Tου Aποστολου Δοξιαδη

Στις αρχές Ιουνίου, κάποιοι άνθρωποι από τον πνευματικό χώρο υπογράψαμε μια έκκληση στους Ελληνες πολιτικούς, με επικεφαλίδα το προτρεπτικό «Tολμήστε!». Προσυπέγραψαν πολλοί επιφανείς πανεπιστημιακοί και, με κάποιες προσθήκες, διαπρεπείς οικονομολόγοι και άνθρωποι του επιχειρηματικού χώρου.
Η έκκληση επεσήμαινε τρία πράγματα: πρώτον, ότι η χώρα βρίσκεται σε δραματική κατάσταση, δεύτερον, ότι απειλείται η ένταξή μας στην Ευρώπη, και τρίτον, ότι υπάρχει ακόμη χρόνος να σωθούμε, αν οι πολιτικοί αποδεχθούν την αλήθεια και πράξουν υπεύθυνα, με ομοψυχία, τα αναγκαία.
Πώς στέκουν σήμερα οι τρεις αυτές επισημάνσεις; Δίνω την καθαρά προσωπική μου άποψη.

Σχετικά με την πρώτη: Τον Ιούνιο η λέξη «πτώχευση» ήταν ακόμα ταμπού και οι περισσότεροι πολιτικοί, αλλά και οικονομικοί αναλυτές μάς διαβεβαίωναν ότι «αποκλείεται να μας αφήσουν οι ξένοι να καταρρεύσουμε». Τα πράγματα σήμερα άλλαξαν – δυστυχώς προς το χειρότερο. Η δραματική κατάσταση που διαπιστώναμε στο «Τολμήστε» έγινε πολύ δραματικότερη.
Οσο για τη δεύτερη επισήμανση, όταν τέλη Μαΐου η Μαρία Δαμανάκη προειδοποίησε με παρρησία για τον κίνδυνο της έξωσής μας από το ευρώ, άλλοι τη χλεύασαν ως φαντασιόπληκτη και άλλοι τη στηλίτευσαν περίπου ως προδότη. Σήμερα, η ύπαρξη του κινδύνου που επισημάναμε κι εμείς στο «Τολμήστε» είναι σε όλους ορατή. Επιδείνωση και εδώ δηλαδή.
Η τρίτη επισήμανση ήταν ο σκοπός της έκκλησης. Καλούσαμε τους πολιτικούς και τους άρχοντες των συνδικάτων να ενεργήσουν με «συντονισμένες ενέργειες, σε πνεύμα ομοψυχίας», για να αποφευχθεί η τραγωδία, προειδοποιώντας ότι αλλιώς θα είναι υπαίτιοι της καταστροφής. Τι έπραξαν έκτοτε οι πρώτοι; Και τι οι δεύτεροι;
Η κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα ψήφισαν μεν το Μεσοπρόθεσμο που, κουτσό-στραβό, ήταν μια κάποια λύση. Αλλά έκτοτε αυτό το θυμούνται μόνο όποτε ανακοινώνουν, ως τρομερή είδηση, ότι σε (νέο) έκτακτο υπουργικό συμβούλιο αποφασίστηκε (πάλι) να… τηρηθεί το Μεσοπρόθεσμο! Ο πρωθυπουργός, αφού είπε στους υπουργούς ότι «φέτος δεν θα πάει κανείς διακοπές», αναχώρησε για διακοπές, και έκτοτε αγνοείται η τύχη του (αλήθεια, γύρισε;).
