κατ’ εξοχήν φυσική, δυναμική κίνηση του σύμπαντος κόσμου φοβίζει τους φοβικούς ανθρώπους. Η αιώνια κίνησή του κάνει εκείνους που αποφεύγουν το ρίσκο να αρνούνται την συνεχή μεταμόρφωση του κόσμου, καταγγέλλοντας ότι τούτη αποτελεί κάτι δήθεν το τρομακτικά ‘άγνωστο’. Ο φόβος γιά το τι ακριβώς είναι το άγνωστο τούτο ενσωματώνει το μεγάλο φόβο της απώλειας του εγώ μας, τον απόλυτο φόβο, τον φόβο του θανάτου μας.

Το πρώτο (#1) λοιπόν θαύμα που χρειάζεται γιά την Ελλάδα και τον ελληνικό μας κόσμο είναι να εξαλειφθεί ο μεγάλος φόβος της απώλειας, ο απόλυτος φόβος του θανάτου του εγώ μας. Πρέπει δηλαδή να γίνει το θαύμα του να ξαναγίνει ο ελληνικός μας κόσμος μία συλλογικότητα με κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή, να πάψουμε επιτέλους να είμαστε μία αγέλη ή ένα σύνολο από ξεκομμένα εγώ, δηλαδή εγώ ξεκομμένα από τον κοινωνικό μας ιστό.

Πάμπολλοι επιστημονικοί συνεργάτες δείχνουν ότι τίποτα λιγότερο από μία ριζική μεταμόρφωση και κοινωνικο-πολιτική αλλαγή δεν μπορεί να αντιστρέψει την κατηφόρα των τάσεων που όλοι μας –φοβικοί ή όχι– βλέπουμε στα επιχειρηματικά, οικονομικά, εκπαιδευτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά συστήματα μέσα και γύρω από τα οποία ζούμε στην σύγχρονή μας προσωρινότητα. Και ως κοσμοπολίτες ζούμε μέσα και γύρω από τέτοια συστήματα όχι μόνον μέσα στην Ελλάδα, αλλά παντού πάνω στην επιφάνεια του πλανήτη Γη.

Η συσσώρευση υδρογόνου μπορεί βέβαια να προκαλέσει το χείριστο σενάριο, εκείνο του ‘συνδρόμου της Κίνας’, να παίξει στην Fukushima, η οποία, μαζί με την καταστροφή στον Κόλπο του Μεξικού, αποτελούν τα τέλεια παραδείγματα γιά τις ολέθριες συνέπειες που μπορεί να έχει η βάναυση περικοπή δαπανών (cost cutting) στη σύγχρονη προσωρινότητά μας. Δεν μπορούν βέβαια ποτέ οι σφιχτοί όροι δημοσιονομικής πειθαρχίας και η βάναυση περικοπή δαπανών να συμβαδίσουν με την έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής.

Διότι δημιουργεί η σφιχτή δημοσιονομική πειθαρχία ένα πλαίσιο πολιτικής απολυταρχίας, που ασκεί μία τόσο μεγάλη πίεση πάνω στην κοινωνία, ώστε να έχουμε φαινόμενα τουλάχιστον ακραίας αντίδρασης αν όχι αντίστασης, γιά την ολική αντιμετώπιση της κατάστασης κρίσεως. Σε περιπτώσεις κρίσεων, πρέπει παντα να δίνουμε βαθμούς ελευθερίας στην κοινωνία, που να επιτρέπουν σε ολόκληρο το κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικό σύστημα να απελευθερωθεί από μερικές συνθήκες, έτσι ώστε να είναι βιώσιμο και να λειτουργεί δυναμικά γιά το κοινό όφελος της ανθρώπινης κοινωνίας μας.

