Νέα δεδομένα σε κρίσιμες παραμέτρους του σκοπιανού ζητήματος διαμορφώνει η χθεσινή απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, καθιστώντας σαφές ότι η προσεχής περίοδος θα απαιτήσει ιδιαίτερα λεπτούς χειρισμούς.

Η κυβέρνηση Γκρούεφσκι θα θελήσει να αξιοποιήσει την απόφαση της Χάγης ως «πολιορκητικό κριό», που θα της ανοίξει τις πόρτες του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. Παρά το γεγονός ότι το Δικαστήριο ήταν απόλυτο στην απόρριψη του αιτήματος των Σκοπίων να προκαθορίσει τη συμπεριφορά της Ελλάδας στην ευρωατλαντική προοπτική της ΠΓΔΜ, η πλευρά των Σκοπίων, με μια διασταλτική ερμηνεία της απόφασης, θα επιχειρήσει να παρακάμψει το ζήτημα της ονομασίας στην πορεία της γειτονικής χώρας προς ένταξη σε Ε.Ε. και ΝΑΤΟ.

Την ίδια στιγμή, η Αθήνα έχει λάβει όλα τα μέτρα ώστε να λάβουν τα Σκόπια το μήνυμα, τόσο από την Ε.Ε., όσο και από το ΝΑΤΟ, ότι η απόφαση της Χάγης δεν μπορεί να ανατρέψει συλλογικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων ούτε να συμβάλει στην παράκαμψή τους. Προς αυτή την κατεύθυνση είχε εργαστεί και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών κ. Στ. Λαμπρινίδης, ο οποίος είχε συζητήσει το θέμα στη συνάντηση που είχε με τη Χίλαρι Κλίντον στις 27 Οκτωβρίου. Με δεδομένο ότι είχε διαφανεί η κατεύθυνση που θα έπαιρνε η απόφαση της Χάγης, ο κ. Λαμπρινίδης επιδίωξε να βεβαιωθεί ότι δεν θα αλλάξει η στάση των ΗΠΑ, αλλά και των υπόλοιπων εταίρων μας στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε.

Η Αθήνα καθιστά εξάλλου σαφές, και με τη χθεσινή δήλωση του πρωθυπουργού κ. Λ. Παπαδήμου που είχε την έγκριση των πολιτικών αρχηγών που στηρίζουν την κυβέρνησή του, ότι θα συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για το όνομα με καλή πίστη. Ταυτόχρονα ξεκαθαρίζει ότι θα συνεχίσει να λειτουργεί στο πλαίσιο των διεθνών οργανισμών με βάση τις διαδικαστικές τους επιταγές.

Το θέμα, πάντως, αναμένεται να αναβαθμισθεί και στην εσωτερική συζήτηση στη χώρα μας, ως προς τους χειρισμούς που θα πρέπει να ακολουθήσουν, κυρίως όσον αφορά τις προοπτικές της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Ενώ από ορισμένους εκτιμάται ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία έχει προ πολλού πάψει να υπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο συνήφθη, δεν λείπουν και οι φωνές που τονίζουν ότι αποτελεί το πλαίσιο που ρυθμίζει όχι μόνο τη διαπραγμάτευση για το όνομα, αλλά συνολικά τις σχέσεις μας με την ΠΓΔΜ και δεν μπορεί έτσι απλά να εκλείψει.

Ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ, Νίκολα Γκρούεφσκι, έσπευσε στις δηλώσεις του να επισημάνει ότι, κατά τον ίδιο, η απόφαση σημαίνει πως η Ελλάδα δεν θα πρέπει να εμποδίζει την ΠΓΔΜ όσον αφορά την ενταξιακή της πορεία προς το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Σύμφωνα με τον κ. Γκρούεφσκι, η ΠΓΔΜ θα συνεχίσει τις υπό τον ΟΗΕ διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ζητήματος του ονόματος και θα συμβάλει στην εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης με την Ελλάδα, μέσω απευθείας συναντήσεων και μέσω της στήριξης των προσπαθειών του μεσολαβητή του ΟΗΕ, Μάθιου Νίμιτς. Η δήλωση του υπουργού Εξωτερικών της ΠΓΔΜ, Νίκολα Ποπόφσκι είναι ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο σκοπεύουν να κινηθούν τα Σκόπια: «Εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας προς το Δικαστήριο για την ξεκάθαρη απόφασή του ότι το βέτο της Ελλάδας στη σύνοδο του Βουκουρεστίου ήταν παράνομο. Η απόφαση είναι σημαντική επειδή η Ελλάδα έχει απειλήσει να ενεργήσει με τον ίδιο τρόπο και στο πλαίσιο της Ε.Ε.».

Αυτό που τα Σκόπια θα επιχειρήσουν να προβάλουν είναι ότι η απόφαση θέτει προδιαγραφές για τη στάση που θα πρέπει να τηρήσει η Αθήνα στο μέλλον. Ωστόσο, όπως αναφέρουν πηγές του υπουργείου Εξωτερικών, αυτό ζητούσαν τα Σκόπια να πει ρητά το Διεθνές Δικαστήριο με το δεύτερο αίτημά τους και το Δικαστήριο δεν το είπε, αντίθετα απέρριψε καθολικά το αίτημα. Επιπλέον, η Αθήνα «απαντά» στα Σκόπια ότι η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου περιορίζεται χρονικά στο Βουκουρέστι, τη στιγμή που η απόφαση του ΝΑΤΟ για επίλυση της ονομασίας ως προϋπόθεση για ένταξη της ΠΓΔΜ, επαναλαμβάνεται και στα συμπεράσματα των συνόδων του 2009 και 2010.

Διπλωματικές πηγές εκτιμούν ότι το προσεχές διάστημα τα Σκόπια θα επιχειρήσουν να περάσουν σε διεθνές επίπεδο την άποψη ότι το ζήτημα της ονομασίας είναι εντελώς διακριτό απ’ οποιαδήποτε άλλη διαδικασία. Δεν αποκλείεται στο ίδιο μήκος κύματος να κινηθούν και χώρες που παραδοσιακά, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., έχουν ταχθεί υπέρ της επιχειρηματολογίας τους, όπως η Βρετανία, η Σουηδία και η Τουρκία.