Το έργο της διακυβέρνησης ανέλαβε ο πρωθυπουργεύων αντιπρόεδρος, ο οποίος, αφού γύρισε από τις δικές του διακοπές, κάνει διάφορα: ξανα-ανακοινώνει σε τακτά διαστήματα το Μεσοπρόθεσμο, κατηγορεί τον Σαμαρά που θέλει να διαπραγματευτεί με την τρόικα, μετά λέει ότι θα διαπραγματευτεί ο ίδιος, μετά το ξελέει, μετά ξανακατηγορεί τον Σαμαρά κ.λπ. Παράλληλα μιλάει συνεχώς, ασταμάτητα, μοιράζοντας τις ευθύνες της κρίσης στις αγορές, στα εθνικά μας γονίδια, στην αντιπολίτευση και σε άπαντες τους προαναπαυσαμένους πατέρας ημών. Δεν λέει όμως τίποτε για τις ευθύνες της κυβέρνησής του, που έχει η ρημάδα την εξουσία. Ξέρει μόνο να μας επιτιμά, με σηκωμένο αντιπαθέστατα το φρύδι, ότι φταίμε όλοι που η χώρα πάει κατά διαόλου – πλην εκείνου φυσικά. Α ναι, μην το ξεχάσω: για να καλύπτει κάθε μέτρο πραγματικής εξυγίανσης του δημόσιου τομέα που δεν παίρνει, ο πρωθυπουργεύων αντιπρόεδρος επινοεί ένα νέο χαράτσι. Φυσικά, η πεισματική του αντίσταση στην πραγματική εξυγίανση, παρά την ακατάσχετη περί του αντιθέτου λογοδιάρροια, ταιριάζει μια χαρά στη μεγάλη μάζα των λαϊκιστών υπουργών και βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, που φρικιούν με την ιδέα ότι θα αγγίξουν έστω και μια τρίχα του Δημοσίου. Μόνο ελάχιστοι υπουργοί προσπαθούν να προβάλουν κάποια αντίσταση στην καταστροφή, μα οι υπόλοιποι τους εμποδίζουν αποτελεσματικότατα. Κι έτσι δεν κουνάει τίποτε.
Στην αντιπολίτευση, τα πράγματα είναι πιο ήσυχα, αφού στα κόμματα υπάρχει τουλάχιστον εσωτερική ειρήνη. Ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας είπε στη Θεσσαλονίκη ξεκάθαρα τι θέλει: να κάνουμε εκλογές, ξανά και ξανά, όσες φορές χρειαστεί, μέχρι να του δώσουμε αυτοδυναμία, ώστε να διαπραγματευτεί, λέει, με την τρόικα – την τρόικα που έχει αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης. Ετσι τα ’πε στο Βελλίδειο, οι βουλευτές του βέλαξαν την επιδοκιμασία τους, και εμείς μείναμε με την απορία: τι στην ευχή τη θέλουν την αυτοδυναμία σε μια χώρα που θα έχει πτωχεύσει – αν όχι νωρίτερα, τότε σίγουρα με τις απανωτές εκλογές.
Το σταλινικό ΚΚΕ και ο νεοσταλινικός (σωστότερα: «ζιζεκικός») ΣΥΡΙΖΑ εργάζονται, σε αγαστή συνεργασία με τους πάσης κομματικής προελεύσεως άρχοντες των συνδικάτων-εργατοπατέρες, με σκοπό να επισπεύσουν την απόλυτη καταστροφή, που θα δημιουργήσει τις λενινιστικές «προεπαναστατικές συνθήκες», που θα τους φέρουν επιτέλους στην εξουσία.
Συμπερασματικά, το «Τολμήστε» δεν μοιάζει να άσκησε σοβαρή επίδραση στους πολιτικούς μας: οι περισσότεροι συνεχίζουν να οδεύουν την οδό της απωλείας, ενώ οι ελάχιστοι που κάτι έκαναν, το έκαναν και πριν τους το πούμε. Παρά το γεγονός αυτό, όμως, δεν μετανιώνω διόλου που το υπέγραψα, αφού η προειδοποίηση έπρεπε να γίνει. Μόνο που σήμερα, εδώ που φτάσαμε, θυμάμαι κάποιους φίλους που αρνήθηκαν να υπογράψουν αν δεν έμπαινε η προσθήκη ότι το υπάρχον πολιτικό προσωπικό είναι ανίκανο να διαχειριστεί την κρίση και η μόνη ελπίδα για τη χώρα είναι να φύγει -αν όχι όλο, πάντως η συντριπτική πλειοψηφία- και να μπουν στην πολιτική νέες δυνάμεις.
Σκέφτομαι πόσο δίκιο είχαν, τελικά: χωρίς αληθινά νέες δυνάμεις στην πολιτική, η χώρα είναι καταδικασμένη.