Σχετική δε επί του φαινομένου τούτου είναι και η διεισδυτική πρόγνωση γιά την οικονομική κατάρρευση των ΗΠΑ από τους Α. Μελισσαράτο και N.J. Slabbert (Innovation: The Key to Prosperity, Technology and America’s Role in the 21st Century Global Economy, Montagu House: New York, NY, 2009). Μιλούν οι Μελισσαράτος και Slabbert γιά τις δεκαετίες του τεχνολογικού εφησυχασμού και της αντιεπιστημονικής προπαγάνδας, που έχουν αφήσει τις ΗΠΑ όμηρο των καρτέλ ενέργειας, των ανοήτων κυνηγών χρηματιστικής ενίσχυσης γιά διάσωση, της ακρωτηριάζουσας παρωχημένης τεχνολογίας και των άνευ αξίας εγγράφων της χρηματιστικής.

Μετά από το λαμπρό τους διήγημα, ως πνευματικοί ντετέκτιβ, οι Μελισσαράτος και Slabbert εξηγούν με διαύγεια πως η τεχνητή νοημοσύνη, η βιοτεχνολογία, η έρευνα γιά την ενέργεια και την υπερθέρμανση του πλανήτη, το Διαδίκτυο, η οικονομία της γνώσης, η μαγνητική ανύψωση, η νανοτεχνολογία και η φυσική συμπλέκονται δυναμικά και επειγόντως σχετίζονται με την πολιτική. Γιά να επιστρέψουν οι ΗΠΑ ως πρότυπο της τεχνολογίας, έτσι ώστε να μπορούν να ξαναχτίσουν ένα θαυμάσιο πολιτισμό, με απασχόληση, περιβαλλοντική σοφία και ενεργειακή επάρκεια, οι Μελισσαράτος και Slabbert καταλήγουν πως οι επιστημονικά αμφισβητημένες ΗΠΑ πρέπει να ανακτήσουν τις ελληνικές τους ρίζες.

Το δεύτερο (#2) λοιπόν θαύμα που χρειάζεται, όχι μόνον γιά την Ελλάδα και τον ελληνικό μας κόσμο, αλλά και γιά τις ΗΠΑ ακόμη, είναι η επιστροφή των αξιών και των αρχών του Ελληνισμού. Ωστόσο, ο Ελληνισμός και ο Hellenismus, η Λατινική δηλαδή μεταγραφή του Ελληνισμού, δεν καλύπτουν τα ίδια ακριβώς πεδία. Ο Ελληνισμός ενσωματώνει την ιδέα της πολιτικής ηγεσίας, την αρετή ή αριστεία, την συλλογική ευδαιμονία και την ομόνοια, τους πολιτικούς δηλαδή στόχους που απαιτούνται από όλες και όλους τους πολίτες που εξυπηρετούν εμάς τους κοινούς ανθρώπους.

Η ιδέα της αστικής ευθύνης ή της ‘πολιτειότητας’ (ιδιότητας του πολίτη) είναι δηλαδή αυτό που κάνει τον Ελληνισμό μία πολλή πολύτιμη κληρονομιά, ειδικά σήμερα, όταν η επιτυχία της χρηματιστικοποιημένης τεχνοκρατίας αλλάζει την κατεύθυνση των πολιτικών συστημάτων μέσα και γύρω από τα οποία ζούμε. Η αξία της ομόνοιας στη δημόσια ζωή, καθώς και το καθήκον και η ευθύνη της, όλα πολιτικά στην ουσία τους, πάνε πολύ πιό πέρα από τη στενή έννοια του Ελληνισμού ως ένα πεδίο ανθρωπισμού εντός των ανθρωπιστικών επιστημών.

Η παγκόσμια ευθύνη του καθιστά τον ευρύτερο του Hellenismus Eλληνισμό μία πρόκληση, που μπορεί και ελπίζουμε να οδηγήσει σε πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις προς όφελος όλων των ενδιαφερομένων. Αυτός είναι ο Ελληνισμός, που μας περιμένει, όχι μόνον σαν κάτι που πρέπει να μελετηθεί απλά ως παρελθόν, αλλά ως μια υπόσχεση ζωής γιά το παρόν μέλλον (J.P. Anton, Έρως Πολιτικός: Η Επιστροφή των Ελλήνων, Μίλητος: Αθήνα, Ελλάς, 2010).

