Γράφει ο οικονομολόγος Βασίλης Βιλιάρδος
 
Από τα 200 δις €, τα οποία οφείλει η χώρα μας στους ιδιώτες, μόλις τα 120 δις € ανήκουν στις τράπεζες, με τις οποίες διαπραγματευόμαστε – τα υπόλοιπα 80 δις € ανήκουν σε επενδυτικά κεφάλαια, σε hedge funds, καθώς επίσης σε απλούς αποταμιευτές (Αγγλικό Δίκαιο)

Η βασική αιτία των πολέμων, εμφυλίων και μη, καθώς επίσης των εσωτερικών αιματηρών επαναστάσεων, ήταν ανέκαθεν η αδυναμία των κυβερνήσεων να χρηματοδοτήσουν τις βασικές ανάγκες των πληθυσμών τους

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται σε καμία περίπτωση νέα δάνεια, με τοκογλυφικούς τόκους και με εγκληματικές εγγυήσεις, Η χώρα μας χρειάζεται ένα σύνολο μέτρων αναμόρφωσης και ενίσχυσης της οικονομίας της, με κέντρο βάρους τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού (βασικό της ΕΚΤ), την αναδιάρθρωση (επιμήκυνση) του δημοσίου χρέους, καθώς επίσης τις ευρωπαϊκές επενδύσεις – μέσω του οποίου θα καταπολεμηθεί η ύφεση, ο στασιμοπληθωρισμός καλύτερα, καθώς επίσης η εγκληματική ανεργία που προκάλεσε η καταστροφική διαχείριση της κρίσης, τόσο εκ μέρους της κυβέρνησης, όσο και της τευτονοκρατούμενης Τρόικας (για την οποία ανέλαβε τη «βρώμικη δουλειά» το ΔΝΤ)”.

Άρθρο

Οι απόψεις μας για τη (θεωρητική) συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου (άρθρο) είναι δεδομένες – ενώ θεωρούμε ότι, τόσο το Ευρώ, όσο και η Ελλάδα, ευρίσκονται σε τροχιά αποσύνθεσης. Δυστυχώς για όλους μας, μάλλον δεν υπάρχει σοβαρό, εφικτό καλύτερα σχέδιο εξόδου από την κρίση, εκ μέρους της δικής μας κυβέρνησης – ενώ αφενός μεν οι κοινωφελείς, αφετέρου οι ιδιωτικές επιχειρήσεις της χώρας μας, οδηγούνται σε μονόδρομους.

Η μάχη της ΔΕΗ, της σημαντικότερης ίσως κοινωφελούς επιχείρησης της χώρας μας (μαζί με τις ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ), η οποία έχει ξεκινήσει από αρκετό καιρό τώρα, ευρίσκεται πιθανότατα στην τελική ευθεία – ενώ αρκετοί εργαζόμενοι της αδυνατούν δυστυχώς να κατανοήσουν ότι, στις σημερινές οικονομικές συνθήκες απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις και όχι «άναρθρες» διαμαρτυρίες, εάν θέλει κανείς να αντιμετωπίσει με επιτυχία την επιχειρούμενη «λεηλασία».

Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, η χρηματοδότηση της «αποκομμένης» από τις αγορές Ελλάδας, τόσο η παλαιότερη, όσο και η καινούργια (130 δις €), έχει συνδεθεί από την Τρόικα με την επιτυχία της συμφωνίας διαγραφής χρέους (PSI) – η οποία, κατά την άποψη μας, είναι όχι μόνο ασύμφορη για την Ελλάδα, αλλά και άδικη για τους ιδιώτες-δανειστές μας.

Δεν είναι δυνατόν να απαιτείται μόνο από τους ιδιώτες η εθελούσια διαγραφή του 50% των απαιτήσεων τους και να εξαιρούνται όλοι οι υπόλοιποι – όπως η ΕΚΤ (η οποία έχει αγοράσει πολύ φθηνότερα τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου από τη δευτερογενή αγορά, οπότε ουσιαστικά κερδοσκοπεί εις βάρος μας), το ΔΝΤ και οι άλλες χώρες της ΕΕ.

