Οι νεκροί στη Συρία έχουν φτάσει πιθανόν τους 7.000 και οι υποστηρικτές των ανθρωπιστικών επεμβάσεων ρωτούν ευλόγως γιατί η Δύση δεν επεμβαίνει, όπως έκανε πέρυσι στη Λιβύη. Oχι μόνον ο δικτάτορας της Λιβύης συνταγματάρχης Μουαμάρ Καντάφι ανατράπηκε με σχετικά λίγες δυτικές απώλειες, αλλά η εκστρατεία του ΝΑΤΟ δημιούργησε επίσης ένα προηγούμενο επιτυχούς ανθρωπιστικής επέμβασης.

Στα 63 χρόνια που έχουν περάσει από τότε που ο ΟΗΕ υιοθέτησε τη σύμβαση για τις γενοκτονίες μετά το Ολοκαύτωμα, οι παγκόσμιοι ηγέτες έχουν αποτύχει να προλάβουν τον θάνατο εκατομμυρίων, από την Μπιάφρα και την Καμπότζη μέχρι τη Ρουάντα και το Νταρφούρ – όχι μόνον επειδή δεν είχαν την πολιτική βούληση να επέμβουν, αλλά και λόγω των ίδιων των προδιαγραφών που έχουν τεθεί για τη γενοκτονία. Βάζοντας τον πήχη της επέμβασης τόσο ψηλά – πρόδηλες αποδείξεις σαφούς πρόθεσης να εξοντωθεί μια εθνική, εθνοτική, φυλετική ή θρησκευτική ομάδα – η διεθνής κοινότητα αντιμετωπίζει ένα ζήτημα: μέχρι να είναι σαφές ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια γενοκτονία, είναι συχνά πολύ αργά για να τη σταματήσει.

Η χρήση περιορισμένης στρατιωτικής ισχύος για να σταματήσουν φόνοι εγκεκριμένοι από ένα κράτος είναι πιο ρεαλιστική από το να περιμένει κανείς για αναντίρρητες αποδείξεις ότι πραγματοποιείται γενοκτονία. Δεν θα έχει αποτέλεσμα σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά θα σώσει πολλές ζωές. Προωθεί επίσης την αυτοσυγκράτηση σε περιπτώσεις όπου η ανθρωπιστική επέμβαση είναι υψηλού κινδύνου ή χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις.

Ως η μοναδική στρατιωτική υπερδύναμη του κόσμου, οι ΗΠΑ θα βρίσκονται στο κέντρο πολλών μελλοντικών συζητήσεων για ανθρωπιστική δράση. Αντί να ακολουθούμε αυστηρά την παλιά προδιαγραφή για επεμβάσεις μόνον αφού έχει αποδειχθεί πως συντελείται γενοκτονία, η νέα προδιαγραφή που κάνει την εμφάνισή της προβλέπει στοχευμένη και χαμηλού κινδύνου στρατιωτική δράση προτού οι φόνοι βγουν εκτός ελέγχου.

Η Συρία είναι μια δύσκολη περίπτωση. Το κύριο εμπόδιο για μια επέμβαση είναι η απουσία μιας βιώσιμης, με χαμηλές απώλειες στρατιωτικής λύσης. Αντίθετα από τη Λιβύη, όπου μεγάλο μέρος του πληθυσμού των παραλίων ζούσε υπό τον έλεγχο των εξεγερμένων, η αντιπολίτευση στον δικτατορικό πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ Αλ Ασαντ δεν έχει αποκτήσει τον έλεγχο κανενός μεγάλου πληθυσμιακού κέντρου. Ετσι, μόνον η αεροπορική ισχύς πιθανόν δεν θα ήταν αρκετή εναντίον των πιστών του Ασαντ που είναι οχυρωμένοι στις πόλεις, ενώ μια μεγάλη χερσαία εκστρατεία είναι πιθανό να αντιμετώπιζε σκληρή και αιματηρή αντίσταση.
Αν μια μεγάλη περιοχή αποσπαστεί μαζικά από το καθεστώς, η διεθνής ανθρωπιστική επέμβαση θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμη. Εως τότε, δυστυχώς, η Συρία δεν μπορεί να γίνει μια άλλη Λιβύη. Μια εκστρατεία μαζικών φόνων βρίσκεται σε εξέλιξη εκεί, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει διαθέσιμο κάποιο μέσο για να τη σταματήσουμε χωρίς απαράδεκτα υψηλές απώλειες ζωών.