Μιάς και μιλάμε για θαύματα, είναι πράγματι συναρπαστικό να παρακολουθούμε, στη σύγχρονη προσωρινότητα, την συνεχιζομένη Τιτανομαχία μεταξύ των αξιών και αρχών της των Αθηναίων αυθεντικής δημοκρατίας και εκείνων του νέου χρηματιστικοποιημένου ελευθεριακού φασισμού, που η Ομάδα των Τριάντα (G30: www.group30.org) φαίνεται να προωθεί. Εάν το τελευταίο αυτό επιχείρημα φαίνεται κάπως ισχυρό, τότε ας δούμε μερικά ιστορικά παραδείγματα, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν να βάλουμε λίγο νωπό κρέας γύρω από τα κατεστραμμένα οστά του απαίσιου σκελετού του χρηματιστικοποιημένου ζόμπι οικονομισμού, που μόλις και μετά βίας υποβαστάζει την οικονομική και κοινωνικοπολιτική προβληματική κατάσταση της μετανεωτερικότητάς μας.

Η χαοτική μας προβληματική σήμερα ξεκινά από το ίδιο ακριβώς πρόβλημα που θέτει ο Αριστοτέλης, σε αυτό που θα μπορούσε να είναι το πρώτο μεγάλο έργο της κοινωνικής και πολιτικής θεωρίας, το βιβλίο του με τίτλο ‘Πολιτικά’. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι, αν ο πλούτος είναι εξαιρετικά συγκεντρωμένος και υπάρχει ισότητα ψήφου, δηλαδή ισοκρατία, τότε η φτωχή πλειοψηφία θα χρησιμοποιήσει την δύναμη της ψήφου γιά την διεξαγωγή μέτρων αναδιανομής, δηλαδή γιά μία ‘αγροτική μεταρρύθμιση’ όπως θα λέγαμε σήμερα, και τούτο θα ήταν άδικο. Η σαφώς εμπειρική, εξωγενής σολώνεια λύση του Αριστοτέλη σε αυτό το πρόβλημα ήταν να προσπαθήσει να μειώσει την ανισότητα, μέσω δηλαδή ‘κοινωνικο-δημοκρατικών’ μέτρων εκσυγχρονισμού, και στη συνέχεια να ενεργοποιήσει την δημοκρατία ώστε αυτή να ανθίσει.

Στις συζητήσεις της συντακτικής εθνοσυνέλευσης των ΗΠΑ (J. Madison, The Debates in the Federal Convention of 1787, Henry D. Gilpin and the U.S. Library of Congress: Washington, DC, 1840), ο Τζέιμς Μάντισον, ένα σημαντικό πρόσωπο στην πνευματική και πολιτική ιστορία της νεωτερικότητάς μας, και ο κύριος σχεδιαστής του συντάγματος των ΗΠΑ, έθεσε το ίδιο κλασικό, κοινωνικο-πολιτικό πρόβλημα του Αριστοτέλους, αλλά πρότεινε ακριβώς την αντίθετη λύση: να μειώσει τη δημοκρατία και να διατήρησει την ανισοτήτα του πλούτου. Έτσι η εξουσία, αξιώνει ο Madison, πρέπει να επιφυλάσσεται γιά τον πλούτο του έθνους, το πιό ικανό δηλαδή σύνολο των ανδρών (τους ιδιοκτήτες της γης), οι οποίοι αναγνωρίζουν ως πρωταρχική ευθύνη της κυβέρνησης να προστατεύσει την πλουσιοπάροχη μειοψηφία κατά της πλειοψηφίας. Οι υπόλοιποι από εμάς, οι κοινοί άνθρωποι, πρέπει να βγούμε στο περιθώριο της πολιτικής και μάλιστα κατακερματισμένοι.

