Του Μάριου Ευρυβιάδη, 

Η λεγόμενη «Διεθνής Κοινότητα» (International Community ή αλλιώς INTCOM) ετοιμάζεται για μια Τρίτη μετωπική και φαρμακερή επίθεση για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η πρώτη προσπάθεια, μετά την βίαιη, άτσαλη αλλά τελικά αποτυχημένη προσπάθεια της Τουρκίας το 1974, έγινε την περίοδο 1984-85 επί προεδρίας του αείμνηστου Σπύρου Κυπριανού, με την τότε Γραμματεία του ΟΗΕ να λειτουργεί ως εγγαστρίμυθος της Ουάσιγκτον. Τότε ο Κυπριανού αρνήθηκε να υπογράψει την λεγόμενο Draft Framework Agreement  που του υποβλήθηκε από τη Γραμματεία του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και η οποία καταργούσε το κυπριακό κράτος αφήνοντας στη θέση του μια «συμφωνία», τα επί μέρους κενά σημεία της οποίας θα «διαπραγματεύονταν» Κυπριανού και Ντεκτάς σε συνομιλίες που θα ακολουθούσαν στη Λευκωσία.

Άμεση συνέπεια της Συμφωνίας της Νέας Υόρκης θα ήταν η άμεση κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας όχι όμως και της Συνθήκης Εγγύησης του 1960 που εγγυάται την ύπαρξή της. Το τότε σχέδιο ετοίμασαν οι Αμερικανοί (σε συνεργασία με τους Εγγλέζους), το έθεσαν υπόψη  των Τούρκων που το ενέκριναν, και το σέρβιραν μέσω της Γραμματείας του ΟΗΕ. Αθήνα και Λευκωσία παγιδεύτηκαν και συναίνεσαν σε μια κυριολεκτικά σικέ συνάντηση με το δέλεαρ ότι οι Τούρκοι, για «πρώτη φορά» δεσμεύθηκαν να αποδεχθούν μελλοντικά έδαφος κατοχής κάτω από το 30%. Συγκεκριμένα αποδέχτηκαν το ποσοστό του 29,99999κλπ %. Η δέσμευση της Τουρκίας απεσπάσθη όχι τυχαία και όχι από την τότε κυβέρνηση Τουρκούτ Οζάλ, αλλά από τον τότε Πρόεδρο Εβρέν, τον Στρατηγό του Πραξικοπήματος του 1980 στην Τουρκία. Και πάλι όχι τυχαία η δέσμευση δόθηκε στον αξιωματούχο του Πενταγώνου Ρίτσαρντ Πέρλ που ταξίδευσε επί τούτου στην Άγκυρα.

 

Τότε, όπως και στις περιπτώσεις που ακολούθησαν τα κίνητρα της «Διεθνούς Κοινότητας», των Αμερικανών δηλαδή, ήταν ο κίνδυνος  το Αμερικανικό Κογκρέσο να μην εγκρίνει τη χρηματοδότηση ενός στρατηγικού σχεδίου μαμούθ, 13 δις δολάρια σε 17 χρόνια, που θα επέτρεπε στην Τουρκία να αντικαταστήσει το χαμένο, από το 1980, για τους Αμερικανούς Ιράν και να λειτουργήσει ως κατ’εξοχήν πληρεξούσιός των ΗΠΑ στον Περσικό Κόλπο. Το στρατηγικό αυτό σχέδιο ήταν το «Δόγμα Γουόλστάτερ» για την Τουρκία. Τις λεπτομέρειες, μαζί με έναν πανοραμικό στρατιωτικό χάρτη, απεκάλυψε ο Μιχάλης Ιγναντίου στην Ελληνο-αμερικανική εφημερίδα Πρωϊνή της Νέας Υόρκης (18-19 Ιουλίου 1983), υπό τον τίτλο «Αποκαλύπτουμε τα Μυστικά Σχέδια του Πενταγώνου: Το “Δόγμα Γουόλστάτερ” (1981) και η μετατροπή της Τουρκίας σε ακρογωνιαίο λίθο της αμερικανικής πολιτικής. Tο Σχέδιο για την Αμερικανο-τουρκική Συνεργασία».

Κατά τους σχεδιασμούς του Πενταγώνου το Κυπριακό έπρεπε να «κλείσει» ή με την  κατάλυση του κράτους ή έπρεπε να στοχοποιηθεί η Λευκωσία ως υπαίτια για το αδιέξοδο. Έτσι, αντίθετα με την Λευκωσία θα «διαφαινόταν» η καλοπιστία της Άγκυρας. Έτσι και έγινε αφού έστω και την ύστατη στιγμή ο Κυπριανού συνειδητοποίησε το παιχνίδι και αρνήθηκε να υπογράψει. Δακτυλοδείχθηκε τότε από την «Διεθνή Κοινότητα» ως φταίχτης, αναδείχθηκε η «καλή πίστη» της Τουρκίας και το Δόγμα Γουόλστάτερ τέθηκε σε εφαρμογή. Στο παιχνίδι αυτό της στοχοποίησης του Κυπριανού, της Κύπρου δηλαδή, η κυπριακή αντιπολίτευση της δεξιάς (ΔΗΣΥ) και της αριστεράς (ΑΚΕΛ) λειτούργησαν ως νεροκουβαλητές αυτών που επεδίωκαν την κατάλυση του κράτους. Εξαίρεση αποτέλεσαν τα δυο μικρότερα κόμματα,  ΔΗΚΟ και  ΕΔΕΚ.