Ειδικά όσον αφορά τώρα το PSI, θεωρούμε πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να επιτευχθεί – γεγονός που σημαίνει ότι, ο μελλοντικός δανεισμός της Ελλάδας δεν είναι καθόλου δεδομένος. Ειδικότερα, από τα 200 δις €, τα οποία οφείλει η χώρα μας στους «ιδιώτες», μόλις τα 120 δις € ανήκουν σε εκείνες τις τράπεζες, με τις οποίες διαπραγματεύεται η Ευρώπη (η Γερμανία δηλαδή). Τα υπόλοιπα 80 δις € ανήκουν σε επενδυτικά κεφάλαια, σε hedge funds, καθώς επίσης σε απλούς ιδιώτες, οι οποίοι δεν έχουν κανένα λόγο να αποδεχθούν τη διαγραφή (οι μεγάλες τράπεζες, οι οποίες φαίνεται ότι συμφωνούν, περιμένουν προφανώς ανταλλάγματα άλλου είδους από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης).

Ακόμη λοιπόν και εάν υποθέσουμε ότι, οι μεγάλες τράπεζες (τα ταμεία κλπ.) θα συμφωνήσουν με τη διαγραφή του 50% (με το εγκληματικό αγγλικό Δίκαιο, με ασύμφορα επιτόκια για την Ελλάδα ή με όποιες άλλες επί πλέον εγγυήσεις ή/και παραχωρήσεις εθνικής κυριαρχίας), η μείωση του χρέους θα είναι «μόλις» 60 δις € – ενώ η Τρόικα απαιτεί τουλάχιστον 100 δις €, για να εγκρίνει την περαιτέρω χρηματοδότηση της Ελλάδας. Επομένως, είναι απαραίτητη η συμφωνία όλων των υπολοίπων, έτσι ώστε να έχει νόημα το PSI.

Όμως, πολλά από τα επενδυτικά κεφάλαια, από τα hedge funds και από τους ιδιώτες, έχουν αγοράσει ασφάλιστρα κάλυψης κινδύνου (CDS) τα οποία, σε περίπτωση χρεοκοπίας της Ελλάδας, θα υποχρεωνόταν να καλύψουν την αξία των ομολόγων κατά 100%. Για ποιο λόγο λοιπόν θα δεχόταν να διαγράψουν εθελούσια το 50%, επιβαρυνόμενα τόσο με το κόστος της αγοράς των CDS, όσο και με τη μείωση της ονομαστικής αξίας των ομολόγων;

Με κριτήριο τα παραπάνω έχουμε την άποψη ότι, αφού το PSI δεν φαίνεται να είναι εύκολο να επιτευχθεί (τόσο από την πλευρά των ιδιοκτητών των 80 δις €, όσο και από τις υπόλοιπες λεπτομέρειες, με τις οποίες δύσκολα θα συμφωνήσει μία μη ενδοτική Ελληνική κυβέρνηση), ενώ η Τρόικα δεν είναι δυνατόν να μην το γνωρίζει, γίνεται απλά προσπάθεια καθυστέρησης του «μοιραίου» – της χρεοκοπίας δηλαδή, έτσι ώστε να εξουδετερωθεί η Ελληνική βόμβα στα θεμέλια της Ευρωζώνης, καθώς επίσης του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος (αν και «το πλήρωμα του χρόνου» είναι η 20η Μαρτίου, όπου λήγει το ομόλογο των 14,4 δις €, θεωρούμε ότι δεν είναι βέβαιο – αφού θα μπορούσε να το αγοράσει σήμερα η ΕΚΤ, μόλις με 7 δις €).

Στα πλαίσια αυτά θεωρείται ότι, το μεγάλο «διαπραγματευτικό» όπλο της Ελλάδας, είναι «η απειλή για επιστροφή στη δραχμή» – όπου τα ομόλογα θα μπορούσαν να μετατραπούν στο νέο νόμισμα, ενώ επίσης με απόφαση της Βουλής θα επιμηκυνόταν ο χρόνος αποπληρωμής τους, έτσι ώστε να υφίσταντο οι δανειστές την υποτίμηση, σε όλη την έκταση της (αν και σύμφωνα με αρκετούς νομικούς, επειδή το Ευρωπαϊκό Δίκαιο υπερισχύει του Ελληνικού, τίποτα δεν είναι δεδομένο ή/και τόσο απλό, όσο φαίνεται – ειδικά επειδή η τυχόν μη συμμόρφωση της Ελλάδας, σε σχέση με την πληρωμή των οφειλών της, θα σήμαινε την παράβαση πολλών ευρωπαϊκών κανονισμών, οπότε θα αποτελούσε αιτία «απέλασης» της από την Ε.Ε.).