Πιό κοντά στην εποχή μας, στην Βόρεια Αμερική, στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία, οι ακαδημαϊκοί και οι διανοούμενοι της Τριμερούς Επιτροπής, έχουν περισσότερες ανησυχίες σχετικά με την ‘υπέρβαση της δημοκρατίας’ από το 1960. Καλούν γιά μία ‘μετριοπάθεια στη δημοκρατία’, η οποια πρέπει να υλοποιηθεί με τη συνεργασία ενός σχετικά μικρού αριθμού δικηγόρων και τραπεζιτών της Wall Street.

Γιά να αντιστραφεί δε η υπέρβαση της δημοκρατίας, κρίνουν τούτοι αναγκαίο να ξεπεραστούν οι ανεπάρκειες των οργανισμών που είναι αρμόδιοι για την κατήχηση των νέων, όπως, γιά παράδειγμα, οι εκκλησίες, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, τα οποία δεν διεξάγουν ‘σωστά’ το έργο της πλύσης εγκεφάλου των νέων και, ως εκ τούτου, επιτρέπουν πάρα πολλές αναχωρήσεις από την ορθοδοξία και την υπακοή. Και αυτό είναι ένα τεράστιο κομμάτι του προβλήματος που κρύβεται πίσω από την προβληματική του πλεονάσματος της δημοκρατίας, όταν οι κοινοί άνθρωποι προσπαθούν να εισέλθουν στην πολιτική αρένα, όπου δεν ανήκουν (sic!).

Το τρίτο (#3) λοιπόν θαύμα που χρειάζεται όχι μόνον γιά την Ελλάδα και τον ελληνικό μας κόσμο αλλά και γιά τις ΗΠΑ ακόμη είναι να κατανοήσουν οι δικηγόροι και οι τραπεζίτες της Wall Street πως όλες οι πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις με βάση τις αξίες και αρχές της των Αθηναίων αυθεντικής δημοκρατίας είναι προς όφελος όλων μα όλων των ενδιαφερομένων, ακόμη και αυτών των ιδίων των δικηγόρων και των τραπεζιτών της Wall Street. Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο θαύμα, διότι η νοόσφαιρα του χρηματιστικοποιημένου ζόμπι οικονομισμού εξακολουθεί σήμερα να βασιλεύει υπέρτατη, τουλάχιστον από το 1787, αν όχι από το 403 π.Χ.

Πάντως το τρίτο (#3) τούτο θαύμα δεν απαιτεί την επιστροφή της νεωτερικότητας στην αρχαιότητα. Απλά αναζητά καθοδήγηση από τις θεμελιώδεις αξίες και αρχές της των Αθηναίων αυθεντικής δημοκρατίας.

Το 2011, οι G30 ωθούν δύο πρώην πρωθυπουργούς, τον Γιώργο Α. Παπανδρέου στην Ελλάδα και τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, σε έξοδο από το πολιτικό παλκοσένικο, με τίποτε άλλο κατά νουν παρά το να ηρεμήσουν οι αγορές. Στις δύο φοβησμένες από τους πολιτικούς αγώνες πρωτεύουσες, Αθήνα και Ρώμη, το ότι οι Λουκάς Παπαδήμος και ο Mario Monti, αντίστοιχα, δεν είναι άμεσα υπόλογοι στο ευρύ κοινό δεν είναι καν πρόβλημα. Απεναντίας, αυτός φαίνεται πως είναι ο λόγος που τους διόρισαν εκεί που τους διόρισαν.

Σε έντονη αντίθεση, όπως ακριβώς οι Μελισσαράτος και Slabbert, έτσι και ο Άκοφ προτρέπει επίσης τους σύγχρονους διαχειριστές επιχειρήσεων να θέσουν ως στόχο τους την αριστεία ή το ‘αίεν αριστεύειν΄, ενώ ζητούν την αλήθεια, την αφθονία, το αγαθόν (κοινό καλό) και την αισθητική (R.L. Ackoff, The Democratic Corporation: A Radical Prescription for Recreating Corporate America and Rediscovering Success. Oxford University Press: New York, NY, 1994, σσ. 49-50).

