Γράφει ο Ευθύλογος

Έχω τη γνώμη πως είναι λάθος να πιστεύουμε ότι η οικονομική κρίση στην Ελλάδα είναι φαινόμενο της τελευταίας 10ετίας ή ακόμη και 30ετίας.

 

Μόνον οι ανόητοι μπορούν να πιστεύουν και οι αγύρτες να υποστηρίζουν κάτι τέτοιο. Και φυσικά κανένα δημόσιο πρόσωπο δεν έχει δικαίωμα να επικαλείται άγνοια του πρόσφατου παρελθόντος και της πρόσφατης (οικονομικής) Ιστορίας. Δεν είναι δυνατόν να είμαστε λαλίστατοι για τη μάχη του Μαραθώνα και να το βουλώνουμε όταν πρόκειται για γεγονότα του 20ου αιώνα. Άλλωστε όποιος έχει άγνοια κάθεται στα αυγά του και δεν διατυπώνει δημόσιο λόγο, πολύ δε περισσότερο δεν διεκδικεί δημόσιο ρόλο.

Είναι κοντά μισός αιώνας που αρκετοί εχέφρονες καυτηρίαζαν την αντιπαραγωγική οικονομία και έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου λόγω της υπερβολικής διόγκωσης του δημοσίου χρέους. Για λόγους οικονομίας χώρου θα περιοριστώ σε δυο – τρείς μόνον.

 

 

Ο κ. Μαρίνος – τότε διευθυντής του Οικονομικού Ταχυδρόμου – έγραφε από τη δεκαετία του ’60 «Δανειζόμεθα από το εξωτερικό για να εξοφλούμε τα χρέη μας στο εξωτερικό. Η Ελλάς έφθασε σε αδιέξοδο με τον συνεχή δανεισμό και με τη μη παραγωγική αξιοποίησή του». (εδώ). Και τα έγραφε αυτά σε μια εποχή που το χρέος ήταν ασήμαντο μπροστά στο σημερινό.

Ο Ξενοφών Ζολώτας τόνιζε από τα μέσα του προηγούμενου αιώνα την ανάγκη ισοσκέλισης των δημόσιων οικονομικών, επί πλέον μάλιστα θεωρούσε απαραίτητη την κρατική αποταμίευση, δηλ. την δημιουργία πλεονασμάτων στον τακτικό προϋπολογισμό για να περιορίζεται η εξάρτηση της χρηματοδότησης δημοσίων επενδύσεων από εξωτερικό δανεισμό.(βλ. εδώ . bank of Greece σελ.33).

Ασφαλώς γνώριζε ότι η «ανεξάρτητη και υπερήφανη» εθνική πολιτική [1] ασκείται μόνον όταν υπάρχει ισχυρή οικονομία. (Καμία σχέση με την «θωρακισμένη οικονομία» που ισχυρίζονταν πριν λίγα χρόνια κάποιοι ηλίθιοι)

Όπως γνώριζε και ότι η οικονομική ισχύς μιας χώρας δεν επιτυγχάνεται με χαλαρή οικονομική πολιτική αλλά με σκληρή δουλειά, αξιοποίηση και δημιουργία ευκαιριών, [2] αιματηρές οικονομίες και με αντιλαϊκά μέτρα.

Ο διαπρεπής οικονομολόγος Μίνως Ζομπανάκης αναφέρει ότι κάποτε ο Ζολώτας του είπε: «Παιδί μου να πηγαίνεις στην αγορά και να μου λες πόσα μαγαζιά κλείνουνε, γιατί αν δεν αρχίσουν να κλείνουν σημαίνει ότι χρειάζονται μεγαλύτερες περικοπές στις πιστώσεις». Και συνεχίζει, «Όπως καταλαβαίνετε, σε εμένα τον άπειρο των 25 χρόνων (σ.σ. Σήμερα είναι πάνω από 80. Άρα μιλάμε για τα μέσα της 10ετίας του ΄50) φάνηκε πολύ περίεργο να ακούω ότι αν αρκετά μαγαζιά δεν κλείνουν σημαίνει ότι υπάρχει πρόβλημα νομισματικής σταθερότητας και πληθωρισμού. Αργότερα βέβαια κατάλαβα». (εδώ σελ. 50)

 

Οι γκαζοντενεκέδες όμως που καθόρισαν για δεκαετίες τις τύχες αυτού του δύσμοιρου τόπου, δεν κατάλαβαν και δεν καταλαβαίνουν ακόμη. Γι αυτό και η υποκριτική στενοχώρια τους ότι κλείνουν μαγαζιά. Κανένας τους δεν έχει το θάρρος να αναρωτηθεί δημοσίως αν έπρεπε να ανοίξουν, ούτε πόσες από τις υπάρχουσες επιχειρήσεις αυξάνουν τον εθνικό πλούτο και πόσες τον μειώνουν.