Το ενδεχόμενο όμως αυτό θα σήμαινε ότι, οι περισσότεροι δανειστές θα μπορούσαν να χάσουν ακόμη και το 90% των απαιτήσεων τους, χωρίς ίσως να χρεοκοπήσει η Ελλάδα – ενώ το δημόσιο χρέος θα περιοριζόταν ανάλογα (αν και η αλλαγή του συναλλάγματος στα ομόλογα, θεωρείται ότι αποτελεί «πιστωτικό γεγονός»).

Πιθανολογούμε λοιπόν ότι, αυτό το «χαρτί» παίζεται από τους διαπραγματευτές, με στόχο να συμφωνήσουν οι ιδιοκτήτες των 80 δις €.  Βέβαια, όταν «παίζει» κανείς με τη φωτιά, κινδυνεύει να καεί ο ίδιος – πόσο μάλλον όταν, η έξοδος από το Ευρώ, την οποία κανείς δεν μπορεί να μας επιβάλλει, συνδέεται αυτόματα με την έξοδο από την ΕΕ.

Σημείωση: Σχετικά με το Δίκαιο των ομολόγων, υπάρχει μεταξύ πολλών μία νομική μελέτη, της οποίας επισυνάπτουμε το σύνδεσμο (PSI + Αγγλικό Δίκαιο = Ελληνική Τραγωδία).

Αθήνα, 09. Ιανουαρίου 2012

 

UPD:  Ανάλυση του Αγγλικού Δικαίου (του ιδίου συγγραφέα)

 

Αν το δίκαιο των ομολόγων του PSI+ ήταν το αγγλικό τότε, σε περίπτωση πτώχευσης, η Ελλάδα θα έπρεπε να πληρώσει το χρέος της στους δανειστές σε ευρώ, παρά το γεγονός ότι σε περίπτωση ενδεχόμενης επιστροφής της σε εθνικό νόμισμα, η χώρα θα είχε επιστρέψει σε ένα σημαντικά υποτιμημένο εθνικό νόμισμα.

Αυτό θα προέκυπτε ως υποχρέωση της χώρας από τη διεθνή πολυμερή σύμβαση μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της, η οποία μάλιστα, δυνάμει του αρ 28 παρ 1 του Συντάγματος της χώρας θα κατίσχυε έναντι κάθε άλλης (ακόμα και αντίθετης διάταξης) της Ελληνικής έννομης τάξης.

 

Έτσι, το χρέος της Ελλάδας θα πολλαπλασιαζόταν και καθώς η χώρα θα αδυνατούσε να το αποπληρώσει, οι δανειστές θα αποκτούσαν δικαίωμα κατάσχεσης επί της ελληνικής περιουσίας, με βάση το Αγγλικό Δίκαιο.

Η πρώτη συνέπεια, λοιπόν, θα ήταν μια νομισματική ομηρία στο ευρώ και πάντως, μια νομισματική δέσμευση του χρέους μας σε ένα συγκεκριμένο νόμισμα, ανεξάρτητα από την ενδεχόμενη πολιτική βούληση της χώρας, να επιστρέψει σε εθνικό νόμισμα.

Κατά δεύτερο λόγο, το ελληνικό χρέος, ως υπαγόμενο και θεωρούμενο υπό το πρίσμα του Αγγλικού «State immunity act» (1978) δεν θα συνιστούσε πράξη άσκησης πολιτικής εξουσίας αλλά εμπορική πράξη, όπως ρητά προβλέπεται στον Αγγλικό νόμο.

Ως τέτοια πράξη, θα ετίθετο υπό δικαστικό έλεγχο από εκάστοτε αρμόδια Δικαστήρια, τα οποία θα καλούνταν να εφαρμόσουν το Αγγλικό Δίκαιο. Στην περίπτωση του PSI+ ήδη γίνεται απόπειρα από τους πιστωτές μας, προκειμένου να οριστούν ως αρμόδια, τα Δικαστήρια του Λουξεμβούργου.

Η άμεση δεύτερη συνέπεια, μιας τέτοιας εξέλιξης, όμως, θα ήταν ότι, με την υπαγωγή του Ελληνικού χρέος στο Αγγλικό Δίκαιο, το Ελληνικό χρέος θα είχε καταστεί αντικείμενο δικαστικών μαχών μεταξύ των ιδιωτών πιστωτών μας και του Ελληνικού Δημοσίου, στα Δικαστήρια του Λουξεμβούργου, τα οποία θα υποχρεούνταν δυνάμει της πολυμερούς συμφωνίας του PSI+ να εφαρμόσουν το Αγγλικό Δίκαιο.