Μέσα στο πλαίσιο τούτο, όλο και περισσότερο χρήσιμο βρίσκω τον ορισμό της φιλοσοφίας πάνω στο αυτοκόλλητο του προφυλακτήρα του Daniel C. Dennett. Κάπως έτσι μοιάζει: «Η φιλοσοφία είναι αυτό που κάνουμε μέχρι να αρχίσουμε να κάνουμε τις σωστές ερωτήσεις».

Είναι ένας χρήσιμος ορισμός διότι οι λάθος ερωτήσεις δεν παράγουν ποτέ σωστές απαντήσεις, όπως και οι πολιτικές δημοσκοπήσεις πλέον δεν αντανακλούν την πολιτική κρίση της νεωτερικότητάς μας. Στην εσωτερική ουσία του, η πολιτική κρίση αντικατοπτρίζει απλώς την αποτυχία των πολιτικών κομμάτων να δώσουν ικανοποιητικές απαντήσεις ή λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας και της χώρας.

Ο φαύλος τούτος κύκλος της πολιτικής μας κρίσης μας θα συνεχίζεται άκρατος και θα εμβαθύνει όσο οι κοινωνικές και πολιτικές μας δυνάμεις αποφεύγουν να αντιμετωπίζουν τις σωστές ερωτήσεις. Αναπάντητα από τα κοινωνικά και πολιτικά συστήματα μέσα και γύρω από τα οποία όλοι μας ζούμε, αυτά τα ερωτήματα υπονομεύουν την κοινωνική συνοχή, οδηγούν στην διάλυση της οικονομίας και οξύνουν τους φαύλους κύκλους που περιστρέφονται διαρκώς και δεν αφήνουν καμμία διέξοδο γιά την επειγόντως αναγκαία ριζική μας μεταμόρφωση και κοινωνική αλλαγή.

Για να δώσω ένα μόνο παράδειγμα, εδώ είναι ένα εξοργιστικό ζήτημα που μας αφορά όλους, όλο το ανθρώπινο είδος μας πάνω στην επιφάνεια του πλανήτη Γη. Κάθε επιχείρηση, οικονομική, χρηματοπιστωτική, κοινωνική και πολιτική οργάνωση πρέπει να θέσει στον εαυτό της το ερώτημα αυτό συχνά, πάντα με ένα μάτι προς ριζική μεταμόρφωση και κοινωνική αλλαγή: Είμαστε λάθος ή απλά έχουμε κάνει λάθος;

Το τέταρτο (#4) λοιπόν θαύμα που χρειάζεται είναι να ξαναρχίσουμε οι άνθρωποι, μέσα στις συλλογικότητες που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της φύσης της ανθρώπινης φύσης μας, συχνά-πυκνά να κάνουμε την ερώτηση τούτη. Είναι ένα δύσκολο θαύμα επειδή απαιτεί κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη, δηλαδή την μεταμόρφωση της σημερινής κοινωνίας-ιδιώτη σε μία πραγματική κοινωνία ανθρώπων.

Στο ‘Συμπόσιο’ του Πλάτωνα, η Μαντίνεια Διοτίμα θεωρεί πως η Αρετή είναι ‘έξις προαιρετική’ και, επομένως, η έφεση για την απόκτησή της είναι από τη φύση της ριζωμένη στο Ερωτικό Δαιμόνιο των ανθρώπων. Επομένως, ο πολιτικός Έρωτας απαιτεί την επίτευξη της Aρετής από τους πολίτες μιάς κοινωνίας ανθρώπων.

Τι είναι όμως η κοινωνία; Μήπως η σημερινή κοινωνία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η απολυτοποίηση της σύγχρονης υποκειμενικότητας;

Αν ναι, τότε μία φιλοσοφία που έχει υπερβεί τη σκοπιά της υποκειμενικότητας δεν μπορεί να έχει καμμιά γνώμη επί του θέματος. Ενα άλλο χρήσιμο ερώτημα είναι: μέχρι ποιού σημείου μπορούμε να μιλάμε γιά έναν μετασχηματισμό της κοινωνίας;

