Του πολίτη Παναγιώτη Παπαγαρυφάλλου, Α΄Αντιπροέδρου της Επιτροπής Ενημερώσεως για τα Εθνικά Θέματα

Προσπαθώντας να ερμηνεύσω την πολιτική και κοινωνική συμπερι­φορά των εκατομμυρίων ψηφοφόρων ετούτων των χρόνων της βοθροποιη­μένης πολιτικής, στάθηκα σε τούτους τους παλαμικούς στίχους, που αναδεικνύουν την εθολοδουλεία τους, που συνοδεύεται και από την κοπριτοκρατία.

Ο “Αδάκρυτος”, για να χτίσει τη σωστή κοινωνία σκοτώνει τον βασιλιά και ο λαός, ο “μέχρι χθες εχθρός του, προσφέρει εις αυτόν την βασιλείαν”, την οποίαν όμως αυτός αρνείται, λέγοντας:

“Δεν την θέλω! Δεν ήρθα να γίνω σε ραγιάδες, ραγιάς βασιλιάς. Ο λαός μου ειν’ αλλού. Τώρα θρόνος μου το κοντρί στα πλατειά της ερμιάς”.

Ο ερμηνευτής του Παλαμικού έργου Δ. Βεζανής, γράφει γι’ αυτή την άρνηση: “Διατί δεν γίνεται βασιλεύς δια να εξυψώση τον λαόν, απαντά ο Υπεράνθρωπος με την αλήθειαν, ότι από “ραγιάδες” και φύσει δούλους δεν δύναται να γεννηθή το ισχυρόν και υπερήφανον γένος”, προσθέτοντας: “Με αυτά, δηλούται συγχρόνως, ότι “η φύσις της “ραγιαδωσύνης” δεν είναι “εξωτερική”, δεν οφείλεται μόνον εις το περιβάλλον ώστε να υπάρχει ελπίς να εκλείψει. Αποτελεί αύτη μίαν βιολογικήν ιδιότητα και συνεπώς κακόν αδιόρθωτον” και συνεχίζοντας λέει: “Τοιουτοτρόπως βλέπομεν, την διδασκαλίαν του Αριστοτέλους περί της διαιρέσεως των ανθρώπων εις φύσει ελεύθερους και φύσει δούλους, ήτις τόσην αγανάκτησιν εξήγειρεν εις τους ανθρωπιστάς και τους σοσιαλιστάς και εθεωρείτο το άκρον άωτόν της, υπό των κοινωνικών συνθηκών, περιωρισμένης αντιλήψεως, να ανασύρεται και να αναζή”.

Προς άρσιν πάσης παρεξηγήσεως ο ερμηνευτής προσθέτει: “Όχι ότι οι δούλοι είναι φύσει δούλοι και οι ελεύθεροι, φύσει ελεύθεροι, αλλ’ ότι υπάρχουν άνθρωποι φύσει περιωρισμένοι, φύσει ανίκανοι δια την ανωτερότητα, ενώ άλλοι είναι φύσει περιωρισμένοι δια την μεγάλην εξέλιξην, είναι το βαθύτερον νόημα της Αριστοτελείου Διδασκαλίας” (βλ. Δ. Βεζανή: “Ο Παλαμάς φιλόσοφος”, εκδ. “Ελεύθερη Σκέψις”, Αθήναι, 2007, σελ. 207-208. Είναι προφανές ότι στις κοινωνίες των ανθρώπων όλοιοι άνθρωποι δεν είναι ίσοι από απόψεως ψυχικών και πνευματικών ικανοτήτων, γιατί υπάρχουν και εκείνοι, οι “φύσει προωρισμένοι” για μεγάλες αναζητήσεις, μεγάλα έργα και μεγάλες κοινωνικές, επιστημονικές και ιστορικές πραγματώσεις, κι εκείνοι οι οποίοι περιορίζονται στις καθημερινές απολαύσεις βιώνοντας το “δως ημίν σήμερον”.