Επειδή από το Αγγλικό Δίκαιο, δεν αναγνωρίζεται στην Ελληνική πολιτεία το δικαίωμα της ετεροδικίας, αυτό θα είχε ως συνέπεια την έκδοση δικαστικών αποφάσεων σε βάρος της Ελλάδας. Αλλά «το κουτί της Πανδώρας» δεν θα εξαντλούσε εκεί τις εκπλήξεις του.

Το Αγγλικό Δίκαιο θα παρείχε δυνατότητα εκτελέσεως των δικαστικών αυτών αποφάσεων ακόμα και στο έδαφος της Ελληνικής επικράτειας.

Συνεπώς, αυτές οι δικαστικές αποφάσεις θα μπορούσαν να περιληφθούν τον εκτελεστήριο τύπο, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 44/2001 αλλά και τον Κανονισμό (ΕΚ) 805/2004 και θα έθεταν στη διάθεση των πιστωτών μας, όλα τα καταδιωκτικά μέτρα της Ελληνικής νομοθεσίας. Μόνο, που αυτή τη φορά, τα μέτρα αυτά θα στρέφονταν κατά του ίδιου του Ελληνικού Δημοσίου.

Η αναγκαστική εκτέλεση των πιστωτών μας θα μπορούσε να αφορά κινητά του Ελληνικού Δημοσίου, ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου (ιδίως τα ανήκοντα στην λεγόμενη ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου) καθώς και χρηματικές απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.

Ξεκινώντας από το τελευταίο, θα διαπιστώναμε ευχερώς, ότι οι χρηματικές απαιτήσεις που έχει το Ελληνικό Δημόσιο, αφορούν κυρίαρχα την απαίτησή του στους φόρους, που καλούμαστε να καταβάλλουμε όλοι μας, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που υπαγόμαστε στο Ελληνικό Φορολογικό Σύστημα.

Συνεπώς οι πιστωτές μας, θα αποκτούσαν εκτελεστό τίτλο, με τον οποίο θα μπορούσαν να επιδιώξουν την απευθείας εξόφληση του χρέους, επιβάλλοντας κατάσχεση χρηματικής απαιτήσεως στα χέρια καθενός από εμάς, δηλαδή στα χέρια κάθε Έλληνα πολίτη.

Αυτή η «κατάσχεση εις χείρας τρίτου» (εν προκειμένω του Έλληνα πολίτη) θα αποστράγγιζε το κράτος από κάθε έσοδο, καθιστώντας το τελευταίο, πραγματικό όμηρο των δανειστών του, στους οποίους θα έπρεπε, με ακόμα μεγαλύτερη ένταση να καταφύγει, προκειμένου να εξασφαλίσει έστω και τα στοιχειώδη χρήματα για την εξακολούθηση της ύπαρξής του.

Και ακόμα παραπέρα, θα δημιουργούσε μια νομική και οικονομική φαύλη πραγματικότητα, ένα λογικό παράδοξο: Το Ελληνικό Δημόσιο θα προσέφευγε σε δανεισμό, δανειζόμενο εντόκως τα δικά του χρήματα, δηλαδή τα χρήματα που θα προέρχονταν από την φορολογία των Ελλήνων πολιτών και τα οποία οι τελευταίοι, λόγω των επιβληθέντων κατασχέσεων, θα κατέβαλαν απευθείας στους δανειστές του Ελληνικού Δημοσίου.

Θα μπορούσαμε στην περίπτωση αυτή να μιλήσουμε για μια εν τοις πράγμασι υποκατάσταση του Ελληνικού Δημοσίου από ξένους πιστωτές και πλήρη κατάργηση της κυριαρχίας του.

Σε αυτό το σημείο προβαίνω σε μια παρέκβαση από την ανωτέρω υπόθεση εργασίας και επιστρέφω (στιγμιαία) στην πραγματικότητα, αφού αξίζει να αναφερθεί, ότι, ήδη το Ελληνικό Δημόσιο, στην πραγματικότητα, έχει ήδη επιβάλλει κατασχέσεις επί κινητών, ακινήτων και δικαιωμάτων και αναγγέλλεται σε πλειστηριασμούς που επισπεύδονται κατά των οφειλετών του, προς ικανοποίηση των απαιτήσεών του, δυνάμει των σχετικών διατάξεων του ΚΕΔΕ.