Το ερώτημα γύρω από την ανάγκη ενός μετασχηματισμού του κόσμου μας οδηγεί ξανά σε μια πολύ γνωστή φράση του Μαρξ από τις “Θέσεις για τον Φόϊερμπαχ”: “Οι φιλόσοφοι έχουν μόνον ερμηνεύσει με διάφορους τρόπους τον κόσμο. Το ζητούμενο όμως είναι να τον αλλάξουμε”. Όσες και όσοι αναφέρουν αυτή τη φράση και επιχειρούν να την κάνουν πράξη, παραγνωρίζουν το γεγονός ότι ένας μετασχηματισμός του κόσμου προϋποθέτει μίαν αλλαγή της υποκειμενικής αναπαράστασης του κόσμου μέσα μας σε μία αντικειμενική αναπαράσταση.

Μία όμως αντικειμενική αναπαράσταση του κόσμου μέσα μας, εσωτερικά, μπορούμε να την επιτύχουμε μόνον αν ερμηνεύσουμε επαρκώς μέσα μας τον εξωτερικό μας κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι, π.χ., ο Μαρξ, για να διεκδικεί τον ‘μετασχηματισμό’ του κόσμου, πρέπει να βασίζεται σε μίαν ορισμένη εσωτερική ερμηνεία του κόσμου και γι’ αυτό αυτή η αρχή καταδεικνύεται αβάσιμη. Αυτή προκαλεί την εντύπωση ότι διατυπώθηκε αποφασιστικά εναντίον της ίδιας της φιλοσοφίας, ενώ στο δεύτερο μέρος της προϋποτίθεται έμμεσα η ανάγκη ακριβώς μιάς φιλοσοφίας.

Το πέμπτο (#5) λοιπόν θαύμα που χρειάζεται είναι να καταφέρουμε να ανακαλύψουμε μία νέα μέθοδο αναπαράστασης, ώστε η αναπαράσταση του εξωτερικού κόσμου μέσα μας να είναι όχι υποκειμενική αλλά αντικειμενική. Και αν το ‘μας’ πρέπει να επεκταθεί πέρα από το καθαρά προσωπικό στο κοινωνικό επίπεδο, τότε καταλαβαίνουμε πόσο επίσης δύσκολο είναι τούτο το πέμπτο (#5) θαύμα.

Αν θέλαμε λοιπόν να δούμε την των Αθηναίων αυθεντική δημοκρατία ως ένα σύστημα αυτο·διαχείρισης μιάς κοινωνίας, με την ανθρώπινη κοινωνία μας να αποτελεί τον πρωταρχικό πελάτη του συστήματος τούτου, τότε ισχύει η δήλωση του Tomas Bata: “ο πελάτης μας, ο κύριός μας”. Με βάση την στρατηγική σκέψη στην μεταμοντέρνα μας προσωρινότητα, μία χωρίς συμβιβασμούς δράση καθιστά σαφή την διάκριση μεταξύ των δημοφιλών ιδεών της ‘βιωσιμότητας’ και της ‘αυτάρκειας’.

Και οι δύο αυτές έννοιες συνεπάγονται την οργάνωση ενός συστήματος αυτο·παραγωγής ή ‘αυτο·ποίησης’. Ωστόσο, γιά να είναι αυτάρκη, τα αυτο·ποιητικά συστήματα πρέπει να είναι και οργανωμένα μέσω της αυτο·ποίησής τους.

Όμως τα απλώς βιώσιμα συστήματα είναι ετερο·ποιητικά, επειδή η βιωσιμότητά τους δεν προέρχονται από το εσωτερικό τους, από τη δική τους δηλαδή οργάνωση, αλλά από το εξωτερικό τους: από ένα ήδη προγραμματισμένο σύστημα διατήρησης των δραστηριοτήτων των εξωτερικών τους παραγόντων. Τα μη βιώσιμα δε συστήματα είναι ‘αλλο·ποιητικά’, δηλαδή έχουν οργανωθεί εξωγενώς γιά να παράγουν πράγματα εκτός από τον εαυτό τους. Τα αλλο·ποιητικά τούτα συστήματα αναγκαστικά και αμετάκλητα υποβαθμίζουν το περιβάλλον τους.