Η δεύτερη προσπάθεια κατάλυσης του κυπριακού κράτους είναι η πρόσφατη, του 2004, με το ρατσιστικό Σχέδιο Ανάν, εκπονημένο και πάλι από τη «Διεθνή Κοινότητα» (INTCOM) και με τη Γραμματεία του ΟΗΕ να λειτουργεί και πάλι ως εγγαστρίμυθος των Αμερικανών και των Εγγλέζων. Και τούτη τη φορά, το κίνητρο ήταν ξένο προς την Κύπρο. Αφορούσε και πάλι την Τουρκία και την προοπτική ένταξής της στην ΕΕ. Εξωγενείς και πάλι παράγοντες κυριάρχησαν με μια κυνικότητα που ήταν χειρότερη από την προηγούμενη.

Η μεγάλη επιτυχία της INTCOM το 2004 ήταν ότι ενοποίησε τις «συνταγματικές» και «διεθνείς» πτυχές του κυπριακού σε ένα ενιαίο κείμενο, ένα κυριολεκτικά πολιτικό φρανκεστάιν  δέκα περίπου χιλιάδων σελίδων που κανείς δεν διάβασε στο σύνολό του, με εξαίρεση ίσως τον μακαρίτη Τάσσο Παπαδόπουλο.

Ο κατ’εξοχήν εκφραστής της κυνικότητας της «Διεθνούς Κοινότητας» υπήρξε ο Εγγλέζος Ντέιβιτ Χάνεϊ ο οποίος στο σχετικό βιβλίο του για το Σχέδιο Ανάν περηφανεύεται, ο αθεόφοβος, ότι κατάργησε την Κυπριακή Δημοκρατία μέσω της περιβόητης «παρθενογένεσης» αλλά διατήρησε «ανοικτή και ανόθευτη» – “open-ended and undiluted” τη Συνθήκη Εγγύησης που συμφωνήθηκε το 1960 η οποία εγγυόταν την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας! Και μετά άνθρωποι σαν τον Χάνεϊ παρουσιάζονται ως εξέχοντες διπλωμάτες και statesmen και βέβαια εκπρόσωποι της «Διεθνούς Κοινότητας». (Ευτυχώς τουλάχιστον το εμβληματικό βιβλίο του Perry Anderson, The New Old World, 2009 όλος ο φαρισαϊσμός του Χάνεϊ  και της διεθνούς παρέας του ξεγυμνώνεται και ειδικά ο Χάνεϊ και η ετερόφωτη Γραμματεία του ΟΗΕ εισπράττουν αυτό που τους αξίζει).

Σήμερα βρίσκεται προ των πυλών  η τρίτη προσπάθεια κατάλυσης του κράτους για τους ίδιους ακριβώς λόγους, εξυπηρέτησης της Τουρκίας και με ένα ασφυκτικό και πάλι χρονοδιάγραμμα. Το 2004 ήταν η ένταξη, όχι βέβαια της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, αλλά του κράτους φρανκεστάιν της «Διεθνούς Κοινότητας». Τούτη τη φορά το χρονοδιάγραμμα αφορά στη μη ανάληψη της Προεδρίας της ΕΕ από την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά την ανάληψη της Προεδρίας από μια ευνουχισμένη κρατική οντότητα που θα λογοδοτεί στους ισλαμοπασάδες της Άγκυρας.

Τούτη τη φορά η αντιπολίτευση στην Κύπρο, βασικά η ΕΔΕΚ και το ΔΗΚΟ, πρέπει να αναλάβουν αποτελεσματικές πρωτοβουλίες  ώστε το υπό εξέλιξη παιχνίδι, σικέ διότι και πάλι ξένους αποσκοπεί να ικανοποιήσει, να μείνει απραγματοποίητο. Κλειδί στις όποιες πρωτοβουλίες ΕΔΕΚ – ΔΗΚΟ θα πρέπει να είναι μια συντονισμένη στρατηγική με τη συντηρητική παράταξη στην Ελλάδα. Η στρατηγική αυτή χρειάζεται αρκετή προετοιμασία. Όσο και να ακούγεται απόμακρο και παράξενο ίσως το κλειδί στην αντιμετώπιση των επερχόμενων πιέσεων να είναι η στάση των συντηρητικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Εάν οι δυνάμεις αυτές δεν επιτρέψουν να επανανομιμοποιηθεί το αναχρονιστικό / αποικιακό καθεστώς των «διεθνών εγγυήσεων», τότε η Κυπριακή Δημοκρατία θα συνεχίσει να υφίσταται και να παράσχει ασφάλεια στους πολίτες της.