Αυξάνουν τον εθνικό πλούτο τα διάφορα πανάκριβα κεντρικά καταστήματα που πουλάνε εισαγόμενα είδη πολυτελείας σε τιμές που υπερβαίνουν κατά πολύ το μηνιαίο εισόδημα ενός χειρώνακτα;

Αυξάνει τον εθνικό πλούτο η μπουτίκ που πουλάει δυο σουτιέν και δυο κιλοτάκια την ημέρα σε δεκαπλάσια τιμή από την τιμή αγοράς;

Ή μήπως αυξάνει ο εθνικός πλούτος όταν χτυπάμε τον καφέ στο shaker ή γυρίζουμε το τσίπουρο από το μπουκάλι στο ρακοπότηρο;

Έγινε ποτέ έρευνα για να δούμε ποιες επιχειρήσεις συμβάλλουν στην εθνική οικονομία και ποιες όχι; Να δούμε από τι είδους επαγγέλματα έχει ανάγκη ο τόπος;

 

Όχι βέβαια! Αφήσαμε τα πάντα να τα ρυθμίσει η παντοδύναμη θεά Αγορά!

Δυστυχώς το ελληνικό «επιχειρείν» εν πολλοίς δεν ήταν τίποτε άλλο από τον θρίαμβο του μεταπρατισμού.

Έπρεπε όμως να υπάρχουν αυτοί οι «μαγαζάτορες» γιατί έπρεπε να νοικιάσουμε για κατάστημα το αυθαίρετο κτίσμα μας, την αποθήκη μας ή ακόμη χειρότερα, τον χώρο που κλείσαμε παράνομα στην πυλωτή. Το κρυφό όνειρο κάθε Νεοέλληνα που χτίζει, περιγράφεται με τη φράση «να κάνω και ένα – δυο μαγαζιά στην πυλωτή». (Ώστε να εισπράττω χωρίς να δουλεύω).

 

 

Συνδυάσαμε θαυμάσια την παράνομη ιδιοκτησία μας με τις «επιχειρηματικές» φιλοδοξίες μας, με τελικό στόχο «να έχω τη δική μου δουλειά ρε αδερφέ! Θέλω να είμαι αφεντικό!. Δεν θέλω κανέναν πάνω από το κεφάλι μου!».

Ιδού λοιπόν και άλλος ένας (εκτός των ρουσφετολογικών διορισμών) από τους «σοβαρούς» λόγους που ψηφίζαμε πάνω από μισό αιώνα λωποδύτες και κλέφτες που διέλυσαν την Ελλάδα! Δεν ξέραμε την ποιότητά τους; Ποιος έντιμος και λογικός Έλληνας μπορεί να υποστηρίξει κάτι τέτοιο;

Δεν ξέραμε ότι είχαν δίκιο κάποιοι που διέκοπταν την βλακώδη ευωχία μας λέγοντάς μας πως το κατηφορικό μονοπάτι που βαδίζουμε, οδηγεί κατ’ ευθείαν στο γκρεμό; Και βέβαια ξέραμε! Τηρούσαμε όμως την άγραφη συμφωνία αρχόντων και αρχομένων, που συνοψίζεται στο εξής:

«Εγώ σε ψηφίζω κι εσύ με αφήνεις να φοροδιαφεύγω, να μην πληρώνω εισφορές, να παρασιτώ, να χτίζω αυθαίρετα, να παρανομώ, να λαδώνομαι, να παίρνω φακελάκι, να πουλάω προστασία, να . . . , να . . . και γενικά να τα ΄κονομάω όπως λάχει.»

Πρόκειται για μια περίεργη «omerta» μεταξύ πολιτών και πολιτικών που δημιούργησε έναν τεράστιο αριθμό «αυτοαπασχολούμενων» σε μη παραγωγικά έως παρασιτικά επαγγέλματα, που είχε σαν αποτέλεσμα την ερήμωση της υπαίθρου, [3] τον κορεσμό των αστικών επαγγελμάτων, την εγκατάλειψη του πρωτογενούς τομέα, την συρρίκνωση της μεταποίησης και τη δημιουργία θλιβερών πόλεων χτισμένων με την εγκληματική επινόηση της αντιπαροχής. (Η αντιπαροχή δεν κατέστρεψε μόνο το περιβάλλον. Κατέστρεψε πολύ περισσότερα. Αλλά θα τα πούμε άλλη φορά)

 

Υπάρχει λύση;

Μα για να υπάρξει λύση χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις:

α) Να καταλάβουμε και να παραδεχτούμε τις αιτίες που μας οδήγησαν μέχρις εδώ. (Καθόλου εύκολο!!)