Με το δεδομένο αυτό, επιστρέφω εκ νέου στην υποθετική κατάσταση ισχύος του Αγγλικού Δικαίου για το PSI+ όπου…

…Η αλλοδαπή εκτελεστή δικαστική απόφαση σε βάρος της Ελλάδας, θα επέτρεπε, πέραν όλων των προηγούμενων, στους πιστωτές να ασκούν πλαγιαστικά τα δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου (να κατάσχουν κινητά, ακίνητα και δικαιώματα και να αναγγέλλονται σε πλειστηριασμούς) επ’ ονόματί τους, προκειμένου για την ικανοποίηση της απαιτήσεώς τους, υποκαθιστώντας το Ελληνικό Δημόσιο.

Μάλιστα, η εξοπλισμένη με εκτελεστό τίτλο πιστωτική αξίωση θα μπορούσε κάλλιστα να επεκταθεί το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου και ομοίως τα καταδιωκτικά μέτρα να στραφούν κατά αυτών των περιουσιακών στοιχείων.

Στο σημείο αυτό, θα ανέκυπτε το ερώτημα «τι συνιστά την κινητή και ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;»

Κι αν στο ερώτημα «τι συνιστά την κινητή περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;» η απάντηση είναι (σχεδόν) εύκολη, στο ερώτημα «τι συνιστά την ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;» η απάντηση είναι από αδύνατη έως επικίνδυνη και αφορά και την ιδιωτική περιουσία του κάθε Έλληνα πολίτη.

Στην ακίνητη περιουσία του Δημοσίου υπάγονται όσα ακίνητα έχουν καταχωρηθεί ως δημόσια κτήματα, όλα τα κοινόχρηστα πράγματα, τα εκτός συναλλαγής πράγματα, τα μεταλλεία, τα ορυχεία, τα αδέσποτα, τα ποτάμια, οι λίμνες, οι όχθες, οι αιγιαλοί κλπ.

Αλλά, εν δυνάμει, στην ακίνητη περιουσία του Δημοσίου θα μπορούσε να υπαχθεί και κάθε ακίνητο, το οποίο, μετά το πέρας της Κτηματογραφήσεως και μετά την πάροδο της προθεσμίας για την διόρθωση της εσφαλμένης πρώτης Κτηματολογικής εγγραφής θα φέρει την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» στα τηρούμενα Κτηματολογικά φύλλα.

Επίσης, κάθε διεκδικούμενο, από το Ελληνικό Δημόσιο, αυτή τη στιγμή ακίνητο, για το οποίο ο ιδιοκτήτης του δεν θα μπορεί να αποδείξει ότι κατέστη κύριος του ακινήτου, είτε με παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας (ιδίως με την απόκτηση της κυριότητας με παραχωρητήριο του Ελληνικού Δημοσίου), είτε, κυρίως, με πρωτότυπο τρόπο κτήσης της κυριότητας (με 30ετή άσκηση διακατοχικών πράξεων νομής και κατοχής προ του 1915, δηλαδή με πράξεις νομής και κατοχής προ του 1885, σύμφωνα με τις διατάξεις του προϊσχύσαντος Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου) θα κινδύνευε να απολέσει στην ιδιοκτησία του, εάν, είτε απευθείας το Ελληνικό Δημόσιο είτε πλαγιαστικώς ή υποκαθιστώντας το Ελληνικό Δημόσιο πιστωτές του, εξοπλισμένοι με τον εκτελεστό κατά του Ελληνικού Δημοσίου τίτλο ασκούσαν διεκδικητική αγωγή, ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων.

Βέβαια, οι εν λόγω αξιώσεις δεν πρόκειται να ασκηθούν κατά προφανή καταχρηστικότητα. Απεναντίας! Τα δικαιώματα του Δημοσίου, ιδίως επί ακινήτων, μπορούν να μην προβάλλονται επί σειρά ετών, ακόμα και για χρονικό διάστημα, που μπορεί να αγγίζει το χρόνο ζωής 2 ή 3 γενεών! Αλλά αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν συνεπάγεται απώλεια αυτών των δικαιωμάτων, ενόψει του απαράγραπτου χαρακτήρα τους.

Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο, με διοικητικές πράξεις μπορεί να καθορίζει τεράστιες εκτάσεις, που περνούν στην κυριότητά του. Οι πράξεις αυτές, αν και δημοσιεύονται στο ΦΕΚ, δεν γίνονται άμεσα αντιληπτές από τους πολίτες αλλά δημιουργούν συνθήκες προσδοκίας δικαιώματος κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου, σε βάρος της ιδιωτικής περιουσίας.

Μάλιστα, υπάρχει πλήθος νομοθετικών ρυθμίσεων περί αποσβέσεως των ιδιωτικών δικαιωμάτων στις εκτάσεις αυτές και μάλιστα σε ιδιαίτερα σύντομες αποσβεστικές προθεσμίες (πχ η εξάμηνη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει ο ιδιοκτήτης ακινήτου να αναγγείλει τις αξιώσεις του στον Υπουργό Οικονομικών, όταν το ακίνητό του περιληφθεί σε ζώνη αιγιαλού, οπότε και θεωρείται απαλλοτριωθέν το ακίνητο, δυνάμει του άρθρου 10 του Ν.2971/2001 και πολλές παρόμοιες διατάξεις). Με τον τρόπο αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο καθίσταται κύριος των εκτάσεων αυτών (αν και πολλές από αυτές τις αποσβεστικές προθεσμίες έχουν κριθεί αντισυνταγματικές από το ΣτΕ αλλά προϋποτίθεται η εκκίνηση δικαστικού αγώνα για ανάκτηση της κυριότητας από τον πολίτη).

 


Πάντως, αυτή τη στιγμή υπολογίζονται σε μερικά εκατομμύρια τα ακίνητα που βρίσκονται εντός των λεγόμενων «ζωνών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου» και των οποίων οι ιδιοκτήτες, θεωρούν ότι είναι απόλυτοι κύριοι, νομείς και κάτοχοι των ακινήτων τους.

 

Ουδέποτε έχουν ενοχληθεί από το Ελληνικό Δημόσιο, ουδέποτε φαντάστηκαν ότι ενδέχεται η ιδιοκτησία τους να αμφισβητηθεί, ουδέποτε σκέφτηκαν να αναζητήσουν τα αρχικά παραχωρητήρια του Ελληνικού Δημοσίου, με τα οποία αποκτήθηκε το ακίνητό τους από τους δικαιοπαρόχους τους και ουδέποτε σκέφτηκαν, ότι θα πρέπει να αποδείξουν περισσότερα από 130 χρόνια νομής και κατοχής, ώστε να διασφαλιστούν έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και ενόψει Αγγλικού Δικαίου, έναντι των ξένων πιστωτών της χώρας.

 

Και βέβαια, η «μεγαλοψυχία» του Ελληνικού Δημοσίου ή/και των πιστωτών του δεν θα εξαντλούνταν εκεί. Οι παλαιότερες μέθοδοι της διοικητικής αποβολής ιδιωτών από ακίνητα κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου ουδόλως συνεισέφεραν στα Δημόσια Οικονομικά. Όμως, με τις νέες ρυθμίζεις του δικαίου της επιφάνειας, τα ακίνητα αυτά, τα οποία θα διεκδικούσε και ενδεχομένως να αποκτούσε το Ελληνικό Δημόσιο, θα αποκτούσαν οικονομική σημαντικότητα. Δηλαδή, θα ήταν δυνατό εκ των υστέρων να συσταθεί δικαίωμα επιφάνειας, καθιστώντας τον μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη, νέο επιφανειούχο κι επί της ουσίας μισθωτή στην περιουσία του!

Όλα τα παραπάνω είναι υποθετικές ασκήσεις επί χάρτου, οι οποίες όμως, αποδεικνύουν το πόσο σημαντικό είναι το διακύβευμα, σχετικά με το δίκαιο των ομολόγων.

Αντίθετα, αν το δίκαιο των ομολόγων παραμείνει το Ελληνικό, ως έχει δηλαδή σήμερα, ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα της επιτρέψει να προχωρήσει μονομερώς (με νομοθετική πράξη της Βουλής των Ελλήνων, σύμφωνα με το τεκμήριο της αρμοδιότητας) σε αναδιάρθρωση του χρέους της με νόμιμο τρόπο ή να το αποπληρώσει σε νέο εθνικό νόμισμα νομίμως, ενώ δεν θα κινδυνεύει από επίσπευση κατά της περιουσίας της (Μ.Σ. Μαρινάκος)