούμενα.

 

 

Χωρίς να εξετάζουν τι προηγήθηκε, ούτε να ανησυχούν για το τι θα ακολουθήσει. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία δεν μπορεί να θεωρούνται φαινόμενα που αναπτύσσονται στα γονίδια των Ελληνοκυπρίων, προπάντων των μαθητών. Είναι αποτέλεσμα μιας σειράς γεγονότων, λανθασμένων πολιτικών επιλογών, προκλητικών δηλώσεων και συμπεριφορών, που προέρχονται από το βίτσιο, ακόμα και υπουργών, να παριστάνουν τους καλούς έναντι όλων των υπολοίπων που είναι κακοί από γεννησιμιού τους.

Αν υπάρχει σήμερα ξενοφοβία στην Κύπρο είναι απαράδεκτη, αλλά δεν είναι αδικαιολόγητη. Για πολλά χρόνια οι Ελληνοκύπριοι ζούσαν μαζί με ξένους, μέσα στα σπίτια τους, δίπλα τους, στις γειτονιές τους και ποτέ δεν υπήρξε πρόβλημα ρατσιστικής συμπεριφοράς, ποτέ δεν τους έκαναν στόχους επιθέσεων, ποτέ δεν αναμίχθηκαν στις συνήθειες και στον πολιτισμό τους.
Μέχρι που η Πολιτεία άφησε την κατάσταση να εκτροχιαστεί. Δεν ευθύνονται, για παράδειγμα, οι Λαρνακείς αν η Πολιτεία κατάφερε να συγκεντρώσει εκεί εκατοντάδες Παλαιστίνιους οι οποίοι ενεργούν πλέον ως οργανωμένη μειονότητα.

Ούτε ευθύνονται οι μαθητές της Λάρνακας αν το υπουργείο Παιδείας και οι καθηγητές σκέπαζαν τα προβλήματα αντί να τα επιλύουν, γιατί ήθελαν να δίνουν την εντύπωση ότι κατάφεραν να υπάρχει «σεβασμός της διαφορετικότητας και της καλλιέργειας της αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων», όπως έλεγε χτες ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, για να εξαγγείλει ότι «η κυβέρνηση δεν πρόκειται να αποδεχθεί αυτά τα απαράδεκτα φαινόμενα, ειδικά στο χώρο του σχολείου». Τι θα κάνει δηλαδή η κυβέρνηση; Θα δείρει τους μαθητές; Θα τους διώξει από το σχολείο; Τέτοια παχιά λόγια είναι εύκολα κι ανέξοδα. Όμως, η ξενοφοβία γεννιέται όταν μια ταυτότητα αισθάνεται ότι κινδυνεύει, λένε αυτοί που μελετούν το φαινόμενο. Ποιος ευθύνεται για να μην αισθάνεται έτσι ο Ελληνοκύπριος; Δεν ευθύνονται φυσικά οι μετανάστες, οι ταλαίπωροι άνθρωποι που συνήθως είναι τρομοκρατημένοι προσπαθώντας να επιβιώσουν σε εχθρικό περιβάλλον. Ευθύνονται αυτοί που διαχειρίζονται τα προβλήματα που δημιουργεί η μαζική μετανάστευση, δηλαδή οι κυβερνήσεις, οι υπουργοί, οι κρατικοί αξιωματούχοι, που με την αδυναμία τους να δώσουν λύσεις, κάνουν τον κόσμο να αισθάνεται ότι απειλείται.

Όταν κατηγορείς ολόκληρο λαό για ρατσισμό και ξενοφοβία, όπως κάνουν μερικοί υπερόπτες υπουργοί, που με κάθε ευκαιρία κατηγορούν τους Ελληνοκύπριους, απλώς του δημιουργείς περισσότερη ανασφάλεια. Διότι, ενώ περιμένει βοήθεια από τον υπουργό του για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα, τον βλέπει να στέκει απέναντί του και να τον επικρίνει, τον βλέπει δηλαδή, να μη συμμερίζεται εκείνα που ο λαός θεωρεί προβλήματα. Έτσι πολλαπλασιάζεται ο ακαθόριστος κίνδυνος, που προκαλεί την ξενοφοβία. Κι έτσι θα συνεχιστεί, αφού οι Άρχοντες του τόπου συνεχίζουν τις ίδιες εξυπνάδες…