Toυ ΓΙΩΡΓΟΥ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ

«Είναι δύσκολο να είσαι κοινωνιολόγος στην Τουρκία, πρέπει να ξέρεις τα όριά σου» λέει η Πινάρ Σελέκ. Εξόριστη στη Γαλλία, η 40χρονη κοινωνιολόγος, φεμινίστρια συγγραφέας και ακτιβίστρια υπέρ των δικαιωμάτων μειονοτήτων όπως οι άστεγοι ή οι τραβεστί, κατηγορείται εδώ και 13 χρόνια για τρομοκρατία επειδή ενδιαφέρθηκε για τη σύγκρουση με τους Κούρδους.

Συγκεκριμένα κατηγορείται ότι τον Ιούλιο του 1998 συμμετέσχε στην Κωνσταντινούπολη σε επίθεση που είχε κοστίσει τη ζωή σε επτά ανθρώπους. Εχει αθωωθεί όχι μία και δύο, αλλά τρεις φορές για την υπόθεση αυτή, λόγω έλλειψης αποδείξεων και επειδή εμπειρογνώμονες κατέληξαν στο συμπέρασμα πως… δεν επρόκειτο για επίθεση, πως η έκρηξη ήταν τυχαία. Ομως η τουρκική Δικαιοσύνη δεν έχει παραιτηθεί από τη δίωξή της. Η Πινάρ Σελέκ – η οποία διευκρινίζει πως οι ρίζες της είναι «ανακατεμένες, καυκασιανές, ελληνικές… αλλά όχι κουρδικές!» – εξακολουθεί να απειλείται στην πατρίδα της με ισόβια κάθειρξη.

«Είναι για μένα ένα ψυχολογικό μαρτύριο, θα ήθελα να τελειώσει μια και καλή» λέει μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο από το Στρασβούργο όπου ζει και δουλεύει ένα διδακτορικό γύρω από τους αγώνες χειραφέτησης στην Τουρκία.

Γεννημένη σε οικογένεια αριστερών διανοουμένων, λέει πως μεγάλωσε «σ’ ένα σπίτι που ήταν τόπος συναντήσεων και συζητήσεων», στο οποίο «οι άνθρωποι διάβαζαν και συζητούσαν πολύ». Ο παππούς της ήταν δικηγόρος και εκ των ιδρυτών του Κόμματος Εργαζομένων τη δεκαετία του 1960. Ο πατέρας της, επίσης δικηγόρος, πέρασε τεσσεράμισι χρόνια στη φυλακή μετά το πραξικόπημα του 1980. «Ηδη από παιδί είχα καταλάβει πως η εξουσία δεν λέει οπωσδήποτε την αλήθεια» σχολιάζει η Πινάρ.

Στην εφηβεία της επηρεάστηκε από το φεμινιστικό κίνημα, ασχολήθηκε με το θέατρο και αποφάσισε να γίνει κοινωνιολόγος – «για να καταλάβω και να δράσω». Στράφηκε σε θέματα και κοινωνικές ομάδες που αποτελούσαν ταμπού για την τουρκική κοινωνία, τις πόρνες, τους Τσιγγάνους, τους τραβεστί, τους ομοφυλόφιλους. Δημιούργησε φιλίες στους κύκλους αυτούς, διάβαζε παραμύθια σε άστεγα παιδιά, ίδρυσε ένα εργαστήρι καλλιτεχνών του δρόμου και έζησε για ένα διάστημα τη ζωή των αστέγων.

Με το κουρδικό ζήτημα άρχισε να ασχολείται το 1996. «Είμαι αντιμιλιταρίστρια και εναντίον της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται. Ομως για να καταλάβω γιατί γίνεται πόλεμος, έπρεπε να μιλήσω με αντάρτες του PKK» εξηγεί.

Το έκανε και άρχισαν τα προβλήματα. Συνελήφθη τον Ιούλιο του 1998 και υποβλήθηκε επί μία εβδομάδα σε βασανιστήρια για να αποκαλύψει ονόματα – «Δεν είπα τίποτα» λέει.

Μετά ήρθαν οι κατηγορίες για την τρομοκρατική επίθεση. Πέρασε δυόμισι χρόνια στη φυλακή, ώς τον Δεκέμβριο του 2000. Οταν αποφυλακίσθηκε άρχισε να γράφει για την ομοφοβία και για το πώς επιδρά η στρατιωτική θητεία στην αρρενωπότητα των Τούρκων.

Δέχθηκε απειλές κατά της ζωής της και την άνοιξη του 2009 αναγκάσθηκε να φύγει στην εξορία. «Εδώ στη Γαλλία ξέρω ότι δεν θα έρθουν να κατάσχουν τον υπολογιστή μου» τονίζει. «Είναι μια πολυτέλεια!».

ΤΑ ΝΕΑ