β) Να αντιληφθεί ο καθένας μας την ευθύνη του για το σημερινό κατάντημα. (Ακόμη δυσκολότερο για τη ράτσα μας που πάσχει από το σύνδρομο «μετάθεσης των ευθυνών»)

 

γ) Να θυμηθούμε τη φράση που είχε απευθύνει ο JFK στους Αμερικανούς.
«Μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει το κράτος για σένα. Αναρωτήσου τι μπορείς να κάνεις εσύ για το κράτος». (Αλήθεια πόσοι κάναμε αυτή την ερώτηση στον εαυτούλη μας;)

 

 

δ) Να έχουμε υπόψη μας ότι κατά κανόνα ο χρόνος που απαιτείται για την ανόρθωση μιας οικονομίας είναι περισσότερος από το χρόνο που απαιτείται για την καταστροφή της οικονομίας. Και η ελληνική οικονομία (κατά τη γνώμη μου) καταστρέφεται συστηματικότατα πάνω από μισό αιώνα. Καταλαβαίνετε πόσο θέλει για να ορθοποδήσει![4]

ε) Να ικανοποιηθεί το περί δικαίου αίσθημα των νομοταγών πολιτών με την παραδειγματική τιμωρία εκείνων (πολιτικών και πολιτών) που με οποιονδήποτε τρόπο πλούτισαν παράνομα (είτε εκμεταλλευόμενοι το αξίωμα τους, είτε με διάφορες «χορηγίες», είτε με οποιονδήποτε παράνομο τρόπο).

 

Αλλιώς τι λύση να υπάρξει σε μια χώρα που οι πολιτικοί κλέβουν, οι πολίτες δεν παράγουν, η Δικαιοσύνη αποφυλακίζει νονούς και οι νέοι θέλουν πτυχίο χωρίς να διαβάζουν;[5]

 

* * * * * * * *
[1] Η απώλεια μέρους της εθνικής κυριαρχίας είναι η αυτονόητη συνέπεια της εγκληματικής και βλακώδους οικονομικής πολιτικής που εφάρμοσαν οι άρχοντες του τόπου και την εγκρίναμε με την ψήφο μας εμείς. (Όταν δεν τους προτρέπαμε με τις διάφορες ενέργειες και απαιτήσεις μας, να ενεργήσουν βλακωδέστερα).
[2] Δεν εννοώ δύσκολα και πολύπλοκα πράγματα. Αυτά είναι για άλλους, όχι για μας. Εννοώ ότι μπορεί π.χ. το κράτος να κάνει αυτό που κάνουν οι πολιτικοί αγύρτες (τοπικής αυτοδιοίκησης και κεντρικής πολιτικής σκηνής) για πάρτη τους.
Ξέρουν ποια περιοχή θα αναβαθμίσουν, που θα επεκταθεί το σχέδιο πόλεως, από πού θα περάσει δρόμος κλπ κλπ. Πάνε λοιπόν εκ των προτέρων, αγοράζουν γη, και σε λίγα χρόνια η γη αυτή αποδίδει πολλαπλάσια! Επιφανειακά κανένα σκάνδαλο, ο αγύρτης όμως έγινε πάμπλουτος!!
Γιατί λοιπόν το κράτος να μην αγοράσει, γιατί να μην απαλλοτριώσει αλλά και γιατί να μην αναβαθμίσει με έργα υποδομής κρατική γη και να την πουλήσει πολλαπλάσια; Ή δεν ξέρουμε το «κουσούρι» του Έλληνα για εξοχικό με «θέα θάλασσα»;
Γιατί να μην πει σε κάθε διοικητή Ταμείου: «Άκου εδώ κ. Ανίδεε, (άλλος τους βάφτισε έτσι) θα πας και θα αγοράσεις για το Ταμείο στην τάδε περιοχή. Και πρόσεξε, μη σου ξεφύγει κουβέντα και μη μάθω ότι αγοράζεις για πάρτη σου ή για συγγενείς, φίλους κλπ. . . τέλειωσες.
Με το «τέλειωσες» δεν εννοώ χάνεις τη θέση σου. Εννοώ χάνεις τα πάντα για πάντα. Τη θέση σου, την ελευθερία σου, την περιουσία σου κλπ. Η κάθειρξη και η δήμευση θεωρώ ότι είναι οι επιεικέστερες ποινές για κάποιον που εκμεταλλεύεται το ρόλο που του εμπιστεύεται η Πολιτεία για ίδιο όφελος.
Αλλά ποιος να επιβάλλει τέτοιες ποινές; Αυτοί που άφησαν ελεύθερο τον αρχινονό του εγκλήματος;
[3] Η επαναδιαπραγμάτευση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής είναι μάλλον αναγκαία. (Αν υπάρχει τέτοια δυνατότητα)
[4] Αυτά που ακούγονται, πως τάχα «θα βγούμε στις αγορές» το 2012 (ή και λίγο αργότερα) τα ακούω βερεσέ.
Αλλά άντε και «βγήκαμε» στις αγορές. Να κάνουμε τι;;;
Να πουλήσουμε κάτι; Μα τι στο διάολο παράγουμε για να το πουλήσουμε!
Εδώ εισάγουμε τα πάντα και δεν ντρεπόμαστε!
Άρα θα βγούμε για να δανειστούμε και να ξαναγοράσουμε εισαγόμενα προϊόντα, δαπανώντας πάλι τα δανεικά και επιβαρύνοντας κι άλλο τη θέση μας. Καλλίτερα να μη βγούμε!
[5] Είδατε να κάνουν ποτέ κατάληψη τα καμάρια μας με αίτημα να γίνει υποχρεωτική η παρακολούθηση; Βέβαια αυτό το σκορποχώρι που επικρατεί, βολεύει διδάσκοντες και διδασκομένους, γι αυτό άλλωστε και διατηρείται.

 

Πηγή