Τα ετερο·ποιητικά συστήματα μπορεί να είναι βιώσιμα μόνον εφ ‘όσον οι εξωτερικοί προς αυτά παράγοντες συνδράμουν στην διατήρησή τους, στη διατήρηση δηλαδή των προσπαθειών των ετερο·ποιητικών αυτών συστημάτων. Μόνον τα αυτο·ποιητικά συστήματα μπορούν να αναπληρώνουν και να ανανεώνουν το δικό τους, ενδογενές προς αυτά περιβάλλον και, συνεπώς, να γίνονται αυτο·τροφοδοτούμενα.

Το νυν σαθρό πολιτικό σύστημα της στυγνά δυναστικής κομματοκρατίας στην Ελλάδα είναι ένα αλλο·ποιητικό και ετερο·ποιητικό, μη βιώσιμο σύστημα, μη αυτο·τροφοδοτούμενο από την κοινωνία ιδιώτη του ελληνικού μας κόσμου. Ως ένα αλλο·ποιητικό σύστημα, ο κομματοκρατικός κοινοβουλευτισμός στην Ελλάδα έχει οργανωθεί εξωγενώς γιά να παράγει πολιτικές αποφάσεις εναντίον της ελληνικής κοινωνίας, η οποία απλά τον νομιμοποιεί, επίσης εξωγενώς, με την ψήφο της.

Εγκιβωτισμένη δε στην οικογενειοκρατία του δικομματισμού, η στυγνά δυναστική κομματοκρατία στην Ελλάδα, αναγκαστικά και αμετάκλητα υποβαθμίζει το περιβάλλον της, που δεν είναι άλλο από τον ίδιο τον ελληνικό μας κόσμο μέσα στην και πέρα από την πατρίδα μας την Ελλάδα. Το έκτο (#6) λοιπόν θαύμα που χρειάζεται είναι η ανατροπή του νυν σαθρού πολιτικού συστήματος της στυγνά δυναστικής κομματοκρατίας στην Ελλάδα και η αντικατάστασή του με ένα αυτάρκες και αυτο·ποιητικά βιώσιμο πολιτικό σύστημα, το οποίο θα είναι επίσης αυτο·τροφοδοτούμενο από τον ελληνικό μας κόσμο μέσα στην και πέρα από την πατρίδα μας την Ελλάδα.

Αυτό το έκτο (#6) θαύμα είναι πρακτικά αδύνατον καθόσον ο στόχος της παγκόσμιας πολιτικής των ανθρώπων που κατοικούν πάνω στην επιφάνεια του πλανήτη Γη παραμένει η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, αλλά όχι και η βιωσιμότητα της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού έθνους. Τουναντίον, γιά να επιτευχθεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, το παγκόσμιο σύστημα του χρηματιστικοποιημένου ζόμπι οικονομισμού λειτουργεί εναντίον της βιωσιμότητας της ελληνικής μας κοινωνίας, του ελληνικού μας έθνους και, γενικά, του ελληνικού μας κόσμου που ζει πάνω στην επιφάνεια του πλανήτη Γη.

Λέτε να κάνει κανένα άλλο (#7) θαύμα ο Αμερικανός Γερουσιαστής Bob Menendez; Ναι, ως από θαύμα (#8), με κάθε επισημότητα τον κάναμε τον άνθρωπο τελετάρχη της παρελάσεως στην 5η Λεωφόρο της Νέας Υόρκης γιά την 25η Μαρτίου αλλά, επιτρέπεται να του πούμε, έστω και στο αυτί, τι σημαίνει η 25η Μαρτίου γιά τον ελληνικό μας κόσμο;

Μήπως χρειάζεται άλλο ένα ακόμα θαύμα (#9) προς τούτο; Μήπως αντί γιά ελληνικά σημαιάκια πρέπει να μοιράζουμε μαγικά ραβδάκια στην παρέλαση της 5ης Λεωφόρου στην Νέα Υόρκη το 2012; Merlin Dear, would you please kindly…