Υπάρχουν οι ελάχιστοι υπεράνθρωποι στους οποίους απευθύνεται ο Γερμανός φιλόσοφος Φ. Νίτσε (βλ. το έργο του: “Τάδε έφη Ζαρατούστρας”, εκδ. “Παγκόσμια Λογοτεχνία”, Αθήνα, 1988) και υπάρχουν οι πολλοί, οι άνθρωποι της καθημερινότητας, οι οποίοι, λόγω περιορισμένων δυνατοτήτων και ενδιαφερόντων, εντάσσονται στο στρατόπεδο των εθελόδουλων (τους τρόπους αυτής της ένταξης και τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους βλ. Μ. Στασινοπούλου: “Ελευθερία και Εκούσια δουλεία”, εκδ. “Άλμα”, Αθήνα 1975).

Σε αυτό το σημείο είναι χρήσιμο και αναγκαίο να επισημανθεί, εντελώς επιγραμματικά, η επί του προκειμένου θεωρία του Αριστοτέλους “περί του φύσει δούλου”, τον οποίο εντάσσει στην υπηρεσία του κυρίου, χωρίς “ν’ ανήκει εις εαυτόν”, κάτω από ορισμένες κοινωνικές – παραγωγικές διαδικασίες, σημειώνοντας όμως ταυτοχρόνως, ότι: “Κατ’ άλλους δε η επί των δούλων εξουσία είναι παρά φύσιν, διότι συμβατικώς ο εις είναι δούλος και ο άλλος ελεύθερος, ουδεμία δε εκ φύσεως μεταξύ τούτων υπάρχει διάκρισις, διο και δεν είναι δίκαιον, καθό βίαιον, το τοιούτον”.

Αναπτύσσοντας ο Αριστοτέλης τις διιστάμενες απόψεις επί του θέματος, και τοποθετώντας το ζήτημα ως προς το σε ποιόν ανήκει ο δούλος, το συνδέει με το εάν εργάζεται ανήκοντας στον Κύριο που τον απασχολεί. (Την πολύπλοκη θεωρία και το δυσδιάκριτο εννοιολογικό περιεχόμενο του “δούλου” και του ελεύθερου του Αριστοτέλους βλ. “Πολιτικά” Ι-ΙΙΙ, Εισαγωγή – μετάφραση – σχόλια Παναγή Λεκατσά, εκδ. “Γ. Ζαχαρόπουλος” – Βιβλιοθήκη Αρχαίων Συγγραφέων, Αθήνα, χ.χ. σελ. 93-99 και 1254 a-b).

Καταλήγοντας ως προς την έννοια του “φύσι δούλου” κατά τον Αριστοτέλη, σε συνδυασμό με τη “ραγιαδωσύνη” του Παλαμά, όπως την ανέλυσε πιο πάνω ο Δ. Βεζανής, τείνω να υιοθετήσω την άποψη τους τελευταίου όπως καταγράφηκε πιο πάνω.

Πιο πέρα, προσγειώνοντας το ζήτημα στα κοινωνικά δρώμενα, θα έλεγα ότι “δούλος” είναι εκείνο το γονατισμένο άγνωμο και άκριτο ανθρωπάκι το οποίο προσκυνά τη δύναμη και την εξουσία και πλάθεται και συμπεριφέρεται κατά τις επιθυμίες των εξουσιαστών και των προπαγανδιστών. Κάνοντας το τελευταίο αναλυτικό εγχείρημα και εφαρμόζοντας τη θεωρία του Αριστοτέλη στα σημερινά κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, θα διατυπώσω την αντιδημοφιλή άποψη ότι η έννοια του “δούλου” αντανακλάται στη συμπεριφορά των εκατομμυρίων κοπριτών και κομματικών υπηρετών.

Οι πρώτοι, γιατί με αντιπαροχή τον διορισμό στο Δημόσιο, ψήφιζαν και θα ψηφίζουν τους αρχικοπρίτες. Είναι αυτοί για τους οποίους ο σαρκαστικός ποιητής μας Γ. Σουρής (1853-1919) έλεγε:

“Πουλούσατε την ψήφο σας / αντί του αργυρίου / σαν πρόστυχοι ντελάληδες / του Αναβρυτηρίου”.

Ο κόσμος αυτός των μικρών, των μετρίων και του χυδαίουατομικού συμφέροντος δεν έχει καμμία απολύτως σχέση με τον ελεύθερο άνθρωπο. Οι δεύτεροι, γιατί υπηρετώντας τυφλά το κόμμα, τον αρχηγό και το κομματικό – ατομικό συμφέρον ενεργούσαν και δρούσαν σε βάρος των αληθινών συμφερόντων της ελληνικής κοινωνίας και της Πατρίδας.