Του Μάνου Οικονομίδη, ειδική συνεργασία με το Statesmen.gr

Σχετικά με τον πραγματικό νικητή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το συμπερασματικό αποτύπωμα της Ιστορίας προσφέρει το ερέθισμα για συζητήσεις που προφανώς δεν οδηγούν σε αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα. Ήταν οι ΗΠΑ και ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ, που μπήκαν στον πόλεμο μετά το Περλ Χάρμπορ, και συνέδραμαν καθοριστικά την αντίσταση κατά του Άξονα σε Ευρώπη και Βόρεια Αφρική;

Ήταν η Σοβιετική Ένωση και ο Ιωσήφ Στάλιν, ή μάλλον… ο Κόκκινος Στρατός, που άντεξαν το ανελέητο σφυροκόπημα των χιτλερικών δυνάμεων, και έχοντας σύμμαχο τον βαρύ σοβιετικό χειμώνα, ακύρωσαν τα σχέδια του Γκέμπελς, ξεκίνησαν μια εντυπωσιακή αντεπίθεση, και σταμάτησαν στο Βερολίνο;

Ήταν η Μεγάλη Βρετανία και ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, που κατάφεραν να κρατήσουν το νησί, σε αντίθεση με τη Γαλλία που «έπεσε» στα χέρια του ναζισμού, και με τη θρυλική RAF επέφεραν τα πρώτα πλήγματα, στρατιωτικού και ψυχολογικού περιεχομένου, σε μια πολεμική μηχανή που φάνταζε ανίκητη;

«The Three Big», όπως τους κατέγραψε έκτοτε η Ιστορία πέτυχαν να διασώσουν την ανθρωπότητα από τον ναζισμό, ακριβώς επειδή συνεργάστηκαν. Έστω κι αν εκείνη την κοινή μάχη, ακολούθησε ο Ψυχρός Πόλεμος. Η Ιστορία θα τους θυμάται με συγκίνηση.

Στις μέρες μας, η Ευρώπη βρίσκεται και πάλι υπό γερμανική απειλή. Πολύ πιο επικίνδυνη αυτή τη φορά, μιας και επενδύει στην οικονομική και όχι την πολεμική ισχύ. Αναζητούνται λοιπόν οι «Three Big» της εποχής μας, με δεδομένη την σκανδαλώδη σύμπτωση της εκ νέου παράδοσης της Γαλλίας, και μάλιστα με υπογραφή Νικολά Σαρκοζί.

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν μπορεί μονάχα… εκ του μακρόθεν να διαδραματίσει ρόλο, τουλάχιστον όσο δεν προχωρούν σε στάδιο υλοποίησης οι σκέψεις για μια Συνοσπονδία, από τη Λισσαβόνα μέχρι… τη Σιβηρία.

Ο Μπαράκ Ομπάμα παρεμβαίνει διαρκώς, ισορροπώντας σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι ισχύος με την Άνγκελα Μέρκελ. Και εκείνος πάντως… άργησε να μπει στον «πόλεμο», με αποτέλεσμα, τώρα που το έκανε, να επιδίδεται σε διαδοχικά άτσαλες παρεμβάσεις.

Ο Ντέιβιντ Κάμερον, ο «Τόρι Μπλερ», όπως τον είχαν χαρακτηρίσει, για τις προφανείς ομοιότητες με τον Τόνι Μπλερ, στη χαρισματική προσωπικότητα, είπε το μεγάλο «όχι». Όπως ο Ουίνστον Τσόρτσιλ. Αυτός που είναι περισσότερο ευρωσκεπτικιστής από όλους, πέτυχε να δώσει στην Ευρώπη μια ελπίδα για το μέλλον.

Το έκανε φυσικά για να υπερασπιστεί το Σίτι. Και την πολιτική υστεροφημία του. Το πρακτικό αποτέλεσμα της βρετανικής άρνησης ωστόσο ήταν να μην υπάρξει ομοφωνία στους 27 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και έτσι, η Μέρκελ και οι σύμμαχοί της υποχρεώθηκαν να στηριχτούν στους 17 της ευρωζώνης, και να προωθήσουν διακρατικές συμφωνίες.

Φυσικά, κανείς δεν παραγνωρίζει το γεγονός ότι ο Ντέιβιντ Κάμερον βρισκόταν σε προφανή συνεννόηση με τον Μπαράκ Ομπάμα, προτού βάλει… φρένο απόλυτης κυριαρχίας στις γερμανικές επιδιώξεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ωστόσο, η στάση του Λονδίνου κράτησε ζωντανή την ελπίδα. Ελπίδα για μια Ευρώπη των λαών και όχι των ανεπαρκών ηγετών. Μια Ευρώπη, χωρίς τις αγκυλώσεις και τα συμπλέγματα της Γερμανίας. Ίσως, μια Ευρώπη χωρίς τη Γερμανία.